Προστίθεται άρθρο 94Α στον ν. 4387/2016 ως εξής:
1. Από 1-3-2020, όλα τα ασφαλιστέα πρόσωπα του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 76 του νόμου 4387/2016, μεταφέρονται στον e-Ε.Φ.Κ.Α. και θεωρούνται ασφαλισμένοι αυτού. Οι ασφαλισμένοι του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτού, όπως κάθε φορά ισχύουν. Στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης και τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. μεταφέρονται αντίστοιχα όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., ανεξάρτητα από την χρονική περίοδο ασφάλισής τους
2. Οι όροι και προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, ο καθορισμός του ποσού επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ και κάθε άλλη παροχή του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., όπως και κάθε θέμα που δεν προβλέπεται ρητώς στο παρόν, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτού, όπως ισχύουν και έχουν διαμορφωθεί μέχρι την έναρξη λειτουργίας του e–Ε.Φ.Κ.Α. την 1-3-2020. Η πρόβλεψη αυτή καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις κατά τον χρόνο έναρξης της λειτουργίας του e-Ε.Φ.Κ.Α.
3. Χρόνος ασφάλισης για τον κλάδο επικουρικής ασφάλισης και τον κλάδο εφάπαξ παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. είναι ο χρόνος για τον οποίο καταβάλλονται ή οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές για κάθε κλάδο του e-Ε.Φ.Κ.Α. από 1.3.2020 και εφεξής και ο χρόνος ασφάλισης του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., όπως προβλέπεται στο άρθρο 79 του νόμου αυτού.
4. Μέχρι την έκδοση του Ενιαίου Κανονισμού Ασφάλισης και Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α., που θα περιλαμβάνει τον κλάδο επικουρικής ασφάλισης και τον κλάδο εφάπαξ παροχών του εντασσόμενου ταμείου Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών και η γενικότερη νομοθεσία του εντασσόμενου ταμείου Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του παρόντος..
5. Μέχρι τη σύσταση των επιτροπών της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Ν.4387/2016, συνεχίζουν να λειτουργούν οι Διοικητικές Επιτροπές του εντασσόμενου φορέα του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. του άρθρου 80 του ν.4387/2016 με τις ίδιες αρμοδιότητες και το ισχύον θεσμικό καταστατικό τους πλαίσιο, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι 1-3-2020. Τα ως άνω όργανα αποτελούν Διοικητικές Επιτροπές του e-Ε.Φ.Κ.Α. και διέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις εφαρμοζόμενες αναλόγως.
Αξιότιμε Κε Υπουργέ,
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 του νέου Ασφαλιστικού Νόμου – πίνακας 2 – αναγράφεται ότι από το 40,01 και άνω έτος της ασφάλισης το ποσοστό αναπλήρωσης θα είναι 0,50%.
Είναι ευνόητο ότι το ανωτέρω ποσοστό 0,50% είναι πάρα πολύ χαμηλό (σχεδόν μηδενικό) και δεν αποτελεί αφενώς κίνητρο για παραμονή στην εργασία έμπειρων απασχολούμενων, κυρίως ελεύθερων επαγγελματιών. Επίσης, δεν ανταποκρίνεται στην ανταποδοτικότητα των εισφορών στο πλαίσιο της αναλογικής ισότητας και της δίκαιας αντιμετώπισης των ήδη εργαζομένων με πολλά χρόνια άνω των 40 ετών π.χ. 50 ή 60 και πλεόν (προσωπικά έχω 65 έτη που εργάζομαι και καταβάλω τις ασφαλιστικές εισφορές).
Παράκληση να δείτε με διάθεση απονομής δικαιοσύνης το θέμα των εργαζομένων άνω των 40 ετών.
Έτσι αντί να επιβαρύνουν τον ασφαλιστικό φορέα συνταξιοδοτούμενοι σε 40 έτη, συνεχίζουν εργαζόμενοι οπότε προκύπτει σαφής ωφέλεια για τον ΕΦΚΑ αφού, αντί να εισπράττουν συντάξεις τουναντίον καταβάλουν εισφορές και μειώνουν τον εναπομένοντα χρόνο συνταξιοδότησης τους.
