Το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 39
Εισφορές αυτοτελώς απασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών
1. Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, οι αυτοτελώς απασχολούμενοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες ασφαλισμένοι του Ε.Φ.Κ.Α. κατατάσσονται από 1-1-2020 σε έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κύριας σύνταξης αντιστοιχεί:
Ασφαλιστικές κατηγορίες | Ποσά εισφορών κύριας σύνταξης σε ευρώ |
1η κατηγορία | 155 |
2η κατηγορία | 186 |
3η κατηγορία | 236 |
4η κατηγορία | 297 |
5η κατηγορία | 369 |
6η κατηγορία | 500 |
2. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία από τις (έξι) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία από τις έξι είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία κατατάσσεται υποχρεωτικά στη πρώτη.
Ο ασφαλισμένος μπορεί με αίτησή του να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία να επιλέξει κατώτερη. H αίτηση επιλογής δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.
Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση όμως η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.
Σε πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι επιλέγουν εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν άλλως κατατάσσονται στη πρώτη ασφαλιστική κατηγορία
3. Από 1-1-2020 θεσπίζεται ειδική ασφαλιστική κατηγορία για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, της οποίας το ποσόν της μηνιαίας εισφοράς αντιστοιχεί:
Ειδική ασφαλιστική κατηγορία | Ποσό εισφοράς σε ευρώ |
93 |
4. Στην ειδική κατηγορία κατατάσσονται οι νέοι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενοι για (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν αιτήσεώς τους. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη του ως άνω ευεργετήματος. Η δυνατότητα καταβολής μειωμένης εισφοράς έως και μιας πενταετίας των νέων επαγγελματιών δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται. Δεν αναζητείται επίσης ως ασφαλιστική οφειλή και η χρήση του ευεργετήματος του άρθρου 39 και του 39 Α για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας του ν.4387/2016. Οι συνταξιούχοι οι οποίοι αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον Ε.Φ.Κ.Α. δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω ευεργετική διάταξη.
Για τους ελεύθερους επαγγελματίες που δεν έχουν συμπληρώσει 5 έτη ασφάλισης και μέχρι 31/12/2019 δεν υπάγονταν σε καθεστώς καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών, είναι δυνατή η εφαρμογή των ανωτέρω από 1/1/2020 και για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών.
5. Οι ανωτέρω ασφαλισμένοι κατατάσσονται υποχρεωτικά για τον κλάδο υγείας στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία που κατατάσσονται για τον κλάδο κύριας σύνταξης.
6. Από 1-1-2023 έως 31-12-2024 τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1-1-2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ΄ έτος κατά το δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα απροβλεπόμενα στη παρ. 4 του άρθρου 8.
7. Υποχρέωση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών των παραγράφων 1-7 έχουν οι ασφαλισμένοι κατά το άρθρο 55 αυτοτελώς απασχολούμενοι και:
α. οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και καταστατικές διατάξεις ασφαλίζονται ή αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον πρώην Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ).
β. οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (Α΄ 118) και του π.δ/τος 33/1979/ (Α’ 10), όπως ισχύουν, και γενικά όλων των κυρίων και μη κυρίων καταλυμάτων με το ειδικό σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ και όλα τα δικαιολογητικά αυτού σε ισχύ, σε ολόκληρη την Επικράτεια, καθώς και το σύνολο των εταίρων σε περίπτωση ιδιοκτησίας ή εκμετάλλευσης τουριστικών καταλυμάτων από εταιρεία, οποιασδήποτε νομικής μορφής εκτός των ΙΚΕ, και σε περίπτωση ΑΕ τα μέλη του Δ.Σ. των ΑΕ που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1β) του άρθρου 36 του παρόντος νόμου. Ο ανωτέρω χρόνος ασφάλισης θεωρείται χρόνος του πρώην ΟΑΕΕ. Κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει αντίθετα το θέμα αυτό. Καταργείται.
γ. οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, οι οποίοι σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και καταστατικές διατάξεις και το άρθρο 20 του ν. 4488/2017 (Α΄ 137) ασφαλίζονται ή αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στο πρώην Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Αυτοαπασχολουμένων (ΕΤΑΑ),
δ. οι ασφαλισμένοι που αναφέρονται στην αριθ. Φ.11321/59554/2170/22-12-2016 (Β΄ 4569) Υπουργική απόφαση
8. Οι παράγραφοι 1-7 εφαρμόζονται και : α) στους υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση, β) στους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης δικηγορίας, γ) στους διαχειριστές των Ιδιωτικών Κεφαλαιουχικών Εταιρειών (ΙΚΕ), δ) στον μοναδικό εταίρο Μονοπρόσωπης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας.
9. Στους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά, ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.
Αν η υπαγωγή του ασφαλισμένου στη ρύθμιση της παρούσας παραγράφου αμφισβητείται, μπορούν να υποβληθούν αντιρρήσεις ενώπιον του Ε.Φ.Κ.Α. από οποιονδήποτε συμβαλλόμενο.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του Δ.Σ του Ε.Φ.Κ.Α., καθορίζεται η διαδικασία των αντιρρήσεων, ο τρόπος έκδοσης των σχετικών αποφάσεων, οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
10. α. Ειδικά για τους δικηγόρους, καταβάλλεται υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α. ποσοστό 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση, για την οποία προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος αποστέλλει στον Ε.Φ.Κ.Α. τη σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί με την ανωτέρω διαδικασία, αφαιρούνται από τις εισφορές που οφείλει ο δικηγόρος για τον κλάδο σύνταξης, επικουρικής ασφάλισης , εφάπαξ παροχής και υγειονομικής περίθαλψης. Ειδικά για τους δικηγόρους που απασχολούνται με έμμισθη εντολή, τα ποσά αυτά αφαιρούνται από την εισφορά του ασφαλισμένου.
β. Αν τα ποσά που καταβάλλονται βάσει των ανωτέρω ρυθμίσεων υπολείπονται της εισφοράς, ο ασφαλισμένος καταβάλλει τη διαφορά σε χρήμα.
γ. Αν τα ποσά που καταβλήθηκαν υπερβαίνουν τη μηνιαία εισφορά που οφείλεται, δεν επιστρέφονται, αλλά συμψηφίζονται με την ετήσια ασφαλιστική οφειλή του αντίστοιχου έτους. Εάν οι καταβληθείσες εισφορές από τα γραμμάτια προείσπραξης υπερβαίνουν την ετήσια εισφορά, τα αντίστοιχα ποσά είτε επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, είτε συμψηφίζονται με την επόμενη ή επόμενες χρήσεις.
11. α. Από 1.7.2016 καταργούνται διατάξεις των άρθρων 10 του ν. 4114/1960 «Περί Κώδικος Ταμείου Νομικών» (Α` 164), 6 του Οργανισμού Ταμείου Ασφάλισης Συμβολαιογράφων (136/167/16.2/7.3.1988 απόφαση Υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Β` 131), 4 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του ΤΑΣ (π.δ. 113/1987, Α` 65), 4 του β.δ. της 6/22.9.1956 (Α` 209), 4 του α.ν. 2682/1940 (Α` 411), 37 του ν. 4507/1966 (Α` 71), 4 του π.δ. 73 της 18/29.2.1984 (Α` 24), 7 παράγραφος Ζ` του ν. 4043/2012 (Α` 25) και το π.δ. 197 της 6/14.4.1989 (Α` 93) που προβλέπουν ένσημα υπέρ της κοινωνικής ασφάλισης για τους δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες. Ομοίως, καταργούνται οι πάσης φύσεως εισφορές των Συμβολαιογράφων υπέρ των Τομέων Ασφάλισης Νομικών, Ασφάλισης, Πρόνοιας και Υγείας Συμβολαιογράφων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων. Ειδικώς, τα καταργούμενα ποσοστά επί των αναλογικών δικαιωμάτων στα κρατικά – τραπεζικά συμβόλαια των άρθρων προσαυξάνουν αντιστοίχως τα ποσοστά υπέρ του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου, προς τον οποίο αποδίδονται, προκειμένου να διανεμηθούν, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 120 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (ν. 2830/2000, Α` 96).
β. Από 1.1.2017 καταργείται η εισφορά υπέρ του πρώην ΤΕΑΔ (νυν ΕΤΕΑΕΠ) επί του ενσήμου επικύρωσης της περίπτωσης δ` της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν.δ. 4114/1960 (Α` 164), όπως προστέθηκε με την περίπτωση α` της παρ. 8 του άρθρου 22 του ν. 1868/1989 (Α` 230).
