Το άρθρο 35 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 35
Εφάπαξ παροχή
1. Από 1.1.2017 στην ασφάλιση του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται υποχρεωτικά τα πρόσωπα που είχαν ήδη κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπαχθεί στην ασφάλιση των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, σύμφωνα με την περίπτωση α` της παρ. 4 του άρθρου 37 του ν. 4052/2012 (Α` 41), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 76, καθώς και όσοι, σύμφωνα με την περίπτωση β` της παρ. 4 του άρθρου 37 του ν. 4052/2012 όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 76 αναλαμβάνουν εργασία ή απασχόληση ή αποκτούν ιδιότητα, η οποία, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των ως άνω ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, δημιουργούσαν υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση για εφάπαξ παροχή των εν λόγω ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών.
2. Από 1.1.2017 πόροι του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. είναι:
α. Τα έσοδα από τις προβλεπόμενες εισφορές υπέρ των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας που εντάσσονται στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. του άρθρου 74 του νόμου αυτού, σύμφωνα με την περίπτωση β` της παρ. 4 του άρθρου 36 του ν. 4052/2012, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 75, οι πρόσοδοι περιουσίας, καθώς και η απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών αυτών και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που προβλέπεται στην οικεία νομοθεσία ή άλλες γενικές διατάξεις.
β. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων και των εργοδοτών, όπου προβλέπεται εργοδοτική εισφορά για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους μισθωτούς. Το ύψος και ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένων μισθωτών, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών προνοίας στο ΕΤΕΑΕΠ, με εξαίρεση τους μισθωτούς ασφαλισμένους στους τομείς προνοίας του πρώην ΕΤΑΠ – ΜΜΕ, των οποίων τα ποσοστά εισφορών υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38. Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ των ασφαλισμένων από 1.1.1993 και εφεξής μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38.
γ. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων αυτοτελώς απασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών και όλων των πριν και μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένων, έμμισθων δικηγόρων, μισθωτών μηχανικών και υγειονομικών των οικείων τομέων του κλάδου πρόνοιας του πρώην ΕΤΑΑ.
Για την καταβολή των ασφαλιστικών τους εισφορών, οι ανωτέρω ασφαλισμένοι του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ, κατατάσσονται από 1-1-2020 σε τρείς (3) ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αντιστοιχεί:
Ασφαλιστικές Κατηγορίες | Ποσά εισφορών εφάπαξ παροχής σε ευρώ |
1η κατηγορία | 26 |
2η κατηγορία | 31 |
3η κατηγορία | 37 |
γα. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία από τις τρεις (3) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία από τις τρεις είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία κατατάσσεται υποχρεωτικά στη πρώτη.
γβ. Ο ασφαλισμένος μπορεί με αίτησή του να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία να επιλέξει κατώτερη. H αίτηση επιλογής δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.
Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση όμως η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.
Σε πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι επιλέγουν εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν άλλως κατατάσσονται στη πρώτη ασφαλιστική κατηγορία
γγ. Ειδικά για τους έμμισθους δικηγόρους τα ανωτέρω ποσά της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς επιμερίζονται κατά 50% για τον εντολέα και κατά 50% για τον ασφαλισμένο.
γδ. Από 1-1-2023 έως 31-12-2024 τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1-1-2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ΄ έτος κατά το δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα απροβλεπόμενα στη παρ.4 του άρθρου 8.
δ. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των προσώπων, τα οποία από 1-1-2021 ασφαλίζονται προαιρετικά στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών, βάσει των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 76.
Το ποσό της μηνιαίας εισφοράς των προαιρετικά ασφαλισμένων μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38.
Οι προαιρετικά ασφαλισμένοι, αυτοτελώς απασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ και έμμισθοι δικηγόροι, καταβάλλουν εισφορές βάσει του ανωτέρω Πίνακα.
3.α. Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.
Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.
Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης της εφάπαξ παροχής, κρίνονται ως προς τις προϋποθέσεις απονομής βάσει των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
β. Δικαιούχοι της εφάπαξ παροχής σε περίπτωση ασφαλισμένου ο οποίος απεβίωσε πριν την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, γήρατος ή αναπηρίας είναι :
i. Ο/η επιζών σύζυγος και τα τέκνα, ανάλογα με το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος.
ii. Οι γονείς και τα αδέλφια, ανάλογα με το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος.
iii. Εάν δεν υπάρχουν τα ανωτέρω πρόσωπα, η εφάπαξ παροχή χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής.
γ. Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, είτε πριν είτε μετά από την έκδοση της συνταξιοδοτικής πράξης, η εφάπαξ παροχή χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής.
δ. Δεν επιτρέπεται προκαταβολή της εφάπαξ παροχής και κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.
4. Από 13-5-2016 το ποσόν της εφάπαξ παροχής με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 9, ισούται με το άθροισμα του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι την 31.12.2013 και του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής.
α. Για χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί έως και την 31.12.2013:
αα. Για τους μισθωτούς:
Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους 4% επί των αποδοχών, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του εξήντα τοις εκατό (60 %) των αποδοχών, επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, υπέρ του κλάδου επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31.12.2013, με ακρίβεια δεύτερου δεκαδικού ψηφίου.
Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη έως και τις 31.12.2013, εφόσον υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας.
Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από την υπηρεσία ή την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παραγράφου 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).
Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς το ως άνω ποσοστό (60%) θα αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Στην περίπτωση αυτή το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκατό τοις εκατό (100%).
Στις περιπτώσεις που ο δικαιούμενος εφάπαξ παροχής έχει μισθοδοτηθεί για λιγότερο από πέντε (5) έτη, για τον υπολογισμό του μέσου όρου πενταετίας θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της πενταετίας ομοιοβάθμου του ή ασφαλισμένου με τα ίδια έτη ασφάλισης. Αν δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός πενταετίας, ο υπολογισμός γίνεται με βάση το σύνολο του χρόνου ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί.
Ειδικά για τους ασφαλισμένους του πρ. Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και των φορέων πρόνοιας υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. που αποχώρησαν από την 1.1.2014 έως 13-5-2016, ως αποδοχές για τον υπολογισμό του τμήματος αυτού της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη πριν από την αποχώρησή του, εφόσον καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ταμείου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και αδείας.
Για τον υπολογισμό του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του πρ. Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του πρ. Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) για χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως και τις 31.12.2013, ως ποσοστό εισφοράς θεωρείται το ποσοστό 4% και το ποσοστό αναπλήρωσης καθορίζεται στο 60% επί τεκμαρτών συντάξιμων αποδοχών. Οι τεκμαρτές συντάξιμες αποδοχές προσδιορίζονται με τη χρήση εισφορών εικοσαετίας έως και 31.12.2013, οι οποίες αναπροσαρμόζονται με το επιτόκιο επιστροφής εισφορών όπως ισχύει την 31η.12.2013, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9 του ν. 2335/1995 (Α΄ 185) και στην υπουργική απόφαση Φ. 80000/οικ.26625/1319/2006 (Β΄ 1772). Ο μέσος όρος των τεκμαρτών αποδοχών αποτελεί τις συντάξιμες αποδοχές για τα έτη ασφάλισης έως και τις 31.12.2013. Σε περίπτωση που δεν συμπληρώνεται εικοσαετής ασφάλιση για χορήγηση εφάπαξ, για τον υπολογισμό θα χρησιμοποιείται ο πραγματικός χρόνος ασφάλισης εντός του διαστήματος 1994-2013.
