Το άρθρο 17 του νόμου 4075/2012 (ΦΕΚ Α’ 89) αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Έλεγχος Δηλωθεισών – Καταβληθεισών Εισφορών
Εντός του επομένου του μήνα υποβολής των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων, όπως η υποβολή αυτή προβλέπεται στο άρθρο 14 του νόμου 4075/2012 (ΦΕΚ Α’ 89) που τροποποιήθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 35 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ Α’ 18), διενεργείται μηχανογραφικός έλεγχος σύγκρισης δηλωθεισών και καταβληθεισών εισφορών για κάθε μισθολογική περίοδο. Ο έλεγχος Δηλωθεισών – Καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών καθιερώνεται υποχρεωτικά ως τυπική ελεγκτική διαδικασία και ολοκληρώνεται εντός του επομένου του μήνα υποβολής της ΑΠΔ μηνός.
Εάν από τη διενέργεια του ελέγχου αυτού, προκύψει ότι δεν έχουν καταβληθεί στο σύνολό τους οι εισφορές που δηλώθηκαν στην ΑΠΔ εκδίδεται η σχετική Πράξη Επιβολής Εισφορών σε βάρος του υπόχρεου υποβολής ΑΠΔ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις οικείες διατάξεις εκάστου φορέα ή πράξη βεβαίωσης οφειλής σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 101 του νόμου 4172/2013 (ΦΕΚ Α 167) κατά περίπτωση.
Εντός 15 εργασίμων ημερών από την λήξη της προθεσμίας περάτωσης της ελεγκτικής διαδικασίας αυτής αποστέλλεται στην Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συνοπτική αναφορά που περιλαμβάνει τουλάχιστον το πλήθος και το ύψος των υποβληθεισών και καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών και των εκδοθέντων Πράξεων Επιβολής Εισφορών ή Πράξεων Βεβαίωσης Οφειλής. Η μη εφαρμογή των ανωτέρω συνιστά παράβαση καθήκοντος κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα.»
Κύριε υπουργέ,
Αναμφισβήτητα η ενίσχυση ελέγχου καταβολής των εργοδοτικών εισφορών είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Ωστόσο, παρακαλώ με την ευκαιρία αυτού του Ασφαλιστικού Νομοσχεδίου, ν’ αντιμετωπιστεί πλέον σοβαρά και έμπρακτα το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όλες οι επιχειρήσεις, των οποίων τα έσοδα προέρχονται από τη συνεργασία μόνο με τον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα.
Ασφαλώς και υπάρχει η θέληση για την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης προς το Δημόσιο. Τι γίνεται όμως όταν αυτό το ίδιο το Δημόσιο δεν εκπληρώνει τη δική του υποχρέωση καταβολής των δεδουλευμένων προς τις εταιρίες αυτές όχι μόνο παραβιάζοντας το χρονικό πλαίσιο που έχει οριστεί από τις Συμβάσεις, που έχουν υπογραφεί, αλλά με τρομερές καθυστερήσεις 6, 7 ή ακόμα και 9 μηνών.
Και δεν φτάνει αυτή η πραγματικά στραγγαλιστική για τις αναφερόμενες εταιρίες κατάσταση, καθώς οι εργοδότες καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν και τις υπέρογκες προσαυξήσεις λόγω των καθυστερήσεων, οι οποίες καθυστερήσεις τονίζεται ότι δεν προέρχονται από υπαιτιότητα των επιχειρήσεων. Tο αποτέλεσμα είναι να οδηγούνται σε οικονομικό αδιέξοδο, ενώ πλήττεται σοβαρότατα η προσπάθειά τους να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας, που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος μας.
Το σκεπτικό είναι πολύ απλό: πώς είναι δυνατόν να πληρώσουν, αν δεν πληρωθούν, από τη στιγμή που μοναδική πηγή αποδοχών για τις εταιρίες αυτές είναι ο Δημόσιος Τομέας.
Δεν είναι δυνατόν να πιστέψει κανείς ότι ενώ είναι γνωστό αυτό το πρόβλημα, δεν έχει δοθεί μια ουσιαστική λύση. Δεν γνωρίζω αν πρόκειται πράγματι για ένα γόρδιο δεσμό, αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι ίσως θα γινόταν μια καλή αρχή, αν – για παράδειγμα – κεφαλαιοποιούνταν οι χρωστούμενες εργοδοτικές εισφορές στο πλαίσιο της διαδικασίας ψήφισης αυτού του νομοσχεδίου και δρομολογούνταν η εξόφλησή τους σ’ έναν εύλογο αριθμό δόσεων.
Με εκτίμηση
Εαν κατά τον έλεγχο προκύψει ότι οι καταβληθείσες εισφορές είναι μεγαλύτερες απο τις δηλωθείσες να προκύπτει πιστωτικό υπόλοιπο στον εργοδότη και σε οποιαδήποτε μελλοντική οφειλή του να γίνεται αυτόματα συμψηφισμός χωρις να χρειάζεται να πηγαίνει ο ίδιος εργοδότης στο ΙΚΑ και να ζητάει συμψηφισμό και να περνάει απο ολόκληρο έλεγχο όπως γίνεται έως τώρα.