Άρθρο 38 Πλαίσιο αξιολόγησης και λογοδοσίας επιλέξιμων παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης

 

1. Με απόφαση του Διοικητή της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α.), που εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Δεξιοτήτων, καταρτίζεται και υλοποιείται πλαίσιο αξιολόγησης και λογοδοσίας των επιλέξιμων παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης και καθορίζονται οι λεπτομέρειες υλοποίησής του. Το πλαίσιο αυτό ορίζει, ιδίως:
α) την υλοποίηση της συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης,
β) την εκ των υστέρων αξιολόγηση εισροών και εκροών, στην οποία περιλαμβάνονται και τα ορόσημα επίδοσης των επιλέξιμων παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης,
γ) το σύστημα λογοδοσίας και
δ) τη σύνδεση της αμοιβής των επιλέξιμων παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης με την επίδοσή τους. Ο έλεγχος συμμόρφωσης προς το πλαίσιο αξιολόγησης και λογοδοσίας διενεργείται από τη Δ.ΥΠ.Α. και είναι απαραίτητος για τη διατήρηση της ιδιότητας των παρόχων ως επιλέξιμων και τη διατήρησή τους στο Μητρώο Επιλέξιμων Παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής Κατάρτισης.
2. Η αξιολόγηση των παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης γίνεται βάσει της επίδοσης του αξιολογούμενου παρόχου σε κάθε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης, στο οποίο συμμετέχουν και είναι ανεξάρτητη από τους ελέγχους της παρ. 4 του άρθρου 37. Στα ορόσημα της περ. β) της περ. 1 περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:
α) το ποσοστό των καταρτισθέντων που βρήκε εργασία εντός τριών (3), έξι (6) και δώδεκα (12) μηνών μετά τη λήξη της κατάρτισης στο αντικείμενό τους ή, εάν πρόκειται για εργαζομένους που καταρτίσθηκαν, το ποσοστό αυτών που βρήκε νέα εργασία στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα,
β) η αξιολόγηση του παρόχου από τους καταρτισθέντες,
γ) το ποσοστό των καταρτισθέντων που πιστοποιείται.
3. Η αξιολόγηση της περ. β) της παρ. 1 καταλήγει σε βαθμολογία για την επίδοση του παρόχου στο πρόγραμμα επιδοτούμενης κατάρτισης, η οποία εκφράζεται σε αριθμητική κλίμακα, ως εξής: (1) κακή, (2) ανεπαρκής, (3) ικανοποιητική, (4) πολύ καλή, (5) άριστη. Οι βαθμοί 1-2 αντιστοιχούν σε αρνητική αξιολόγηση, οι βαθμοί 3-4 σε επαρκή θετική αξιολόγηση και ο βαθμός 5 σε άριστη θετική αξιολόγηση. Δεν μπορεί να βαθμολογηθεί με βαθμό 3 ή μεγαλύτερο η επίδοση παρόχου σε πρόγραμμα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, εάν δεν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταρτισθέντων να βρήκε εργασία εντός 12 μηνών,
β) το πρόγραμμα έχει αξιολογηθεί θετικά από τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό (80%) των καταρτισθέντων και
γ) έχει πιστοποιηθεί τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό (80%) των καταρτισθέντων που έχουν περαιώσει την παρακολούθηση του προγράμματος.

  • 29 Μαρτίου 2022, 18:38 | Λ. Τρικαλινού

    Η εύρεση εργασίας είναι πράγματι ένα σύνθετο αντικείμενο και εφόσον αποτελεί κριτήριο ύπαρξης για τα ΚΔΒΜ, τότε θα πρέπει να αναγνωριστεί επίσης ότι έχουν αρμοδιότητα να ασκούν συμβουλευτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες επαγγελματικού προσανατολισμού, ως επιπλέον της συνήθους δραστηριότητας τους. Αν, όπως φαίνεται στο νομοσχέδιο η συμβουλευτική υποστήριξη του ανέργου για να βρει δουλειά είναι αρμοδιοτητα του ΟΑΕΔ (βλ.ενδεικτικά άρθρο 20), τότε γιατί θα κρίνεται το ΚΔΒΜ από αυτό;

  • 29 Μαρτίου 2022, 17:53 | ΜΥΡΩΝ ΚΑΤΙΚΑΡΙΔΗΣ

    Η εισαγωγή ως κριτήριο των παρόχων κατάρτισης ως προς την εύρεση εργασίας σε τουλάχιστον 50% των καταρτιζομένων και τιμωρώντας τα ΚΔΒΜ, εάν δεν το πετύχουν με διετή αποκλεισμό από την επαγγελματική δραστηριοποίηση, δεν μπορεί να είναι ρόταση φορέων που έχουν την ευθύνη προώθησης στην αγορά εργασίας όπως ο ΟΑΕΔ ή το Υπ.Εργασίας. Σε προκηρυσσόμενα προγράμματα κατάρτισης λοιπόν, μπορεί να προβλεφθεί αμοιβή επιπλέον, πέρα της αμοιβής κατάρτισης, για τα ΚΔΒΜ που μετατρέπουν κάρτες ανεργίας σε εργασίας, όπως ήδη γίνεται με τα προγράμματα voucher. Σε καμία περίπτωση όμως αυτό δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο αξιολόγησής και βιωσιμότητας. Η εύρεση εργασίας όμως ελάχιστα συνδέεται με την Συνεχιζόμενη Επαγγελματική Κατάρτιση. Πρωτίστως σχετίζεται με την κεντρική πολιτική της κυβέρνησης, τα περιφερειακά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας, το εκπαιδευτικό επίπεδο των συμμετεχόντων. Τα Πανεπιστήμια τιμωρούνται για την πληθώρα ανέργων πτυχιούχων? Τους στερήθηκε το δικαίωμα εκπαίδευσης επειδή οι απόφοιτοί τους δεν βρήκαν εργασία?
    Δεν μπορεί να αποτελεί οριζόντιο κριτήριο αξιολόγησης η πρόσληψη του 50% των συμμετεχόντων σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές της χώρας και ανεξαρτήτως εκπαιδευτικού επιπέδου και χρόνου ανεργίας, ιδιαίτερα σε περίοδο που υπάρχει πανδημία. Δεν μπορεί τους συμμετέχοντες σε πρόγραμμα κατάρτισης, να τους επιλέγει η ΔΥΠΑ, να τους υποδεικνύει το πρόγραμμα, το ΚΔΒΜ να έχει την επιτυχή και πιστοποιημένη υλοποίηση του προγράμματος και να αξιολογείται γιατί ένας μακροχρόνια άνεργος (5 έτη άνεργος) σε αγροτική περιοχή, βασικής εκπαίδευσης, δεν μπορεί να βρεί εργασία ως στέλεχος πληροφορικής αφού έχει εκπαιδευθεί για 80 ώρες. Δεν μπορούν να ισχύουν οι ίδιοι όροι απασχόλησης μετά την κατάρτιση για αποφοίτους στη Θράκη ή τη Μακεδονία (χαμηλότατοι δείκτες ανάπτυξης της απασχόλησης) με καταρτιζόμενους πτυχιούχους στην Αττική ή την Θεσσαλονίκη. Δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες κατάρτισης ή στήριξης στην απασχόληση, οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και οι απόφοιτοι υποχρεωτικής εκπαίδευσης.

    Είναι σημαντικό να διασαφηνισθεί ότι οι ίδιοι κανόνες λειτουργίας και βιωσιμότητας θα ισχύουν για τον ιδιωτικό τομέα των ΚΔΒΜ και για τα ΚΔΒΜ των Πανεπιστημίων ή άλλων φορέων και Υπουργείων.

  • 15. Άρθρο 38-Πλαίσιο αξιολόγησης και λογοδοσίας επιλέξιμων παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης
    Η παρ. 3 να συμπληρωθεί ως ακολούθως:
    «3. Η αξιολόγηση της περ. β) της παρ. 1 καταλήγει σε βαθμολογία για την επίδοση του παρόχου στο πρόγραμμα επιδοτούμενης κατάρτισης, η οποία εκφράζεται σε αριθμητική κλίμακα, ως εξής: (1) κακή, (2) ανεπαρκής, (3) ικανοποιητική, (4) πολύ καλή, (5) άριστη. Οι βαθμοί 1-2 αντιστοιχούν σε αρνητική αξιολόγηση, οι βαθμοί 3-4 σε επαρκή θετική αξιολόγηση και ο βαθμός 5 σε άριστη θετική αξιολόγηση. Δεν μπορεί να βαθμολογηθεί με βαθμό 3 ή μεγαλύτερο η επίδοση παρόχου σε πρόγραμμα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, εάν δεν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
    α) τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταρτισθέντων να βρήκε εργασία εντός 12 μηνών,
    β) το πρόγραμμα έχει αξιολογηθεί θετικά από τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό (80%) των καταρτισθέντων και
    γ) έχει πιστοποιηθεί τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό (80%) των καταρτισθέντων που έχουν περαιώσει την παρακολούθηση του προγράμματος. Όταν η επιδοτούμενη συνεχιζόμενη κατάρτιση παρέχεται σε άτομα με αναπηρία ή/και χρόνιες παθήσεις, οι πάροχοι εξαιρούνται από τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις».
    Η προαναφερθείσα προτεινόμενη εξαίρεση βασίζεται: α) στο γεγονός ότι α άτομα με αναπηρία ή/και χρόνιες παθήσεις δεν μπορούν να ενταχθούν εύκολα στην αγορά εργασίας εξαιτίας παγιωμένων στερεοτυπικών αντιλήψεων και προκαταλήψεων σε βάρος τους και β) στο ενδεχόμενο σημαντικός αριθμός καταρτιζόμενων με αναπηρία ή/και χρόνιες παθήσεις να μην καταφέρει να πετύχει τις εξετάσεις πιστοποίησης και να απαιτείται πρόσθεση κατάρτισή του (εύλογη προσαρμογή).

  • 29 Μαρτίου 2022, 15:17 | Χρήστος

    Το συγκεκριμένο άρθρο έχει πολλαπλές αστοχίες. «ή, εάν πρόκειται για εργαζομένους που καταρτίσθηκαν, το ποσοστό αυτών που βρήκε νέα εργασία στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα,». Δηλαδή το πρόβλημα της ανεργίας λύθηκε, κυνηγάμε το job mobility.
    Ο ρόλος της κατάρτισης δεν είναι απαραίτητα η εύρεση καλύτερης θέσης εργασίας, αλλά και η διατηρηση υψηλής ανταγωνιστικότητας, μειώνοντας έτσι το ρίσκο μειωμένης απόδοσης εργασίας, με την επικείμενη αύξηση του ρίσκου της ανεργίας. Δεν είναι δυνατόν όταν ένας εργαζόμενος παρακολουθεί ένα σεμινάριο, να απαιτούμε να αλλάξει θέση εργασίας για να το θεωρήσουμε επιτυχημένο.