12. Από 1.1.2017 ο Ε.Φ.Κ.Α. συνεισπράττει με τις ασφαλιστικές εισφορές και την εισφορά που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων – Κλάδος ασφαλισμένων ΟΑΕΕ και ΕΤΑΠ – ΜΜΕ, και υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων – Κλάδος ασφαλισμένων ΕΤΑΑ, την οποία αποδίδει στον ΟΑΕΔ.
13. Οι ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται σε μηνιαία βάση, με καταληκτική ημερομηνία καταβολής την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα που αυτές αφορούν 14. Από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 καταργούνται οι πόροι που προβλέπονται στις διατάξεις των περιπτώσεων β`, ε`, ιγ` και ιη` της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2326/1940 (Α` 145), των άρθρων 9, 10, 11 και 14 του ν. 915/1979 (Α` 103), της παρ. 34 του άρθρου 27 του ν. 2166/1993 (Α` 137), της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3232/2004 (Α` 48) και της παρ. 1 του άρθρου 150 του ν. 3655/2008 (Α` 58).».
Σύμφωνα με τον σχολιασμό μας στο Άρθρο 23 – – Αντικατάσταση του Άρθρου 5 του Ν. 4387/2016 «Ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών υπαλλήλων Δημοσίου» και στο Άρθρο 34 – Αντικατάσταση του Άρθρου 38 του Ν. 4387/2016 «Εισφορές Μισθωτών και Εργοδοτών», ορθώς αποσυναρτώνται το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς και των εργασιακών αποδοχών καθώς οι κίνδυνοι εξαιτίας των οποίων προκύπτει η ανάγκη ασφάλισης ουδόλως συσχετίζονται με το ύψος των εργασιακών αποδοχών. Όμως άμεση συνέπεια της αρχής αυτής είναι το αδικαιολόγητο της συσχέτισης εισφορών και της ύπαρξης εργασιακής ενασχόλησης ή μη καθώς και στην περίπτωση αυτή οι κίνδυνοι εξαιτίας των οποίων προκύπτει η ανάγκη ασφάλισης ουδόλως συσχετίζονται με την ύπαρξη εργασιακής ενασχόλησης ή μη. Η αρχή αυτή κατ’ ουσίαν υιοθετείται και στο παρόν άρθρο –όπως και στο προς αντικατάσταση ισχύον– καθώς για τους αγρότες (Άρθρο 40 Ν. 4387/2016) ορίζονται ελάχιστες εισφορές –πρώτη ασφαλιστική κατηγορία– ακόμη και για μηδενικό εισόδημα δηλαδή οιονεί και για μη εργαζομένους.
Επομένως ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ:
α) ο ορισμός ελάχιστης ασφαλιστικής εισφοράς ανεξαρτήτως εργασιακής ενασχόλησης ή μη και ανεξαρτήτως εργασιακών αποδοχών, και
β) ο ορισμός ευλόγου ανωτέρου ηλικιακού ορίου μετά το οποίο η εισφορά καθίσταται υποχρεωτική προτείνεται το δε όριο αυτό να είναι η ηλικία των είκοσι επτά (27) ετών ως προκύπτει ευλόγως εάν ληφθούν υπόψη η μέγιστη κανονική διάρκεια των έξι (6) ετών σπουδών στο πανεπιστήμιο (ιατρική) συν δύο (2) έτη στρατιωτικής θητείας συν ένα (1) έτος χάριτος.
Αναφορικά με την ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ αυτή να είναι τόση ώστε η ανταποδοτική σύνταξη να επαρκεί για να καλύπτει τους καταβλητέους φόρους και την ασφάλιση υγείας, καθώς το κράτος ουδεμία άλλη δικαιολογητική βάση έχει για να ρυθμίζει την προσωπική ζωή των πολιτών. Το ύψος των καλυπτομένων καταβλητέων φόρων μπορεί να ισούται με το ύψος των κατά κεφαλή αμέσων φόρων (περίπου 11 δις ευρώ ετησίως / 11 εκ. πληθυσμού = 1000 ευρώ ετησίως = 83.33 ευρώ μηνιαίως) συν το ύψος των κατά κεφαλήν δαπανών υγείας (περίπου 1650 ευρώ κρατική (60%) και ιδιωτική (40%) δαπάνη ετησίως = 137.5 ευρώ μηνιαίως) σύνολο δηλαδή 83.33+137.5 = 220.83 ευρώ μηνιαίως και άρα αυτή πρέπει να είναι η ελάχιστη σύνταξη την οποία το κράτος πρέπει να απαιτεί να λαμβάνει ο κάθε συνταξιούχος. Φυσικά νοείται ότι ο ως άνω φόρος πρέπει να είναι υποχρεωτικά καταβλητέος. Από το ως προηγουμένως ποσό και άνω είναι ευθύνη του πολίτη να φροντίσει προκειμένου η σύνταξή του να είναι κατ’ αυτόν επαρκής για την διαβίωσή του.
Ειδικότερα και λαμβανομένων υπόψη των αναφερομένων στο σχόλιό μας στο Άρθρο 24 – Αντικατάσταση του Άρθρου 8 του Ν. 4387/2016 «Ανταποδοτική σύνταξη» και στο Άρθρο 28 – Αντικατάσταση του Άρθρου 28 του Ν. 4387/2016 «Ανταποδοτική σύνταξη», προτείνεται για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης η εφαρμογή της εξίσωσης:
Παρούσα Αξία του Συνόλου Εισφορών [= Παρούσα Αξία Εισφοράς Χ Συντάξιμος Χρόνος (έτη) Χ 12 μήνες/έτος] = Παρούσα Αξία του Συνόλου Καταβολών Ανταποδοτικής Σύνταξης [= Παρούσα Αξία της Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ (Προσδόκιμο Ζωής – Ηλικία Συνταξιοδότησης) (έτη) Χ 12 μήνες/έτος] =>
Παρούσα Αξία Εισφοράς = Παρούσα Αξία της Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ (Προσδόκιμο Ζωής – Ηλικία Συνταξιοδότησης) (έτη) / Συντάξιμος Χρόνος (έτη).
Επομένως η ελάχιστη εισφορά ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ να ανέρχεται σε περίπου 220 ευρώ Χ περίπου 20 έτη / περίπου 40 έτη = περίπου 110 ευρώ.
Αναφορικά με την Ελάχιστη Ηλικία Συνταξιοδότησης αυτή προκύπτει εκ των ως άνω:
Ελάχιστη Ηλικία Συνταξιοδότησης = Προσδόκιμο Ζωής – Παρούσα Αξία Συνόλου Εισφορών / (Παρούσα Αξία της Ελάχιστης Ανταποδοτικής Σύνταξης Χ 12 μήνες/έτος) = Προσδόκιμο Ζωής – Παρούσα Αξία Εισφοράς Χ Συντάξιμος Χρόνος (έτη) / Παρούσα Αξία της Ελάχιστης Ανταποδοτικής Σύνταξης.
Αναφορικά με το ανώτερο ηλικιακό όριο μετά το οποίο η εισφορά καθίσταται υποχρεωτική προτείνεται το όριο αυτό να είναι η ηλικία των είκοσι επτά (27) ετών ως προκύπτει ευλόγως εάν ληφθούν υπόψη η μέγιστη κανονική διάρκεια των έξι (6) ετών σπουδών στο πανεπιστήμιο (ιατρική) συν δύο (2) έτη στρατιωτικής θητείας συν ένα (1) έτος χάριτος.
3. Από 1-1-2020 θεσπίζεται ειδική ασφαλιστική κατηγορία για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, της οποίας το ποσόν της μηνιαίας εισφοράς αντιστοιχεί:
Ειδική ασφαλιστική κατηγορία Ποσό εισφοράς σε ευρώ 93
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Οι υγειονομικοί που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 12/5/2016 με δικαίωμα εργασίας αλλά και όσοι συνταξιούχοι αναλάβουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν συμπληρώσει 40 έτη επαγγελματικής απασχόλησης και είναι ηλικίας 70 ετών, να δύνανται εφ’ όσον το ζητήσουν να καταβάλουν τις ασφαλιστικές εισφορές της ειδικής ασφαλιστικής κατηγορίας.
