Για τους σκοπούς του παρόντος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
- «Κατώτατος μισθός»: η κατώτατη αμοιβή, που καθορίζεται με νόμο ή συλλογικές συμβάσεις εργασίας και που κάθε εργοδότης, μεταξύ άλλων στον δημόσιο τομέα, υποχρεούται να καταβάλλει, ανάλογα με την περίπτωση, στους εργαζομένους του για την εργασία που παρέχουν κατά τη διάρκεια δεδομένου χρονικού διαστήματος.
- «Νομοθετημένος κατώτατος μισθός»: η κατώτατη αμοιβή, που καθορίζεται με νόμο, την οποία κάθε εργοδότης στη χώρα, μεταξύ άλλων στον δημόσιο τομέα, υποχρεούται να καταβάλλει, ανάλογα με την περίπτωση, στους εργαζομένους του για την εργασία που παρέχουν υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης κατά τη διάρκεια ενός μηνός.
- «Νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο»: η κατώτατη αμοιβή, που καθορίζεται με νόμο και που κάθε εργοδότης στη χώρα, μεταξύ άλλων στον δημόσιο τομέα, υποχρεούται να καταβάλλει, ανάλογα με την περίπτωση, στους εργαζομένους του για την εργασία που παρέχουν υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης κατά τη διάρκεια μίας ημέρας.
- «Συλλογικές διαπραγματεύσεις»: οι διαπραγματεύσεις που διεξάγονται μεταξύ συνδικαλιστικής οργάνωσης εργαζομένων και οργάνωσης εργοδοτών ή μεμονωμένου εργοδότη στο επίπεδο της επιχείρησης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, με σκοπό την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας που καθορίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας.
- «Συλλογική σύμβαση»: η έγγραφη συμφωνία, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, που καθορίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας και η οποία υπογράφεται μεταξύ συνδικαλιστικής οργάνωσης εργαζομένων και οργάνωσης εργοδοτών ή μεμονωμένου εργοδότη στο επίπεδο της επιχείρησης.
- «Κάλυψη από συλλογικές διαπραγματεύσεις»: το ποσοστό των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο στους οποίους εφαρμόζεται συλλογική σύμβαση και το οποίο υπολογίζεται ως ο λόγος του αριθμού των εργαζομένων που η ατομική σύμβαση εργασίας τους υπάγεται σε συλλογική σύμβαση προς τον αριθμό εργαζομένων των οποίων οι συνθήκες εργασίας μπορούν να ρυθμίζονται με συλλογικές συμβάσεις.