Η υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ’ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107), περί της δυνατότητας πάγιας ρύθμισης των οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, προσθέτων τελών, τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, προστίμων και λοιπών συνδεδεμένων με αυτές επιβαρύνσεων, δύνανται, μετά από αίτηση των οφειλετών, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται:
α) σε δύο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις ή
β) σε δύο (2) έως σαράντα οκτώ (48) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται μετά από ουσιαστικό έλεγχο. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πενήντα (50) ευρώ.
2. Αίτηση για υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση υποβάλλεται:
α) Μέσω των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) για ληξιπρόθεσμες οφειλές του e-Ε.Φ.Κ.Α., πλην αυτών του πρώην Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.), και για βεβαιωμένες στο Κ.Ε.Α.Ο. οφειλές, καθώς και για ληξιπρόθεσμες οφειλές των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης, για τις οποίες η αρμοδιότητα είσπραξης ανήκει κατά νόμο αποκλειστικά στο Κ.Ε.Α.Ο.
β) Στον οικείο φορέα για ληξιπρόθεσμες οφειλές του πρώην Ν.Α.Τ. και για ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, για τις οποίες η αρμοδιότητα είσπραξης δεν ανήκει κατά νόμο αποκλειστικά στο Κ.Ε.Α.Ο.
3. Αρμόδια όργανα για την έκδοση της απόφασης υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση είναι:
α) Οι προϊστάμενοι των περιφερειακών υπηρεσιών του Κ.Ε.Α.Ο. για οφειλές της περ. α) της παρ. 2.
β) Ο προϊστάμενος της αρμόδιας οργανικής μονάδας του οικείου φορέα για οφειλές της περ. β) της παρ. 2.
4. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να καταβληθεί η πρώτη (1η) δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα από τον μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση.
5. Με την υπαγωγή στη ρύθμιση, κατά τη διάρκεια αυτής και εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής:
α) Χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας κατά τις ισχύουσες διατάξεις,
β) παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136), και η σχετική δικογραφία τίθεται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Για την τυχόν απώλεια της ρύθμισης, που επέρχεται σύμφωνα με την παρ. 8, ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί, με σχετική βεβαίωση του χρόνου απώλειας της ρύθμισης και του υπολειπόμενου οφειλόμενου χρέους, τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος με πράξη του ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο και συνεχίζει την ποινική διαδικασία. Ο διανυθείς χρόνος από την παύση της ποινικής διαδικασίας μέχρι τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της πράξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί αναστολής της παραγραφής. Σε περίπτωση ρύθμισης από οφειλέτη, που έχει απωλέσει ρύθμιση στο παρελθόν για την ίδια οφειλή, αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 86/1967, και αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα,
γ) αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται,
δ) αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Εάν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται, και
ε) αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών.
6. Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
7. α) Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης επιτρέπεται η καθυστέρηση πληρωμής μιας (1) δόσης ανά δωδεκάμηνο και η καταβολή αυτής γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της επόμενης δόσης με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
β) Η μη εμπρόθεσμη καταβολή και δεύτερης δόσης εντός του δωδεκαμήνου ή η δημιουργία νέας οφειλής έχουν ως συνέπεια για το σύνολο της οφειλής:
βα) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,
ββ) την κατάσταση ως απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προσαυξήσεων,
βγ) την επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.
γ) Ειδικά η μη εμπρόθεσμη καταβολή και δεύτερης δόσης εντός του δωδεκαμήνου έχει ως συνέπεια και την απαγόρευση υπαγωγής της οφειλής σε νέα ρύθμιση.
8. Το ποσό της κύριας οφειλής που υπάγεται στην παρούσα ρύθμιση επιβαρύνεται από τον μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση με επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, προσαυξημένο κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως υπολογισμένο. Για τις οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση το επιτόκιο επαναπροσδιορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο για τον υπολειπόμενο αριθμό των ανεξόφλητων δόσεων.
9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.».