3. Από 1-1-2020 θεσπίζεται ειδική ασφαλιστική κατηγορία για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, της οποίας το ποσόν της μηνιαίας εισφοράς αντιστοιχεί:
Ειδική ασφαλιστική κατηγορία Ποσό εισφοράς σε ευρώ
93
4. Στην ειδική κατηγορία κατατάσσονται οι νέοι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενοι για (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν αιτήσεώς τους. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη του ως άνω ευεργετήματος. Η δυνατότητα καταβολής μειωμένης εισφοράς έως και μιας πενταετίας των νέων επαγγελματιών δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται. Δεν αναζητείται επίσης ως ασφαλιστική οφειλή και η χρήση του ευεργετήματος του άρθρου 39 και του 39 Α για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας του ν.4387/2016. Οι συνταξιούχοι οι οποίοι αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον Ε.Φ.Κ.Α. δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω ευεργετική διάταξη.
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Οι υγειονομικοί που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 12/5/2016 με δικαίωμα εργασίας αλλά και όσοι συνταξιούχοι αναλάβουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν συμπληρώσει 40 έτη επαγγελματικής απασχόλησης και είναι ηλικίας 70 ετών, να δύνανται εφ’ όσον το ζητήσουν να καταβάλουν τις ασφαλιστικές εισφορές της ειδικής ασφαλιστικής κατηγορίας.
Άρθρο 35
3. Από 1-1-2020 θεσπίζεται ειδική ασφαλιστική κατηγορία για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, της οποίας το ποσόν της μηνιαίας εισφοράς αντιστοιχεί:
Ειδική ασφαλιστική κατηγορία Ποσό εισφοράς σε ευρώ
93
4. Στην ειδική κατηγορία κατατάσσονται οι νέοι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενοι για (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν αιτήσεώς τους. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη του ως άνω ευεργετήματος. Η δυνατότητα καταβολής μειωμένης εισφοράς έως και μιας πενταετίας των νέων επαγγελματιών δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται. Δεν αναζητείται επίσης ως ασφαλιστική οφειλή και η χρήση του ευεργετήματος του άρθρου 39 και του 39 Α για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας του ν.4387/2016. Οι συνταξιούχοι οι οποίοι αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον Ε.Φ.Κ.Α. δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω ευεργετική διάταξη.
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Οι υγειονομικοί που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 12/5/2016 με δικαίωμα εργασίας αλλά και όσοι συνταξιούχοι αναλάβουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν συμπληρώσει 40 έτη επαγγελματικής απασχόλησης και είναι ηλικίας 70 ετών, να δύνανται εφ’ όσον το ζητήσουν να καταβάλουν τις ασφαλιστικές εισφορές της ειδικής ασφαλιστικής κατηγορίας.
Η κατηγορία της παρ 9 του άρθρου 39, αν και κατανοώ για ποιο λόγο δημιουργήθηκε, τελικά νομιμοποιεί μία ημινόμιμη σχέση εργασίας, η οποία παρότι είναι πλήρους απασχόλησης δεν εξασφαλίζει κανένα δικαίωμα μισθωτού (αποζημίωση, εγγραφή στο ταμείο ανεργίας, άδεια μητρότητας κ.α. ), ενώ έχει υποχρέωση ίδιων εισφορών.
Επιπρόσθετα, ενώ δεν υπάρχει καμία δυνατότητα άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος, υποχρεούνται καταβολής του τέλους επιτηδεύματος.
Για την εξάλειψη της άνισης μεταχείρισης, η υβριδική κατηγορία πρέπει να καταργηθεί. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να είναι είτε πραγματικά μισθωτοί, όχι οιονεί όπως συχνά αναφέρονται ( μη υποχρέωση απόδοσης ΦΠΑ, καταβολή επιδομάτων, δώρων και αποζημιώσεων, άδεια μητρότητας, επίδομα ΟΑΕΔ κ.α.), είτε ελεύθεροι επαγγελματίες.
Τέλος, θα πρέπει να νομοθετηθεί η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων εισφορών για τις ΕΦΑΠΑΞ παροχές, οι οποίες για τη συγκεκριμένη κατηγορία εξακολουθούν να παρακρατούνται μέσω της πλατφόρμας του ΕΦΚΑ 4% επί του ακαθάριστου, έναντι του νομοθετημένου 26 ευρώ μηνιαίως με το ν. 4598/18 από 01/01/2019.
Η αδυναμία ενός μεγάλου μέρους των ασφαλισμένων να ανταποκριθεί στις παλαιές και νέες υποχρεώσεις του. Θα πρέπει να σημειωθεί πως 13.300 δικηγόροι (το 1/3 περίπου της Χώρας) αιτήθηκαν ρύθμιση 120 δόσεων, ενώ καλούνται με το νέο σχέδιο νόμου να καταβάλουν υψηλότερη ελάχιστη εισφορά, παράλληλα με τις δόσεις ρύθμισης και τα αναδρομικά του ΕΤΕΑΕΠ.
Άρθρα 35, 38, 39, 41, 97
Η ελάχιστη εισφορά ΕΦΚΑ (κύρια σύνταξη και υγεία) αυξάνεται κατά 20%, ήτοι από 185,18 ευρώ σε 220, γεγονός που αν συνδυαστεί με τις λοιπές υποχρεώσεις των ασφαλισμένων (αναδρομικά ΕΤΕΑΕΠ και ρύθμιση 120 δόσεων) δημιουργεί ένα δυσμενές οικονομικό περιβάλλον που με βεβαιότητα θα οδηγήσει χιλιάδες ασφαλισμένους σε αδυναμία πληρωμής.
Διατήρηση των εισφορών στο ύψος που είναι σήμερα για μια τριετία, μέχρι να ολοκληρωθεί η αποπληρωμή των αναδρομικών του ΕΤΕΑΕΠ και μέρους της ρύθμισης του ν.4611/2019. Επίσης υπαγωγή στην υποκατώτατη κατηγορία (136 ευρώ) όσων ασφαλισμένων έχουν εισόδημα κάτω από 5.000 ευρώ.
Βελτίωση του συστήματος 120 δόσεων (ν.4611/2019) και της πάγιας ρύθμισης (αύξηση των δόσεων από 12 σε 36 ), με την αποσύνδεση της ισχύουσας ρύθμισης από την καταβολή των τρεχουσών εισφορών. Παράλληλα να δοθεί παράταση μέχρι 31.5.2020 για ένταξη όλων των ασφαλισμένων
Εξαίρεση ασκουμένων δικηγόρων, εκπαιδευτών ή εισηγητών σεμιναρίων ή συγγραφέων βιβλίων από επιβάρυνση ασφαλιστικών εισφορών εφόσον αμείβονται με τίτλο κτήσης και αμοιβή μέχρι 10.000 ευρώ ετησίως.
Θεωρώ θετική την διατήρηση της παραγρ. 9 του άρθρου 39 καθόσον οι μεγάλες και σοβαρές εταιρείες, τουλάχιστον, σέβονται τους ασφαλιστικούς και εργασιακούς κανόνες για τους συνεργάτες τους.
Υπάρχουν όμως θέματα που ήταν ασαφή με τον Ν. 4387/2016 και ως εκ τούτου πρέπει με τον παρόντα νόμο να διασαφηνισθούν.
Συγκεκριμένα:
1.- Η υπαγωγή στο άρθρο 39, παρ. 9, όταν πληρούνται όλες οι σχετικές προϋποθέσεις, είναι υποχρεωτική ή όχι; Να διασαφηνισθεί και να είναι υποχρεωτική.
2.- Υπάρχει πρόβλημα με συμβάσεις εργασίας όπου οι αμοιβές δεν είναι σταθερές κάθε μήνα (π.χ. ερευνητικά προγράμματα στα Πανεπιστήμια). Στην περίπτωση αυτή, ενώ είναι ένας εργοδότης δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το άρθρο 38 για τ΄ ασφαλιστικά θέματα, λόγω των μεταβλητών μηνιαίων αμοιβών. Πρέπει να βρεθεί λύση για τις περιπτώσεις αυτές. Η πιο απλή λύση είναι να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένες συμβάσεις εργασίας (ερευνητικά προγράμματα Πανεπιστημίων) από την υποχρέωση εφαρμογής του άρθρου 38, χωρίς όμως να επηρεάζει την εφαρμογή του άρθρου 38 για άλλες (πάντα μέχρι δύο) συμβάσεις έργου ή εργασίας. Αυτό είναι εφικτό από την στιγμή που καταργείται η «άθλια» διάταξη του Ν. 4387/2016 περί πολλαπλής καταβολής εισφορών.
