Στο άρθρο 27 του ν. 3016/2002 προστίθεται παράγραφος 3 και το άρθρο διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 27
Μέτρα κοινωνικής πολιτικής
1. Στο άρθρο 1 του Π.Δ. 179/1986 ( 69 Α`) προστίθεται εδάφιο ιστ` ως
εξής: «ιστ`) Τα επιδόματα μακροχρονίως ανέργων».
2. Σε οικογένειες Ελλήνων υπηκόων και υπηκόων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων και των μονογονεϊκών, των οποίων τα μέλη κατοικούν μόνιμα σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές, όπως αυτές ορίζονται από την οδηγία 85/148/ΕΟΚ, χορηγείται από το έτος 2002 ετήσια εισοδηματική ενίσχυση ως εξής:
α) Εξακοσίων (600) ευρώ, εφόσον το ετήσιο οικογενειακό εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.
β) Τριακοσίων (300) ευρώ, εφόσον το ετήσιο οικογενειακό εισόδημά τους κυμαίνεται μεταξύ του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ και του ποσού των δύο χιλιάδων διακοσίων (2.200 ευρώ).
Ως μόνιμη κατοικία για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης νοείται η συνεχής διαμονή στις παραπάνω περιοχές για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) ετών. Η προϋπόθεση αυτή βεβαιώνεται από την κατά τόπο αρμόδια δημοτική ή κοινοτική αρχή.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα απαραίτητα δικαιολογητικά, η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής της αποζημίωσης, καθώς και οποιαδήποτε σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Με όμοιες αποφάσεις δύνανται να αναπροσαρμόζονται τα παραπάνω αναφερόμενα ποσά της οικονομικής ενίσχυσης και των εισοδηματικών ορίων.
3. H εισοδηματική ενίσχυση της παραγράφου 2 είναι αφορολόγητη, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, τους Δήμους, τις Περιφέρειες, τα νομικά πρόσωπα των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, τα ασφαλιστικά ταμεία ή πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα ή στα εισοδηματικά όρια για τη χορήγησή της. Η ισχύς του προηγούμενου εδαφίου ως προς το αφορολόγητο της ενίσχυσης της παραγράφου 2 άρχεται από την 1η Ιανουαρίου 2018, καταλαμβάνοντας τις ενισχύσεις που καταβάλλονται μετά τη λήξη του φορολογικού έτους 2018 αλλά αφορούν σε ενισχύσεις οφειλόμενες για το έτος αυτό, οι οποίες δηλώνονται στη φορολογική διοίκηση με βάση το έτος καταβολής τους. Κατά τις λοιπές προβλέψεις της, η ισχύς του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου άρχεται από τη δημοσίευση του παρόντος.
4. Ως ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, για την εφαρμογή του παρόντος, νοείται το συνολικό ετήσιο φορολογούμενο πραγματικό ή τεκμαρτό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του φορολογούμενου, της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του από κάθε πηγή. Οι παραπάνω εισοδηματικές ενισχύσεις δεν λαμβάνονται υπόψη για τον κατά περίπτωση προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγούνται αυτές».
Αρθρα 18 και 20
Τα σχόλιά μας επί του άρθρου 7 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου ως προς την ίση μεταχείριση δικαιούχων διεθνούς προστασίας με τους Ελληνες πολίτες ως προς την κοινωνική προστασία και επί των άρθρων 13 και 15 αυτού, που αφορούν την πρόβλεψη όρων απόλαυσης κοινωνικών δικαιωμάτων που δεν μπορούν να πληρωθούν, ως της θέσεως και της κατάστασής των, από δικαιούχους διεθνούς προστασίας, επαναλαμβάνονται και υπό τα άρθρα 18 και 20 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου που αφορούν τροποποιήσεις των λοιπών επιδομάτων κοινωνικής προστασίας και εξακολουθούν να υφίστανται στην Ελληνική νομοθεσία.
Προς το σκοπό αυτό θα ήταν επιβεβλημένη μια γενική διάταξη που θα επιφύλασσε την ίση μεταχείριση ως προς την απόλαυση δικαιωμάτων κοινωνικής προστασίας από δικαιούχους διεθνούς προστασίας, καθώς και ως προς την εξαίρεση δικαιούχων διεθνούς προστασίας από την απόδειξη όρων και προϋποθέσεων που εξ αντικειμένου δεν μπορούν να πράξουν (όπως την υποχρέωση απόδειξης υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για μακρά χρονικά διαστήματα).