    Η προϋπόθεση το 50% να βρήκε εργασία εντός 12 μηνών λέει ξεκάθαρα πως η κυβέρνηση θεωρεί την κατάρτιση πανάκεια της ανεργίας. Ότι δηλαδή οι πτυχιούχοι άνεργοι νέοι που δεν βρίσκουν δουλεία, δεν τα καταφέρνουν λόγω χαμηλών δεξιοτήτων. Όμως όπως ακούγεται εδώ και μήνες, αναθέτει κομμάτι της κατάρτισης στα πανεπιστήμια,(που είναι σε ολοκληρωτική αποσύνδεση με την αγορά εργασίας εδώ και πάμπολλα χρόνια) και τα οποία με ανυπολόγιστους πόρους και υποδομές στη διάθεσή τους έχουν εκπαιδεύσει ήδη τους προαναφερθέντες άνεργους νέους.
    Ο συλλογισμός καταρρέει. Η κατάρτιση/εκπαίδευση δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας. Οι θέσεις εργασίας μειώνουν την ανεργία. Η παράγραφος 3.α αξιολογεί Κέντρα Δια Βίου Μάθησης με κριτήρια γραφείων ευρέσεως εργασίας. Η εσφαλμένη στοχοθεσία καταδικάζει οτιδήποτε σε αποτυχία. Είναι αντίστοιχο με το να βάζουμε στο φούρνο τα άπλυτα και να πετάμε το φούρνο επειδή δεν πλένει καλά τα ρούχα. Ας μην σχολιάσω τα αυθαίρετα και υπεραισιόδοξα ποσοστά. Αν δεν αλλάξει ο τρόπος επιλογής των ωφελούμενων, το 50% να βρεί δουλειά εντός 12 μηνών από το πέρας ενός οποιουδήποτε προγράμματος κατάρτισης δεν θα έπρεπε να οδηγεί σε αξιολόγηση “επαρκής”, αλλά “θαύμα”.

  • 29 Μαρτίου 2022, 14:00 | ΜΠΟΥΛΟΥΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    Κυρίες/Κύριοι,

    1. Γενικά Στοιχεία

    Τα ΚΔΒΜ σύμφωνα με τις ιδρυτικές τους πράξεις και τις διατάξεις αδειοδότησής τους του Ν. 4763/2020 (Α’ 254) και σύμφωνα με τη αρ. πρωτ. 79732/27-7-2020 εγκύκλιο της Εθνικής Αρχής Συντονισμού (ΕΑΣ)/Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού και Παρακολούθησης Δράσεων ΕΚΤ (ΕΥΣΕΚΤ) με θέμα: «Πλαίσιο ποιοτικών προδιαγραφών για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) προγραμμάτων Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΣΕΚ)» είναι κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης, πιστοποίησης και συμβουλευτικής προσαρμοσμένα σε όλες τις σύγχρονες ποιοτικές προδιαγραφές.

    Στον παρόν σχέδιο νόμου στο άρθρο 38 και στην παράγραφο 2 αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «2. Η αξιολόγηση των παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης γίνεται βάσει της επίδοσης του αξιολογούμενου παρόχου σε κάθε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης, στο οποίο συμμετέχουν και είναι ανεξάρτητη από τους ελέγχους της παρ. 4 του άρθρου 37. Στα ορόσημα της περ. β) της περ. 1 περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τουλάχιστον τα εξής στοιχεία: α) το ποσοστό των καταρτισθέντων που βρήκε εργασία εντός τριών (3), έξι (6) και δώδεκα (12) μηνών μετά τη λήξη της κατάρτισης στο αντικείμενό τους ή, εάν πρόκειται για εργαζομένους που καταρτίσθηκαν, το ποσοστό αυτών που βρήκε νέα εργασία στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα» και στην παράγραφο 3 «3. Η αξιολόγηση της περ. β) της παρ. 1 καταλήγει σε βαθμολογία για την επίδοση του παρόχου στο πρόγραμμα επιδοτούμενης κατάρτισης, η οποία εκφράζεται σε αριθμητική κλίμακα, ως εξής: (1) κακή, (2) ανεπαρκής, (3) ικανοποιητική, (4) πολύ καλή, (5) άριστη. Οι βαθμοί 1-2 αντιστοιχούν σε αρνητική αξιολόγηση, οι βαθμοί 3-4 σε επαρκή θετική αξιολόγηση και ο βαθμός 5 σε άριστη θετική αξιολόγηση. Δεν μπορεί να βαθμολογηθεί με βαθμό 3 ή μεγαλύτερο η επίδοση παρόχου σε πρόγραμμα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, εάν δεν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταρτισθέντων να βρήκε εργασία εντός 12 μηνών».

    – Ως κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης και πιστοποίησης έχουν ως κύριο στόχο την ενίσχυση, τη συμπλήρωση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και των γνώσεων, των ανέργων, των εργαζόμενων και των αυτοαπασχολούμενων μέσω των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που προσφέρουν. Επιπλέον ως κέντρα επαγγελματικής συμβουλευτικής έχουν ως κύριο στόχο να βοηθήσουν τα άτομα να αντιμετωπίσουν ζητήματα που τους απασχολούν και σχετίζονται είτε με την επαγγελματική τους επιλογή είτε με την προσαρμογή τους στο επάγγελμα το οποίο ήδη εξασκούν ή και με την επαγγελματική τους ανάπτυξη.

    Σε καμιά περίπτωση οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα ΚΔΒΜ δεν σχετίζονται με την υποχρεωτική εύρεση εργασίας στους καταρτιζόμενους.

    2. Τα εξειδικευμένα σχόλιά μας

    Ως ΚΔΒΜ που δραστηριοποιούμαστε χρόνια στην παροχή εκπαίδευσης και έχουμε καταρτίσει χιλιάδες ανέργους και εργαζόμενους και που αξιολογούμαστε συνεχώς από τους εκάστοτε δικαιούχους των προγραμμάτων κατάρτισης, φορείς της κεντρικής κυβέρνησης και από τους ίδιους τους καταρτιζόμενους θεωρούμε άδικο, λάθος και απαράδεκτο να αξιολογείται η απόδοσή μας με βάση το ποσοστό (και μάλιστα συγκεκριμένα το 50%) αυτών που βρήκε εργασία σε ένα μέγιστο χρονικό διάστημα 12 μηνών.
    Όλοι γνωρίζουμε ότι η εύρεση εργασίας είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, εξαρτάται από το προφίλ των καταρτιζόμενων, τις επιθυμίες τους, την διάθεσή τους, τους στόχους τους, από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής και της τοπικής αγοράς που στοχεύει ο ενδιαφερόμενος καθώς επίσης και από ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές καταστάσεις που μπορεί να βιώνει εκείνη τη στιγμή η χώρα.
    Δεν μπορεί να «τιμωρείται» ένα ΚΔΒΜ και να διαγράφεται από τα μητρώα των εγκεκριμένων παρόχων για κάτι που δεν εξαρτάται μόνο από το ίδιο.

    – Επίσης στην παρ. 2 αναφέρεται στο α) «….ή, εάν πρόκειται για εργαζομένους που καταρτίσθηκαν, το ποσοστό αυτών που βρήκε νέα εργασία στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα» και θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε γιατί πρέπει ένας εργαζόμενος που καταρτίζεται να βρει νέα θέση εργασίας; Η κατάρτιση και η επιμόρφωση ενός εργαζομένου στοχεύει ώστε να γίνει περισσότερο αποδοτικός στην εργασία του με στόχο την διατήρηση της θέσης τους.

    3. Οι προτάσεις μας

    Για όλους τους παραπάνω λόγους ζητάμε την κατάργηση της όρου αξιολόγησης των ΚΔΒΜ βάση του ποσοστού αυτών που βρίσκουν εργασία μετά την κατάρτιση και αντί αυτού προτείνουμε τα εξής:
    1. Την επιβράβευση και όχι την αρνητική αξιολόγηση ενός ΚΔΒΜ είτε μέσω χρηματικής ενίσχυσης ως αποτελεσματικότερη υπηρεσία υποστήριξης για όσους καταρτιζόμενους θα οδηγήσει να βρουν εργασία μετά από ένα πρόγραμμα κατάρτισης, είτε με την παροχή άλλων ανταποδοτικών κινήτρων προς το ΚΔΒΜ, όπως μείωση ασφαλιστικών εισφορών, έκπτωση φόρου, περαιτέρω μοριοδότηση σε επόμενες προσκλήσεις. (Συνήθως η επιβράβευση φέρνει καλύτερα αποτελέσματα από ότι η τιμωρία).
    2. Την ενίσχυση των εργοδοτών που θα θελήσουν να δημιουργήσουν μια νέα θέση εργασίας σε καταρτιζόμενους προγραμμάτων, μέσω ενεργητικών πολιτικών όπως η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών.
    3. Επίσης την ενίσχυση των καταρτιζομένων που θα θελήσουν να γίνουν αυτοαπασχολούμενοι, επιδοτώντας τους μέρος των λειτουργικών εξόδων.

    Συμπερασματικά, ως ΚΔΒΜ επιθυμούμε και θέλουμε να είμαστε συνεργάτες με τον ΟΑΕΔ (ΔΥΠΑ) και μόνο μέσω μια υγιούς συνεργασίας μπορούμε να προσφέρουμε τα μέγιστα δυνατά οφέλη στους καταρτιζόμενους.

    Με εκτίμηση,

    Μπουλούκης Γεώργιος
    Διευθυντής Κατάρτισης
    ΚΔΒΜ «ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ»

    Και

    Ιωάννης Σαλμάς
    Διευθυντής Κατάρτισης
    ΚΔΒΜ «ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΛΜΑΣ – Sigma ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ»

  • 29 Μαρτίου 2022, 14:56 | ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΤΑΥΡΙΝΑΚΗΣ Κ.Ε.Κ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

    Ο ρόλος των Κ.Δ.Β.Μ. βάση του καταστατικού τους και του κωδικού δραστηριότητας τους είναι η κατάρτιση. Η μείωση της απασχόλησης είναι αρμοδιότητα του ΟΑΕΔ με τα χιλιάδες εξειδικευμένα και έμπειρα στελέχη του. Τα Κ.Δ.Β.Μ. μπορούν και πρέπει να λειτουργούν επικουρικά.