Στην κατηγορία των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών να εντάσσονται και
οι ασφαλισμένοι οι όποιοι έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης με δικαίωμα εργασίας όπως και οι νυν συνταξιούχοι, οι οποίοι αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον Ε.Φ.Κ.Α εφ όσον έχουν συμπληρώσει 40 χρόνια εργασίας και είναι ηλικίας άνω των 70 ετών , δεδομένου ότι το προσδόκιμο επιβίωσης είναι 80,8 έτη και αναγκάζονται να εργάζονται για να συμπληρώνουν την σημαντικά μειωμένη σύνταξη τους
Κύριε Υπουργέ,σας καταθέτω πρόταση,ως πρόεδρος ομοσπονδίας υπαιθρίου εμπορίου Πελοποννύσου,Δυτ. Ελλάδας,που αφορά τις κατώτατες εισφορές,όπου ζητάμε να παραμείνει η κατώτατη εισφορά ως έχει μέχρι μέχρι 4.000 ευρώ καθαρό εισόδημα, γιατί στις περιφέρειες της Ελλάδας, η πωλητές δραστηριοποιούνται δύο και τρείς μέρες την εβδομάδα, παρά το γεγονός ότι με τον νόμο 4497/2017 του υπουργείου Αναπτυξης,υπάρχει υποχρεωτική εργασία πέντε ημερών, η οποία όμως δεν έχει εφαρμοστεί,από τις περιφέρειες, και τους Δήμους,διαχρονικά.Απο τα παραπάνω προκύπτει, οτι η οποιαδήποτε αύξηση με καθαρό εισόδημα 4000 ευρώ, θα είναι ταφόπλακα για τον κλάδο μας.και σε συνδιασμό με τις ασφαλιστικές ρυθμίσης, που εχουμε κάνει,θα χάσουμε και αυτές,λόγο αδυναμίας πληρωμής. Επιπλέον η μείωση της φορολογίας απο 22% σς 9% δεν ισχύει για το φορολογικό έτος του 2020!!!!Αρα εμείς θα έχουμε μία αύξηση σχεδόν τον 500 ευρώ το έτος!!!!Επίσης κύριε υπουργέ πρέπει να διευκρινιστεί μία αδικία,οι Πωλητές των λαικών αγορών απο το 2010,έχουν την δυνατότητα να πληρώνουν εισφορές ΟΓΑ,όταν εργάζονται ΜΊΑ ΦΟΡΆ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΆΔΑ ΣΕ ΜΙΑ ΠΌΛΗ ΑΝΩ ΤΩΝ 1000 ΚΑΤΟΊΚΩΝ!!!!Όμως ένας πωλητής που εργάζεται δύο φορές την εβδομάδα υποχρεωτικά εντάσονταν στον ΟΑΕΕ!!! Αυτό που ζητάμε είναι να μην υπάρχει καμία εξαίρεση γιατί δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό, και κυρίως δημιουργεί ρουσφέτια σε κάποιους δήμους, αφού τον διαγράφει επίσημα απο τις λαική του,ενώ λειτουργεί!!!!παρακαλώ για τις δικές σας ενέργειες,ώστε να αποκατασταθεί το αίσθημα δικαίου για τον κλάδο μας…
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα μεγάλα θύματα της οικονομικής κρίσης είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοτελώς απασχολούμενοι.
Δεν φθάνει που τα πραγματικά εισοδήματα τους έχουν «ευτελιστεί» όλα αυτά τα χρόνια, ήλθε να προστεθεί σε όλα αυτά και το έκτρωμα, ο Ν. 4387/2016, που «καταδικάζει» την πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών σε μαύρη φτώχια και κατά τον συνταξιοδοτικό βίο.
Και τούτο διότι:
1.- Ο Ν. 4387/2016 επέβαλε εισφορές με βάση το εισόδημα (χωρίς να έχει, ο ασφαλισμένος, δικαίωμα άλλης επιλογής) και επειδή αυτό ήταν πενιχρό «απαιτούσε» την καταβολή των ελάχιστων επιτρεπόμενων εισφορών (για τα χρόνια 2017-2018-2019), που με την σειρά τους «οδηγούσαν» σε «συντάξεις πείνας» τους μελλοντικούς συνταξιούχους.
2.- Τον Σεπτέμβριο 2017 αντιλήφθηκαν την ανοησία τους και νομοθέτησαν διάταξη (Ν. 4488/2017, άρθρο 11) που έδινε το δικαίωμα στον ασφαλισμένο να καταβάλλει εισφορές που να αντιστοιχούν σε όποιο εισόδημα αυτός ήθελε. Για να εφαρμοσθεί όμως η συγκεκριμένη διάταξη απαιτούσε μία σχετική Υπουργική Απόφαση. Ε!! λοιπόν … η απόφαση αυτή, μετά από 2,5 χρόνια, ακόμα δεν έχει εκδοθεί και ως εκ τούτου η διάταξη παραμένει ανενεργός.
Όλα αυτά πρέπει να διορθωθούν με το προτεινόμενο ασφαλιστικό νομοσχέδιο και προτείνονται:
1.- Αφού από υπαιτιότητα της πολιτείας δεν εκδόθηκε η σχετική απόφαση (του Ν. 4488/2017-άρθρο11) που ρυθμίζει τα θέματα καταβολής αυξημένων επιθυμητών εισφορών αφενός και αφετέρου ο νέος νόμος εισάγει την ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικής εισφοράς, να συμπεριληφθεί διάταξη που να δίνει την δυνατότητα (προαιρετικά) στον ασφαλισμένο ελεύθερο επαγγελματία να καταβάλλει, αναδρομικά, για κάθε χρόνο (εκ των 2017 – 2018 – 2019)την εισφορά που επιθυμεί.
2.- Η καταβολή αυτών των αναδρομικών εισφορών να γίνει σε δόσεις που το πλήθος τους να είναι 12 μηνιαίες ανά έτος επιλογής προσαύξησης των εισφορών.
Ζητὠ συγνώμη αν σχολιἀζω ενδεχομένως σε λάθος άρθρο.
Υπάρχουν πολλοί ασφαλισμένοι οι οποίοι δεν ρύθμισαν τις οφειλές τους στον ΕΦΚΑ και είναι σε ηλικία συνταξιοδότησης , κυρίως γιατἰ ξεπερνούσαν το οριο των 20.0000 €.(ΟΑΕΕ)
Ειναι αναγκαιο να αυξηθει το οριο αυτο και προτεινω να δινεται η δυνατοτητα στον υποψηφιο συνταξιουχο , επανυπολογισμου των οφειλων του με τις προτεινομενες κατηγοριες ασφαλισης(οπως δοθηκε η δυνατοητα οσων ηθελαν με την ρυθμιση οφειλων που εληξε) χωρις να λαμβανονται υποψη οι εισφορες για τον κλαδο ασθενειας .Ο επανυπλογισμος αυτος αναλογα την επιλεγεισα κατηγορια θα επηρασει τις συνταξιμες αποδοχες αλλα θα δωσει την ευκαιρια σε πολλους υποψηφιους συνταξιουχους να αποκτησουν την δυνατοτητα λαβουν συνταξη εστω και μειωμενη.
Ευχαριστω
Σχετικά με την υποχρεωτική ασφάλιση μελών ΔΣ τα οποία είναι και μέτοχοι >3% νομίζω πρέπει να αλλάξει η διάταξη του Ν. Κατρούγκαλου διότι δεν μπορεί να ζητούνται εισφορές αν τα πρόσωπα αυτά δεν αμοιβονται για τη συμμετοχή τους στο ΔΣ.
Θα πρέπει να προβλεφτεί ρητά η υποχρεωτικότητα υπαγωγής ή μη στο άρθρο 39 παρ. 9 των ασφαλισμένων σε έως δύο εργοδότες, δεδομένου οτι πλέον οι εισφορές που θα καταβάλλουν οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες δύνανται να υπολείπονται αυτών που οφείλονται με την υπαγωγή στο άρθρο 39 παρ.9.
η διάταξη στο αρ.7β αναφορικά με την εξακολούθηση υποχρεωτικής ασφαλισης για μετοχους οι οποιοι ειναι και μελη του ΔΣ θα πρεπει ειτε να καταργηθει είτε να τροποποιηθει μόνο για τα εμμισθα μελη ΔΣ. Στην περιπτωση αμμισθων μελων ΔΣ με μετοχες ΑΕ ειναι παραλογισμός, ιενδεχομενως αντισυνταγματικό και εντελως αντιαναπτυξιακό να ζητουνται εισφορές για πρόσωπα μελη ΔΣ ανευ αμοιβής. Οι εισφορες πρεπει να συνδεονται με προσφορά εργασίας/ καταβολή μισθού.
