1. Οι εκκρεμείς κατά τη δημοσίευση του παρόντος αιτήσεις για τη χορήγηση του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής ανασφάλιστων υπερηλίκων διεκπεραιώνονται σύμφωνα με το άρθρο 24. Ως εκκρεμείς νοούνται και οι αιτήσεις που τεκμαίρονται ως σιωπηρώς απορριφθείσες.
2. Οι αιτούντες οφείλουν να υποβάλουν και ηλεκτρονική αίτηση στην εφαρμογή του ΟΠΕΚΑ σύμφωνα με το άρθρο 24. Με την ηλεκτρονική αίτηση δηλώνονται και τα στοιχεία ενεργού τραπεζικού λογαριασμού (ΙΒΑΝ) πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί στην Ελλάδα, δικαιούχος ή συνδικαιούχος του οποίου είναι ο εκμισθωτής της κατοικίας που μισθώνει ο αιτών.
3. Το επίδομα καταβάλλεται στον τραπεζικό λογαριασμό του εκμισθωτή αναδρομικά από την έναρξη ισχύος του αναγνωριζόμενου δικαιώματος του δικαιούχου υπερήλικα μέχρι και τον μήνα έκδοσης της εγκριτικής πράξης χορήγησής του.
Από τον επόμενο μήνα της έκδοσης της εγκριτικής πράξης και εντεύθεν, το επίδομα καταβάλλεται στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου υπερήλικα.
4. Εφόσον κατά τη δημοσίευση του παρόντος εκκρεμεί αίτηση και δεν έχει υποβληθεί η δήλωση φορολογίας εισοδήματος που απαιτείται για τον έλεγχο του εισοδηματικού κριτηρίου, επειδή ο αιτών δεν είχε υποχρέωση προς τούτο με βάση την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, ο αιτών υποχρεούται, μετά τη δημοσίευση του παρόντος και μέχρι την υποβολή ηλεκτρονικής αίτησης σύμφωνα με την παρ. 2, να υποβάλει αζημίως δήλωση φορολογίας του εισοδήματός του για το κρίσιμο φορολογικό έτος.
5. Κατ’ εξαίρεση, αν μέχρι την έκδοση εγκριτικής απόφασης επί των εκκρεμών κατά τη δημοσίευση του παρόντος αιτήσεων οι δικαιούχοι του επιδόματος έχουν αιτηθεί και λάβει παράλληλα το επίδομα στέγασης του άρθρου 3 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74), η εγκριτική απόφαση χορήγησης του τελευταίου θεωρείται ανακληθείσα αναδρομικά από το χρονικό σημείο, στο οποίο ανατρέχει η έναρξη του δικαιώματος βάσει της εγκριτικής απόφασης χορήγησης του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής και το ποσό, το οποίο έχει εισπραχθεί εντός της ιδίας χρονικής περιόδου ως επίδομα στέγασης, συμψηφίζεται με το ποσό του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής.
Σχετικά με την καταβολή του επιδόματος (άρθρο 16 παρ. 2 και3), θα έπρεπε να εξεταστεί το ενδεχόμενο να πιστώνεται πάντοτε στο λογαριασμό του εκμισθωτή, για να αποφεύγονται περιπτώσεις μη απόδοσής του από τους ενοικιαστές.
Όσον αφορά στην πρακτική εφαρμογή της σχετικής διάταξης , θα ήταν χρήσιμο να διευκρινιστεί αν θα πρέπει να καταχωρούνται στην ηλεκτρονική εφαρμογή δύο (2) ΙΒΑΝ και πώς το σύστημα θα υπολογίζει στην αναδρομική πληρωμή το ΙΒΑΝ του εκμισθωτή και στις υπόλοιπες πληρωμές το ΙΒΑΝ του ανασφάλιστου υπερήλικα.
Στην παράγραφο 2 και 3 του παρόντος άρθρου, γίνεται αναφορά σε «στοιχεία ενεργού τραπεζικού λογαριασμού (ΙΒΑΝ) πιστωτικού ιδρύματος» και «τραπεζικό λογαριασμό». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα και παραλείπει εντελώς τη δυνατότητα δήλωσης IBANs που αντιστοιχούν σε λογαριασμούς πληρωμών άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. Ιδρύματα Πληρωμών και Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος). Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.
Στην παράγραφο 2 και 3 του παρόντος άρθρου, γίνεται αναφορά σε «στοιχεία ενεργού τραπεζικού λογαριασμού (ΙΒΑΝ) πιστωτικού ιδρύματος» και «τραπεζικό λογαριασμό». Η εν λόγω αναφορά είναι ανακριβής και ατελής καθώς κάνει αναφορά αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα και παραλείπει εντελώς τη δυνατότητα δήλωσης IBANs που αντιστοιχούν σε λογαριασμούς πληρωμών άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. Ιδρύματα Πληρωμών και Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος). Επίσης, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις υπηρεσίες πληρωμών (ενδεικτικά, PSD2 όπως ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με το Ν. 4537/2018 -σε αντικατάσταση της προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας PSD1 και του Ν 3862/2010 αντίστοιχα-) και τη διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου πληρωμών, η οποία εισήγαγε:
– την έννοια του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (και όχι πια «τράπεζας/πιστωτικού ιδρύματος»). Η έννοια αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
– την έννοια του λογαριασμού πληρωμών (και όχι πια «τραπεζικού λογαριασμού») που δύναται να τηρείται από οποιοδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.
Εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα είναι μόνο μία υποκατηγορία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, η αποκλειστική αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα εν προκειμένω εισάγει δυσμενή, αδικαιολόγητη και αντίθετη προς το ευρωπαϊκό δίκαιο διάκριση εις βάρος των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κ.ά.), οι οποίοι διαθέτουν αντίστοιχα στους πελάτες τους τη δυνατότητα τήρησης λογαριασμών πληρωμών.
Διευκρινίζεται πως σε ότι αφορά τις Υπηρεσίες Πληρωμών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 4537/2018, όπου σήμερα στην κείμενη νομοθεσία υφίσταται η διατύπωση περί «τραπεζικού λογαριασμού» ή «λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα», νοείται «λογαριασμός πληρωμών» που τηρείται από οποιοδήποτε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών (κατά τα οριζόμενα στο Ν 4537/2018 ) και όπου «Τράπεζα /Πιστωτικό Ίδρυμα», νοείται «Πάροχος Υπηρεσιών Πληρωμών» κατά τα οριζόμενα στον ίδιο νόμο.