  • 29 Μαρτίου 2022, 14:26 | ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ

    Η επιλεξιμότητα των παρόχων κατάρτισης και το μητρώο επιλέξιμων παρόχων

    Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, ως προς τις εισροές τους τα ΚΔΒΜ αξιολογούνται για τις κτιριακές και τεχνολογικές υποδομές τους, για τους εκπαιδευτές που επιλέγουν, για τα προγράμματα που σχεδιάζουν σε αντιστοίχιση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας σε δεξιότητες, αλλά και τις εκπαιδευτικές ανάγκες των συμμετεχόντων, για την ποιότητα και επάρκεια υποδομών οργάνωσης και παρακολούθησης των σχετικών δράσεων και επιμέρους δραστηριοτήτων, ως προς τη χρήση κατάλληλων μεθόδων και τεχνικών εκπαίδευσης ενηλίκων.
    Περαιτέρω, ως προς τις εκροές των ΚΔΒΜ αξιολογούνται τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα των καταρτισθέντων και τα αποτελέσματα πιστοποίησής τους. Ειδικότερα ως προς τη συμβουλευτική και τον επαγγελματικό προσανατολισμό, εισροές αποτελούν, η παρουσίαση ειδικοτήτων και δεξιοτήτων για τις οποίες εκδηλώνονται συγκεκριμένες ανάγκες της αγοράς εργασίας, σε σύνδεση με τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα /έργα που συμμετέχουν, η σύνδεση των αναγκών με μαθησιακούς στόχους και προσόντα που δύνανται να αποκτήσουν από τη συμμετοχή τους σε αυτά, καθώς και η διαδικασία υποστήριξης στη λήψη αποφάσεων σχετικά με την επιλογή εξειδικευμένων τεχνικών δεξιοτήτων ή οριζόντιων, αναλόγως του είδους των διαθέσιμων προγραμμάτων και του ατομικού σχεδίου δράσης τους, με σκοπό την απασχόληση ή την σταδιοδρομία. Επίσης, αξιολογούνται οι επιλογές ως προς τα προγράμματα που συμμετέχουν και η απόδοσή τους σε επίπεδο μαθησιακών αποτελεσμάτων, σε σύνδεση με το ατομικό σχέδιο δράσης και τις επιμέρους δραστηριότητές τους για απασχόληση και καριέρα.
    Η δε εξεύρεση απασχόλησης των καταρτισθέντων, παρά το ότι συνιστά παράμετρο κρίσιμη για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των δράσεων ΣΕΚ, είναι υπηρεσία εκτός του ισχύοντος νομικού και θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των ΚΔΒΜ, άρα δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο επιλογής ενός παρόχου για την συμμετοχή του σε δράσεις ΣΕΚ. Εξάλλου, το συγκεκριμένο κριτήριο –ορόσημο δεν ανάγεται καθόλου και ούτε κατά αντικειμενικό τρόπο στην αποκλειστική ευθύνη ενός παρόχου κατάρτισης, καθόσον συναρτάται με εξωγενείς, εκτός της σφαίρας επιρροής των παρόχων παράγοντες, όπως η αποτελεσματική διάγνωση αναγκών της αγοράς εργασίας, σε συνάρτηση με την πρωτογενή πληροφορία που πρέπει να παρέχουν οι ίδιοι οι εργοδότες στο σύστημα, ο καθορισμός των αντικειμένων και ο ενγένει σχεδιασμός των προγραμμάτων, η κατάσταση της οικονομίας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, κ.α.
    Ωστόσο, αυτό που χρειάζεται να επισημανθεί, είναι ότι η επίτευξη των μαθησιακών αποτελεσμάτων σχετίζεται με την απασχολησιμότητα, δηλαδή με την απόκτηση γνώσεων και προσόντων που επιτρέπουν την προσαρμογή των καταρτισθέντων στις ανάγκες της αγοράς εργασίας, αυξάνοντας τις πιθανότητές τους να βρουν δουλειά. Όμως η δικτύωση των καταρτισθέντων με επιχειρήσεις και εργοδότες, με σκοπό και αποτέλεσμα την πρόσληψη, είναι μια εντελώς διαφορετική υπηρεσία που παρέχεται ή οφείλει να παρέχεται – όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες της Ε.Ε – από τις Δημόσιες Αρχές Απασχόλησης, όπως είναι για την Ελλάδα ο ΟΑΕΔ/Δ.ΥΠ.Α.
    Στις δε περιπτώσεις διαμεσολάβησης, χωρίς τη συμμετοχή Δημόσιας Αρχής, αλλά με την εποπτεία της, σχετική αδειοδότηση και αρμοδιότητα έχουν Ιδιωτικές εταιρείες υπηρεσιών ευρέσεως εργασίας που δραστηριοποιούνται, με βάση το οικείο θεσμικό πλαίσιο, με προκαθορισμένες ενέργειες και αμοιβές για κάθε τοποθέτηση – πρόσληψη, με έξοδα των ενδιαφερομένων μερών ή ακόμα και του ΟΑΕΔ/Δ.ΥΠ.Α. ως κατεξοχήν αρμόδιου φορέα, για το σχετικό προσδιορισμό του είδους, του περιεχομένου και του αποτελέσματος αυτής της Υπηρεσίας.
    Αναφορικά δε με το ορόσημο του εδαφίου α της παρ. 2 του άρθρου 38, που αφορά στην εξεύρεση εργασίας από πλευράς των εργαζομένων, είναι εντελώς εκτός της λογικής και της σκοπιμότητας της ΣΕΚ αναφορικά για τους εργαζόμενους. Ως εκ των ανωτέρω, το σχετικό ορόσημο πρέπει να απαλειφθεί, καθώς ο στόχος της ΣΕΚ εργαζομένων δεν είναι η εύρεση νέας εργασίας, αλλά:
    • Η κατάρτιση στα αντικείμενα εργασίας τους για την αναβάθμιση ή προσαρμογή των δεξιοτήτων τους στις τρέχουσες και μελλοντικές ανάγκες της αγοράς εργασίας, προκειμένου να μην απειληθούν με ανεργία
    • Η κατάρτιση στα αντικείμενα εργασίας που συνδέονται με την εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους και ενδεχόμενη αλλαγή θέσης εργασίας εντός ή εκτός επιχείρησης, στο πλαίσιο της ειδικότητας που απασχολούνται
    • Η κατάρτιση σε διαφορετικά θεματικά αντικείμενα, με στόχο την επανειδίκευση και αλλαγή θέσης εργασίας εντός ή εκτός επιχείρησης που απασχολούνται
    • Η κατάρτιση σε οριζόντιες δεξιότητες που απαιτούνται εντός ή εκτός επιχείρησης στη θέση εργασίας που απασχολούνται ή πρόκειται να απασχοληθούν
    • Η κατάρτιση που συνδέεται με νέα καθήκοντα στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της επιχείρησης στην οποία απασχολούνται ή και την αναβάθμιση της θέσης εργασίας
    • Η κατάρτιση σε νέες εξειδικευμένες ή οριζόντιες δεξιότητες που προωθούν την κινητικότητά τους εκτός επιχείρησης στην οποία απασχολούνται και ανακατευθύνουν τη σταδιοδρομία τους.
    Με βάση τα παραπάνω, ορόσημο επιδόσεων από τη συμμετοχή εργαζομένων στη ΣΕΚ, θα πρέπει να αποτελεί η ποιοτική κατάρτιση και η επίτευξη των μαθησιακών στόχων – αποτελεσμάτων εκάστου προγράμματος ή έργου ΣΕΚ που εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες επαγγελματικών και εργασιακών στόχων των εργαζομένων καταρτιζομένων και συμβάλλει στην επίτευξή τους.
    Επιπροσθέτως, οι προϋποθέσεις αναφορικά με την θετική αξιολόγηση από τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό (80%) των καταρτισθέντων και αντίστοιχα την πιστοποίηση τουλάχιστον του ογδόντα τοις εκατό (80%) των καταρτισθέντων που έχουν περαιώσει την παρακολούθηση του προγράμματος, καταρχήν συναρτώνται άμεσα με τις υπηρεσίες που παρέχουν τα ΚΔΒΜ.
    Ωστόσο, στη μεν πρώτη περίπτωση, αυτή της αξιολόγησης βάσει της άποψης των καταρτισθέντων, είναι προφανές ότι το κριτήριο που τίθεται πάσχει αντικειμενικότητας, είναι υποκειμενικό και δημιουργεί γόνιμο έδαφος για εξαρτήσεις, καταχρηστικές συμπεριφορές και από τις δύο πλευρές, χωρίς τελικά να εκπληρώνει τον επιδιωκόμενο σκοπό για τον οποίο τίθεται.
    Παρόλο που επιδίωξη της Πολιτείας αποτελεί η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποσύνδεση του εκπαιδευτικού επιδόματος από κίνητρο συμμετοχής στη ΣΕΚ, στη χώρα μας μια τέτοια κουλτούρα δεν έχει ακόμα εμπεδωθεί, όπως αποδεικνύεται από πληθώρα σχετικών μελετών, που καταδεικνύουν την περιορισμένη συμμετοχή των πολιτών σε ανάλογες δράσεις.
    Ωστόσο, η εμπειρία έχει καταδείξει ότι οι ενήλικοι προσέρχονται στην κατάρτιση με διαφορετικές προσδοκίες και στόχους, που πολλές φορές δεν περιλαμβάνουν τα μαθησιακά αποτελέσματα. Επομένως σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, όσο πιο χαλαρές είναι οι διαδικασίες εμπλοκής τους στις μαθησιακές δραστηριότητες, τόσο πιο εύκολα εξυπηρετείται η παραμονή τους στα προγράμματα, χωρίς ιδιαίτερες υποχρεώσεις και καθήκοντα. Επομένως γίνεται κατανοητό ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, ο βαθμός αξιολόγησης του Παρόχου είναι αντιστρόφως ανάλογος με το ενδιαφέρον, τις προβλεπόμενες δραστηριότητες που υιοθετεί, το πλαίσιο λειτουργίας και οργάνωσης που στο πλαίσιο ποιοτικών εκπαιδευτικών υπηρεσιών οδηγούν στην επίτευξη των μαθησιακών στόχων.
    Συνεπώς, για να υπάρξει ένα ασφαλές και αξιόπιστο αποτέλεσμα αξιολόγησης του παρόχου από τον καταρτιζόμενο, θα πρέπει με κάποιο τρόπο, αυτό να συνδεθεί με την αξιολόγηση της συμμετοχής του στο πρόγραμμα και το βαθμό επίτευξης μαθησιακών αποτελεσμάτων, όπως αυτά αξιολογούνται από τους εκπαιδευτές κατά την εξέλιξη της εκπαιδευτικής διεργασίας, αλλά και από τα αποτελέσματά τους στις εξετάσεις πιστοποίησης.
    Με βάση τα παραπάνω, το κριτήριο επίδοσης θα μπορούσε να διαμορφωθεί με προϋποθέσεις που αφορούν: α) στον ελάχιστο δείκτη μέσου όρου του επιπέδου ικανοποιητικής αξιολόγησης από 80% σε 50% β) στη συσχέτιση της αξιολόγησης του παρόχου, με επιπλέον κριτήρια αξιολόγησης του σχεδιασμού, υλοποίησης και παρακολούθησης του προγράμματος, που βαθμολογούνται από καταρτιζόμενους και εκπαιδευτές, γ) με τις επιδόσεις τους στη διάρκεια του προγράμματος, αλλά και των αποτελεσμάτων πιστοποίησης. Σε κάθε όμως περίπτωση, το συγκεκριμένο κριτήριο δεν δύναται να συνιστά κριτήριο on- off για την είσοδο ενός παρόχου σε μια διαδικασία επιλογής, ει μη μόνον ως κριτήριο αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του παρόχου στα πλαίσια μιας διαδικασίας βελτίωσης της ποιότητας στη ΣΕΚ.
    Θεωρούμε, άλλωστε, ότι η ένταξη των κριτηρίων με τη μορφή που προτείνουμε, στο πλαίσιο αξιολόγησης, και όχι κατ’ ουσίαν εκ νέου αδειοδότησης, έχει υιοθετηθεί με επιτυχία στο παρελθόν. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η Κοινή Απόφαση Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με αρ. 111384/2003 περί του Συστήματος Παρακολούθησης & Αξιολόγησης των Κ.Ε.Κ. (νυν ΚΔΒΜ), ως ένα ολοκληρωμένο σύστημα μεθόδων, διαδικασιών, κριτηρίων και ενεργειών που αποσκοπούν στον έλεγχο της τήρησης των κριτηρίων, των όρων και των στοιχείων πιστοποίησης, καθώς και στην παρακολούθηση και αξιολόγηση της λειτουργίας των Κ.Ε.Κ. και της αποτελεσματικότητας των υλοποιούμενων δράσεων τους.
    Στη δε δεύτερη περίπτωση, δηλαδή του κριτηρίου που άπτεται του ποσοστού- και μάλιστα υψηλού (80%) των πιστοποιηθέντων, παρά το ότι αποτελεί έναν δείκτη αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων ΣΕΚ, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κριτήριο επιλογής (άρα on-οff) και μάλιστα σε τόσο υψηλό ποσοστό (80%) ενός παρόχου, διότι η επιτυχία στις εξετάσεις πιστοποίησης συναρτάται έμμεσα με το περιεχόμενο του εκπαιδευτικού προγράμματος, το οποίο μάλιστα στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι προκαθορισμένο από τους Φορείς Ανάθεσης των προγραμμάτων κατάρτισης, και κυρίως αυτόν καθαυτόν τον φορέα κατάρτισης, αλλά κυρίως αποτελεί άμεση συνάρτηση και άλλων παραγόντων, εξατομικευμένων ανά συμμετέχοντα, όπως ο βαθμός ικανότητας ενός εκάστου εξεταζόμενου.
    Ωστόσο, σε διεθνές επίπεδο και ανάλογα με τις προϋποθέσεις κάθε σχήματος πιστοποίησης σε γνώσεις και ικανότητες, υπάρχει και διαφορετικός βαθμός δυσκολίας στις εξετάσεις που συνήθως συνδέεται με το βαθμό δυσκολίας του περιεχομένου και του επιπέδου Πιστοποίησης προσόντων, π.χ. βασικό, ενδιάμεσο, υψηλό κλπ. Γι’ αυτό και από τους περισσότερους Διεθνείς πιστοποιητικούς φορείς, γίνεται αναφορά σε προαπαιτούμενα, για να επιτευχθεί επιτυχία στις εξετάσεις. Επομένως ο δείκτης επίτευξης αποτελεσμάτων και επιδόσεων των παρόχων στην πιστοποίηση με ελάχιστο ποσοστό επιτυχίας το 80% είναι απολύτως υπερβολικός και μη ρεαλιστικός στόχος, ιδιαίτερα όσον αφορά στον πάροχο και όχι ευθέως στον καταρτιζόμενο που προσέρχεται στις εξετάσεις, με το δικό του απόθεμα δεξιοτήτων που προϋποθέτει η συγκεκριμένη πιστοποίηση (προηγούμενη σχετική εμπειρία και ικανότητα), με το δικό του βαθμό εμπλοκής στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες ατομικού και ομαδικού χαρακτήρα, με τη δική του προσωπική αξία και ικανότητα που κρίνει το τελικό αποτέλεσμα των προσπαθειών του.
    Άλλωστε αυτό το υψηλό ποσοστό βάσης για την Πιστοποίηση Προσώπων (80% min) αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για την επιλογή σημαντικών αλλά απαιτητικών πιστοποιητικών που θα μπορούσαν να έχουν θετική συμβολή στην απασχόληση και σταδιοδρομία των καταρτιζομένων. Αντίθετα μπορεί να οδηγήσει στη διαμόρφωση και έγκριση σχημάτων χαμηλών επιδόσεων, εκπαιδευτικών υπηρεσιών χαμηλής προστιθέμενης αξίας και κυρίως πιστοποιήσεων περιορισμένου αντικρίσματος στην αγορά εργασίας για τον καταρτισθέντα.
    Με βάση τα παραπάνω, προτείνουμε την αναπροσαρμογή του κριτηρίου επίδοσης ως προς την πιστοποίηση προσώπων, με μειωμένο συντελεστή βάσης στο 30%, που θα αντιστοιχεί σε ικανοποιητικό επίπεδο αποτελέσματος, ενώ οι λοιπές διαβαθμίσεις να έχουν ως εξής:
    31%-50% Καλό επίπεδο