σχετικά με το την ασφάλιση για τα μέλη του Δ.Σ. των ΑΕ που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον: Η εν λόγω διάταξη πρέπει να καταργηθεί (στον αρχικό νόμο) καθότι έχει αντιαναπτυξιακή / αντιεπενδυτική διάσταση στην περίπτωση άμισθων μελών ΔΣ τα οποία κατέχουν μετοχές της ΑΕ, κάτι το οποίο είναι συνηθέστατο σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στην παράγραφο 8 του άρθρου 35 πρέπει να προστεθεί περίπτωση ε ως εξής: «στους μετόχους των Ανωνύμων Εταιρειών, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών».
Όπως ισχύει και σήμερα με τον Ν.4387/2016 άρθρο 39 παρ.7γ και αφορά και τους μετόχους των ΚΤΕΛ ΑΕ
Προσθήκη στο άρθρο 39 Ν.4387/2016.
Μετά την περίπτωση β της παρ.7 του Ν.4387/2016 όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 1 του Ν.4578/2018.
γ. Οι μέτοχοι Ανωνύμων εταιρειών με ποσοστό συμμετοχής στο κεφάλαιο άνω του 3% που ασκούν επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε όλη την επικράτεια και δεν διατηρούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα, ασχολούμενοι αποκλειστικά με την δραστηριότητα της επιχείρησης στην οποία συμμετέχουν, θεωρούμενοι κατα την έννοια το νόμου ως αυτοαπασχολούμενοι, εφ’ όσον λαμβάνουν αμοιβή ανεξαρτήτως ποσού για την απασχόληση στην Ανώνυμη Εταιρεία ασφαλίζονται σε ένα μόνο πρώην φορέα του ΕΦΚΑ (ΟΑΕΕ) και καταβάλουν ασφαλιστικές εισφορές, με βάση την κλίμακα του παρόντος νόμου που επιλέγουν. Εφόσον η αμοιβή καλύπτει το 10πλάσιο της ανωτάτης ασφαλιστικής κλάσης σε ετήσια βάση, οι ασφαλιστικές εισφορές αντιστοιχούν στην 6η κατηγορία των ποσών κύριας ασφάλισης του προτεινόμενου νομοσχεδίου. Οι εισφορές βαραίνουν τον ίδιο τον μέτοχο εξ ολοκλήρου και καλύπτουν τα ποσά για κύρια σύνταξη, παροχές υγείας και ΟΑΕΔ.
Στην περίπτωση που οι αμοιβές σε ετήσια βάση έχουν καλύψει το δεκαπλάσιο της ανωτάτης ασφαλιστικής, κατά την διονομή κερδών από την Ανώνυμη Εταιρεία δεν θα οφείλονται εισφορές.
Για την καταβολή των αμοιβών των ανωτέρων προσώπων ως μη ασκούσσεις άλλη βιοποριστική δραστηριότητα εκδίδονται αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης ανεξαρτήτως ποσού.
Οι περιπτώσεις γ’, δ’, και ε’ της παρ.7 του Ν.4387/2016 απαριθμούνται σε δ’, ε’ και στ’ αντίστοιχα.
Το παρόν ασφαλιστικό νομοσχέδιο εισάγεται μετά την Απόφαση ΣΤΕ 1880-88/2019 που ουσιαστικά κατάργησε τον Νόμο Κατρούγκαλου, στο σκέλος εισφορές Ελεύθερων Επαγγελματιών.
Βασικό σκεπτικό της απόφασης ΣΤΕ ήταν ότι ο νόμος Κατρούγκαλου παραβίαζε το Σύνταγμα διότι «η υπαγωγή στην ασφάλιση Μισθωτών και ΜΗ Μισθωτών, ήτοι κατηγοριών ασφαλισμένων με ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες απασχόλησης και παραγωγής εισοδήματος υπό ενιαίους κανόνες εισφορών και παροχών ΑΝΤΙΚΕΙΤΑΙ στην συνταγματική Αρχή της ισότητας από της απόψεως της ενιαίας μεταχειρίσεως προσώπων που τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες»
Το παρόν νομοσχέδιο με το άρθρο 34 τροποποιεί το άρθρο 38 του Νόμου Κατρούγκαλου περί «Εισφορές Μισθωτών και Εργοδοτών» και με το άρθρο 35 τροποποιεί ριζικώς το Άρθρο 39 περί «Εισφορές αυτοτελώς απασχολούμενων και Ελεύθερων Επαγγελματιών».
α) Ο νομοθετης συμμορφώνεται γενικα,ως οφείλει με την απόφαση του ΣΤΕ.Ομως στο Άρθρο 39 Παράγραφος 9 ,γράφει την Απόφαση του ΣΤΕ στα παλιά του υποδήματα. Συγκεκριμένα αντιγράφει τα του νόμου Κατρούγκαλου. «Στους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 (Αυτοτελώς απασχολούμενοι και Ελεύθεροι Επαγγελματιες) και για τους οποίους το εισόδημα τους προέρχεται από την απασχόληση τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38» (δηλ. εισφορές ΜΙΣΘΩΤΩΝ).
β) Όταν το ΚΡΕΑΣ βαπτίζεται ΨΑΡΙ και οι Ελεύθεροι Επαγγελματίες βαπτίζονται ΜΙΣΘΩΤΟΙ.
Η παράγραφος 9 αποτελεί σαφώς μη συμμόρφωση με την 1880-88/ 2019 απόφαση ΣΤΕ δεδομένου ότι θεωρεί ότι οι Ελεύθεροι Επαγγελματίες που έχουν εισοδήματα «από έως δύο πήγες» βρίσκονται στις «ίδιες συνθήκες απασχόλησης και παραγωγής εισοδήματος» με τους Μισθωτούς.
γ) Γιατί το ΚΡΕΑΣ δεν είναι ΨΑΡΙ και οι ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΜΙΣΘΩΤΟΙ.
Όντως στην κατηγορία αυτή των Ελεύθερων Επαγγελματιών, όλες οι επαγγελματικές και οικονομικές κοινότητες, γνωρίζουν ότι υπάρχει ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΔΗΛΩΤΗ ΜΙΣΘΩΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Όντως στην κατηγορία αυτή των Ελεύθερων Επαγγελματιών, υπάρχουν καποιες ομοιότητες με την μισθωτή εργασία. Σε χώρες Αφρικης, θα μπορούσε κανείς να πει ναι «είναι σχεδόν το ίδιο πράγμα». Όμως σε μια σύγχρονη Ευρωπαϊκή χώρα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς:
• Με ποια σύμβαση εργασίας εργάζονται αυτοί οι Εργαζόμενοι;
• Ποιο ωράριο ημερησίως και ποιο εβδομαδιαίο ωράριο;
• Έχουν Σάββατο και Κυριακή, πενθήμερη εργασία;
• Έχουν μισθό και κάθε πότε πληρώνονται;
• Παίρνουν 12 ή 14 ή 7-8 μισθούς;
• Έχουν δώρο Χριστουγέννων, δώρο Πάσχα, επίδομα Αδείας;
• Έχουν Πάσχα, Χριστούγεννα, Άδεια;
• Όταν “απολυθούν” δικαιούνται ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ;
Είναι προφανές ότι οι μικρές ομοιότητες δεν είναι αρκετές για να κρύψουν τις αναμφισβήτητες διαφορές μεταξύ και αυτής της κατηγορίας Ελεύθερων Επαγγελματιών με τους Μισθωτούς. Ως εκ τούτου είναι εντελώς αντίθετη με την απόφαση του ΣΤΕ η παράγραφος 9 που υπολογίζει τις εισφορές Ελεύθερων Επαγγελματιών κατ’ αναλογία των Μισθωτών ενώ έχουμε «ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες απασχόλησης και παραγωγής εισοδήματος» όπως αναφέρει η απόφαση του ΣΤΕ.
δ) Για να είναι το ΚΡΕΑΣ – ΚΡΕΑΣ και το ΨΑΡΙ – ΨΑΡΙ.
