Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Μ.Τ.Π.Υ.) που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος συνεχίζεται μέχρι τη λήξη της. Για το χρονικό αυτό διάστημα, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται Διοικητής του Μ.Τ.Π.Υ. και ασκεί τις αρμοδιότητες του άρθρου 4 του π.δ. 422/1981 (Α’ 114), περί του Διοικητή του Μ.Τ.Π.Υ., όπως αυτό διαμορφώνεται με τον παρόντα νόμο. Εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος διορίζονται ένα μέλος της περ. β) και το μέλος της περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 422/1981, περί του Διοικητικού Συμβουλίου του Μ.Τ.Π.Υ., όπως αυτό διαμορφώνεται με τον παρόντα νόμο.
Θέμα : Συνταξιούχοι που απασχολούνται ως εκπαιδευτές ενηλίκων. Nα ενσωματωθεί η ακόλουθη τροποποίηση:
«Σε συνταξιούχους που εργάζονται ουδεμία περικοπή επιβάλλεται στις συντάξιμες αποδοχές τους, εφόσον απασχολούνται, ως ωρομίσθιοι εκπαιδευτές ενηλίκων, με σχέση εξαρτημένης εργασίας σε ιδιωτικές ή δημόσιες εκπαιδευτικές δομές, έως 35 ώρες εβδομαδιαίως ή έως 140 ώρες συνολικά μηνιαίως, εφόσον οι αμοιβές δεν υπερβαίνουν συνολικά το ονομαστικό ποσό των 10.000,00 ευρώ ετησίως. Υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, δεν είναι υποχρεωτική η δήλωση της εργασίας στον οικείο φορέα/οργανισμό συνταξιοδότησης. Σε περίπτωση της ανωτέρω ωριαίας υπέρβασης ή της ανωτέρω αμοιβής ο συνταξιούχος που απασχολείται ως εκπαιδευτής ενηλίκων υποχρεούται για την αναδρομική δήλωση της εργασίας στον οικείο φορέα/οργανισμό συνταξιοδότησης για την περικοπή των αναλογούντων συντάξιμων αποδοχών».
Η παραπάνω προτεινόμενη διάταξη δεν δημιουργεί δυσχέρειες στην αγορά εργασίας, καθώς στον τομέα της εκπαίδευσης ενηλίκων η ζήτηση εκπαιδευτών με επιζητούμενη την εργασιακή και εκπαιδευτική εμπειρία υπερτερεί σαφώς της προσφοράς.
Επιπλέον, τίθεται ανώτατο (εβδομαδιαίο ή μηνιαίο) όριο ωρών προς εξασφάλιση αποφυγής φαινομένων κατάχρησης/αποκλεισμού. Το όριο αυτό δεν υπερβαίνει το όριο του νόμιμου ωραρίου εβδομαδιαίας και ημερήσιας πενθήμερης εργασίας.
Επιπροσθέτως, η μη υποχρέωση της δήλωσης της εργασίας καθίσταται επιβεβλημένη και συνεισφέρει στην μείωση του διοικητικού κόστους του οικείου φορέα/οργανισμού συνταξιοδότησης, δεδομένου ότι οι εκπαιδευτές ενηλίκων ενδεχομένως απασχολούνται σε περισσότερους από έναν εκπαιδευτικούς φορείς και σε αλληλεπικαλυπτόμενα μεταξύ τους χρονικά διαστήματα με αντίστοιχα αλληλεπικαλυπτόμενες συμβάσεις παροχής εκπαιδευτικού έργου, γεγονός που θα δημιουργήσει λειτουργικά προβλήματα στη διαχείριση εκάστης υπόθεσης από τον εν λόγω φορέα/οργανισμό.
Πέραν αυτών, η συγκεκριμένη τροποποίηση απαλείφει και διάφορες στρεβλώσεις. Για παράδειγμα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι στη συντριπτική πλειοψηφία των σύγχρονων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ιδίως των συγχρηματοδοτούμενων, οι αμοιβές των εκπαιδευτών ενηλίκων και κατ’ επέκταση οι ασφαλιστικές κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων (π.χ. EΦΚΑ), καταβάλλονται / αποδίδονται μετά την παρέλευση πολλών μηνών ή και πέραν του οικονομικού έτους από εκείνο που παρέχεται η εκπαιδευτική υπηρεσία. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις έχει παρατηρηθεί ότι οι συμβατικές υποχρεώσεις, εκ μέρους των εργοδοτών, δεν τηρούνται.
