1. Σε περίπτωση παραβίασης των άρθρων 5 έως και 11 από τον εργοδότη επιβάλλεται, ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων, πρόστιμο για καθεμία παράβαση, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου, κατά τις γενικές διατάξεις του ν. 3850/2010 (Α’ 84) για την τήρηση των κανόνων υγείας και ασφάλειας στην εργασία και εντός του πλαισίου κυρώσεων του άρθρου 24 του ν. 3996/2011.
Στην περίπτωση αυτή, εάν ο εργοδότης μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής του προστίμου συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του οργάνου που διενήργησε τον έλεγχο, παραιτηθεί από την άσκηση των ενδίκων βοηθημάτων και εφαρμόζει εφεξής τη κείμενη εργατική νομοθεσία, εξαιτίας της παράβασης της οποίας του επεβλήθη το πρόστιμο, τότε το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε αρχικώς μειώνεται κατά τριάντα τοις εκατό (30%), με αιτιολογημένη πράξη του οργάνου που το επέβαλε.
Η επανάληψη κάποιας εκ των ανωτέρω παραβάσεων μέσα σε διάστημα τεσσάρων (4) ετών από τη διενέργεια του αρχικού ελέγχου θεωρείται υποτροπή και, πλέον του νέου διοικητικού προστίμου, συνεπάγεται μη χορήγηση της έκπτωσης σε οποιαδήποτε περίπτωση.
2. Σε περίπτωση παραβίασης των άρθρων 4, 12, 13 και ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων, επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του εργοδότη εντός του πλαισίου κυρώσεων του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 ως εξής:
α) Εφόσον ο εργοδότης παραβιάζει την απαγόρευση του άρθρου 4, επιβάλλεται πρόστιμο με αιτιολογημένη πράξη του οργάνου που διενήργησε τον έλεγχο. Η παράβαση του άρθρου 13 συνιστά επιβαρυντική περίσταση και επισύρει αυξημένο πρόστιμο. Το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε αρχικώς δεν δύναται να μειωθεί επί επιγενόμενης συμμόρφωσης του εργοδότη.
β) Εφόσον το άρθρο 4 παραβιάζεται από εργαζόμενο ή άλλο πρόσωπο κατά το άρθρο 3, πλην του εργοδότη και ο εργοδότης παραβιάζει τις υποχρεώσεις του κατά την παρ. 2 του άρθρου 12 ή του άρθρου 13, επιβάλλεται πρόστιμο με αιτιολογημένη πράξη του οργάνου που διενήργησε τον έλεγχο. Η παράβαση και του άρθρου 12 παρ. 2 και του άρθρου 13 σωρευτικά συνιστά επιβαρυντική περίσταση και επισύρει αυξημένο πρόστιμο. Εάν ο εργοδότης συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του οργάνου που διενήργησε τον έλεγχο και παραιτηθεί από την άσκηση των ενδίκων βοηθημάτων μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής του προστίμου, τότε το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε αρχικώς μειώνεται κατά τριάντα τοις εκατό (30%) με αιτιολογημένη πράξη του οργάνου που το επέβαλε.
3. Εφόσον πιθανολογείται επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία ή την ασφάλεια εργαζομένου από περιστατικό ή τη συμπεριφορά βίας ή παρενόχλησης, εκδίδεται εντολή με άμεση ισχύ προς τον εργοδότη να λάβει ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω προσωρινά μέτρα διάρκειας έως ότου παύσει αποδεδειγμένα να υφίσταται ο επικείμενος κίνδυνος:
α) απομάκρυνση του καταγγέλλοντος από τον χώρο εργασίας με καταβολή πλήρων των αποδοχών,
β) αλλαγή βαρδιών του προσωπικού,
γ) μετακίνηση σε άλλο τμήμα εργασίας με παρεμφερή καθήκοντα,
δ) απασχόληση με τηλεργασία ή εξ αποστάσεως εργασία αναλόγως προς τη φύση των καθηκόντων.
