Το άρθρο 34 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 34
Χρόνος Ασφάλισης
1. Από 1/1/2020 χρόνος ασφάλισης στον Ε.Φ.Κ.Α. για τους ασφαλισμένους του Κεφαλαίου αυτού είναι:
α. Ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης, ήτοι ο χρόνος ασφαλιστέας απασχόλησης ή ιδιότητας στον Ε.Φ.Κ.Α. ή στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές. Για τους μισθωτούς ως χρόνος ασφάλισης αναγνωρίζεται και ο χρόνος για τον οποίο οφείλονται εισφορές, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.
β. Ο λογιζόμενος χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
γ. Οι πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης του άρθρου 40 του Ν. 2084/1992 (Α` 165), της παρ. 18 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010 (Α` 115), των άρθρων 39, 40 και 41 του Ν. 3996/2011 (Α` 170), του άρθρου 6 παρ.12 και του άρθρου 17 του Ν. 3865/2010 (Α` 120), καθώς και ο χρόνος άσκησης δικηγορίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.1090/1980.
Όπου για την αναγνώριση των πλασματικών αυτών χρόνων ασφάλισης προβλέπεται καταβολή εισφοράς, η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα αναγνωριζόμενου πλασματικού χρόνου ασφάλισης της εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, στο ποσοστό που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς.
Η ως άνω εισφορά υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές του ασφαλισμένου κατά τον τελευταίο μήνα πλήρους απασχόλησης πριν από την υποβολή της αίτησης εξαγοράς, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του άρθρου 38 και εφόσον έχει διακοπεί η απασχόληση, επί των αποδοχών του τελευταίου μήνα απασχόλησης προσαυξανόμενων κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του παρόντος.
Σε περίπτωση ελεύθερου επαγγελματία, αυτοτελώς απασχολούμενου ή ενός από τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα ασφάλισης καταβάλλεται η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 39 και της παρ.1 του άρθρου 40 του παρόντος νόμου ασφαλιστική εισφορά, την οποία έχει επιλέξει ο ασφαλισμένος κατά το έτος υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.
Το συνολικό ποσό της κατά τα ανωτέρω εξαγοράς καταβάλλεται σε τόσες μηνιαίες δόσεις, όσοι είναι και οι μήνες που αναγνωρίζονται. Το ποσό αυτό μπορεί να καταβληθεί εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση 2% για κάθε έτος εξαγοράς.
Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα της κοινοποίησης της απόφασης. Καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται επιβάρυνσή της με τον εκάστοτε προβλεπόμενο τόκο καθυστέρησης.
Σε περίπτωση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης πριν από το χρόνο εξόφλησης της εισφοράς εξαγοράς, παρακρατείται κάθε μήνα από τη σύνταξη και μέχρι την εξόφληση ποσό ίσο με το ¼ του ποσού της σύνταξης. Ειδικά για την αναγνώριση του χρόνου στρατιωτικής υπηρεσίας έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 2 του ν. 1358/1983 όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ.8 του άρθρου 23 του ν.1539/1985.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου οι ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010, έχουν δικαίωμα να αναγνωρίζουν τους πλασματικούς χρόνους ασφάλισης των άρθρων 39, 40 και 41 του Ν. 3996/2011.
δ. Ο χρόνος ασφάλισης που έχει αναγνωριστεί και εξαγοραστεί ή συνεχίζεται η εξαγορά του στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, καθώς και ο χρόνος που έχει προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία. Αναγνωρίσεις χρόνων, οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί με την πλήρη εξόφληση του ποσού της εξαγοράς, συνεχίζονται στον Ε.Φ.Κ.Α. μέχρι την ολοκλήρωσή τους, βάσει των διατάξεων που ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Η αναγνώριση του χρόνου της παρ. 5 του άρθρου 53 του ν. 3518/2006 (Α` 272) εξακολουθεί να είναι σε ισχύ. Οι ασφαλισμένοι καταβάλλουν για κάθε αναγνωριζόμενο χρόνο την προβλεπόμενη από το άρθρο 40 παρ. 1 του παρόντος νόμου ασφαλιστική εισφορά, την οποία έχει επιλέξει ο ασφαλισμένος κατά το έτος υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Φ.Κ.Α. καθορίζεται η διαδικασία καταβολής της ανωτέρω εισφοράς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ρύθμισης.
ε. Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης κατά την παρ. 2.
2. Κάθε ασφαλισμένος του Ε.Φ.Κ.Α., εφόσον παύει να έχει την ασφαλιστέα στον Ε.Φ.Κ.Α. απασχόληση ή ιδιότητα, δικαιούται να συνεχίσει την ασφάλισή του στον Ε.Φ.Κ.Α. προαιρετικά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 18 και 37. Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση των εντασσόμενων φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών συνεχίζουν αυτήν στον Ε.Φ.Κ.Α.
Οι ασφαλισμένοι που έχουν διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς δικαιούνται να συνεχίσουν την ασφάλισή τους στον Ε.Φ.Κ.Α. προαιρετικά στον Κλάδο του τελευταίου εντασσόμενου φορέα υποχρεωτικής ασφάλισής τους. Το ίδιο ισχύει και για τα πρόσωπα που έχουν ήδη υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση των εντασσομένων φορέων, τομέων και κλάδων και συνεχίζουν αυτή στον Ε.Φ.Κ.Α.
3. α) i. Ο χρόνος ασφάλισης μέχρι 31-12-2016 προσώπων που έχουν υπαχθεί καλόπιστα στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, λόγω απασχόλησης ή ιδιότητας, ενώ δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις, και συνεχίζουν από 1/1/2017 να υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. λόγω της ίδιας απασχόλησης ή ιδιότητας, λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στον Ε.Φ.Κ.Α. και οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές δεν επιστρέφονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί απόφαση διαγραφής.
ii. Από την ημερομηνία διαπίστωσης από τα αρμόδια όργανα της μη συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων υπαγωγής και συνέχισης της ασφάλισης, τα ανωτέρω πρόσωπα υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών βάσει της ασκούμενης δραστηριότητας ή της ιδιότητας.
iii. Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση που η διαπίστωση της μη συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων υπαγωγής έχει γίνει μέχρι 31/12/2019, τα προβλεπόμενα στο ανωτέρω εδάφιο εφαρμόζονται από 1/1/2020.
β) Τα αναφερόμενα στην περίπτωση α δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις ασφαλισμένων για τους οποίους έχει χωρίσει λανθασμένη υπαγωγή στην ασφάλιση από 1/1/2017 και εφεξής.
4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται το άρθρο 3 του ν. 1358/1983 (Α` 64), το εδάφιο γ` της παρ. 2 του άρθρου 40 του ν. 2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 18 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010, καθώς και κάθε αντίθετη διάταξη.»