Για να σταματήσει αυτή η μορφή ΚΡΥΦΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ η κατηγορία αυτή (Ελεύθερος Επαγγελματίας με 2 Εργοδότες) πρέπει να καταργηθεί. Οι Εργοδότες και Εργαζόμενοι πρέπει να αποφασίζουν ότι για τους Ελεύθερους Επαγγελματίες που επιθυμούν να γίνουν Μισθωτοί, γίνονται Μισθωτοί και εφαρμόζεται το άρθρο 34. Για τους Ελεύθερους Επαγγελματίες που επιθυμούν να μείνουν Ελεύθεροι Επαγγελματίες εφαρμόζεται το άρθρο 35. Αρκεί ο Νομοθέτης να καταργήσει την παράγραφο 9 (έτσι καταργείται η δυνατότητα να βαπτίζεται κάποιος «Ελεύθερος Επαγγελματίας με κρατήσεις Μισθωτού»).
Γίνεται προφανές ότι σε περίπτωση που ο Νομοθέτης επιμένει στην νομοθέτηση του άρθρου 34 με την παράγραφο 9, μόνη λύση είναι η προσφυγή μας εκ νέου στο ΣΤΕ. Εκεί θα πρέπει ο Νομοθέτης να εξηγήσει – αν μπορέσει – ότι το σκεπτικό της απόφασης ΣΤΕ 1880-88/2019 περί «κατηγοριών ασφαλισμένων με ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες απασχολήσεως και παραγωγής εισοδήματος που αντίκεται στην συνταγματική αρχή της ισότητας» είναι ΛΑΘΟΣ.
Εναλλακτικά θα πρέπει να αποδείξει ότι οι «συνθήκες απασχολήσεως και παραγωγής εισοδήματος» των Ελεύθερων Επαγγελματιών της παραγράφου 9 και των Μισθωτών είναι ουσιωδώς όμοιες.
Ραντεβού στο επόμενο ΣΤΕ αν και ελπίζω να μην χρειαστεί να ξοδέψουμε ΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ για να αποδείξουμε το αυταπόδεικτο…….
Βάσει του Ν.4387/16 (άρθρο 39 παρ. 13) με αίτησή μου στο ΕΤΑΑ παραιτήθηκα από την προσαύξηση της σύνταξής μου ως προς τα επόμενα έτη ασφάλισης και έκτοτε καταβάλλω την ασφαλιστική μου εισφορά μειωμένη κατά το 50%.
Στο σχέδιο Νόμου που έχετε θέσει σε δημόσια διαβούλευση, έχετε παραλείψει την παραπάνω δυνατότητα καταβολής του 50% της ασφαλιστικής εισφοράς.
Παρακαλώ να την συμπεριλάβετε.
Σε αντίθετη περίπτωση θα αναγκαστώ να προσφύγω δικαστικά, επειδή έχω ήδη χάσει, με παραίτησή μου, την δυνατότητα προσαύξησης της σύνταξής μου για τα επόμενα έτη ασφάλισης.
Θεωρώ ότι ο περιορισμός έως 2 εργοδότες για εκείνους που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών (μπλοκάκια) αποτελεί μεροληπτική εφαρμογή του νόμου καθώς οι μισθωτοί με παράλληλη απασχόληση (άρθρο 32 του παρόντος νόμου) δεν έχουν αριθμητικούς περιορισμούς. Γιατί να μην εφαρμοστεί όμοια ο νόμος και για τα μπλοκάκια που είναι οιονεί μισθωτοί ?Δηλαδή όσοι εργοδότες τους απασχολούν με σχέση εξαρτημένης εργασίας να πρέπει να καταβάλλουν τις προβλεπόμενες εισφορές (άρθρο 38 του ν. 4387/2016) ενώ και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι (με δελτίο παροχής υπηρεσιών) να μπορούν, εάν επιθυμούν, να ασκήσουν παράλληλα και άλλες δραστηριότητες (ελεύθερο επάγγελμα, επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, κτλ) χωρίς περιορισμό αριθμητικό αλλά με ανάλογο ύψος εισφορών. Ουσιαστικά να εφαρμοστεί ότι ήδη προβλέπεται στον παρόντα νόμο για την παράλληλη απασχόληση των μισθωτών ισότιμα και για τα μπλοκάκια και όχι δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Στο Άρθρο 39 παρ. 13 του ν.4387/2016 προβλέπεται :
«13. Όσοι ασφαλισμένοι συμπληρώνουν 40 χρόνια ασφάλισης, με αίτησή τους μπορούν να καταβάλλουν μειωμένη κατά το 50% ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι από την προσαύξηση της σύνταξής τους ως προς τα επόμενα έτη ασφάλισης.»
Η παραπάνω παράγραφος, με την οποία πληρώνουμε, κατόπιν αιτήσεώς μας, δεν έχει συμπεριληφθεί στο Σχέδιο Νόμου και είναι άδικο να μην ισχύσει εφεξής.
»9. Στους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά, ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.»
Mάλλον το σωστό εδώ είναι η παραπομπή να γίνει στο άρθρο 34
1. ΕΙΜΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΟ ΕΤΑΑ ΠΕΡΙΠΟΥ 34 ΕΤΗ.ΕΝΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΠΡΩΗΝ ΙΚΑ, ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ ΟΡΙΟ ΗΛΙΚΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ,ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΕΤΑΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΗ ΠΡΟΒΛΕΨΗ.
2. ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΟΣΑ ΠΟΥ ΕΧΩ ΚΑΤΑΒΑΛΕΙ ΣΤΟ ΑΝΩ ΤΑΜΕΙΟ, ΑΠΟ ΜΕΤΡΙΟΥΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥΣ, ΑΝΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ 3000.000 και πλέον ΕΥΡΏ. ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΑΥΤΑ ΤΟΚΙΖΟΜΕΝΑ ΜΕ ΤΟ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΙΣΧΥΟΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΕΠΙΤΟΚΙΟ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ (αφού τα ταμεία υποχρεωτικα κατέθεταν τα αποθεματικα μας στην Τ.τ.Ε.)ΠΡΕΠΕΙ να μου αποφέρουν μηνιαία σύνταξη άνω των 2000 ευρώ ΚΑΙ ΟΧΙ 1000 ή 1200 ΕΥΡΩ.
ΤΟ νομοσχέδιο προβλέπει ξεκάθαρα ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ για τους ελεύθερους επαγγελματίες, αλλά οι σύλλογοί τους σιωπούν. Το κίνημα της γραβάτας που είναι; Ή λειτουργεί υπό συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες; Οι επιστημονικοί φορείς που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ κατά του παλιού συστήματος αυτές τις αλλαγές επεδίωκαν; Να αποσυρθεί άμεσα η διάταξη και να μην επιτραπεί καμιά αύξηση της ελάχιστης εισφοράς! ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΤΟ ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΟΛΥ ΑΠΛΑ!
Αγαπητοί μου,
αν και το παρών νομοσχέδιο αποτελεί μια πολύ σημαντική και αξιέπαινη προσπάθεια εξορθολογισμού των εξοντωτικών ασφαλιστικών εισφορών που επεβλήθησαν με τον Νόμο Κατρούγκαλου, δεν βλέπω να γίνεται καμία αναφορά στις παράλογες διπλές ασφαλιστικές εισφορές που έχουν επιβληθεί στους τίτλους κτήσης (πρώην αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης) και αφορούν κυρίως ανθρώπους που είναι ήδη μισθωτοί και πληρώνουν πλήρεις ασφαλιστικές εισφορές στην μισθωτή τους εργασία (Δημόσιο ή Ιδιωτικό τομέα). Στο επιπλέον εισόδημα που αποκτούν ως συγγραφείς, εισηγητές σεμιναρίων ή ως περιστασιακά απασχολούμενοι θα συνεχίσουν να πληρώνουν τις εξοντωτικές εισφορές φορολογικού χαρακτήρα του Νόμου Κατρούγκαλου, που κάνουν τελείως ασύμφορη την δεύτερη δραστηριότητά τους? Πρέπει να γίνει ρητή αναφορά εξαίρεσης εισφορών στους τίτλους κτήσης στο παρών Νομοσχέδιο, αφού οι λήπτες τους έχουν ήδη καλύψει την ασφαλιστική τους υποχρέωση στην μισθωτή τους εργασία ή στη σύνταξή τους.
Σας ευχαριστώ.
