Στην παρ. 11 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990 (Α’ 101) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και η παρ. 11 διαμορφώνεται ως εξής:
«11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη. Η πρόσθετη εργασία μπορεί να παρασχεθεί, εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος και κατά ωράριο που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης. Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση δώδεκα τοις εκατό (12%) επί της συμφωνηθείσας αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει. O μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο. Σε κάθε περίπτωση η πρόσθετη αυτή εργασία δύναται να πραγματοποιηθεί κατ’ ανώτατο όριο μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζομένου.».
Από τη στιγμή που ο εργαζόμενος υποχρεούται να δεχθεί την πρόσθετη εργασία, δεν του «επιτρέπεται σε εργαζόμενο να παρέχει […] εργασία […] σε ώρες που δεν είναι συνεχόμενες με το συμφωνημένο ωράριο του εργαζομένου», όπως αναφέρεται στην Α.ΣΥ.Ρ., αλλά επιτρέπεται στον εργοδότη να επιβάλλει εργασία σε ώρες που δεν είναι συνεχόμενες με το συμφωνημένο ωράριο του εργαζομένου. Χωρίς διατάξεις που προστατεύουν τον εργαζόμενο, όπως αυτές για τα διακεκομμένα ωράρια, η προτεινόμενη τροποποίηση καθιστά τον εργαζόμενος μερικής απασχόλησης ευάλωτο σε έντονη εκμετάλλευση. Ούτως ή άλλως, η νομοθεσία πρέπει να αλλάξει και να επιτρέπει στον εργαζόμενο να αρνηθεί την πρόσθετη εργασία, καθώς οι παρούσες διατάξεις επιτρέπουν την ντε φάκτο μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε πλήρες, χωρίς τη συγκατάθεση του εργαζομένου.
Η προτεινόμενη προσθήκη στη διάταξη του αρ. 38 του ν. 1892/1990 προβλέπει ότι ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση σε πρόσθετη εργασία, «…εάν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη…».
Η διατύπωση της ανωτέρω διάταξης είναι προβληματική, καθώς μάλλον από παραδρομή αναφέρεται ότι η άρνηση του εργαζόμενου είναι αντίθετη στην καλή πίστη, αντί του «η άρνησή του δεν είναι αντίθετη στην καλή πίστη».
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη, η παροχή πρόσθετης εργασίας από τον μερικώς απασχολούμενο αφορά και σε χρόνο που δεν είναι συνεχόμενος με το συμφωνημένο ωράριο εργασίας του, κατόπιν συμφωνίας.
Έχουμε την άποψη ότι η ως άνω δυνατότητα πρόσθετης εργασίας σε μη συνεχόμενο χρόνο πρέπει να απαλειφθεί, καθώς θα οδηγήσει σε περαιτέρω καταστρατηγήσεις.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.ΤΕ. ΟΜΙΛΟΥ ΔΕΗ-ΚΗΕ
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ
ΜΕΛΟΣ ΔΣ Ε.Κ.ΑΘΗΝΑΣ
Η προτεινόμενη προσθήκη στη διάταξη του αρ. 38 του ν. 1892/1990 προβλέπει ότι ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση σε πρόσθετη εργασία, «…εάν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη…».
Η διατύπωση της ανωτέρω διάταξης είναι προβληματική, καθώς μάλλον από παραδρομή αναφέρεται ότι η άρνηση του εργαζόμενου είναι αντίθετη στην καλή πίστη, αντί του «η άρνησή του δεν είναι αντίθετη στην καλή πίστη».
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη, η παροχή πρόσθετης εργασίας από τον μερικώς απασχολούμενο αφορά και σε χρόνο που δεν είναι συνεχόμενος με το συμφωνημένο ωράριο εργασίας του, κατόπιν συμφωνίας.
Έχουμε την άποψη ότι η ως άνω δυνατότητα πρόσθετης εργασίας σε μη συνεχόμενο χρόνο πρέπει να απαλειφθεί, καθώς θα οδηγήσει σε περαιτέρω καταστρατηγήσεις.
Η υπερωριακή απασχόληση που δεν είναι συνέχεια του ωραρίου πρέπει να απαγορεύεται. Θα δημιουργήσει εργαζόμενους σκλάβους . Π.Χ. 4 ώρη απασχόληση σε διανομή 9:00 με 13:00 και υπερωρία στις 22:00 με 24:00 κάνει τον εργαζόμενο Σκλάβο .