Μετά το έτος 2013 έως και το έτος αποχώρησης από την εργασία λόγω οριστικής συνταξιοδότησης, ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω εικοσαετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παραγράφου 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).
αβ. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους:
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους 4%, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του εξήντα τοις εκατό (60%) των αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί του δεκαδικού αριθμού των ετών ασφάλισης έως και την 31.12.2013, με ακρίβεια δευτέρου δεκαδικού ψηφίου.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς, το ως άνω ποσοστό (60%) αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Στην περίπτωση αυτή το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκατό τοις εκατό (100%).
Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των τιμών των ασφαλιστικών κατηγοριών, επί των οποίων υπεβλήθησαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη έως και τις 31.12.2013, όπως οι εν λόγω τιμές είχαν διαμορφωθεί κατά το καταληκτικό της πενταετίας έτος.
Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 8. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από το επάγγελμα ή την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παρ. 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, και ύστερα από οικονομική έκθεση καθορίζονται οι ασφαλιστικές κατηγορίες για όσους αυτοτελώς απασχολούμενους η εισφορά τους δεν προκύπτει ως ποσοστό επί ασφαλιστικής κατηγορίας, καθώς και κάθε άλλο θέμα που απαιτείται για την εφαρμογή της περίπτωσης αυτής.
β. Για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιείται από την 1.1.2014 και εφεξής:
Για τους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής, υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση. Οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από 1.1.2014 και εφεξής για κάθε ασφαλισμένο τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Με βάση την αρχή της ισοδυναμίας το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Η συσσώρευση των εισφορών θα γίνει με το πλασματικό ποσοστό επιστροφής, το οποίο προκύπτει από την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.
γ. Για την εφαρμογή των ανωτέρω περιπτώσεων α` και β` ισχύουν τα εξής:
Το τμήμα της απονεμόμενης εφάπαξ παροχής για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής προκύπτει από τον παρακάτω τύπο:
5. Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής για αποχωρήσεις από την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμα από 1.9.2013 και εφεξής, σε όποιο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας και αν ευρίσκονται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κρίνονται ως προς τον τρόπο υπολογισμού της παροχής βάσει των διατάξεων της παραγράφου 4.
6. Οι φορείς που χορηγούν εφάπαξ παροχή με το καθεστώς του ν. 103/1975 (Α` 167) για χρόνους ασφάλισης μέχρι 31.12.2005, εξακολουθούν να τα καταβάλλουν οι ίδιοι σύμφωνα με όσα ορίζονται στο παρόν άρθρο.
Για τους ασφαλισμένους στο καθεστώς του ν. 103/1975, μετέπειτα Κλάδο Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και Τομέα Πρόνοιας Ν.Π.Δ.Δ. του Τ.Π.Δ.Υ., δεν απαιτείται ελάχιστος χρόνος ασφάλισης για θεμελίωση δικαιώματος χορήγησης εφάπαξ παροχής με το καθεστώς του ν. 103/1975 από τα Ν.Π.Δ.Δ..
Η εφάπαξ παροχή, την οποία δικαιούνται οι αποχωρούντες ασφαλισμένοι, υπολογίζεται με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 4α, για όλο το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 έως 31.12.2013 και καταβάλλεται κατ` αναλογία από το νομικό πρόσωπο, στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 και στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο υπάλληλος τις 31.12.2005 ή πριν την ημερομηνία αυτή σε περίπτωση μετάταξης/ μεταφοράς και το υπόλοιπο ποσό από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. για το χρονικό διάστημα ασφάλισης έως 31.12.2013 σε οποιοδήποτε ταμείο, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό πρόνοιας που εντάσσεται σε αυτό.
Για το χρονικό διάστημα μετά από την 1.1.2014 και εφεξής η εφάπαξ παροχή υπολογίζεται και αποδίδεται από τον οικείο φορέα με βάση τα οριζόμενα στην περίπτωση β` της παραγράφου 4.
Σε περίπτωση ανεπάρκειας των σχηματιζόμενων κεφαλαίων του οικείου λογαριασμού του ν. 103/1975 για την καταβολή του αναλογούντος ποσού βοηθήματος, τούτο συμπληρώνεται κατά το ποσό που υπολείπεται από το ίδιο το Ν.Π.Δ.Δ. στο οποίο τηρείτο ο λογαριασμός και σε καμιά περίπτωση δεν βαρύνει το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.. Σε περίπτωση μετατροπής, κατάργησης ή συγχώνευσης του Ν.Π.Δ.Δ., η επιβάρυνση για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του διάδοχου εργασιακού φορέα ή τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε περίπτωση μεταφοράς των υπαλλήλων στο Δημόσιο και σε καμία περίπτωση από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π..
7. Στους μη δικαιούμενους εφάπαξ παροχής από υπηρεσία, εργασία ή επάγγελμα, για το οποίο ασφαλίστηκαν σε ταμείο, τομέα, κλάδο και λογαριασμό πρόνοιας ή σε περίπτωση θανάτου αυτών στους δικαιούχους τους, επιστρέφονται οι ατομικές τους εισφορές, χωρίς χρονικές προϋποθέσεις, ύστερα από αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου μαζί με τη συνταξιοδοτική απόφαση, θετική ή απορριπτική του φορέα κύριας ασφάλισης.
Για επιστροφή ατομικών εισφορών που καταβλήθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων καταστατικών για χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2013 το επιστρεπτέο ποσό προκύπτει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 9 του ν. 2335/1995 (Α` 185) και την υπουργική απόφαση Φ.80000/οικ.26625/1319/ 17.11.2006 (Β` 1772). Για επιστροφή εισφορών χρονικών διαστημάτων από 1.1.2014 και εφεξής το ύψος του επιστρεπτέου ποσού προκύπτει από τη συσσωρεμένη αξία των εισφορών στην ατομική μερίδα.
8. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος κάθε άλλη γενική ή ειδική ή καταστατική διάταξη της νομοθεσίας που προβλέπει διαφορετικά από τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο καταργείται. Η παρ. 3 του άρθρου 220 του ν. 4281/2014 (Α` 160) καταργείται από τότε που άρχισε να ισχύει.