    51%-80% Πολύ καλό επίπεδο
    80% και άνω Άριστο επίπεδο.
    Σε κάθε δε περίπτωση, επισημαίνεται εκ νέου ότι όλα τα προαναφερθέντα κριτήρια δεν δύνανται να αποτελούν κριτήριο εισόδου, με όρους αντίστοιχους της αδειοδότησης των φορέων, που δύνανται να οδηγούν στην διακοπή της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, σε περίπτωση βαθμολογίας κάτω του 3, αλλά κριτήριο ποιοτικής αξιολόγησης και μόνον.
    Επιπλέον, οι ως άνω προβλέψεις βρίσκονται σε αντιδιαστολή με τις προβλέψεις του Κεφαλαίου Θ του ν. 4763/2020, αναφορικά με το πλαίσιο αδειοδότησης και ελέγχου των ΚΔΒΜ, αυτό καθαυτό, αλλά και εγείρουν ζητήματα συμβατότητας με το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού. Τούτο, διότι, ακυρώνουν εν τοις πράγμασι την αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας για την ελάχιστη προϋπόθεση συμμετοχής (αδειοδότηση), συγχέοντας το δικαίωμα συμμετοχής του αδειοδοτημένου ΚΔΒΜ στο Μητρώο, με τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής, τα οποία προφανώς ο εκάστοτε Δικαιούχος δύναται να ορίζει, τόσο στα πλαίσια μιας δημόσιας σύμβασης, όσο και άλλων διαδικασιών, με στόχο την συμμετοχή των περισσότερο «κατάλληλων» παρόχων κατάρτισης για την αποτελεσματικότερη και ποιοτικότερη εκτέλεση της υπό ανάθεση υπηρεσίας.
    Εξάλλου, δημιουργούνται πλείστα όσα ζητήματα αξιοκρατίας και νόθευσης του ανταγωνισμού, στο μέτρο που η προβλεπόμενη αξιολόγηση ως κριτήριο συμμετοχής στο Μητρώο, θέτει κριτήρια που δεν συνδέονται με την ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας, αλλά με ορόσημα άσχετα με τη φύση, το σκοπό και τη λειτουργία των Κ.Δ.Β.Μ., παραβιάζει την αρχή της αξιοκρατίας και της σταδιοδρομίας του καθενός, ως ειδικότερη έκφανση της προσωπικής του αξίας και ικανότητας (άρθρα 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντάγματος) και δημιουργεί όρους υπέρμετρου περιορισμού του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων.
    Ακόμα δε, στην περίπτωση που η επίμαχη πρόβλεψη του άρθρου 36 παρ.2β σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 38, δύναται να θεωρηθεί ως μια ιδιότυπη κατηγορία «κριτηρίων επιλογής», εγείρονται σοβαρότατα νομικά ζητήματα σε σχέση με τις ισχύουσες εθνικές και ενωσιακές διατάξεις του ν. 4412/2016, περί δημοσίων συμβάσεων και επικουρικά με τις προβλέψεις της Εγκυκλίου για το Πλαίσιο Ποιοτικών Προδιαγραφών Προγραμμάτων ΣΕΚ.
    Ειδικότερα:
    Στο άρθρο 75 παρ.1 του Ν. 4412/2016 (άρθρο 58 της Οδηγίας 2014/24 ΕΕ), ως ισχύει, προβλέπεται ότι:
    «1. Τα κριτήρια επιλογής μπορεί να αφορούν:
    α) την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας,
    β) την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια,
    γ) την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα.
    Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς ως απαιτήσεις συμμετοχής μόνο τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4. Οι αναθέτουσες αρχές περιορίζουν τις όποιες απαιτήσεις συμμετοχής σε εκείνες που είναι απαραίτητες, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο υποψήφιος ή ο προσφέρων διαθέτει τις εκ του νόμου απαιτούμενες προϋποθέσεις, τις χρηματοοικονομικές δυνατότητες, καθώς και τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητες για την εκτέλεση της υπό ανάθεση σύμβασης. Όλες οι απαιτήσεις σχετίζονται και είναι ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης».
    Στο πλαίσιο του ως άνω άρθρου, γίνεται δεκτό ότι οι Αναθέτουσες Αρχές περιορίζουν τις απαιτήσεις συμμετοχής σε εκείνες που είναι απαραίτητες ώστε να διασφαλίζεται ότι ο υποψήφιος οικονομικός φορέας διαθέτει τις εκ του νόμου απαιτούμενες προϋποθέσεις, τις χρηματοοικονομικές δυνατότητες, καθώς και τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητες για την εκτέλεση της υπό ανάθεση σύμβασης. Όλες οι απαιτήσεις πρέπει να σχετίζονται και να είναι ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης.
    Βάσει των ανωτέρω, οι όροι επιλογής πρέπει απαραιτήτως να αναφέρονται εκ των προτέρων και με σαφήνεια στην εκάστοτε πρόσκληση/διακήρυξη, να βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που εξασφαλίζουν την τήρηση των αρχών της διαφάνειας, της αποφυγής άμεσων ή έμμεσων διακρίσεων και της ίσης μεταχείρισης, να εγγυώνται την τήρηση συνθήκης πραγματικού ανταγωνισμού, να συνέχονται με το συμβατικό αντικείμενο και να μην είναι ιδιαίτερα επαχθείς και δυσανάλογοι, ώστε να έχουν ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση του ανταγωνισμού (ΔΕΕ, απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου 1989, C-3/88, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκ. 8 και απόφαση της 3ης Ιουνίου 1992, C-360/89, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκ. 11).
    Tα παραπάνω τελούν σε απόλυτη συνάρτηση με τη γενική ρήτρα της αναλογικότητας, ως πάγια αρχή του ενωσιακού δικαίου. Παράλληλα, λαμβάνονται υπόψη με γνώμονα την αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού, η οποία εντός του πλαισίου του ενωσιακού δικαίου (π.χ. άρθρο 101 Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ) συνιστά πρωταρχικό πυλώνα της ασκούμενης διά των δημοσίων συμβάσεων οικονομικής δραστηριότητας (Πυργάκης, Δημόσιες Συμβάσεις-Ν. 4412-2016, σελ. 288).
    Συνεπώς, η θέσπιση των επίμαχων όρων συμμετοχής σε Μητρώο Παρόχων, οι οποίοι, όπως εκτέθηκε αναλυτικά παραπάνω, συναρτώνται άμεσα με λειτουργία η οποία δεν περιλαμβάνεται στις διαχειριστικές υποχρεώσεις των παρόχων, βάσει του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, όπως είναι η εύρεση εργασίας των καταρτισθέντων εντός 12 μηνών και μάλιστα στο εξαιρετικά υψηλό ποσοστό του 50%, αλλά και οι περαιτέρω εντελώς υποκειμενικές προβλέψεις, βασιζόμενες όχι άμεσα στην υπηρεσία που εκτελεί ο εκάστοτε πάροχος και δυνάμενες να προσλάβουν βαθμολογούμενες τιμές, πάσχουν νομιμότητας, είναι μη αντικειμενικές, νοθεύουν τον ανταγωνισμό και αντιβαίνουν στο εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, στην αρχή της αναλογικότητας, καθώς και στο σύνολο του διαχειριστικού και εφαρμοστικού πλαισίου του ΕΣΠΑ, των Επιχειρησιακών αυτού Προγραμμάτων, καθώς και των στο πλαίσιο αυτών, εκδιδόμενων Προσκλήσεων.
    Συμπληρωματικά, δέον όπως τονιστεί ότι η πρόβλεψη του άρθρου 37 για τη συγκρότηση ενός μοναδικού ενιαίου μητρώου «επιλέξιμων» παρόχων μόνο σε ένα φορέα, όπως η Δ.ΥΠ.Α., είναι εκτός βασικών και θεμελιωδών κανόνων του ισχύοντος νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου του ΕΣΠΑ, των προβλέψεων του ν. 4412/2016, αλλά και του Πλαισίου Ποιοτικών Προδιαγραφών ΣΕΚ, δεδομένου ότι: ο εκάστοτε Δικαιούχος δημιουργεί ξεχωριστό και αυτοτελές μητρώο επιλέξιμων παρόχων, στο πλαίσιο της εκάστοτε Πρόσκλησης/Διακήρυξης που εκδίδει, αφού υποχρεούται να συμμορφωθεί με τους όρους της ad hoc απόφασης ένταξης, η οποία προφανώς είναι ξεχωριστή ανά συγχρηματοδοτούμενη πράξη. Κατ’ ακολουθίαν, εκάστη διαδικασία επιλογής παρόχων κατάρτισης είναι αυτοτελής, είτε διενεργείται με τη μεθοδολογία των επιταγών κατάρτισης, είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 4412/2016.
    Ιδιαίτερα στην περίπτωση της δημόσιας σύμβασης, η διακήρυξη αποτελεί το δεσμευτικό πλαίσιο για όλους τους εμπλεκόμενους, που ορίζει, με συγκεκριμένο και σαφή τρόπο, όλους τους απαιτούμενους όρους για τη συμμετοχή και ανάθεση της συγκεκριμένης κάθε φορά υπηρεσίας, στο πλαίσιο της αυτοτέλειας των διαγωνιστικών διαδικασιών.
    Επιπλέον, στο πλαίσιο ποιοτικών προδιαγραφών για τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα ΣΕΚ, και δη στην ενότητα Α2, ορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο πρόσκλησης και διαδικασία ανάδειξης Αναδόχων ή κατάρτισης μητρώου δυνητικών Παρόχων ΣΕΚ. , όπου αναφέρεται επί λέξει ότι: […]
    «Ο δικαιούχος, μετά από έγκριση της εκάστοτε διαχειριστικής αρχής, απευθύνει πρόσκληση σε υποψήφιους δυνητικούς παρόχους κατάρτισης, στην οποία προσδιορίζονται μεταξύ άλλων:
    «1. Τα θεματικά αντικείμενα (οικονομικοί κλάδοι) της κατάρτισης και οι εξειδικεύσεις αυτών (επιμέρους προγράμματα ΣΕΚ), η συνολική χρονική διάρκεια (ώρες κατάρτισης) κάθε προγράμματος και η κατανομή των ωρών θεωρίας και πρακτικής άσκησης, καθώς και ο συνολικός αριθμός ωφελουμένων της πράξης. Ο δικαιούχος δύναται να καθορίζει έναν ελάχιστο αριθμό ωφελουμένων ανά θεματικό αντικείμενο ή και ανά επαγγελματική εξειδίκευση.
    1. Ο συνολικός προϋπολογισμός της πράξης, το κόστος της ανθρωποώρας θεωρητικής κατάρτισης και το κόστος της ανθρωποώρας πρακτικής άσκησης (αμοιβή παρόχου). Ο δικαιούχος δύναται να διαφοροποιεί το κόστος ανθρωποώρας θεωρητικής κατάρτισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Δ του παρόντος.
    2. Η διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής καταρτιζομένων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο κεφάλαιο Α.3 κατωτέρω.
    3. Η διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής των δυνητικών παρόχων κατάρτισης, οι βασικοί όροι ορθής υλοποίησης του έργου που θα αναλάβουν οι πάροχοι κατάρτισης, καθώς και τα μέτρα που θα λαμβάνει ο Δικαιούχος στις περιπτώσεις που αυτό δεν υλοποιείται σύμφωνα με τους όρους αυτούς.
    4. Ο τρόπος και οι όροι πληρωμής των παρόχων κατάρτισης.
    Ο δικαιούχος δύναται να προσδιορίζει έναν μέγιστο αριθμό ανθρωποωρών κατάρτισης ανά πάροχο ή και ανά θεματικό αντικείμενο».
    Ενώ ως προς την παρακολούθηση και επίβλεψη παρόχων κατάρτισης, στο πλαίσιο εφαρμογής των θεμελιωδών κανόνων διαχείρισης, παρακολούθησης και ελέγχου του ΕΣΠΑ, καθώς και του Συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου (ΣΔΕ), στην ίδια εγκύκλιο αναφέρεται ότι: «Στην πρόσκληση/προκήρυξη που δημοσιεύει ο Δικαιούχος θα πρέπει επιπροσθέτως να περιγράφεται με σαφήνεια η διαδικασία παρακολούθησης, ελέγχου και εποπτείας των παρόχων ΣΕΚ από τον Δικαιούχο. Στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων, θα πρέπει να περιγράφονται αναλυτικά:
    α) τα έντυπα και δικαιολογητικά έγγραφα ή τα ψηφιακά τους ισοδύναμα που ο πάροχος θα πρέπει να υποβάλει στον δικαιούχο, καθώς και ο χρόνος υποβολής τους, προκειμένου να επαληθεύεται η έναρξη, ο χρόνος και ο τόπος υλοποίησης των προγραμμάτων κατάρτισης και
    β) η διαδικασία της διοικητικής επαλήθευσης από τον Δικαιούχο, καθώς και τα μέτρα που θα λαμβάνει προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή υλοποίηση των προγραμμάτων, ειδικά στις περιπτώσεις που αυτά δεν υλοποιούνται σύμφωνα με τους όρους της πρόσκλησης/προκήρυξης.
    Ο Δικαιούχος διενεργεί στους παρόχους διοικητικούς ή και επιτόπιους ελέγχους τόσο κατά τη διάρκεια του θεωρητικού μέρους όσο και σε αυτήν της πρακτικής άσκησης των προγραμμάτων ΣΕΚ. Ο επιτόπιος έλεγχος δύναται να πραγματοποιείται και προ της έναρξης της κατάρτισης για ενέργειες που θεωρούνται προπαρασκευαστικές. Για την υλοποίηση προγραμμάτων τηλεκατάρτισης, ο πάροχος υποχρεούται από την πρόσκληση/προκήρυξη του Δικαιούχου και της Δ.Α να παρέχει δικαιώματα χρηστών του Ο.Σ.Τ.Κ. στα στελέχη του Δικαιούχου, ώστε αυτά να μπορούν να διενεργούν επαληθεύσεις εξ αποστάσεως.
    Σημειώνεται ότι, στην περίπτωση που η υλοποίηση της κατάρτισης διενεργείται από τον δικαιούχο με ίδια μέσα, η παρακολούθηση και επαλήθευση των προγραμμάτων κατάρτισης διενεργείται από την αρμόδια διαχειριστική αρχή βάσει του “Συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου 2014–2020”».
    Είναι, επομένως, προφανές ότι η πρόβλεψη του άρθρου 36 παρ. 4 σε συνδυασμό με την πρόβλεψη του άρθρου 37 για το Μητρώο επιλέξιμων παρόχων που περιλαμβάνει διευρυμένες αρμοδιότητες αξιολόγησης, ελέγχου, αποκλεισμού, διαγραφής παρόχων μόνο σε ένα φορέα για όλα τα προγράμματα ΣΕΚ, παραβιάζει κατάφωρα τις διατάξεις του εφαρμοστικού νόμου του ΕΣΠΑ (τόσο για το ισχύον ΕΣΠΑ 2014-2020 όσο και του αντίστοιχου πρόσφατου νομοθετήματος για τη νέα ΠΠ), περί αυτοτέλειας εκάστης πράξης, αρμοδιότητας Δικαιούχου, αρμοδιότητας διαχείρισης, παρακολούθησης και ελέγχου συγχρηματοδοτούμενης πράξης, καθώς και της ειδικότερης εγκυκλίου για τη ΣΕΚ, αλλά και την ενωσιακή νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων.
    Ιδίως σε ό,τι αφορά στο ζήτημα του ελέγχου, εύλογα διερωτάται κανείς με ποια νομιμοποίηση και διαδικασία η Δ.ΥΠ.Α. θα είναι αρμόδια για τον έλεγχο των προγραμμάτων ΣΕΚ όλης της χώρας, τα οποία υλοποιούνται από πληθώρα ετερόκλητων, ως προς τη νομική φύση και τα χαρακτηριστικά τους, Δικαιούχων.

