1. Η είσοδος νέων μελών επιτρέπεται κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 4,5,6 του άρθρου 2 του ν.1667/1986, όπως ισχύει και συντελείται με την εγγραφή τους ως μέλη. Τα νέα μέλη αποκτούν μία υποχρεωτική συνεταιριστική μερίδα, η αξία της οποίας δεν μπορεί να είναι μικρότερη από αυτή που ορίζεται στο καταστατικό.
2. Η αποχώρηση μέλους ή η είσοδος νέου μέλους με ένταξη, καταχωρίζεται ηλεκτρονικά στο πληροφορικό σύστημα του Μητρώου και ολοκληρώνεται με την υποβολή ή ηλεκτρονική ανάρτηση στο Μητρώο του αποδεικτικού για την τραπεζική καταβολή του χρηματικού ποσού της εισφοράς του νέου μέλους και υπεύθυνης δήλωσής περί μη συμμετοχής του σε άλλο Συνεταιρισμό Εργαζομένων.
3. Η απώλεια της ιδιότητας του μέλους επέρχεται με την αποχώρηση, την αποβολή ή τη μεταβίβαση της συνεταιριστικής του μερίδας.
4. Τα μέλη έχουν δικαίωμα να αποχωρήσουν από το Συνεταιρισμό Εργαζομένων με δήλωση που υποβάλλεται εγγράφως στον Συνεταιρισμό Εργαζομένων τρεις τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη του λογιστικού έτους και ισχύει από την αρχή του επόμενου λογιστικού έτους. Η αξία κάθε συνεταιριστικής μερίδας του μέλους που αποχωρεί επιστρέφεται σε αυτό εντός τριών μηνών από την έγκριση του ισολογισμού ή της οικονομικής κατάστασης αποτελεσμάτων μέσα στην οποία δηλώθηκε η αποχώρηση. Με την επιστροφή εκκαθαρίζεται η σχέση του Συνεταιρισμού Εργαζομένων με το μέλος, χωρίς αυτό να έχει αξίωση επί της περιουσίας που έχει σχηματιστεί. Η αποχώρηση του μέλους ολοκληρώνεται με τη λογιστική εκκαθάριση του επόμενου λογιστικού έτους.
5. Η μεταβίβαση της υποχρεωτικής συνεταιριστικής μερίδας μέλους γίνεται μόνο σε νέο μέλος και εγκρίνεται από το συλλογικό όργανο που προβλέπει το καταστατικό και εν αμφιβολία από το Διοικητικό Συμβούλιο. Επιτρέπεται η μεταβίβαση των προαιρετικών συνεταιριστικών μερίδων σε υφιστάμενα μέλη, εφόσον αυτό προβλέπεται ρητά στο καταστατικό. Απόφαση με παράνομο ή καταχρηστικό περιεχόμενο προσβάλλεται εντός προθεσμίας δύο μηνών ενώπιον του κατά τόπον αρμοδίου δικαστηρίου που δικάζει με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων του Κ.Πολ.Δ.
6. Η αποβολή μέλους γίνεται με απόφαση αυξημένης πλειοψηφίας 2/3 του συνόλου των μελών της Γενικής Συνέλευσης, εφόσον το μέλος προέβη σε σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από τον παρόντα νόμο και το καταστατικό του Συνεταιρισμού Εργαζομένων και καθίσταται μη ανεκτή η παραμονή του σε αυτόν. Το καταστατικό του Συνεταιρισμού Εργαζομένων οφείλει να εξειδικεύει ρητά και με σαφήνεια τους λόγους αποβολής ενός μέλους. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης προσβάλλεται εντός προθεσμίας δύο μηνών ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου δικαστηρίου, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων του Κ.Πολ.Δ.
7. Σε περίπτωση που μέλος φυσικό πρόσωπο αποβιώσει, η αξία της συνεταιριστικής του μερίδας περιέρχεται αυτοδικαίως στον ειδικό ή καθολικό του διάδοχο. Η ιδιότητα του μέλους είναι προσωποπαγής και δεν κληροδοτείται. Αν με το θάνατο του φυσικού προσώπου, ο αριθμός των μελών μειώνεται κάτω των τριών, τότε επιβάλλεται η αντικατάστασή του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 23. Άλλως, ο Συνεταιρισμός Εργαζομένων λύεται αυτοδίκαια, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 22.
8. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση έργου που αφορά στον κύριο/ κύριους τομείς δραστηριότητας του Συνεταιρισμού Εργαζομένων σε μέλη του ή σε τρίτους. Ο κύριος ή κύριοι τομείς δραστηριότητας προκύπτουν από το καταστατικό και τους ενεργούς κωδικούς αριθμούς δραστηριότητας.
9. Η σχέση μεταξύ των μελών του Συνεταιρισμού Εργαζομένων, η διοίκηση, η λειτουργία, καθώς και η λύση του διέπονται από το ν. 1667/1986 (Α’ 196), όπως ισχύει, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο. Δεν εφαρμόζονται το άρθρο 1, οι παράγραφοι 2, 3, 7 και 8 του άρθρου 2, οι παράγραφοι 4 και 6 του άρθρου 3, οι παράγραφοι 1 και 4 του άρθρου 4, η παράγραφος 2 του άρθρου 5, το άρθρο 8, το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του η παράγραφος 4 του άρθρου 9, το άρθρο 13 και το άρθρο 14 του ν. 1667/1986.