9. Ειδικά, η εφάπαξ παροχή που καταβάλλεται στους δικαιούχους των Τομέων Πρόνοιας του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α.), του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.), εφεξής «Ταμεία», και τους μετόχους των Ειδικών Λογαριασμών Αλληλοβοηθείας Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, εφεξής «Ειδικοί Λογαριασμοί», καταβάλλεται, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις των οικείων καταστατικών διατάξεων και υπολογίζεται ως εξής:
α. Για όσους υπέβαλαν σχετική αίτηση έως την 31.12.2014 υπολογίζεται, σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις των Ταμείων και των Ειδικών Λογαριασμών.
β. Για όσους υπέβαλαν ή υποβάλλουν σχετική αίτηση μετά την 1.1.2015, υπολογίζεται αθροιστικά, για το μεν χρόνο μετοχικής σχέσης έως την 31.12.2014, σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις των Ταμείων και των Ειδικών Λογαριασμών, για το δε χρόνο μετοχικής σχέσης από 1.1.2015 και εφεξής, σύμφωνα με την τεχνική βάση διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC), κατά το μαθηματικό τύπο της παρ. 4γ.
10. Η εφάπαξ παροχή καταβάλλεται από τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ κατ’ απόλυτη προτεραιότητα: α) στους δικαιούχους που λόγω ασθένειας, χρόνιας πάθησης ή άλλης βλάβης έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%, το οποίο αποδεικνύεται με γνωμάτευση ΚΕΠΑ ή ΑΣΥΕ, β) στους δικαιούχους που είναι γονείς ή νόμιμοι κηδεμόνες ατόμων που έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50% το οποίο αποδεικνύεται με γνωμάτευση ΚΕΠΑ ή ΑΣΥΕ, γ) στους δικαιούχους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν.612/1977 (Α΄ 164) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 π.δ. 169/2007 (Α΄ 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές όπως ισχύουν κάθε φορά και δ) στους δικαιούχους που λαμβάνουν επίδομα σύμφωνα με το άρθρο 42 ν. 1140/1981 (Α΄ 68).
Εφόσον δεν υπάρχουν δικαιούχοι που εμπίπτουν στις ως άνω περιπτώσεις, η εφάπαξ παροχή καταβάλλεται από τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ κατά προτεραιότητα σε περιπτώσεις: α) θανάτου του/της συζύγου ή τέκνου του δικαιούχου εφάπαξ παροχής και β) θανάτου του δικαιούχου εφάπαξ παροχής, στη/στο σύζυγο και στα τέκνα αυτού.
11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο θέμα που προκύπτει κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».
1. Αρκεί μια ματιά στο διάγραμμα συνταξίμων αποδοχών των «παλαιών» μηχανικών, για να κατανοήσει ο οποιοσδήποτε ότι το άρθρο 35.4.α του Ν.4387/2016 δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί και να παράξει ορθά και δίκαια αποτελέσματα, δεδομένου ότι στους αυτοαπασχολούμενους αλλά και στους χαμηλόμισθους μισθωτούς μηχανικούς από το 2007 και μετά οι συντάξιμες αποδοχές ήσαν μικρότερες των προηγούμενων ετών και επομένως η τελευταία πενταετία 2009-2013 δεν ήταν αντιπροσωπευτική όλου του ασφαλιστικού βίου (σ.σ. οι μηχανικοί μέχρι και τις 31/12/2006 είχαν τις αυτές συντάξιμες αποδοχές ανεξαρτήτως ιδιότητας και από το 2007 και μετά οι των αυτοαπασχολούμενων είναι αυτές του διαγράμματος ενώ των μισθωτών είναι οι ασφαλιστέοι μισθοί του καθενός εξ αυτών).
2. Η πολιτική ηγεσία της προηγούμενης κυβέρνησης αλλά και τα ανώτερα στελέχη του υπουργείου, αφού κατενόησαν το πρόβλημα, προχώρησαν στην έκδοση της Φ.30043/59517/Δ.15-16/1001/13.3.2018 (ΑΔΑ: ΩΙΙ0465Θ1Ω-6ΦΣ) εγκυκλίου, η οποία όμως είχε δύο σφάλματα, πρώτον ότι τροποποίησε, χωρίς νομοθετική ρύθμιση, την βάση υπολογισμού των αποδοχών για το εφάπαξ (αντί του μ.ο. των αποδοχών της τελευταίας πενταετίας έλαβε υπόψη το μ.ο. των αναπροσαρμοσμένων με ΜΔΤΚ συνταξίμων αποδοχών όλου του ασφαλιστικού βίου) και δεύτερο ότι δεν έλαβε υπόψη τον σταθμισμένο μ.ο. των αναπροσαρμοσμένων αποδοχών όλου του ασφαλιστικού βίου, αλλά τον απλό μ.ο. και δεδομένου ότι οι όροι της ακολουθίας των συνταξ. αποδοχών δεν είχαν την ίδια βαρύτητα στην διαμόρφωση του ποσού του εφάπαξ (βλ. την σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, με αρ. πρωτ. οικ. 797/13.12.2017) , ευνοήθηκαν συμπτωματικά κατά 1.500€ περίπου οι αυτοαπασχολούμενοι και χαμηλόμισθοι και αδικήθηκαν οι υψηλόμισθοι κατά 5.000€ περίπου.
3. Σήμερα όμως, μετά την, από 7-8-2019, ανάκληση της παραπάνω εγκυκλίου, η διοίκηση του ΕΤΕΑΕΠ έδωσε εντολή και η αρμόδια Δ’ Δ/νση εφάπαξ παροχών εκδίδει αποφάσεις απονομής εφάπαξ όχι σύμφωνα με τον νόμο αλλά κατά παράβαση αυτού και μάλιστα είναι τόσο έντονος ο βαθμός της παρανομίας ώστε για απολύτως ίδιες εισφορές, υπολογίζονται στους μισθωτούς έως και ΤΕΤΡΑΠΛΑΣΙΑ (400%) εφάπαξ (μέχρι και 10.000€ παραπάνω), ενώ αντιθέτως οι περίπου 2.000 αυτοαπασχολούμενοι που έλαβαν ήδη την εφάπαξ παροχή στο ύψος των 9.800€ περίπου, θα κληθούν να επιστρέψουν 4.000€ και βέβαια οι ΧΙΛΙΑΔΕΣ νέοι δικαιούχοι πρώην αυτοαπασχολούμενοι θα λάβουν ως εφάπαξ 5.818€, λιγότερα ακόμα και από το συσσωρευμένο κεφάλαιο από τις καταβληθείσες εισφορές τους.