Συνεπώς, τίθεται το εύλογο ερώτημα: πως είναι δυνατόν να περικόπτονται συντάξεις χωρίς να έχουν καταβληθεί αμοιβές (πιθανόν ουδέποτε να καταβληθούν) και επομένως χωρίς να έχουν αποδοθεί ή ουδέποτε να αποδοθούν ασφαλιστικές εισφορές;
Στις μεταβατικές διατάξεις να προστεθεί διάταξη σύμφωνα με την οποία: Κάθε εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να εξαγοράσει έως 150 ημέρες εργασίας προκειμένου να θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Θεωρώ ότι είναι ένα δίκαιο αίτημα προκειμένου να απεγκλωβιστούν εργαζόμενοι που για λίγες ημέρες εργασίας δεν μπορούν να επωφεληθούν από ευνοϊκές διατάξεις. Εξάλλου είναι και θέμα ισότητας και δικαιοσύνης βάσει της συνταγματικής πρόβλεψης από τη στιγμή που στους ένστολους δίνεται το δικαίωμα να εξαγοράσουν 5 ολόκληρα πλασματικά έτη.
Είτε στις μεταβατικές διατάξεις, είτε σε έτερο κατάλληλο, κατά την κρίση σας, άρθρο να συμπεριληφθεί η παρακάτω διάταξη/πρόβλεψη, με την οποία να τροποποιείται η νομοθεσία περί απασχόλησης συνταξιούχων:
«Ουδεμία περικοπή των συντάξιμων αποδοχών επιβάλλεται σε συνταξιούχους, στην περίπτωση που απασχολούνται σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς εκπαίδευσης με σχέση ανεξάρτητης εργασίας με ωριαία αποζημίωση για παροχή διδακτικού έργου. Η απασχόληση του ανωτέρω εδαφίου υπόκειται σε όλες τις προβλεπόμενες φορολογικές και ασφαλιστικές κρατήσεις/εισφορές».
Αιτιολόγηση: Η παραπάνω πρόβλεψη λειτουργεί επ’ ωφελεία των δημοσίων (π.χ. ΚΕΔΙΒΙΜ ΑΕΙ , ΙΕΚ, ΚΔΒΜ Ο.Τ.Α. κ.λπ.) και των ιδιωτικών (ΚΔΒΜ) εκπαιδευτικών δομών αλλά και των καταρτιζόμενων, στο πλαίσιο της διασφάλισης ποιότητας σε επιμορφωτικά προγράμματα μέσω του τρέχοντος Ταμείου Ανάκαμψης ή άλλων συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων (ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΠΟΛΥΧΡΟΝΗ-ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ) και της αποτελεσματικής διασύνδεσης των εν λόγω προγραμμάτων με την αγορά εργασίας, καθώς και της αναγκαιότητας βελτίωσης της απασχολησιμότητας/διατήρησης των μελλοντικών θέσεων εργασίας.
Σε περίπτωση μη υιοθέτησης της υπόψη πρόβλεψης, θα παρατηρηθεί α) στέρηση των αναγκαίων ανθρωπίνων εξειδικευμένων πόρων προκειμένου να υλοποιηθούν έγκαιρα και αποδοτικά οι σχεδιαζόμενες εκπαιδευτικές και εργασιακές δημόσιες πολιτικές και β) δυσχέρεια στην αξιοποίηση των διατιθέμενων ευρωπαϊκών πιστώσεων,
καθώς άλλες δυνητικές κατηγορίες έμπειρων εκπαιδευτών (π.χ. εν ενεργεία Δ.Υ. ή ιδιωτικοί υπάλληλοι) δεν μπορούν να καλύψουν εξ’ ολοκλήρου τα εκπαιδευτικά προγράμματα που υλοποιούνται κατά βάση πρωινές ώρες.
Στις μεταβατικές διατάξεις να προστεθεί διάταξη σύμφωνα με την οποία:
Οι συνταξιούχοι να μπορούν να διδάσκουν κατ΄εξαίρεση έως 14 ώρες την εβδομάδα, με παρακράτηση 10% για ασφαλιστικές εισφορές [υπέρ ΑΚΑΓΕ] και 20% παρακράτηση φόρου εισοδήματος μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών, χωρίς περικοπή της σύνταξής τους.