Η απάντηση του κ. Νίκου Μ. θα έλυνε την απορία, μόνον, αν ο αμειβόμενος με μπλοκάκι λάμβανε και όλα τα πλεονεκτήματα του μισθωτού π.χ λάμβανε αποζημίωση απόλυσης, αφού όπως αναφέρει ο κ. Νίκος Μ. «Ο νομοθέτης έχει καταλάβει ότι κάποιοι εμφανίζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες παρά τη θέλησή τους, ενώ είναι μισθωτοί με συγκεκριμένο μισθό, ωράριο και καθήκοντα»
Άρα, ας έχουμε σύμφωνα και με τον κ. Νίκο Μ, απλά μισθωτό με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που υπάρχουν, και όχι μισθωτό με μπλοκάκι που δεν δικαιούται αποζημίωση απόλυσης όπως ο μισθωτός, που δεν αντιμετωπίζεται από τον ΟΑΕΔ όπως ο μισθωτός, που οφείλει να έχει λογιστή από ένα εισόδημα και παραπάνω όπως ο ελεύθερος επαγγελματίας. Επίσης ο μισθωτός δικαιούται να έχει και μπλοκάκι, για να αμείβεται από την εργασία που προσφέρει και σε άλλα πρόσωπα, και υπάρχει μνεία στο παρόν νομοσχέδιο για τα ασφαλιστικά του.
Το κύριο ερώτημα που τέθηκε και τίθεται πάλι, χωρίς να έχει πάρει απάντηση, είναι αν ο «υβριδικός» εργαζόμενος μισθωτός με μπλοκάκι προς το τέλος του έτους βρει άλλους δύο πελάτες (Η νομοθεσία το επιτρέπει), πέραν της απασχόλησής του στο νομικό πρόσωπο, τότε:
Πως πληρώνονται οι ασφαλιστικές του εισφορές? αφού έχει πλέον τρείς πελάτες και το παρόν ασφαλιστικό (όπως και του κ. Κατρούγκαλου) τον αντιμετωπίζει ως ελεύθερο επαγγελματία.
Άρθρο 35 παρ.9
«Στους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά, ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.»
Eπιτέλους, ένα ασφαλιστικό που είναι κομμένο και ραμμένο στους ελευθερους επαγγελματίες. Πλέον είμαι σίγουρος για να ανοίξω μπλοκάκι!
Πολύ σωστά εξακολουθεί ο αμοιβόμενος με ΔΠΥ όταν το εισόδημά του προκύπτει από έως 2 εργοδότες να αντιμετωπίζεται ασφαλιστικά (όπως και φορολογικά με ρύθμιση του 2013) ως μισθωτός. Σε πολλές περιπτώσεις τα άτομα αυτά αμοίβονται με 500 ευρώ το μήνα, οπότε αν επιβαρύνονταν και με τις ασφαλιστικές εισφορές των ελ. επαγγελματιών (220 ευρλω το μήνα οι λιγότερες) μετά και τους φόρους θα τους έμεναν ψίχουλα. Τώρα αφού οι εισφορές τους θα είναι ως μισθωτού άρα ποσοστό επί του εισοδήματος τους, γλυτώνουν κάποια χρήματα και μπορούν να συνεχίσουν να εργάζονται.
Αν τελικά δεν εξαιρεθούν από την υποχρεωτική εισφορά στον ΕΦΚΑ οι περιστασιακά απασχολούμενοι συνταξιούχοι με τίτλο κτήσης (απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης),
πράγμα που απεύχομαι (βλέπε και σχετικό σχόλιό μου στο άρθρο 27), θα πρέπει να καθοριστεί το ύψος της εισφοράς αυτής διότι πρόκειται περί ειδικής περιπτώσεως, η οποία δεν αναφέρεται στο άρθρο αυτό (Άρθρο 35).
Ο αμειβόμενος με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών από έναν εργοδότη(Νομικό πρόσωπο του Δημοσίου ή Ιδιώτη) δεν είναι ελεύθερος επαγγελματίας, αλλά μισθωτός υπάλληλος με ωράριο που τον έχουν υποχρεώσει οι εργοδότες να δουλεύει με μπλοκάκι. Επομένως πολύ σωστά γίνεται ο διαχωρισμός των εργαζόμενων με μπλοκάκι σε έναν φορέα από τους πραγματικούς ελεύθερους επαγγελματίες(αυτό ελπίζω να λύνει την απορία του Νίκου και του κυρίου Τάσιου). Ο νομοθέτης έχει καταλάβει ότι κάποιοι εμφανίζονται ως ελέυθεροι επαγγαλματίες παρά τη θέλησή τους, ενώ είναι μισθωτοί με συγκεκριμένο μισθό, ωράριο και καθήκοντα. Επομένως, ασφαλιστικά και φορολογικά εμπίπτουν στην κατηγορία των μισθωτών, αφού το εισόδημά τους είναι ξεκάθαρο και φαίνεται στη σύμβαση, και πρέπει να αντιμετωπίζοναι ως μισθωτοι(να πληρώνονται οι εργοδοτικές εισφορές από τον φορέα στον οποίο εργάζονται και να φορολογούνται ως μισθωτοί). Σε αντίθεση, οι πραγματικοί ελεύθεροι επαγγελματίες, που έχουν κάνει έναρξη επειδή ήθελαν να είναι ελεύθεροι επαγγελματίες,μπορούν να έχουν όσους πελάτες επιθυμούν και να κερδίζουν όσα μπορούν και θέλουν, να πληρώνουν τις εισφορές τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες και να φορολογούνται ως ελεύθεροι επαγγελματίες.
Ο νομοθέτης οφείλει να προστατεύει και να αντιμετωπίζει ως μισθωτούς υπαλλήλους όσους αναγκάζονται να φαίνονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες ενώ στην ουσία και στην πραγματικότητα είναι μισθωτοί υπάλληλοι.
Συμφωνώ με την απορία του κ. Τάσιου:
»Γιατί διαχωρίζεται ο αμειβόμενος με δελτίο παροχής με το αν θα έχει μέχρι δύο πελάτες, οπότε είναι μισθωτός, ενώ αν έχει παραπάνω είναι ελεύθερος επαγγελματίας. Ας αποφασιστεί επιτέλους σε ποιά κατηγορία θα πρέπει να ανήκει και αυτός με όλα τα πλεονεκτήματα – μειονεκτήματα που θα έχει.»
Eπίσης, η πάρα πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ 5ης και 6ης κατηγορίας, είναι αντικίνητρο για κάποιον να την επιλέξει, ακόμα και αν επιθυμεί να λάβει μελλοντικά μία μεγαλύτερη σύνταξη.
Στην παράγραφο 10 ορθότερο να προβλεφθεί ότι ο συμψηφισμός των γραμματίων των δικηγόρων γίνεται και με τους δικηγόρους που υπάγονται στο 39§9.
Σήμερα, οι δικηγόροι που υπάγονται στο άρθρο 39§9 δεν ωφελούνται από το συμψηφισμό αλλά πρέπει να αναμένουν την εκκαθάριση των εισφορών μετά από 1,5, εφόσον πλέον καταργείται η εκκαθάριση αφού οι εισφορές ειναι σταθερές, οι δικηγόροι με δελτίο παροχής υπηρεσιών θα είναι οι μόνοι που θα αναμένουν εκκαθάριση ένα έτος μετά, η δε αμοιβή τους σε μηνιαία βάση θα υπόκειται σε τρέχουσα ασφαλιστική εισφορά και επιπλέον 20% για όποια αμοιβή αντιστοιχεί σε γραμμάτια.
Θεωρώ πως η απόσταση μεταξύ της πέμπτης και της έκτης κατηγορίας εισφορών είναι υπερβολικά μεγάλη. Θα ήταν προτιμότερη η δημιουργία μίας ενδιάμεσης κατηγορίας στα 420-430 ευρώ.
Στον Νόμο Κατρούγκαλο όπως και στον παρόντα αναφέρεται στην παρ.9
«Στους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά, ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.»
ΕΡΩΤΗΜΑ
Ενας ασφαλισμένος που εργάζεται σε ένα (κατά κύριο λόγο) νομικό πρόσωπο και αμείβεται με δελτίο παροχής δεν δύναται να γνωρίζει από την αρχή του έτους αν θα του προκύψουν άλλοι δύο πελάτες για να επιλέξει τον τρόπο ασφάλισης του ως μισθωτός ή ελεύθερος επαγγελματίας.
Αρα αν του προκύψουν οι άλλοι δύο πελάτες, προς το τέλος του έτους, τι πρέπει να κάνει?
Γιατί διαχωρίζεται ο αμειβόμενος με δελτίο παροχής με το αν θα έχει μέχρι δύο πελάτες, οπότε είναι μισθωτός, ενώ αν έχει παραπάνω είναι ελεύθερος επαγγελματίας. Ας αποφασιστεί επιτέλους σε ποιά κατηγορία θα πρέπει να ανήκει και αυτός με όλα τα πλεονεκτήματα – μειονεκτήματα που θα έχει.