4. Η εντολή του ΕΤΕΑΕΠ ορίζει να εκδίδονται τα εφάπαξ με χρήση βάσης υπολογισμού για τις αποδοχές τον μ.ο. της τελευταίας πενταετίας, που είναι νόμιμο και σωστό και ως βάση υπολογισμού των ποσοστών αναπλήρωσης, των περιόδων με ποσοστό εισφοράς διάφορου του 4%, τα ποσοστά εισφορών (βλ. το απλό έγγραφο συμπληρωματικών οδηγιών του υπουργείου με αρ. πρωτ. Φ80020/34277/Δ15.605/28-7-2016 -Συμπληρωματικές οδηγίες για την εφαρμογή της παρ. 4.α του άρθρου 35- που βασίσθηκε η σύμφωνη γνώμη της ΕΑΑ), κατά παράβαση της παρ. 4.α του άρθρου 35 Ν. 4387/2016, δεδομένου ότι με τον (μαθηματικό) τύπο της παραγράφου 3 αυτού του εγγράφου (Ποσοστό αναπλήρωσης = 60% * (ποσοστό εισφοράς / 4%)), τα υπολογιζόμενα ποσοστά αναπλήρωσης που αφορούν στις περιόδους με ποσοστά εισφοράς διάφορα του 4%, αναπροσαρμόζονται όχι «αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς» αλλά ως προς το ύψος του ποσοστού της εισφοράς, διαφοροποιώντας ουσιωδώς το περιεχόμενο των ανωτέρω διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 [«Για τους μισθωτούς (αυτοτελώς απασχολούμενους) με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς το ως άνω ποσοστό (60%) θα αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς] και εν τέλει ανατρέπει την βάση υπολογισμού των ποσοστών αναπλήρωσης, που είναι απαραίτητα και καθοριστικά στοιχεία για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, όπως άλλωστε επιβεβαιώνεται και από παραδείγματα που για απολύτως ίδιες εισφορές, υπολογίζονται στους υψηλόμισθους ΤΕΤΡΑΠΛΑΣΙΑ (400%) εφάπαξ.
5. Λόγου χάριν, στην περίπτωση ενός αυτοαπασχολούμενου μηχανικού και μισθωτού με κατώτατες εισφορές , για την αναπροσαρμογή του ποσοστού 60% στο έτος 2004 με εισφορά 20,09€ και ποσοστό εισφοράς 2% θα πρέπει λάβουμε υπόψη την βασική εισφορά ΑΝΑΦΟΡΑΣ, δηλαδή τον μέσο όρο των καταβληθεισών εισφορών της τελευταίας πενταετίας έως τις 31/12/2013 ήτοι μ.ο. ασφαλιστέων μισθών επί το ποσοστό εισφοράς = 693,35 * 4% = 27,73€. Προκύπτει ότι με αναλογική αναπροσαρμογή του ποσοστού αναπλήρωσης (60%), για το έτος 2004 με εισφορά (20,09€), θα έχει ως ποσοστό αναπλήρωσης το αποτέλεσμα: 60% Χ 20,09/27,73 = 43,47%, ενώ με την χρήση των ποσοστών εισφοράς, θα έχει ως αποτέλεσμα το προδήλως εσφαλμένο: 60% Χ 2%/4% = 30%, όπως αποφάσισε η Εθνική Αναλογιστική Αρχή.
Αντίστοιχα εάν εφαρμόσουμε τα ανωτέρω για τον μισθωτό με τις ανώτατες εισφορές, προκύπτει ότι ο μ.ο. των ασφαλιστέων μισθών της τελευταίας πενταετίας είναι 2.773,36€ και κατά συνέπεια η βασική εισφορά ΑΝΑΦΟΡΑΣ = 2.773,36 * 4% = 110,93€ και το ποσοστό αναπλήρωσης (αντί για το 60%) του έτους 2004 = 60% Χ 20,09/110,93 =10,87%, ενώ με την χρήση των ποσοστών εισφοράς, θα έχει ως αποτέλεσμα το προδήλως εσφαλμένο: 60% Χ 2%/4% = 30%, όπως αποφάσισε η Εθνική Αναλογιστική Αρχή. Τα αριθμητικά αποτελέσματα σε αυτές τις δύο περιπτώσεις θα είναι τα εξής:
Με αναπροσαρμογή ως προς το ύψος της εισφοράς (όπως ο νόμος)
Εφάπαξ του έτους 2004 = 43,47%*693,35 = 301,4€
Εφάπαξ του έτους 2004 = 10,87%*2.773,36 =301,4€, τα ίδια δηλαδή.
Με αναπροσαρμογή ως προς το ύψος του ποσοστού της εισφοράς (όπως το έγγραφο του υπουργείου και η σύμφωνη γνώμη της ΕΑΑ)
Εφάπαξ του έτους 2004 = 30,00%*693,35 = 208,0€
Εφάπαξ του έτους 2004 = 30,00%*2.773,36 = 832,0€, δηλαδή ΤΕΤΡΑΠΛΑΣΙΟ ΕΦΑΠΑΞ για απολύτως ίδιες εισφορές!!!!
6. Επί πλέον των προεκτεθέντων, επισημαίνουμε ότι οι ανωτέρω παράλογες στρεβλώσεις και αποκλίσεις των ποσοστών αναπλήρωσης, προέκυψαν με σύγκριση των ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΩΝ εισφορών του παρελθόντος σε σχέση με τις εισφορές της τελευταίας πενταετίας έως το 2013. Είναι όμως όχι μόνο παράνομο αλλά παράλογο ακόμα και ανήθικο, να ισχυρίζεται ο οποιοσδήποτε, ότι μπορεί να συγκρίνει τις καταβληθείσες εισφορές πχ του 2004 (ή οποιουδήποτε άλλου έτους του παρελθόντος ακόμα πχ του 1980), με τις εισφορές της τελευταίας πενταετίας ή του 2013, αν προηγουμένως δεν έχει αναγάγει την αξία των καταβληθεισών ονομαστικών εισφορών του παρελθόντος, στο επίπεδο τιμών του 2013. Ίδια αξία είχαν οι εισφορές του 1980, του 1990 του 2000 με αυτές του 2013;; Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η απόφαση 430/28-12-2016 του ΔΣ του ΕΤΑΑ με το υπό στοιχείο γ) στο αποφασιστικό τμήμα της απόφασης αναφέρει «Οι καταβληθείσες εισφορές να τιμαριθμοποιηθούν».
7. Η εν λόγω αναπροσαρμογή-τιμαριθμοποίηση, ούτως ή άλλως συντελείται μέσω του μαθηματικού τύπου του εφάπαξ του άρθρου 35 του Ν. 4387/2016, όπως παρενθετικά παρακάτω αποδεικνύουμε:
Στις περιπτώσεις μισθωτών με 4% ποσοστό εισφοράς (πχ δ.υ. κλπ) οι εισφορές που κατεβλήθησαν σε οποιοδήποτε έτος ασφάλισης, πριν την τελευταία πενταετία έως το 2013, αποδίδουν το ΙΔΙΟ ΕΦΑΠΑΞ με οποιοδήποτε άλλο. Με δεδομένη όμως την διαφορετικότητα των ονομαστικών εισφορών που καταβλήθηκαν στα διάφορα έτη ασφάλισης , δηλαδή πολύ μικρότερες ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΕΣ εισφορές τα προηγούμενα χρόνια του παρελθόντος, αποδίδουν το ίδιο ποσό εφάπαξ, αυτό σημαίνει ότι η ο ίδιος ο νόμος 4387/2016, μέσω του δικού του τεχνικού «εργαλείου», του ορισθέντος μαθηματικού τύπου υπολογισμού του εφάπαξ, εμπεριέχει την αναγωγή αυτών στο καταληκτικό έτος της πενταετίας έως 31/12/2013 (πρακτικά στις 31/12/2013) δηλαδή αναπροσαρμόζει τις καταβληθείσες εισφορές του κάθε έτους ασφάλισης, με ένα αφανή συντελεστή αναπροσαρμογής-απόδοσης, ώστε τελικά να αποδίδουν εφάπαξ το σταθερό και γνωστό ποσόν του: 60% Χ ΑΣΦΑΛΙΣΤΕΟΣ ΜΙΣΘΟΣ (μ.ο. τελευταίας πενταετίας).