Οι απόστρατοι των ΕΔ και των ΣΑ στην κατάσταση της εφεδρείας δύναται να διδάσκουν στις παραγωγικές σχολές των ΕΔ και στα σχολεία των ΕΔ-ΣΑ έως 14 ώρες την εβδομάδα, με παρακράτηση 10% για ασφαλιστικές εισφορές [υπέρ ΑΚΑΓΕ] και 20% παρακράτηση φόρου εισοδήματος μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών, χωρίς περικοπή της σύνταξής τους.
ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ: Εκπαιδευτικοί, κοινωνικοί, επιχειρησιακοί και οικονομικοί λόγοι επιβάλλουν την προσθήκη αυτής της διάταξης.
Δεν πλήττονται οι άνεργοι καθώς απαιτούνται για την διδασκαλία πιστοποιήσεις και πολύχρονη συναφής εμπειρία – καθηγεσία.
Εξάλλου η διδασκαλία επιτρέπεται και στους υπηρετούντες υπαλλήλους καθώς και σε στρατιωτικούς ε.ε. οι οποίοι όμως δεν μπορούν να απασχολούνται επί πολλές ώρες την εβδομάδα ή/και κατά την διάρκεια των [πρωινών] κυρίως καθηκόντων τους.
Οικονομικά η κατάργηση της περικοπής της σύνταξης κατά 30% καλύπτεται σημαντικά από τη συνεισφορά στο ΑΚΑΓΕ του 10% των ασφαλιστικών εισφορών και της αυξημένης φορολόγησης των ενδιαφερομένων.
Πρόσθετα τίθεται περιορισμός σε «έως 14 ώρες την εβδομάδα».
Οι συνάνθρωποί μας με αναπηρίες συνιστούν μία ιδιαίτερα ευάλωτη κοινωνική ομάδα, η οποία, με δεδομένη την ήδη παρατεταμένη διάρκεια των σπονδυλωτών κρίσεων (οικονομικής, υγειονομικής, ενεργειακής κλπ.), είναι φανερό ότι έχει άμεση ανάγκη τη συνεχή στήριξη της Πολιτείας, προκειμένου για ένα ευπρεπές στοιχειώδες βιοτικό επίπεδο. Ιδίως, δε, σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, διά του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), ο νομοθέτης προέβλεψε τη μη καταβολή του από τα ΑμεΑ με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω. και με ετήσιο εισόδημα που δεν υπερβαίνει τα 12.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται κατά 1.000 ευρώ για σύζυγο και κάθε παιδί.
Κατά τον Ν. 4223/2013, πλήρους απαλλαγής από ιυν ΕΝΦΙΑ δικαιούνται οι τρίτεκνες ή πολύτεκνες οικογένειες που περιλαμβάνουν άτομα με αναπηρία κατά ποσοστό 80% και άνω.
Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2, του Νόμου 4223/2013, προβλέπονται ρητά τα κάτωθι περί της πλήρους απαλλαγής στον ΕΝΦΙΑ από συνανθρώπους μας με αναπηρίες:
“H έκπτωση της προηγούμενης παραγράφου ανέρχεται σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) Το συνολικό φορολογητέο οικογενειακό εισόδημα του προηγούμενου φορολογικού έτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4172/2013 (A 167), όπως ισχύουν και κάθε άλλη συναφή κείμενη διάταξη, δεν υπερβαίνει τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ, προσαυξημένο κατά χίλια (1.000) ευρώ για τον ή την σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος. Για το έτος 2014, ως συνολικό φορολογητέο οικογενειακό εισόδημα λαμβάνεται το συνολικό καθαρό οικογενειακό εισόδημα, το οποίο προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2238/1994 και κάθε άλλη συναφή κείμενη διάταξη.
β) το σύνολο της επιφάνειας των κτισμάτων στα οποία κατέχουν δικαιώματα της παραγράφου 2 του άρθρου 1, ο υπόχρεος δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ο ή η σύζυγος και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του, λαμβανομένου υπόψη του ποσοστού συνιδιοκτησίας και του είδους του δικαιώματος, δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα τετραγωνικά μέτρα (150 μ2),
γ) ο φορολογούμενος, ο ή η σύζυγος και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειας του είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και
δ) ο αριθμός των εξαρτώμενων τέκνων ισούται ή υπερβαίνει τα τρία, ή ο φορολογούμενος, ο ή η σύζυγος ή οποιοδήποτε από τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του έχει αναπηρία σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω».
