1. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου δικαιούνται μηνιαία επικουρική σύνταξη αναπηρίας, εφόσον λαμβάνουν σύνταξη για την αυτή αιτία από τον φορέα κύριας ασφάλισής τους και για όσο χρόνο διαρκεί η καταβολή αυτής.
2. Το ύψος της μηνιαίας επικουρικής σύνταξης αναπηρίας υπολογίζεται με βάση το υπόλοιπο του ατομικού λογαριασμού του ασφαλισμένου κατά την έκδοση της απόφασης απονομής σύνταξης αναπηρίας από τον φορέα κύριας ασφάλισης.
3. Για τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης αναπηρίας, το υπόλοιπο του ατομικού λογαριασμού του ασφαλισμένου δεν μπορεί να υπολείπεται του κεφαλαίου που θα είχε συσσωρευτεί στην περίπτωση ασφαλισμένου στο Ταμείο με δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης και αποδοχές ίσες με τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό υπαλλήλου για πλήρη απασχόληση, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί κατά την επέλευση του κινδύνου. Σε αντίθετη περίπτωση, η διαφορά καλύπτεται με μεταβίβαση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
4. Εάν η επικουρική σύνταξη αναπηρίας καταβάλλεται για προσδιορισμένο χρονικό διάστημα λόγω προσωρινής αναπηρίας και εφόσον αυτή διακοπεί, για τον υπολογισμό ποσού σύνταξης εκ νέου, ανεξαρτήτως της νέας κατηγορίας σύνταξης στην οποία εμπίπτει ο ασφαλισμένος, λαμβάνονται υπόψη και τα ποσά των καταβολών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της προσωρινής αναπηρίας. Στην περίπτωση αυτή ο ατομικός λογαριασμός του ασφαλισμένου δεν καταργείται.