Η ανωτέρω, αναγωγή και αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών εισφορών (και των ασφαλιστέων μισθών) στο καταληκτικό έτος 2013, στις περιπτώσεις των δημοσίων υπαλλήλων, συντελείται με τη εξίσωση (προς τα πάνω) του ασφαλιστέου μισθού εκάστου παρελθοντικού έτους με τον μ.ο. της τελευταίας πενταετίας, δεδομένου ότι ο ασφαλιστέος μισθός ακολούθησε, όλα τα προηγούμενα χρόνια, πάντα ανοδική πορεία, λόγω της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής (Α.Τ.Α.) των μισθών (με ποσοστά αναπροσαρμογής ακόμα και 10% ανά εξάμηνο ή και τρίμηνο), αλλά και λόγω της μισθολογικής ωρίμανσης και μετάβασης σε υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια (2%-4% για κάθε 2 έτη περίπου).
Για να γίνει απολύτως κατανοητό και να επιβεβαιωθεί το παραπάνω συμπέρασμα εξετάζουμε την περίπτωση μισθωτού ή αυτοαπασχολούμενου με ποσοστό εισφορών το 4% με σταθερές (για ευκολία υπολογισμών και συλλογισμών) συντάξιμες αποδοχές καθ’ όλη την πενταετία 2009-2013, 2.000€ (άρα 4%Χ2.000€=80€ μηνιαία εισφορά για εφάπαξ.
Το εφάπαξ που του αναλογεί για την πενταετία 2009-2013 θα είναι: Εφάπαξ = 60% Χ ΑΣΦΑΛΙΣΤΕΟΣ ΜΙΣΘΟΣ (μ.ο. τελευταίας πενταετίας) Χ ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ = 60% Χ 2.000€ Χ 5 = 1.200€ Χ 5 = 6.000€.
Εάν ο ασφαλισμένος του ανωτέρω παραδείγματος είχε ασφαλισθεί πολλά χρόνια ενωρίτερα και έστω ότι σε κάποιο παρελθοντικό έτος είχε ασφαλιστέο μισθό 1.000€ (άρα μηνιαία εισφορά 4%Χ1.000€=40€), τότε το παραγόμενο εφάπαξ από την συγκεκριμένη χρονιά του παρελθόντος θα ήταν πάλι τα 1.200€ [=60% Χ ΑΣΦΑΛΙΣΤΕΟΣ ΜΙΣΘΟΣ (μ.ο. τελευταίας πενταετίας) = 60% Χ 2.000€], οπότε εάν υποθετικά εφαρμόζαμε τον μαθηματικό τύπο του εφάπαξ για το συγκεκριμένο έτος αλλά με τον ασφαλιστέο μισθό αυτού του έτους (και όχι του μ.ο. της τελευταίας πενταετίας),το εφάπαξ του έτους θα ήταν: 60% Χ 1.000€ =600€, επειδή, όμως, με βάση τον νόμο 4387/2016 το παραγόμενο εφάπαξ του έτους αναφοράς, όπως προείπαμε, είναι 1.200€, συνεπάγεται ότι εάν εφαρμόζαμε τον μαθηματικό τύπο του εφάπαξ αλλά με ασφαλιστέο μισθό αυτόν του έτους αναφοράς, τότε θα έπρεπε να αναπροσαρμόσουμε είτε τον ασφαλιστέο μισθό είτε το ποσοστό αναπλήρωσης του 60%, ώστε να προκύπτει εφάπαξ 1.200€. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα πρέπει να εφαρμόσουμε συντελεστή αναπροσαρμογής ίσο με το 2,00, ώστε τελικά να έχουμε: Εφάπαξ του έτους αναφοράς = 60% Χ 1.000€ (ασφαλιστέος μισθός του έτους αναφοράς) Χ 2,00 (συντελεστής αναπροσαρμογής) = 1.200€, δηλαδή επιτυγχάνουμε το ίδιο αποτέλεσμα είτε αναπροσαρμόζοντας τις συντάξιμες αποδοχές εκάστου έτους, οπότε το αποτέλεσμα είναι:
1.200 = 60% Χ (1.000*2,00) = 60% Χ 2.000€ (ο αναπροσαρμοσμένος ασφαλιστέος μισθός), είτε αναπροσαρμόζοντας το ποσοστό αναπλήρωσης εκάστου έτους, οπότε το αποτέλεσμα είναι: 1.200 = (2,00*60%) Χ 1.000€ (ο ασφαλιστέος μισθός του έτους αναφοράς) = 120% (αναπροσαρμοσμένο ποσοστό αναπλήρωσης) Χ 1.000€.
Επομένως και στην περίπτωση της αναλογικής αναπροσαρμογής ως προς το ύψος της εισφοράς, απλά θα αναπροσαρμόσουμε πρώτα την ονομαστική εισφορά του παρελθοντικού έτους αναφοράς με τον συντελεστή αναπροσαρμογής (στο παράδειγμα το 2,00) και μετά θα συγκρίνουμε την αναπροσαρμοσμένη εισφορά με την βασική εισφορά (μ.ο. συνταξίμων αποδοχών της τελευταίας πενταετίας επί ποσοστό εισφοράς 4%) της τελευταίας πενταετίας και θα έχουμε το νέο ποσοστό αναπλήρωσης της περιόδου (ή έτους) με ποσοστό εισφοράς διάφορο του 4%.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ
Το υπουργείο στέλνει πρόσθετες οδηγίες στην ΕΑΑ, ειδικά για το εφάπαξ των μηχανικών, όπου θα αναφέρεται:
«Σε συνέχεια του εγγράφου συμπληρωματικών οδηγιών με αρ. πρωτ. Φ80020/34277/Δ15.605/28-7-2016, ειδικά για τον προσδιορισμό του ποσοστού αναπλήρωσης για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής των πριν την 1-1-1993 ασφαλισμένων του πρ. Τομέα Πρόνοιας Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, το ποσοστό 60%, για τις περιόδους με ποσοστό εισφοράς διάφορου του 4%, θα αναπροσαρμοσθεί αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, σύμφωνα με την παρ. 4.α του άρθρου 35 Ν. 4387/2016.». Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι το «ειδικά» θα έπρεπε να αφορά όλους τους άλλους δικαιούχους εφάπαξ και όχι τους μηχανικούς, διότι στους μηχανικούς, με την παρούσα πρόταση, εφαρμόζεται απολύτως ο νόμος, δεδομένου ότι στους άλλους (δ.υ. κλπ) διαφοροποιείται ο υπολογισμός των ποσοστών αναπλήρωσης (αναλογική αναπροσαρμογή ως προς το ποσοστό εισφοράς και όχι ως προς το ύψος της εισφοράς) με τον μαθηματικό τύπο του ανωτέρω εγγράφου οδηγιών. Πάντως το προαναφερθέν έγγραφο Φ80020/34277/Δ15.605/28-7-2016 παράγει ισοδύναμα αποτελέσματα για τους δ.υ. και άλλους μισθωτούς με συνεχή και αδιάλειπτη αυξητική πορεία των συνταξίμων αποδοχών, αλλά επ΄ουδενί δύναται να ισχύσει στους μηχανικούς, οπότε δεν θα απαιτηθεί η πλήρης ανάκληση αυτού του εγγράφου για τους άλλους ασφαλισμένους.