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η υπερεργασία ή η υπερωρία να μην είναι απολύτως συνδεδεμένη με το ωράριο εργασίας της σύμβασης. Ειδικά στο χώρο του ντελιβερι αυτό θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στους εργαζόμενους .
Επί του άρθρου 56 (Μέρος IV, Κεφάλαιο Α) του νομοσχεδίου –
Παροχή πρόσθετης εργασίας από εργαζομένους μερικής απασχόλησης:
Να προβλεφθεί και να προστεθεί ειδική ρύθμιση στην παρ. 11 του άρθρου 38 του Ν. 1892/1990, με την οποία να ορίζεται ότι το δικαίωμα προσαύξησης της αμοιβής (σε ποσοστό 12%) δεν ισχύει για τους εργαζομένους που απασχολούνται σε επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται σε αερολιμένες και ιδίως σε επιχειρήσεις επίγειας εξυπηρέτησης και που παρέχουν πρόσθετη εργασία κατά την έννοια του νόμου, λόγω της φύσης της εργασίας που ενέχει απρόβλεπτες μεταβολές του έργου (καθυστερήσεις πτήσεων λόγω καιρικών συνθηκών ή τεχνικών θεμάτων ή θεμάτων ασφάλειας κ.ά.).
Προς αποφυγή παρανοήσεων, στην τέταρτη περίοδο της παρ. 11 του άρθρου 38 του Ν. 1892/1990 θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά, ότι το δικαίωμα του εργαζομένου να αρνηθεί την παροχή πρόσθετης εργασίας, όταν αυτή λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο, δεν καταλαμβάνει την περίπτωση και δεν ισχύει, εφόσον με έγγραφη συμφωνία των μερών (εργοδότη και εργαζομένου) έχει συμφωνηθεί διαφορετικά.
Η τροποποίηση του άρθρου 56 αποτελεί προσπάθεια ηθελημένης ασάφειας λόγω όρων που παραμένουν αδιευκρίνιστοι, την οποία μπορούν να εκμεταλλευτούν κατά το δοκούν οι εργοδότες. Παραδείγματα νομιμοποίησης δυνητικών παρατατικών συμπεριφορών κατά του εργαζομένου που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο αποτελούν τα παρακάτω παραδείγματα:
1) Η έννοια της ανάγκης δεν διασαφηνίζεται ενώ η σχέση της με την έννοια της καλής πίστης δεν είναι σε καμία περίπτωση αμοιβαία. Οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί ανάγκη από πλευράς του εργοδότη δικαιολογείται βάσει του άρθρου 56 εις βάρος του εργαζομένου χωρίς να εξασφαλίζεται όμως η καλή πίστη του εργοδότη.
2) Η άρνηση της παροχής εργασίας πέραν της συμφωνημένης στην περίπτωση της ημιαπασχόλησης είναι εξίσου προβληματικά διατυπωμένη. Προτείνουμε τον ορισμό του «συνήθη τρόπου», όρος ο οποίος έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την έννοια της έκτακτης αναγκαιότητας η οποία προαναφέρεται στο άρθρο.
προτείνουμε να αντικατασταθεί ως εξης
«Στην παρ. 11 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990 (Α’ 101) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και η παρ. 11 διαμορφώνεται ως εξής:«11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη. Η πρόσθετη εργασία μπορεί να παρασχεθεί, εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος και κατά ωράριο που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης. Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση δώδεκα τοις εκατό (12%) επί της συμφωνηθείσας αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει. Σε κάθε περίπτωση η πρόσθετη αυτή εργασία δύναται να πραγματοποιηθεί κατ’ ανώτατο όριο μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζομένου».
Προτείνεται να διαγραφεί η πρόταση:»O μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.»