Τα παραπάνω προσωρινά μέτρα μπορούν να επιβληθούν από τον διεξάγοντα τη διαδικασία Επιθεωρητή Εργασίας σε κάθε στάδιο μετά την αίτηση για την εργατική διαφορά ή από το αρμόδιο να επιληφθεί του ελέγχου όργανο ακόμα και πριν τη διενέργεια αυτού και μπορούν να ανακαλούνται ή να διατηρούνται με το πόρισμα επί της διαφοράς ή του ελέγχου.
Σε περίπτωση που ο εργοδότης δεν εκτελεί τα οριζόμενα στην εντολή μέτρα, επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε ημέρα παράλειψης εφαρμογής του μέτρου από την ημερομηνία εκτέλεσης που ορίζει η εντολή.
4. Κατά της πράξης επιβολής προστίμου ή των διοικητικών μέτρων μπορεί να ασκηθεί από τον εργοδότη η προσφυγή του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 (Α’ 170). Η άσκηση προσφυγής από τον εργοδότη δεν αναστέλλει την εκτέλεση αυτών.
Η επανάληψη κάποιας εκ των παραβάσεων της του άρθρου αυτού μέσα σε διάστημα τεσσάρων (4) ετών από τη διενέργεια του αρχικού ελέγχου θεωρείται υποτροπή και επιβάλλεται, με αιτιολογημένη πράξη του Ειδικού Επιθεωρητή ή του Διευθυντή της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου Επιθεωρητή Εργασίας, προσωρινή διακοπή της λειτουργίας συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας ή τμήματος ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης για χρονικό διάστημα μέχρι πέντε (5) ημερών, πλέον του νέου διοικητικού προστίμου.
Η εκτέλεση της διοικητικής κύρωσης της προσωρινής διακοπής γίνεται από την αρμόδια αστυνομική αρχή. Ο χρόνος προσωρινής διακοπής λογίζεται ως κανονικός χρόνος εργασίας ως προς όλα τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Άρθρο 19
Α)
Οι προβλεπόμενες ποινές είναι μονοδιάστατες και προάγουν την κακόβολη πρόθεση του καταγγέλλοντος σε βάρος του εργοδότη ή και του συναδέλφου. Θα πρέπει να προβλέπονται εξίσου ισοβαρείς ποινές για τους κακόβουλους καταγγέλλοντες.
Για να αποφευχθούν οι άσκοπες και κακόβουλες καταγγελίες που επηρεάζουν αρνητικά τη φήμη της οικονομικής οντότητας , θα πρέπει να προβλεφθεί ότι το αρμόδιο όργανο , εν προκειμένου η Επιθεώρηση Εργασίας, να είναι δέσμιο σε έκδοσης καταδικαστικής απόφασης, είτε σε βάρος του καταγγελλόμενου, είτε σε βάρος του καταγγέλλοντος.
Β)
Η φράση «πλήρων των αποδοχών» είναι αόριστη και οδηγεί σε παρερμηνεία καθώς και σε παραβίαση της έννοιας του μισθού που αυτός καταβάλλεται υπό τη προϋπόθεση παροχής ανταποδοτικής εργασίας.
Για το λόγο αυτό η πρόταση «απομάκρυνση του καταγγέλλοντος από το χώρο εργασίας με καταβολή πλήρων των αποδοχών» να αντικατασταθεί με τη φράση «απομάκρυνση του καταγγέλλοντος από το χώρο εργασίας με καταβολή πλήρης αποζημίωσης απόλυσης».
Γ)
Η Επιθεώρηση Εργασίας και οποιοδήποτε άλλο όργανο της πολιτείας στερείται το δικαίωμα παρέμβασης της οργάνωσης της ιδιωτικής παραγωγής.
Για το λόγο αυτό η φράση «η επιθεώρηση εργασίας ….. να εκδίδεται εντολή με άμεση εκτελεστική ισχύ προς τον εργοδότη να λάβει ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω προσωρινά μέτρα» να αντικατασταθεί με τη φράση «η επιθεώρηση εργασίας ….. να εκδίδεται εντολή με άμεση εκτελεστική ισχύ προς τον εργοδότη να επιλέξει ένα από τα παρακάτω προσωρινά μέτρα»
Δ)
Για την στελέχωση του νέου οργάνου στο νομοσχέδιο προτείνεται να είναι :
Δύο (2) θέσεις ΠΕ Νομικών, μία (1) θέση ΠΕ Πληροφορικής, μια (1) θέση ΠΕ
Στατιστικολόγων, δύο (2) θέσεις ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού.