Στην ΕΑΑ θα δοθούν έτοιμες σε πίνακα οι αναπροσαρμοσμένες εισφορές, με όποια επιτοκιακή ακολουθία αναπροσαρμογής θα αποφασίσετε (ΜΔΤΚ ή κάτι άλλο) και βέβαια στο κείμενο της σύμφωνης γνώμης της ΕΑΑ, θα πρέπει να αναφέρεται ότι: «Τα ποσοστά αναπλήρωσης εκάστης περιόδου με ποσοστό εισφοράς διάφορου του 4%, υπολογίζονται από τον τύπο: Ποσοστό αναπλήρωσης περιόδου με ποσοστό εισφοράς διάφορο του 4%= Σταθμισμένος μέσος όρος των υπολογιζόμενων ποσοστών αναπλήρωσης εκάστου έτους με αναλογική αναπροσαρμογή του ποσοστού 60% ως προς το ύψος της εισφοράς (δηλαδή διαιρώντας την εισφορά εκάστου έτους δια του ύψους της εισφοράς που προκύπτει με βάση τον μ.ο. των συνταξίμων αποδοχών της τελευταίας πενταετίας έως τις 31/12/2013 και ποσοστό βεβαίως 4%)», ΔΗΛΑΔΗ ΟΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΝΟΜΟΣ.
Ενδεχομένως, ως παραδείγματα, να ολοκληρώνονται με τελικά αριθμητικά αποτελέσματα και δύο περιπτώσεις:
α) αυτοαπασχολούμενος μηχανικός με περίοδο ασφάλισης από 1/7/1979 έως 31/12/2013 και β) μισθωτός με την ίδια περίοδο ασφάλισης και με ανώτατες μηνιαίες εισφορές.
Επειδή η αρμόδια Δ/νση εκδίδει σήμερα εφάπαξ παρά τω νόμω, με απολύτως εσφαλμένα ποσά για τα οποία θα κληθούν οι δικαιούχοι να επιστρέψουν μέρος αυτών, σας παρακαλούμε να δώσετε εντολή να παύσει η έκδοση νέων αποφάσεων απονομής εφάπαξ και να εξετάσετε αμεσότατα τις ανωτέρω παρατηρήσεις και να αποφασίσετε οριστικά για τον νόμιμο, δίκαιο και συνταγματικά παραδεκτό υπολογισμό των εφάπαξ των μηχανικών.
Εμείς πάντως έχουμε ήδη καταθέσει στις υπηρεσίες του υπουργείου έτοιμα υπολογιστικά φύλλα, που με απόλυτη και πλήρη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 35.4.α ν. 4387/2016, θα υπολογισθούν τα απολύτως νόμιμα και δίκαια εφάπαξ των μηχανικών
Εφ’ όσον με τις διατάξεις του Ν.4387/2016 προβλέπεται η χορήγηση σύνταξης με δικαίωμα εργασίας του ασφαλισμένου τότε για την χορήγηση της εφάπαξ παροχής να μην απαιτείται η διακοπή της άσκησης του ελευθερίου επαγγέλματος του υγειονομικού.
Η υποχρέωση εισφορών για εφάπαξ παροχή αποτελεί κρατιστική παρέμβαση. Όποιος επιθυμεί μπορεί να αυξήσει τις εισφορές του ώστε να λάβει υψηλότερη σύνταξη. ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ η κατάργηση του Άρθρου.
3.α. Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.
Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στην έκδοση συντάξεων από τον ΕΦΚΑ τομέας υγειονομικών η οποία υπερβαίνει σήμερα τα 4 χρόνια αλλά και λόγω της διάταξης του άρθρου 27 (άρθρο 20 του ν. 4387/2016 ) περί απασχόλησης συνταξιούχων, να καταργηθεί η διάταξη του κλάδου πρόνοιας του ΤΣΑΥ η οποία θέτει ως προϋπόθεση για την χορήγηση της εφ΄ άπαξ παροχής, την διακοπή άσκησης του επαγγέλματος του υγειονομικού και η εφ΄ άπαξ παροχή να χορηγείται με την έκδοση της προσωρινής η οριστικής σύνταξης.
3.α. Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.
Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στην έκδοση συντάξεων από τον ΕΦΚΑ τομέας υγειονομικών η οποία υπερβαίνει σήμερα τα 4 χρόνια αλλά και λόγω της διάταξης του άρθρου 27 (άρθρο 20 του ν. 4387/2016 ) περί απασχόλησης συνταξιούχων, να καταργηθεί η διάταξη του κλάδου πρόνοιας του ΤΣΑΥ η οποία θέτει ως προϋπόθεση για την χορήγηση της εφ΄ άπαξ παροχής, την διακοπή άσκησης του επαγγέλματος του υγειονομικού και η εφ΄ άπαξ παροχή να χορηγείται με την έκδοση της προσωρινής η οριστικής σύνταξης.
3.α. Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.
Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.
ΠΡΟΤΑΣΗ:
Λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στην έκδοση συντάξεων από τον ΕΦΚΑ τομέας υγειονομικών η οποία υπερβαίνει σήμερα τα 4 χρόνια αλλά και λόγω της διάταξης του άρθρου 27 (άρθρο 20 του ν. 4387/2016 ) περί απασχόλησης συνταξιούχων, να καταργηθεί η διάταξη του κλάδου πρόνοιας του ΤΣΑΥ η οποία θέτει ως προϋπόθεση για την χορήγηση της εφ΄ άπαξ παροχής, την διακοπή άσκησης του επαγγέλματος του υγειονομικού και η εφ΄ άπαξ παροχή να χορηγείται με την έκδοση της προσωρινής η οριστικής σύνταξης.