  • 29 Μαρτίου 2022, 11:26 | Ρίγλης Βασίλειος

    Η μείωση της ανεργίας σχετίζεται με τις νέες θέσεις εργασίας και τη διατήρηση αυτών που υπάρχουν. Στη βάση αυτή δεν νομίζω ότι μπορεί να είναι κριτήριο αξιολόγησης των παρόχων κατάρτισης η εξασφάλιση εργασίας, ανεξαρτήτως ποσοστού επιτυχίας. Η μείωση της ανεργίας περισσότερο σχετίζεται με την διάγνωση των αναγκών, την επιλογή των αντικειμένων κατάρτισης την ύπαρξη και εφαρμογή προγραμμάτων απασχόλησης και ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας. Επομένως δεν πρέπει να αξιολογείται το αν τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταρτισθέντων βρήκε εργασία εντός 12 μηνών

  • 28 Μαρτίου 2022, 21:26 | ΤΖΑΝΕΤΗ ΜΑΡΙΕΛΕΝΑ

    Τα Κέντρα Δια Βιου Μάθησης παρέχουν εκπαίδευση ενηλίκων που αποσκοπεί στην απόκτηση ή/και την ανάπτυξη γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων του ατόμου και συμβάλλουν δίνοντας εφόδια στην επαγγελματική ένταξη και εξέλιξή του.
    Ρόλος του Κ.Δ.Β.Μ ειναι να «βοηθήσει» τους ανέργους να ενταχθούν ή να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας.
    Η επαγγελματική αποκατάσταση των ανέργων δεν αποτελεί αντικείμενο εργασιών ενος Κ.Δ.Β.Μ.
    Εάν ένας ωφελούμενος που παρακολούθησε και ολοκλήρωσε πρόγραμμα Επαγγελματικής Κατάρτισης δεν απασχοληθεί εντός 3,6 ή 12 μηνών σε μια Ιδιωτική επιχείρηση δεν αποτελεί αποτέλεσμα ανεπιτυχής διαδικασίας ενος Κ.Δ.Β.Μ. Η εύρεση εργασίας ενός ανέργου ειναι συγκυρία πολλών παραγόντων όπως οικονομικών, κοινωνικών κ.τ.λ
    Συνεπώς η προϋπόθεση εύρεσης εργασίας τουλάχιστον του 50% των καταρτισθέντων ΔΕΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ κριτήριο αξιολόγησης των Κ.Δ.Β.Μ

  • 28 Μαρτίου 2022, 13:46 | ΚΕΚ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

    Για να δεχτούμε ως παράγοντα αξιολόγησης μας το σημείο «…α) τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταρτισθέντων να βρήκε εργασία εντός 12 μηνών…» θα πρέπει να μας δοθεί η δυνατότητα να επιλέγουμε εμείς τους καταρτιζόμενους, να τους εκπαιδεύουμε σε προγράμματα με βάση τις ανάγκες της αγοράς την συγκεκριμένη χρονική στιγμή και όχι να βασιζόμαστε σε προγράμματα που προκηρύσσουν τα Υπουργεία με βάση μελέτες που έχουν διεξαχθεί χρόνια πριν και δεν αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες τις κάθε μικρής κλειστής αγοράς, όπως είναι οι αγορές των νησιών για παράδειγμα. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό ανεργίας που υπάρχει σε κάθε περιοχή, για να μπορέσουμε να ορίσουμε εντέλει ένα ποσοστό, το οποίο θα προσμετράτε στην βαθμολογία μας.