Παρ’ όλη, όμως, τη σαφήνεια των ανωτέρω, νομική αντινομία παρουσιάζεται στο σημείο, όπου αν και υφίστανται διοικητικές αποφάσεις της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) περί πλήρους απαλλαγής ΕΝΦΙΑ για άτομα με αναπηρίες, ωστόσο για τους ίδιους ακριβώς πολίτες έχουν αποφασιστεί εκ των αρμοδίων Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (ΔΟΥ) οφειλές επί του φόρου αυτού, για προηγούμενα φορολογικά έτη, αν και κατά τον Νόμο είναι σαφές πως δικαιούνται απαλλαγής. Συγκεκριμένα, είναι ενδεικτική η περίπτωση πολίτη, που αν και απαλλάχθηκε της καταβολής ΕΝΦΙΑ για τα φορολογικά έτη 2020 και 2021, με αρμόδια απόφαση διοικητή της ΑΑΔΕ, εν τούτοις έχει ταυτοχρόνως βεβαιωθεί εκ της αρμόδιας ΔΟΥ συνολικό ποσό οφειλής ΕΝΦΙΑ του ύψους των 1.700 ευρώ, για τα φορολογικά έτη από το 2014 έως το 2019, με την αιτιολόγηση ότι η δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9) κατατέθηκε εκπρόθεσμα.
Εκ των ανωτέρω, προκύπτει ερώτημα κατά πόσο αντιφατικές μεταξύ τους είναι οι πιο πάνω αποφάσεις, ιδίως δε αφ’ ής στιγμής η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει την απαλλαγή καταβολής ΕΝΦΙΑ για την ευπαθή ομάδα συμπολιτών μας με σοβαρές μορφές αναπηρίας.
Φαίνεται ότι υπάρχει μία «τιμωρία» και «ποινή» εκ μέρους της Διοίκησης στα Άτομα με Αναπηρία που για λόγους ανωτέρας βίας, υπέβαλλαν τις δηλώσεις αυτές εκπρόθεσμα.
Το ζήτημα είναι τόσο οικονομικό όσο ηθικό.
Η κοινωνική πρόνοια του Κράτους για άτομα με Αναπηρία είναι φειδωλή και όπου αυτή χορηγείται, οι προϋποθέσεις είναι ιδιαίτερα αυστηρές. Είναι κρίμα μία ευνοϊκή ρύθμιση όπως η συγκεκριμένη χορήγηση έκπτωσης στον ΕΝΦΙΑ για ΑμεΑ να χάνεται για λεπτομέρειες, όπως η εκπρόθεσμη δήλωση εάν και εφόσον πληρούνται όλες οι υπόλοιπες προϋποθέσεις.
Θα ήταν ευχής έργον η νομοθέτηση χορήγησης των ευεργετημάτων της έκπτωσης στον ΕΝΦΙΑ για τα ΑμεΑ, όταν φυσικά πληρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις, ακόμα και εάν υποβάλλονται οι δηλώσεις εκπρόθεσμα.
Στις μεταβατικές διατάξεις να προστεθεί διάταξη σύμφωνα με την οποία όσοι αξιωματικοί των Σ.Α.και Ε.Δ. αποστρατεύθηκαν ως ΕΥΔΟΚΙΜΩΣ τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους με ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ της υπηρεσίας λαμβάνουν ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί τουλάχιστον στα σαράντα (40) συντάξιμα έτη. Ανάλογη ρύθμιση ίσχυσε και για το όριο ηλικίας. Υπάρχουν κάποιοι αξιωματικοί που αποστρατεύθηκαν με τον καταληκτικό βαθμό του Α/ΓΕΣ χωρίς να έχουν συμπληρώσει 35ετία και οι οποίοι δεν άσκησαν προσφυγή και δεν έλαβαν επιπλέον χρόνια από διοικητικές αποκαταστάσεις, όπως όλοι που αποστρατεύθηκαν με χαμηλότερους βαθμούς (π.χ.Συνταγματάρχες, Ταξίαρχοι και αντίστοιχοι) με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να τους υπερκεράσουν, καίτοι δεν άσκησαν πραγματικά καθήκοντα ανωτέρου βαθμού. Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος διόρθωσης της αδικίας. Μετά την εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων η διοίκηση με διάφορα μέτρα (ως η αύξηση του χρόνου παραμονής ανά βαθμό) έδωσε τη δυνατότητα συμπλήρωσης του συντάξιμου χρόνου εφεξής.