Ο συντάκτης του άρθρου 31 του υπό διαβούλευση νόμου φαίνεται να αγνοεί (ή τουλάχιστον δεν αναφέρει) την ύπαρξη του άρθρου 5 του ν.4578/2018, το οποίο ήρθε να τροποποιήσει την περίπτωση β’ της παρ.2 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016.
Σχετικά με το άρθρο 5 του ν.4578/2018, στις 15/3/2019 εκδόθηκε η εγκύκλιος με θέμα «Γνωστοποίηση ρυθμίσεων του άρθρου 5 του ν. 4578/2018 (Α΄ 200)» (https://diavgeia.gov.gr/doc/6%CE%94%CE%A8%CE%98465%CE%981%CE%A9-3%CE%9B%CE%98?inline=true), όπου διευκρινίζεται ο τρόπος υπολογισμού της εισφοράς υπέρ του κλάδου εφάπαξ παροχών, με ισχύ από 1/1/2019. Συγκεκριμένα, το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ορίζεται σε ποσοστό 4% επί του κατώτατου βασικού μισθού μισθωτού (το οποίο ισούται με 26 ευρώ με βάση τον τρέχοντα κατώτατο μισθό).
Ο νέος τρόπος υπολογισμού των εισφορών δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα, όπως ανέφερε ένας συμπολίτης σε άλλο σχόλιο. Η προσπάθειες επικοινωνίας, τόσο η δική μου όσο και άλλων συμπολιτών μου, με τον ΕΦΚΑ, το υπουργείο εργασίας, το ΕΤΕΑΠ, για διευκρινίσεις, δεν έχουν καρποφορήσει.
Εάν η παράβλεψη του άρθρου 5 του ν.4578/2018 οφείλεται σε άγνοια εκ μέρους του συντάκτη του άρθρου 31 του υπο διαβούλευση νόμου, ελπίζω αυτό το σχόλιο να βοηθήσει. Αν οφείλεται σε μεθόδευση, ώστε να μη γίνει η επιστροφή των επιπλέον ποσών που έχουν παρακρατηθεί για το 2019 κατά παράβαση του ανωτέρω νόμου/εγκυκλίου, ή για κάποιο άλλο λόγο, απλά λυπάμαι.
Άρθρο 31.
Κρίνεται σκόπιμο να συμπληρωθεί στο υπόψη άρθρο:H εφάπαξ παροχή, καθόσον αυτή, δεν είναι μέρος των αποδοχών των υπαλλήλων, ούτε ΄΄απολαβή΄΄ υπό την έννοια της αντιπαροχής που δίνεται ως αντάλλαγμα της προσφερόμενης εργασίας, ούτε αποτελεί αποζημίωση, λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού, αλλά έχει χαρακτήρα έκτακτης,κατά την αποχώρηση ή απόλυση του υπαλλήλου, οικονομικής του ενίσχυσης από κεφάλαια που σχηματίζονται από κράτηση ποσοστού των αποδοχών των υπαλλήλων κατά τη διάρκεια του χρόνου υπηρεσίας τους (ΟΛ. ΑΠ 4/2001, ΑΠ 72/2016, 789/2014,, 9/2014) καθόσον η ως άνω εφάπαξ παροχή, έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα,όταν το ασφαλιστικό κεφάλαιο, σχηματίζεται κατά κύριο λόγο, από εισφορές. Όποιος ασφαλισμένος, θεμελιώνει δικαίωμα εφάπαξ παροχής, πρέπει να αποδίδεται σε αυτόν και να μην παρακρατείται για οποιοδήποτε άλλο λόγο, ή σε περίπτωση, μη θεμελίωσης δικαιώματος απονομής εφάπαξ παροχής, να του επιστρέφονται οι εισφορές που έχει καταβάλει.
γιατι για τον υπολογισμο του εφαπαξ δεν λαμβανονται υποψιν τα δωρα και το επιδομα αδειασ αφου μασ γιναν κρατησεισ σε αυτα και υπολογιζονται για επικουρικη συνταξη και βασικη συνταξη πρεπει να διορθωθει γιατι ειναι αδικο και αντισυνταγματικο ευχαριστω
Καταργείται η έκπτωση των ασφαλισμένων της πρώτης πενταετίας. Προτείνουμε την διατήρησή της και για τις εισφορές πρόνοιας, όπως ισχύει και για τις εισφορές κύριας ασφάλισης.
Αναφορικά με τη διάταξη της παρ. 2γ του άρθρου αυτού, θα πρέπει να διευκρινιστεί ρητά ότι η εισφορά εφάπαξ για εμμίσθους δικηγόρους, μισθωτούς μηχανικούς και υγειονομικούς θα καταβάλλεται σε 12μηνη βάση (όπως άλλωστε ισχύει για τους ελ. επαγγελματίες/αυτοαπασχολούμενους), δηλαδή επί των μηνιαίων αποδοχών τους και ότι τα δώρα εορτών και αδείας που τυχόν λαμβάνει αυτή η κατηγορία ασφαλισμένων δεν θα βαρύνονται με τη σχετική εισφορά. Το ίδιο ισχύει και την εισφορά επικουρικής του άρθρου 45 του νομοσχεδίου (που τροποποιεί το άρθρο 97 του ν.4387/2016).
Επιπλέον, αναφορικά με τις εισφορές εφάπαξ και επικουρικής της ως άνω κατηγορίας ασφαλισμένων, θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια εφαρμογής των άρθρων 4 και 5 του ν.4578/2018 (ΦΕΚ 200/Α/3-12-2018) που περιείχαν παρόμοια ρύθμιση (καταβολή εισφορών επί του εκάστοτε κατώτατου μισθού ανεξαρτήτως αποδοχών), αναδρομικά πλέον και όπως παραπάνω σχετικά με τα δώρα εορτών κ.λπ., καθώς οι ρυθμίσεις αυτές εντελώς αδικαιολογήτως δεν έχουν εφαρμοστεί εδώ και ένα έτος με συνέπεια να έχουν καταβληθεί από τους ασφαλισμένους και τους εργοδότες τους αχρεωστήτως υψηλά ποσά εισφορών εφάπαξ και επικουρικής (δεδομένου ότι οι ΑΠΔ δεν έχουν διορθωθεί καταλλήλως).