  • 28 Μαρτίου 2022, 12:59 | Πανελλήνια Ένωση ΚΔΒΜ

    Το παρόν Νομοσχέδιο θεωρούμε ότι χρήζει περαιτέρω εξειδίκευσης του σχεδιασμού. Η έλλειψη αναλυτικού και λεπτομερούς μηχανισμού για τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης, δεν θα επιτρέψει την δημιουργία ενός βιώσιμου πλαισίου.
    Περιμένουμε εναγωνίως την αναθεώρηση του Νομοσχεδίου, προκειμένου να τροποποιηθούν ή να μην συμπεριληφθούν οι παρακάτω παράγραφοι.
    Συγκεκριμένα ως «Πανελλήνια Ένωση ΚΔΒΜ», αποτελούμενοι περί το 50% των Ελληνικών επιχειρήσεων θεωρούμε ότι :
    Σύμφωνα με το άρθρο 89 του Ν. 4547/2018, ο οποίος συμπληρώνει το Ν. 4186/2013 με το άρθρο 24Α «Κέντρα Διά Βίου Μάθησης» προσδιορίζονται τα εξής:
    Τα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης αποτελούν φορείς παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο της μη τυπικής εκπαίδευσης, οι οποίοι απευθύνονται σε ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ (18+) και μόνον και αφορούν τις ακόλουθες κατηγορίες:
    α) Συνεχιζόμενη Επαγγελματική Κατάρτιση
    γ) Επαγγελματικός Προσανατολισμός
    δ) Επαγγελματική Συμβουλευτική

    Τα ΚΔΒΜ λοιπόν, σύμφωνα με τις ιδρυτικές τους πράξεις και τις διατάξεις αδειοδότησής του Ν.4763/2020 (Α’ 254), είναι εκπαιδευτικοί φορείς και όχι φορείς προώθησης ανέργων στην αγορά εργασίας είτε αλλαγής αντικειμένου εργασίας εργαζομένων. Η προώθηση των ανέργων στην αγορά εργασίας αποτελεί ένα σύνθετο πεδίο δράσεων και πολιτικών που ανήκει κυρίως στο Υπουργείο Εργασίας και στον ΟΑΕΔ. Η εισαγωγή ως κριτήριο αξιολόγησης μας την εύρεση εργασίας σε τουλάχιστον 50% των καταρτιζομένων και τιμωρώντας τα ΚΔΒΜ, εάν δεν το πετύχουν με διετή αποκλεισμό από την επαγγελματική δραστηριοποίηση, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από κανένα από τα μέλη μας. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι μας θέλετε αρωγούς στην μείωση της ανεργίας. Αυτό μπορεί να συμβεί, με συνεργασία των τοπικών ΚΠΑ με τα τοπικά ΚΔΒΜ, με πολιτικές δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, με πολιτικές ανάπτυξης περιφερειών και νομών. Σε προκηρυσσόμενα προγράμματα κατάρτισης λοιπόν, μπορεί να προβλεφθεί αμοιβή επιπλέον, πέρα της αμοιβής κατάρτισης, ΚΔΒΜ που μετατρέπουν κάρτες ανεργίας σε εργασίας, όπως ήδη γίνεται με τα προγράμματα voucher. Σε καμία περίπτωση όμως αυτό δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο αξιολόγησής μας!
    Το παραπάνω κριτήριο αξιολόγησής μας, όπως διατυπώνεται στο άρθρο 38, φαίνεται ότι αφορά και την κατάρτιση εργαζομένων!! Εάν είναι έτσι, εξομοιώνεται η κατάρτιση εργαζομένων με την αλλαγή θέσης εργασίας!!! Αυτό είναι πέρα από κάθε στοχοθεσία της συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης εργαζομένων !!! Με ποιο σκεπτικό επιχείρηση θα καταρτίσει το προσωπικό της ώστε να βρει νέα εργασία και πιθανότατα σε άλλη επιχείρηση!!!!
    Σύμφωνα με το άρθρο 38, λοιπόν, θα «τιμωρούμαστε» αν οι καταρτιζόμενοι δεν εντάσσονται σε καθεστώς εργασίας εντός 3, 6, 12 μηνών μετά την λήξη της κατάρτισης. Η εύρεση εργασίας όμως ελάχιστα συνδέεται με την ΣΕΚ, όπως σας προαναφέραμε…Πρωτίστως σχετίζεται με την κεντρική πολιτική της κυβέρνησης, τα περιφερειακά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας, το εκπαιδευτικό επίπεδο των συμμετεχόντων…Και αναρωτιόμαστε…τα Πανεπιστήμια τιμωρούνται για την πληθώρα ανέργων πτυχιούχων?? Τους στερήθηκε το δικαίωμα εκπαίδευσης επειδή οι απόφοιτοί τους δεν βρήκαν εργασία?
    Η αμοιβή μας θα σχετίζεται με τα αποτελέσματα?? Θα υλοποιούμε προγράμματα και πιθανόν να μην πληρωνόμαστε??
    Για προγράμματα κατάρτισης που άλλοι σχεδιάζουν (Υπ.Εργασίας), για καταρτιζόμενους που άλλοι επιλέγουν (ΔΥΠΑ), για χρονικό προγραμματισμό των προγραμμάτων που το Υπ.Εργασίας ή άλλοι φορείς επιλέγουν, για εκπαιδευτές που υποδεικνύονται απο τον ΕΟΠΠΕΠ, για στήριξη της απασχόλησης ή όχι μετά την κατάρτιση που άλλοι αποφασίζουν (Υπ.Οικονομίας), την ευθύνη και την ποινή την έχει μόνο το πιστοποιημένο ΚΔΒΜ. Αυτό δεν υλοποιείται σε καμμία ευρωπαϊκή χώρα και δεν πρρέπει να υλοποιηθεί ούτε στην Ελλάδα!
    Σημείο αναφοράς είναι και τα Γραφεία Διασύνδεσης των Πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις, που συγχρηματοδοτούνται για πολλά έτη με ιδιαίτερα αυξημένους πόρους και η αποτελεσματικότητα τους στην πρόσληψη αποφοίτων σε τοπικές επιχειρήσεις, είναι κάτω του 2% των αποφοίτων. Αντίστοιχα ποσοστά (αν και διαθέτουν προγράμματα επιδότησης της απασχόλησης) έχουν και οι δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης.
    Δεν μπορεί να αποτελεί οριζόντιο κριτήριο αξιολόγησης η πρόσληψη του 50% των συμμετεχόντων σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές της χώρας και ανεξαρτήτως εκπαιδευτικού επιπέδου και χρόνου ανεργίας, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο που βιώνουμε πανδημία και μεγάλη οικονομική κρίση! Δεν μπορεί τους συμμετέχοντες σε πρόγραμμα κατάρτισης, να τους επιλέγει η ΔΥΠΑ, να τους υποδεικνύει το πρόγραμμα, το ΚΔΒΜ να έχει την επιτυχή και πιστοποιημένη υλοποίηση του προγράμματος και να αξιολογείται γιατί ένας μακροχρόνια άνεργος (5 έτη άνεργος) σε αγροτική περιοχή, βασικής εκπαίδευσης, δεν μπορεί να βρεί εργασία ως στέλεχος πληροφορικής αφού έχει εκπαιδευθεί για 80 ώρες. Δεν μπορούν να ισχύουν οι ίδιοι όροι απασχόλησης μετά την κατάρτιση για αποφοίτους στη Θράκη ή τη Μακεδονία (χαμηλότατοι δείκτες ανάπτυξης της απασχόλησης) με καταρτιζόμενους πτυχιούχους στην Αττική ή την Θεσσαλονίκη. Δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες κατάρτισης ή στήριξης στην απασχόληση, οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και οι απόφοιτοι υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
    Για όλα τα παραπάνω, είμαστε κάθετα αντίθετοι με το πρώτο κριτήριο αξιολόγησής μας, του άρθρου 38, που αφορά, άνεργους και εργαζόμενους καταρτιζόμενους, και ζητάμε να απαλειφθεί.
    Είναι αδιανόητο να αξιολογούμαστε για τα αποτελέσματα ενός προγράμματος που δεν σχεδιάστηκε από εμάς, δεν έγινε ανίχνευση αναγκών από εμάς, δεν επιλέχθηκαν οι συμμετέχοντες από εμάς σε θεματικά αντικείμενα συμβατά με τις ανάγκες, την κουλτούρα και τις δεξιότητες-βιώματά τους. Προτείνετε η αξιολόγησή μας βάσει του αποτελέσματος ενός προγράμματος που η δική μας συνεισφορά θα είναι μόνο η υλοποίησή του!! Γνωρίζετε καλά ότι το αποτέλεσμα καθορίζεται πρωτίστως από τον σχεδιασμό και δευτερευόντως από την υλοποίηση!!
    Η ποιότητα των προγραμμάτων που προσφέρονται από τους φορείς διά βίου μάθησης
    καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την εκπαιδευτική επάρκεια των εκπαιδευτών, την ποιότητα του εκπαιδευτικού υλικού και των εκπαιδευτικών δομών και την ύπαρξη συστήματος πιστοποίησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων. Οι μηχανισμοί αξιολόγησης προτείνουμε να ακολουθούν τα ακόλουθα επίπεδα:
    • Αξιολόγηση του έργου όλων των φορέων παροχής υπηρεσιών Μάθησης Ενηλίκων
    (ανταπόκριση των προγραμμάτων στις ανάγκες των συμμετεχόντων, συσχέτιση του
    περιεχομένου των προγραμμάτων με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας σε επαγγέλματα και
    δεξιότητες ή με την άμβλυνση του κοινωνικού αποκλεισμού και την ανάπτυξη της προσωπικότητας των συμμετεχόντων, διαδικασίες επιλογής, επάρκεια εκπαιδευτών,
    επιχειρησιακή επάρκεια του στελεχιακού δυναμικού, επίτευξη των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων κλπ.)
    • Αξιολόγηση των βασικών συνιστωσών του συστήματος Μάθησης ενηλίκων
    (διακυβέρνηση, νομοθετικό πλαίσιο, ανθρώπινο δυναμικό και σύστημα επιμόρφωσής του,
    επαγγελματικά περιγράμματα, διαδικασία πιστοποίησης προγραμμάτων, φορέων, καθώς και προσόντων που αποκτώνται μέσω της συμμετοχής στην Μάθηση Ενηλίκων, σύνδεση των προσόντων με επαγγελματικά δικαιώματα, επαγγελματική συμβουλευτική, πρακτική άσκηση, σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο Επαγγελματικής Εκπαίδευσης Κατάρτισης, Διά Βίου Μάθησης και Νεολαίας.
    Θα μπορούσατε λοιπόν να μας αξιολογήσετε με δείκτες που αφορούν την υλοποίηση και μόνο των προγραμμάτων κατάρτισης.