Κατόπιν των ανωτέρω προτείνω
– Από 40 έως 50 έτη -2% (2% είναι στον Ν.4387/16 απεριορίστως άνω των 39 ετών)
– Από 50 έως 60 έτη -1,0%
– Άνω των 60 ετών -0,50%
Με εκτίμηση,
Λάζαρος Λαζαρίδης
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
1. Η παράγραφος 2α του άρθρου 8 του ν. 4387/2016 προτείνω να διαμορφωθεί ως εξής:
«2α. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου, κατά την τελευταία δεκαετία ασφάλισής του εφόσον έχει ασφαλιστεί σε κύριο φορέα ασφάλισης μέχρι της ισχύος του παρόντος και καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου για ασφαλισμένους, εφεξής της ισχύος του παρόντος. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια των ετών ασφάλισης που αναλογούν, κατά τις ως άνω περιπτώσεις. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, κατά το διάστημα ασφάλισης που λαμβάνεται υπόψη, σύμφωνα με τα ως άνω διαλαμβανόμενα».
2. Οι συντελεστές που διαμορφώνουν το ποσοστό αναπλήρωσης μετά τα σαράντα (40) συντάξιμα έτη, για λόγους δικαιοσύνης, ανταποδοτικότητας των εισφορών στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικής ισότητας, να διαμορφωθούν ως εξής:
α. Από τα σαράντα (40) έως τα σαράντα πέντε (45) συντάξιμα έτη, σε 2,00% κατ’ έτος.
β. Από τα σαράντα πέντε (45) έως τα πενήντα (50) συντάξιμα έτη, σε 1,50%. κατ’ έτος.
γ. Από τα πενήντα (50) έως τα πενήντα πέντε (55) συντάξιμα έτη, σε 1,00% κατ’ έτος..
δ. Πέραν των πενήντα (55) συνταξίμων ετών, σε 0,50% κατ’ έτος..
3. Αποκατάσταση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων που κατετάγησαν τα έτη 1990-92 (κατηγορία παλαιών ασφαλισμένων), με την ένταξή τους στις μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του Ν.3865/2010, για την αποκατάσταση της ασφαλιστικής ομαλότητας και του περί δικαίου αισθήματος, επί της βάσης της Αρχής της Αναλογικής Ισότητας.
4. Ρύθμιση θεμάτων αναγνώρισης πρόσθετης συντάξιμης υπηρεσίας, που προβλέπονται βάσει του Ν.3865/2010, ως ακολούθως:
«Προκειμένου για τα στελέχη των ΕΔ, ο χρόνος πρόσθετης συντάξιμης υπηρεσίας των τριών (3) ετών, που καθορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 22 του Ν.3865/2010, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος με την καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου/ης και εργοδότη, από τους ενδιαφερόμενους. Οι ανωτέρω εισφορές να υπολογίζονται με ποσοστό 6,67% επί των συντάξιμων αποδοχών, της περιόδου που επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος και με τα οικονομικά δεδομένα που αντιστοιχούσαν τότε».
Στο άρθρο 8, παράγραφος 5 οι συντελεστές αναπλήρωσης δίνονται ανα τριετία. Θα υπάρχει και ενδιάμεση διαβάθμιση κατ’ έτος, π.χ. από 36 σε 37, 37 σε 38, 38 σε 39 και 39 σε 40? Αν κάποιος έχει πχ 38 έτη ποιος συντελεστής ισχύει?
Εάν λάβουμε υπόψη ότι, όλοι οι παλαιοί συνταξιούχοι πριν το Μάιο του 2016, ελάμβαναν πλήρη σύνταξη με 35 έτη εργασίας, σύμφωνα με τους προηγούμενους ασφαλιστικούς νόμους θα έπρεπε τα ποσοστά αναπλήρωσης να είναι στα 35 έτη εργασίας τουλάχιστον 40 % και κατόπιν κάθε χρόνο να αυξάνεται 2 % μέχρι τα 40 έτη εργασίας όπου θα φτάνει ο συντελεστής στο 50 %.