Με την παράγραφο 4 της εγκυκλίου του Υπουργείου Εργασίας με αριθ.Φ80020/44112/Δ15.745/20.10.2016 (ΑΔΑ: 6ΚΒΒ465Θ1Ω-Α2Ο) λύθηκε το θέμα του άρθ. 35 του Ν. 4387/2016 και ορίσθηκε ότι: «Το ποσοστό αναπλήρωσης για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής των δικαιούχων του Ν. 103/75, θα γίνεται 75% αντί 60%, ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για το χρονικό διάστημα που η εισφορά – κράτηση υπέρ του Ν. 103/75 ήταν σε ποσοστό 5%»…
Συνεπώς δεν βλέπω ούτε κατανοώ τον λόγο που η τωρινή ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας από την μία πλευρά κατέκρινε δικαίως κατά την γνώμη μου την προηγούμενη ηγεσία για την λήψη γενικότερα του Ν. 4387/2016, κι από την άλλη όμως ΕΠΑΝΑΦΕΡΕΙ ΣΕ ΙΣΧΥ το άρθ. 35 του Ν. 4387/2016 ως προς τα παραπάνω, και ορίζει τα ΔΣ των Φορέων και την Εθνική Αναλογιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) να αποφασίζουν για το ποσοστό αναπλήρωσης στις περιπτώσεις που η κράτηση γινόταν σε ποσοστό διάφορο του 4% ή 5%, πόσο μάλλον όταν σε σχετική μου επικοινωνία τότε με την ΕΛΣΤΑΤ και την Δνση Δ15 ΕΦΆΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ του Υπουργείου Εργασίας, ως άμεσα ενδιαφερόμενος και δικαιούχος του Ν. 103/75, μου έλεγαν ότι ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ διότι υπάρχει ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΣΥΓΧΙΣΗ ΣΤΟ ΘΕΜΑ κι ότι τα ΔΣ των Φορέων ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΤΕΤΟΙΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΘΟΣΟΝ μεταξλυ των άλλων Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΑ ΑΠΟΒΑΙΝΕΙ ΧΡΟΝΟΒΟΡΑ ΚΑΙ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ μου είχε διαμηνύσει ΕΓΓΡΑΦΩΣ ότι δήλωνε ΑΝΑΡΜΟΔΙΑ να λαμβάνει τέτοιου είδους εγκρίσεις… Εκ των ανωτέρω συνάγεται ως μάλλον άστοχη η σύνταξη του εν λόγω άρθρου 31 του νέου ασφαλιστικού νόμου και παρακαλώ για την ορθή διατύπωση ενός θέματος σύμφωνα με την εγκύκλιο που προανέφερα.
Για το άρθ 31 του νόμου που τροποποιεί την παράγραφο 4 του άρθ. 35 του Ν. 4387/2016 που ορίζει ότι το ποσοστό αναπλήρωσης για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, σε περίπτωση που το ποσοστό εισφοράς θα είναι διάφορο του 4% ή 5%, θα ορίζεται με απόφαση του ΔΣ κάθε φορέα και την σύμφωνη γνώμη της ΕΛΣΤΑΤ: Αυτό θεωρώ ότι είναι ΠΙΣΩΓΥΡΙΣΜΑ καθόσον το εν λόγω θέμα ΕΙΧΕ ΡΥΘΜΙΣΤΕΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΑ από την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας με την εγκύκλιο υπ’ αριθμό Φ80020/44112/Δ15.745/20.10.2016, στην παρ. 4 της οποίας οριζόταν ότι: «Το ποσοστό αναπλήρωσης για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής στους ασφαλισμένους του Ν. 103/75 θα ανέρχεται σε ποσοστό 75% αντί για 60″, ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για όσο χρόνο ασφάλισης η κράτηση υπολογιζόταν σε ποσοστό εισφοράς 5% υπέρ Ν. 103/75», κάτι που προσωπικά το είχα ψάξει πολύ πριν γίνει και το θεωρώ ΛΟΓΙΚΌ, διότι το να ζητείται από τα ΔΣ η σχετική γνωμοδότηση και κατόπιν η έγκριση της ΕΛΣΤΑΤ αποτελούσε αφενός ΠΟΛΥ ΧΡΟΝΟΒΟΡΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ και μάλιστα με πλείστες όσες αντιδράσεις, αφετέρου η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ δήλωνε αναρμόδια να πάρει σχετικές αποφάσεις, έτσι μου είχαν διαμηνύσει τότε που τους ρώτησα ΩΣ ΑΜΕΣΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ ως υπάλληλος δικαιούχος του εφάπαξ του Ν. 103/75. Άλλωστε όταν επικοινωνούσα τότε με την Δνση Δ15 του Υπουργείου Εργασίας (ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ) για να ζητήσω λύση στο πρόβλημα συνέχεια μου έλεγαν ότι ΑΝΑΜΕΝΟΤΑΝ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ, όπως και έγινε με την εγκύκλιο που προανέφερα… Παρακαλώ να ληφθεί ΣΟΒΑΡΟΤΑΤΑ ΥΠΟΨΗ η άποψη παράκληση μου ΝΑ ΜΗΝ ΕΓΚΡΙΘΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 31 όπως προτάθηκε αλλά με τις βελτιώσεις που προσέθεσε η εγκύκλιος του Υπουργείου το 2016…
Για το άρθ 31 του νόμου που τροποποιεί την παράγραφο 4 του άρθ. 35 του Ν. 4387/2016 που ορίζει ότι το ποσοστό αναπλήρωσης για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, σε περίπτωση που το ποσοστό εισφοράς θα είναι διάφορο του 4% ή 5%, θα ορίζεται με απόφαση του ΔΣ κάθε φορέα και την σύμφωνη γνώμη της ΕΛΣΤΑΤ: Αυτό θεωρώ ότι είναι ΠΙΣΩΓΥΡΙΣΜΑ καθόσον το εν λόγω θέμα ΕΙΧΕ ΡΥΘΜΙΣΤΕΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΑ από την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας με την εγκύκλιο υπ’ αριθμό Φ80020/44112/Δ15.745/20.10.2016, στην παρ. 4 της οποίας οριζόταν ότι: «Το ποσοστό αναπλήρωσης για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής στους ασφαλισμένους του Ν. 103/75 θα ανέρχεται σε ποσοστό 75% αντί για 60″, ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για όσο χρόνο ασφάλισης η κράτηση υπολογιζόταν σε ποσοστό εισφοράς 5% υπέρ Ν. 103/75», κάτι που προσωπικά το είχα ψάξει πολύ πριν γίνει και το θεωρώ ΛΟΓΙΚΌ, διότι το να ζητείται από τα ΔΣ η σχετική γνωμοδότηση και κατόπιν η έγκριση της ΕΛΣΤΑΤ αποτελούσε ΠΟΛΥ ΧΡΟΝΟΒΟΡΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ και μάλιστα με πλείστες όσες αντιδράσεις. Άλλωστε όταν επικοινωνούσα τότε με την Δνση Δ15 του Υπουργείου Εργασίας (ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ) για να ζητήσω λύση στο πρόβλημα συνέχεια μου έλεγαν ότι είχα δίκιο κι ότι ΑΠΑΙΤΟΥΤΑΝ ΚΑΙ ΑΝΑΜΕΝΟΤΑΝ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ, όπως και έγινε με την εγκύκλιο που προανέφερα… Παρακαλώ να ληφθεί ΣΟΒΑΡΟΤΑΤΑ ΥΠΟΨΗ η άποψη παράκληση μου ΝΑ ΜΗΝ ΕΓΚΡΙΘΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 31 όπως προτάθηκε αλλά με τις βελτιώσεις που προσέθεσε η εγκύκλιος του Υπουργείου…