  • 28 Μαρτίου 2022, 12:18 | ΜΠΟΥΛΟΥΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    Κυρίες/Κύριοι,

    1. Γενικά Στοιχεία

    Τα ΚΔΒΜ σύμφωνα με τις ιδρυτικές τους πράξεις και τις διατάξεις αδειοδότησής τους του Ν. 4763/2020 (Α’ 254) και σύμφωνα με τη αρ. πρωτ. 79732/27-7-2020 εγκύκλιο της Εθνικής Αρχής Συντονισμού (ΕΑΣ)/Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού και Παρακολούθησης Δράσεων ΕΚΤ (ΕΥΣΕΚΤ) με θέμα: «Πλαίσιο ποιοτικών προδιαγραφών για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) προγραμμάτων Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΣΕΚ)» είναι κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης, πιστοποίησης και συμβουλευτικής προσαρμοσμένα σε όλες τις σύγχρονες ποιοτικές προδιαγραφές.

    Στον παρόν σχέδιο νόμου στο άρθρο 38 και στην παράγραφο 2 αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «2. Η αξιολόγηση των παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης γίνεται βάσει της επίδοσης του αξιολογούμενου παρόχου σε κάθε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης, στο οποίο συμμετέχουν και είναι ανεξάρτητη από τους ελέγχους της παρ. 4 του άρθρου 37. Στα ορόσημα της περ. β) της περ. 1 περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τουλάχιστον τα εξής στοιχεία: α) το ποσοστό των καταρτισθέντων που βρήκε εργασία εντός τριών (3), έξι (6) και δώδεκα (12) μηνών μετά τη λήξη της κατάρτισης στο αντικείμενό τους ή, εάν πρόκειται για εργαζομένους που καταρτίσθηκαν, το ποσοστό αυτών που βρήκε νέα εργασία στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα» και στην παράγραφο 3 «3. Η αξιολόγηση της περ. β) της παρ. 1 καταλήγει σε βαθμολογία για την επίδοση του παρόχου στο πρόγραμμα επιδοτούμενης κατάρτισης, η οποία εκφράζεται σε αριθμητική κλίμακα, ως εξής: (1) κακή, (2) ανεπαρκής, (3) ικανοποιητική, (4) πολύ καλή, (5) άριστη. Οι βαθμοί 1-2 αντιστοιχούν σε αρνητική αξιολόγηση, οι βαθμοί 3-4 σε επαρκή θετική αξιολόγηση και ο βαθμός 5 σε άριστη θετική αξιολόγηση. Δεν μπορεί να βαθμολογηθεί με βαθμό 3 ή μεγαλύτερο η επίδοση παρόχου σε πρόγραμμα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, εάν δεν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταρτισθέντων να βρήκε εργασία εντός 12 μηνών».

     Ως κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης και πιστοποίησης έχουν ως κύριο στόχο την ενίσχυση, τη συμπλήρωση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και των γνώσεων, των ανέργων, των εργαζόμενων και των αυτοαπασχολούμενων μέσω των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που προσφέρουν. Επιπλέον ως κέντρα επαγγελματικής συμβουλευτικής έχουν ως κύριο στόχο να βοηθήσουν τα άτομα να αντιμετωπίσουν ζητήματα που τους απασχολούν και σχετίζονται είτε με την επαγγελματική τους επιλογή είτε με την προσαρμογή τους στο επάγγελμα το οποίο ήδη εξασκούν ή και με την επαγγελματική τους ανάπτυξη.

    Σε καμιά περίπτωση οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα ΚΔΒΜ δεν σχετίζονται με την υποχρεωτική εύρεση εργασίας στους καταρτιζόμενους.

    2. Τα εξειδικευμένα σχόλιά μας

    Ως ΚΔΒΜ που δραστηριοποιούμαστε χρόνια στην παροχή εκπαίδευσης και έχουμε καταρτίσει χιλιάδες ανέργους και εργαζόμενους και που αξιολογούμαστε συνεχώς από τους εκάστοτε δικαιούχους των προγραμμάτων κατάρτισης, φορείς της κεντρικής κυβέρνησης και από τους ίδιους τους καταρτιζόμενους θεωρούμε άδικο, λάθος και απαράδεκτο να αξιολογείται η απόδοσή μας με βάση το ποσοστό (και μάλιστα συγκεκριμένα το 50%) αυτών που βρήκε εργασία σε ένα μέγιστο χρονικό διάστημα 12 μηνών.
    Όλοι γνωρίζουμε ότι η εύρεση εργασίας είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, εξαρτάται από το προφίλ των καταρτιζόμενων, τις επιθυμίες τους, την διάθεσή τους, τους στόχους τους, από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής και της τοπικής αγοράς που στοχεύει ο ενδιαφερόμενος καθώς επίσης και από ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές καταστάσεις που μπορεί να βιώνει εκείνη τη στιγμή η χώρα.
    Δεν μπορεί να «τιμωρείται» ένα ΚΔΒΜ και να διαγράφεται από τα μητρώα των εγκεκριμένων παρόχων για κάτι που δεν εξαρτάται μόνο από το ίδιο.

     Επίσης στην παρ. 2 αναφέρεται στο α) «….ή, εάν πρόκειται για εργαζομένους που καταρτίσθηκαν, το ποσοστό αυτών που βρήκε νέα εργασία στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα» και θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε γιατί πρέπει ένας εργαζόμενος που καταρτίζεται να βρει νέα θέση εργασίας; Η κατάρτιση και η επιμόρφωση ενός εργαζομένου στοχεύει ώστε να γίνει περισσότερο αποδοτικός στην εργασία του με στόχο την διατήρηση της θέσης τους.

    3. Οι προτάσεις μας

    Για όλους τους παραπάνω λόγους ζητάμε την κατάργηση της όρου αξιολόγησης των ΚΔΒΜ βάση του ποσοστού αυτών που βρίσκουν εργασία μετά την κατάρτιση και αντί αυτού προτείνουμε τα εξής:
    1. Την επιβράβευση και όχι την αρνητική αξιολόγηση ενός ΚΔΒΜ είτε μέσω χρηματικής ενίσχυσης ως αποτελεσματικότερη υπηρεσία υποστήριξης για όσους καταρτιζόμενους θα οδηγήσει να βρουν εργασία μετά από ένα πρόγραμμα κατάρτισης, είτε με την παροχή άλλων ανταποδοτικών κινήτρων προς το ΚΔΒΜ, όπως μείωση ασφαλιστικών εισφορών, έκπτωση φόρου, περαιτέρω μοριοδότηση σε επόμενες προσκλήσεις. (Συνήθως η επιβράβευση φέρνει καλύτερα αποτελέσματα από ότι η τιμωρία).
    2. Την ενίσχυση των εργοδοτών που θα θελήσουν να δημιουργήσουν μια νέα θέση εργασίας σε καταρτιζόμενους προγραμμάτων, μέσω ενεργητικών πολιτικών όπως η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών.
    3. Επίσης την ενίσχυση των καταρτιζομένων που θα θελήσουν να γίνουν αυτοαπασχολούμενοι, επιδοτώντας τους μέρος των λειτουργικών εξόδων.

    Συμπερασματικά, ως ΚΔΒΜ επιθυμούμε και θέλουμε να είμαστε συνεργάτες με τον ΟΑΕΔ (ΔΥΠΑ) και μόνο μέσω μια υγιούς συνεργασίας μπορούμε να προσφέρουμε τα μέγιστα δυνατά οφέλη στους καταρτιζόμενους.

    Με εκτίμηση,

    Μπουλούκης Γεώργιος
    Διευθυντής Κατάρτισης
    ΚΔΒΜ «ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ»

    Και

    Ιωάννης Σαλμάς
    Διευθυντής Κατάρτισης
    ΚΔΒΜ «ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΛΜΑΣ – Sigma ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ»

  • 28 Μαρτίου 2022, 08:36 | ΑΡΓΥΡΗΣ ΣΠΥΡΑΚΟΣ

    Τα ΚΔΒΜ σύμφωνα με τις ιδρυτικές τους πράξεις και τις διατάξεις αδειδότησης του Ν. 4763/2020 (Α’ 254), είναι εκπαιδευτικοί φορείς και όχι φορείς προώθησης ανέργων στην αγορά εργασίας. Πόσο μάλλον να αξιολογείται η βιωσιμότητά τους από το εάν απορροφήθηκε στην εργασία τουλάχιστον το 50% των ανέργων. Είναι αδιανόητο να κινδυνεύουμε να μείνουμε εκτός μητρώου παρόχων κατάρτισης για κάτι το οποίο δεν είναι αρμοδιότητα δική μας.
    Όσον αφορά το σημείο 3γ. από τι στιγμή που αυτό το κριτήριο δεν είναι αντικειμενικό δε θα πρέπει να προσμετράται ως κριτήριο αξιολόγησης των παρόχων κατάρτισης. Ο Βαθμός δυσκολίας σε αντικείμενα κατάρτισης των οποίων το πρόγραμμα σπουδών είναι στα αγγλικά δεν είναι ο ίδιος από ένα πρόγραμμα σπουδών στα ελληνικά.