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει πρόσθετη εργασία σε μη συνεχόμενο ωράριο, καθώς δεν μπορεί να ελεγχθεί από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς ότι πρόκειται πέρι πρόσθετης εργασίας. Αυτό που θα γίνει είναι να δηλώνεται πάλι ψευδώς το ωράριο εργασίας, να υπό αμείβεται και να επιβαρύνεται ο εργαζόμενος και να μην γίνονται προσλήψεις για τις πραγματικές θέσεις εργασίας που έχει μία επιχείρηση. Ας σημειωθεί ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων ο εργαζόμενος μετακινείται σε μεγάλη απόσταση για να παράσχει την εργασία του. Τι θα γίνει σε αυτές τις περιπτώσεις; Όταν χρειάζεται μια ώρα να πάει και μία ώρα να γυρίσει στο πόστο του; Πώς θα το αντέξει; Πώς θα προστατευθεί; Με την άρνηση του μόνο, όσο ελλοχεύει η απόλυση; Η εν λόγω ρύθμιση πρέπει να καταργηθεί.
Με το ΣχΝ προστίθεται ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία μπορεί να παρασχεθεί πρόσθετη εργασία από εργαζόμενο μερικής απασχόλησης, εφόσον συμφωνεί ο ίδιος, και κατά ωράριο που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας.
Η μερική απασχόληση όπως είναι γνωστό είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη στη χώρα μας. Η δυνατότητα παροχής επιπλέον εργασίας από εργαζόμενους μερικής απασχόλησης και μάλιστα σε χρόνο που δεν είναι συνεχόμενος με αυτόν της μερικής απασχόλησης, πρόκειται να απορρυθμίσει πλήρως και να κατακερματίσει την ιδιωτική ζωή των μερικώς απασχολούμενων
Στο ισχύον δίκαιο προβλέπεται η δυνατότητα επιπλέον εργασίας των μερικώς απασχολούμενων με προσαύξηση δώδεκα τοις εκατό (12%) επί της συμφωνηθείσας αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει. Δεν υπάρχει πρόβλεψη ότι η εργασία μπορεί να παρέχεται σε χρόνο μη συνεχόμενο.
Σχετικά με τη διάταξη του αρ. 56 – Παροχής πρόσθετης εργασίας από μερικώς απασχολούμενους
Η προτεινόμενη προσθήκη στη διάταξη του αρ. 38 του ν. 1892/1990 προβλέπει ότι ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση σε πρόσθετη εργασία, «…εάν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη…».
Η διατύπωση της ανωτέρω διάταξης είναι προβληματική, καθώς μάλλον από παραδρομή αναφέρεται ότι η άρνηση του εργαζόμενου είναι αντίθετη στην καλή πίστη, αντί του «η άρνησή του δεν είναι αντίθετη στην καλή πίστη».
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη, η παροχή πρόσθετης εργασίας από τον μερικώς απασχολούμενο αφορά και σε χρόνο που δεν είναι συνεχόμενος με το συμφωνημένο ωράριο εργασίας του, κατόπιν συμφωνίας.
Έχουμε την άποψη ότι η ως άνω δυνατότητα πρόσθετης εργασίας σε μη συνεχόμενο χρόνο πρέπει να απαλειφθεί, καθώς θα οδηγήσει σε περαιτέρω καταστρατηγήσεις.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.ΤΕ. ΟΜΙΛΟΥ ΔΕΗ-ΚΗΕ
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ
ΜΕΛΟΣ ΔΣ Ε.Κ.ΑΘΗΝΑΣ
Η προτεινόμενη προσθήκη στη διάταξη του αρ. 38 του ν. 1892/1990 προβλέπει ότι ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση σε πρόσθετη εργασία, «…εάν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη…».
Η διατύπωση της ανωτέρω διάταξης είναι προβληματική, καθώς μάλλον από παραδρομή αναφέρεται ότι η άρνηση του εργαζόμενου είναι αντίθετη στην καλή πίστη, αντί του «η άρνησή του δεν είναι αντίθετη στην καλή πίστη».
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη, η παροχή πρόσθετης εργασίας από τον μερικώς απασχολούμενο αφορά και σε χρόνο που δεν είναι συνεχόμενος με το συμφωνημένο ωράριο εργασίας του, κατόπιν συμφωνίας.