Όμως, οι εξέταση καταγγελιών που επηρεάζουν την ιδιωτική οικονομία , τόσο των εργαζομένων όσο και των επιχειρήσεων θα πρέπει να γίνεται από επιστήμονες που μπορούν να κατανοήσουν την ποιοτική και ποσοτική έκταση του προβλήματος. Για το λόγο αυτό προτείνεται το όργανο να απαρτίζεται από
Δύο (2) θέσεις ΠΕ Νομικών, δύο (2) θέσεις ΠΕ Οικονομικού , μία θέση ΠΕ Ψυχολόγων, μια θέση ΠΕ/ΤΕ Κοινωνικών Λειτουργών.
Στο ανωτέρω όργανο να προεδρεύει ο αρχαιότερος υπάλληλος. Σε περίπτωση που δεν είναι εφικτή η σύνθεση του ανωτέρω οργάνου από στελέχη της επιθεώρησης εργασίας με τα συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά, ο προϊστάμενος της υπηρεσίας να μπορεί να απευθύνει πρόσκληση σε άλλες υπηρεσίες της ίδια Περιφερειακής Ενότητας και να συγκροτεί το νέο όργανο σύμφωνα με τα ανωτέρω ποιοτικά χαρακτηριστικά. Η διάρκεια του οργάνου να είναι για ένα έτος. Τα μέλη του οργάνου να μην αμείβονται.
στην παράγραφο 4 να διορθωθεί ως εξης
«η άσκηση προσφυγής από τον εργοδότη αναστέλλει την εκτέλεση αυτών.
στην παράγραφο 2α η πιο κάτω ενότητα πρέπει να διαγραφεί
«η παράβαση του άρθρου 13 συνιστά επιβαρυντική περίσταση και επισύρει αυξημένο πρόστιμο. το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε αρχικώς δεν δύναται να μειωθεί επί επιγενόμενης συμμόρφωσης του εργοδότη»
Προτείνεται η τροποποίηση ως ακολούθως:
2α) Εφόσον ο εργοδότης παραβιάζει την απαγόρευση του άρθρου 4, επιβάλλεται πρόστιμο με αιτιολογημένη πράξη του οργάνου που διενήργησε τον έλεγχο.
Να διαγραφεί:
«Η παράβαση του άρθρου 13 συνιστά επιβαρυντική περίσταση και επισύρει αυξημένο πρόστιμο. Το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε αρχικώς δεν δύναται να μειωθεί επί επιγενόμενης συμμόρφωσης του εργοδότη.»
4. Κατά της πράξης επιβολής προστίμου ή των διοικητικών μέτρων μπορεί να ασκηθεί από τον εργοδότη η προσφυγή του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 (Α’ 170). Η άσκηση προσφυγής από τον εργοδότη δεν αναστέλλει την εκτέλεση αυτών.
Η επανάληψη κάποιας εκ των παραβάσεων της του άρθρου αυτού μέσα σε διάστημα τεσσάρων (4) ετών από τη διενέργεια του αρχικού ελέγχου θεωρείται υποτροπή και επιβάλλεται, με αιτιολογημένη πράξη του Ειδικού Επιθεωρητή ή του Διευθυντή της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου Επιθεωρητή Εργασίας, προσωρινή διακοπή της λειτουργίας συγκεκριμένης
παραγωγικής διαδικασίας ή τμήματος ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης για χρονικό διάστημα μέχρι πέντε (5) ημερών, πλέον του νέου διοικητικού προστίμου. Η εκτέλεση της διοικητικής κύρωσης της προσωρινής διακοπής γίνεται από την αρμόδια αστυνομική αρχή. Ο χρόνος προσωρινής διακοπής λογίζεται ως κανονικός χρόνος εργασίας ως προς όλα τα δικαιώματα των εργαζομένων.