Η ελάχιστη εισφορά (1η κατηγορία) των 220,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εισφορών υγείας και της εισφοράς υπερ του ΟΑΕΔ),θα μπορούσε να αναθεωρηθεί προς τα κάτω, με δεδομένο ότι αυτή επιλέγεται από την συντριπτική πλειοψηφία των ελεύθερων επαγγελματιών – επιστημόνων – επιτηδευματιών και επομένως εάν αφεθεί όπως προτείνεται, θα οδηγήσει σε επιβάρυνση. Το αντεπιχείρημα της ελάφρυνσης μέσω της φορολογίας, είναι σχετικό (θα πρέπει να συνδυαστεί και με τη μείωση του τέλους επιτηδεύματος)και θα φανεί με το εκκαθαριστικό του έτους 2020, με την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων το 2021, ήτοι μετά από αρκετό χρονικό διάστημα από την επιβάρυνση της ασφαλιστικής εισφοράς.
Ως συνταξιούχος τραπεζικός με 38 έτη υπηρεσίας, εκμεταλλεύομαι από το 2010 και πάντα ΕΠΟΧΙΑΚΑ (1/4-31/10) ιδιόκτητο ακίνητο 3 δωματίων ως τουριστικό κατάλυμα, με άδεια ΕΟΤ. Τα ελάχιστα ετήσια καθαρά κέρδη που μου αφήνει, συμπληρώνουν την αισθητά μειωμένη μου σύνταξη. Μέχρι 31/12/16 δεν ήμουν υπόχρεος σε ασφαλιστική κάλυψη (υπήρχε εξαίρεση για καταλύματα μέχρι 5 δωματίων). Με τον νόμο Κατρούγκαλου, υποχρεώθηκα να ασφαλιστώ εκ νέου με αποτέλεσμα οι ΕΤΗΣΙΕΣ ασφαλιστικές εισφορές, να μηδενίζουν το όποιο καθαρό κέρδος μου. Θεωρώ λοιπόν ότι ο νέος Νόμος θα έπρεπε είτε να εξαιρεί τέτοια μικρά εποχιακά καταλύματα ή να προβλέπει ειδική ασφαλιστική κατηγορία μόνο για τους μήνες που το κατάλυμα λειτουργεί. Ευχαριστώ
Να καταργηθεί η παρ. 9 του άρθρου 39 ή έστω να γίνει προαιρετική, διότι ο νέος ελ. επαγγελματίας <5ετών σε έως δύο εργοδότες δεν δύναται να υπαχθεί στην ειδική κατηγορία εισφορών (126€), αλλά θα οι εισφορές του θα διαμορφώνονται σε ποσοστό 27.10% του εισοδήματός του όπως οι μισθωτοί.
Η διαφορά μεταξύ της 5ης και 6ης κλάσης είναι τεράστια, σχεδόν διπλάσια από τη διαφορά μεταξύ 4ης και 5ης κλάσης. Αυτό την καθιστά σχεδόν απαγορευτική για τους περισσότερους που θα ήθελαν μια καλύτερη σύνταξη. Θα μπορούσε να υπάρχει μια ενδιάμεση ή να μειωθεί το ποσό για την 6η κλάση.
Με βάση ποιες μελέτες, ποιο σκεπτικό, ποιους αριθμούς αυξάνετε την εισφορά της βασικής βαθμίδας σε €220/μήνα (συμπεριλαμβανομένης υγείας και €10 υπέρ οαεδ); από €260/δίμηνο που ήταν πριν τον νόμο του Συ.Ριζ.Α. («Κατρούγκαλου»).
Διοτι όντως είναι επιτυχία η αντικατάσταση αυτού του νόμου ο οποίος λειτουργούσε ουσιαστικά ως φόρος (αφού υπολόγιζε την εισφορά βάσει του εισοδήματος) όμως προέβλεπε χαμηλότερη εισφορά για κάποιον που επί παραδείγματι για κάποιον λόγο δεν παρουσίασε κέρδη μια χρονιά (€177/μήνα).
Αφου λοιπόν επαναφέρετε ουσιαστικά το παλιότερο σύστημα γιατί δεν επαναφέρετε κ τις παλιές κλάσεις; Έγιναν οι Ελ. Επαγγελματίες στα χρόνια της κρίσης πλουσιότεροι; Μάλλον το αντίθετο.
Με ποιο σκεπτικό λοιπόν αυξάνετε κατά €90 την πρώτη κλάση σε σχέση με το 2014; Πιστεύετε πως έτσι θα συμβάλλετε στην ανάπτυξη του τόπου;
Οι ασφαλιστικές εισφορές πριν το Νόμο Κατρουγκαλου δεν ήταν συνδεδεμένες με το εισόδημα ( Ασφαλιστικές Κλάσεις ) όπως αυτές δεν θα είναι συνδεδεμένες με το εισόδημα και με το Νέο Ασφαλιστικό ( Κατηγορίες Εισφορών ).
Με τον Νόμο Κατρουγκαλου όμως οι εισφορές συνδέθηκαν με το εισόδημα με αποτέλεσμα την αναγκαστική προκαθορισμένη χαμηλή ασφαλιστική εισφορά, για τους Ασφαλισμένους με χαμηλά εισοδήματα, η οποία θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις μετέπειτα συνταξιοδοτικές τους απόλαβες.
Άρα υπάρχει μια αδικία για αυτήν την μερίδα των Ασφαλισμένων που «εγκλωβίστηκαν» σε αναγκαστικές χαμηλές εισφορές – Χαμηλότερες και από τις εισφορές προ του Νόμου Κατρουγκαλου ( Χωρίς Επιλογή Κλάσεων η Κατηγορίας Εισφορών ) με τον Νόμο Κατρουγκαλου.
Η Αδικία αυτή ( Αποκλεισμός Επιλογής ) πρέπει να αποκατασταθεί, με εθελοντική πρόσθετη καταβολή εισφορών , για αυτήν την μερίδα των Ασφαλισμένων κατ’ ελάχιστον με την καταβολή της διαφοράς των εισφορών πριν και μετά τον Νόμο Κατρουγκαλου.
Συνημμένο Παράδειγμα.
Συνταξιούχος σε εκκρεμότητα – πρώην ΤΣΜΕΔΕ ( ΤΜΕΔΕ ) – που έχει καταθέσει αίτηση συνταξιοδότησης αλλά δεν έχει βγει η Οριστική Απόφαση Συνταξιοδότησης
• Εισφορές Κύριας Σύνταξης ( τελευταία κλάση ) κατ’ετος πριν τον Νόμο Κατρουγκαλου : 2.200 € / έτος περίπου.
• Εισφορές Κύριας Σύνταξης ( αναγκαστική λόγο χαμηλού εισοδήματος ) κατ’ετος μετά τον Νόμο Κατρουγκαλου και μέχρι την ψήφιση του Νέου Νόμου : 1.400 € / έτος περίπου.
Πρόταση Αποκατάστασης ( Θεραπεία Αδικίας )
Να δίνεται η δυνατότητα εθελοντικής καταβολής της διαφοράς μεταξύ των δυο ως ανωτέρω εισφορών κατ’ έτος, για τον κάθε θιγόμενο Ασφαλισμένο, για τα έτη που προκύπτει η διαφορά και ο συνυπολογισμός των επί πλέον αυτών εισφορών στη τελική διαμόρφωση ( υπολογισμό ) του ύψους των τελικών συντάξιμων αποδοχών τους. Ήτοι 800€ / έτος Χ τα έτη που προκύπτει η διαφορά.
Αυτή η δυνατότητα θα εξασφαλίσει την ιση αντιμετώπιση/μεταχειρηση των ασφαλισμένων κατά την περίοδο ισχύος του Νόμου Κατρουγκαλου που εμπίπτουν στην κατηγορία των αναγκαστικών/προκαθορισμενων χαμηλών – λόγο χαμηλού εισοδήματος – εισφορών , με αυτούς προ του Νόμου Κατρουγκαλου (Ασφαλιστικές Κλάσεις ) και αυτών μετά την εφαρμογή του νέου Νόμου ( Κατηγορίες Εισφορών ).
Δεν μπορεί να υπάρχουν ασφαλισμένοι των οποίων ο καθορισμός των εισφορών τους να καθορίζεται με διαφορετικό τρόπο στο ίδιο Ασφαλιστικό Πλαίσιο του Νόμου.