Έχουμε την άποψη ότι η ως άνω δυνατότητα πρόσθετης εργασίας σε μη συνεχόμενο χρόνο πρέπει να απαλειφθεί, καθώς θα οδηγήσει σε περαιτέρω καταστρατηγήσεις.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,
2. Σχετικά με τη διάταξη του αρ. 56 – Παροχής πρόσθετης εργασίας από μερικώς απασχολούμενους
Η προτεινόμενη προσθήκη στη διάταξη του αρ. 38 του ν. 1892/1990 προβλέπει ότι ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση σε πρόσθετη εργασία, «…εάν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του είναι αντίθετη με την καλή πίστη…».
Η διατύπωση της ανωτέρω διάταξης είναι προβληματική, καθώς μάλλον από παραδρομή αναφέρεται ότι η άρνηση του εργαζόμενου είναι αντίθετη στην καλή πίστη, αντί του «η άρνησή του δεν είναι αντίθετη στην καλή πίστη».
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη, η παροχή πρόσθετης εργασίας από τον μερικώς απασχολούμενο αφορά και σε χρόνο που δεν είναι συνεχόμενος με το συμφωνημένο ωράριο εργασίας του, κατόπιν συμφωνίας.
Έχουμε την άποψη ότι η ως άνω δυνατότητα πρόσθετης εργασίας σε μη συνεχόμενο χρόνο πρέπει να απαλειφθεί, καθώς θα οδηγήσει σε περαιτέρω καταστρατηγήσεις.
Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενέργειας , ημερομηνία 25/5/2021
Το καινούργιο που προσθέτει αυτός ο νόμος έιναι η διάταξη:
«Η πρόσθετη εργασία μπορεί να παρασχεθεί, εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος και κατά ωράριο που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης».
Οσοι έχουν εργαστει γνωριζουν πως το να παρέχεις εργασία σε μη συνεχόμενο ωράριο είναι μεγάλη φθορά γιατί πέραν της εργασιας είναι και ο κόπος και ο χρόνος της μετάβασης απο και προς την εργασια καθώς και ότι δεν μπορείς πλέον να προγραμματίσεις κάποια προσωπική σου δραστηριότητα στον ελεύθερο χρόνο σου. Μια τέτοια πρακτική λοιπόν φθείρι ποικιλοτρόπως τον εργαζόμενο και δεν μπορεί να ισοσταθμιστεί μόνο με την αύξηση των αποδοχών κατά 12%, ο δε προστατευτικός φερετζές «εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος» είναι για γέλια..
Να αποσυρθεί αυτή η διάταξη ειδάλλως να αυξηθεί η αμοιβή στο 25% και η σύμφωνη γνώμη του εργαζομένου να δηλώνεται όχι μόνο στον εργοδότη αλλά υποχρεωτικά και απευθείας στην επιθεώρηση εργασίας.
Δεν μπορεί η μόνη δικλείδα ασφαλείας από την καταχρηστική και κακόπιστη υπέρβαση του ωραρίου της μερικής απασχόλησης να είναι το δικαίωμα άρνησης του εργαζόμενου. Είναι υπερβολικά μεγάλη πίεση όταν φοβάται κανείς την ανεργία. Πρέπει να υπάρχει δυνατότητα για πρόσθετη εργασία αλλά χρειάζεται κάποιο προστατευτικό μέτρο κατά της κατάχρησης, όπως κάποια διοικητική κύρωση ή «αστική ποινή» . Αλλιώς ανοίγει η πόρτα για *αδιαφανείς* όρους εργασίας.
δεν θα χρειαστει να γινει αυτό γιατι ο μερικως απασχολουμενως θα περισευει αφου ο εργοδοτης θα καλυπτεται από τους 10ωρους
Πρέπει επιπρόσθετα να προβλεφθεί για τον εργαζόμενο που θα του ζητηθεί από την επιχείρηση να προσέλθει σε ωράριο που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, να υπάρχει μεταξύ των δύο ωραρίων τουλάχιστον ένα κενό τριών (3) ωρών .
ΑΡΘΡΟ 56
ΕΧΕΙ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΝΑ ΑΡΝΗΘΕΙ Ο ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟΣΟΥΣ ΑΝΕΡΓΟΥΣ ΕΚΕΙ ΕΞΩ;
ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΩΣ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΥΣ ΜΕ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΥΕΛΙΚΤΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΠΟΤΕ ΘΕΛΕΙ Ο ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ, ΔΗΛΑΔΗ ΣΥΜΦΕΡΕΙ ΚΑΤΙ ΜΕΤΑΞΥ ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