  • 27 Μαρτίου 2022, 23:55 | ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΑ ΚΔΒΜ ΑΡΓΩ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ

    Σε σχέση με την παρ.3α και την εξεύρεση εργασίας στο 50% των κασταρτισθέντων. Η δραστηριότητα των ΚΔΒΜ είναι η παροχή κατάρτισης σε ανθρώπους διαφόρων ηλικιών, μορφωτικού επιπέδου, αναγκών κτλ. Η εξεύρεση εργασίας, είναι μιά αλλη, τελείως διαφορετική δραστηριότητα που δεν εντάσσεται στο φάσμα των αντικειμένων μας. Υπάρχει ο ΟΑΕΔ (πλέον ΔΥΠΑ)ο οποίος διαθέτει άρτια καταρτισμένους συμβούλους εργασίας, οι οποιοι είναι οι πλέον αρμόδιοι στην διερεύνηση των αναγκών των ανέργων και τη διασύνδεση τους με τις επιχειρήσεις οι οποίες ζητούν προσωπικό. ΉΔΗ με τις τελευταίες συνεργασίες με κολοσσούς , όπως η AMAZON και η GOOGLE, ο ΟΑΕΔ απέδειξε το κύρος του και τη δύναμή του. Επίσης σε σχεση με την παρ.1δ, τη σύνδεση της αμοιβής των επιλέξιμων παρόχων επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης με την επίδοσή τους. Ένα πρόγραμμα κατάρτισης, έχει συγκεκριμένα έξοδα που σχετίζονται με τις αμοιβές των εκπαιδευτών, τη διατήρηση των υποχρεωτικών ΕΜΕ, τα πάγια λειτουργικά έξοδα κτλ. Μέχρι στιγμής όλα αυτά τα καλύπτουμε με ίδια μέσα και πληρωνόμαστε από τον εκάστοτε φορέα, υπουργείο μετά από μήνες ή χρόνια. Οπότε, η πρόταση είναι η εξής:η αποπληρωμή των κέντρων δια βίου μάθησης να γίνεται κανονικά και εγκαίρως καιστη συνέχεια να υπάρχει πριμοδότηση εκείνων που θα έχουν καλύτερη επίδοση, η οποία βέβαια δε μπορεί να στηρίζεται στα κριτήρια της παρ.3. Αρα λοιπόν να δημιουργηθεί ένα θετικό κλιμα επιβράβευσης κι όχι ένα καθεστώς εκφοβισμού και άγχους (λόγω των κριτηρίων της παρ.3) το οποίο θα έχει κόστος ακόμη και στις υπηρεσίες εκπαίδευσης που καλούμαστε να παρέχουμε.

  • 27 Μαρτίου 2022, 13:25 | ΚΔΒΜ ΜΗΤΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ

    Τα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης αποτελούν φορείς παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο της μη τυπικής εκπαίδευσης, για ενήλικες και με αντικείμενα εργασιών την Συνεχιζόμενη Επαγγελματική Κατάρτιση και την Επαγγελματική Συμβουλευτική.

    Είναι εκπαιδευτικοί φορείς και όχι φορείς προώθησης ανέργων στην αγορά εργασίας είτε αλλαγής αντικειμένου εργασίας εργαζομένων.
    Η προώθηση των ανέργων στην αγορά εργασίας αποτελεί ένα σύνθετο πεδίο δράσεων και πολιτικών που ανήκει κυρίως στο Υπουργείο Εργασίας και στον ΟΑΕΔ. Η εύρεση εργασίας σχετίζεται με την κεντρική πολιτική της κυβέρνησης, τα περιφερειακά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας, το εκπαιδευτικό επίπεδο των συμμετεχόντων κτλ.
    Τον κριτήριο αξιολόγησης των ΚΔΒΜ για την εύρεση εργασίας σε τουλάχιστον 50% των καταρτιζομένων ως τιμωρία των ΚΔΒΜ – εάν δεν το πετύχουν με διετή αποκλεισμό από την επαγγελματική δραστηριοποίηση – δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό.
    Αναρωτιέμαι, τα Πανεπιστήμια τιμωρούνται για την πληθώρα ανέργων πτυχιούχων ; Οι Σύμβουλοι των ΚΠΑ του ΟΑΕΔ, έχουν κάποια επίπτωση στην εργασία τους ή κινδυνεύουν με διετή αναστολή εργασιών αν δεν βρουν δουλειά σε ένα ποσοστό των ανέργων στους οποίους παρέχουν τις υπηρεσίες τους ;
    Από την στιγμή που τα προγράμματα κατάρτισης σχεδιάζονται από το Υπουργείο Εργασίας, οι καταρτιζόμενοι επιλέγονται από τον ΟΑΕΔ, ο χρονικός προγραμματισμός υλοποίησης των προγραμμάτων γίνεται από τον φορέα προκήρυξης (π.χ. κατάρτιση ανέργων μετά από ένα ολόκληρο έτος από την αρχική αίτηση τους), οι εκπαιδευτές υποδεικνύονται από τον ΕΟΠΠΕΠ (τουλάχιστον το 70% δεν έχει δυνατότητα συμμετοχής στα προγράμματα κατάρτισης, ο ΟΑΕΔ δεν παρέχει άδεια σε αξιόλογους υπαλλήλους του να συμμετάσχουν ως εκπαιδευτές), προγράμματα επιδότησης Νέων Θέσεων Εργασίας ποτέ δεν στήριξαν επιχειρήσεις και ανέργους που ολοκλήρωσαν ένα πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης των ΚΔΒΜ, είναι δυνατόν ευθύνη και ποινή επί της μη απασχόλησης ανέργων να επιρρίπτεται μόνο στα ΚΔΒΜ ;
    Για όλα τα παραπάνω, είμαστε εξ ολοκλήρου αντίθετοι με το πρώτο κριτήριο αξιολόγησής μας, του άρθρου 38, που αφορά, άνεργους και εργαζόμενους καταρτιζόμενους, και ζητάμε να απαλειφθεί.
    Τα ΚΔΒΜ μπορούν να αποτελέσουν αρωγούς στην προσπάθεια μείωση της ανεργίας μέσα από την διαδικασία της Συμβουλευτικής προς τους Ανέργους σε συνεργασία με τους Συμβούλους του κατά τόπου ΚΠΑ.

    Επιπλέον σχετικά με την κατάρτιση εργαζομένων, διαπιστώνουμε ότι αυτή σχετίζεται με την αλλαγή θέσης εργασίας, πιθανώς και σε άλλο εργοδότη. Με ποιο σκεπτικό επιχείρηση θα καταρτίσει το προσωπικό της ώστε να βρει νέα εργασία σε άλλη επιχείρηση ;

  • 27 Μαρτίου 2022, 13:03 | ΚΔΒΜ ΜΗΤΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ

    Ιδιαίτερο κίνητρο επιτυχούς Πιστοποίησης των καταρτιζόμενων μπορεί να αποτελέσει η αξιοποίηση του πιστοποιητικού τους, σε διαγωνισμούς και προκηρύξεις πρόσληψης μέσω ΑΣΕΠ

  • 24 Μαρτίου 2022, 17:03 | ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΣΚΑΜΗΣ

    Η υποχρέωση ενός ΚΔΒΜ να βρει εργασία σε οποιοδήποτε ποσοστό των καταρτισθέντων είναι άδικη για την αξιολόγηση του ΚΔΒΜ και μη λειτουργική για την συνολική εξέλιξη των προγραμμάτων. Τα ΚΔΒΜ είναι φορείς παροχής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης με αποκλειστικό στόχο την μάθηση, όπως αναφέρει και ο τίτλος τους. Η εύρεση εργασίας είναι ξεχωριστός τομέας δραστηριότητας με πολυπλοκότητα και ειδική τεχνογνωσία την οποία κατέχει σχεδόν αποκλειστικά ο ΟΑΕΔ. Είναι άδικο ως θέμα αρχής η πολιτεία να επιβάλει στα ΚΔΒΜ την άσκηση αυτού του διαφορετικού επαγγέλματος και να κριθεί η επιβίωσή τους από το αποτέλεσμα. Είναι επίσης μη λειτουργικό διότι τυχούσα επιβολή οποιουδήποτε ποσοστού εύρεσης εργασίας θα οδηγήσει σε ουσιαστικό μηδενισμό του αριθμού των ΚΔΒΜ που θα μπορούν να υλοποιούν προγράμματα, μεταφέροντας το πρόβλημα της οργάνωσης και υλοποίησης των προγραμμάτων στην πολιτεία. Προτείνουμε την απαλοιφή της οποιασδήποτε σύνδεσης των ΚΔΒΜ με εύρεση εργασίας των καταρτιζομένων από το κατά τα λοιπά θετικό αυτό σχέδιο νόμου.

  • 22 Μαρτίου 2022, 19:19 | ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΡΑΠΑΛΗ

    Σύμφωνα με το άρθρο 38 θα «τιμωρούμαστε» αν οι καταρτιζόμενοι δεν εντάσσονται σε καθεστώς εργασίας εντός 3, 6, 12 μηνών μετά την λήξη της κατάρτισης. Κύριοι, η εύρεση εργασίας ελάχιστα συνδέεται με την ΣΕΚ…Πρωτίστως σχετίζεται με την κεντρική πολιτική της κυβέρνησης…Τα Πανεπιστήμια τιμωρούνται για την πληθώρα ανέργων πτυχιούχων?? Τους στερήθηκε το δικαίωμα εκπαίδευσης επειδή οι απόφοιτοί τους δεν βρήκαν εργασία??
    Η αμοιβή μας θα σχετίζεται με τα αποτελέσματα?? Δηλ. δημόσιοι υπάλληλοι στερούνται του μισθού τους αν δεν είναι αποδοτικοί?? Δημόσιες υπηρεσίες που κύριο σκοπό έχουν την εύρεση εργασίας σε άνεργους και ελάχιστα το πετυχαίνουν,κλείνουν??
    Θα υλοποιούμε προγράμματα και πιθανόν να μην πληρωνόμαστε?? Οπότε δεν θα πληρώνουμε και τους Εκπαιδευτές που κατάρτισαν άτομα που δεν πιστοποιήθηκαν?? Δεν θα πληρώνουμε και τους διοικητικούς υπαλλήλους μας, που δεν κατάφεραν να βρουν εργασία στους καταρτιζόμενους??
    Οδηγήστε μας λοιπόν σε εργασιακό μεσαίωνα!!

  • 18 Μαρτίου 2022, 18:56 | Βασίλης

    Η αξιολόγηση ενός ΚΔΒΜ βάσει του ποσοστού των ωφελούμενων, εφόσον πετύχει την πρόσληψη τους κατά 50% στην αγορά εργασίας, θα είναι εντελώς άδικη και λάθος. Μην μετατρέψετε τα ΚΔΒΜ σε ιδιωτικά Job Centers. Τα ΚΔΒΜ σε αυτή την περίπτωση θα αποπροσανατολιστούν από τον ουσιαστικό τους ρόλο στην κατάρτιση & συμβουλευτική και θα επιδίδονται στα πλαίσια επιβίωσης, σε περιστασιακή τοποθέτηση ανέργων, κυρίως κάτω των 30 ετών. Δώστε σοβαρά «μπόνους», όπως είχε γίνει στην αρχή, προς τα ΚΔΒΜ, ανάλογα με την απορόφηση των ωφελούμενων που θα πετυχαίνουν, από την αγορά εργασίας.

  • 16 Μαρτίου 2022, 09:10 | Ευάγγελος

    Η αξιολόγηση της απόδοσης αν γίνεται με βάση τις επιδόσεις του ωφελούμενου θα έχει ως συνέπεια την «εξασφάλιση» των επιδόσεων με τον ΦΠ. Θα πρέπει να υπάρχει ανεξάρτητη διαδικασία αξιολόγησης, μία για τον πάροχο κατάρτισης και μία για τον ΦΠ. Επίσης, η κακή αξιολόγηση εκ μέρους του ωφελούμενου στον φορέα κατάρτισης (ως «τιμωρία» του παρόχου) γιατί δεν πέτυχε στις εξετάσεις, θα είναι λάθος.