Από τη συζήτηση που έχει ήδη αναπτυχθεί, γίνεται προφανές ότι καθένας επιθυμεί το σύστημα αξιολόγησης που θα τον κρατήσει στην (κακοπληρωμένη, έτσι κι αλλιώς) θέση του. Το τι είδους δημόσια διοίκηση θέλουμε έρχεται δεύτερο.
Βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος αξιολόγησης που να εξασφαλίζει τον άριστο δημόσιο λειτουργό. Τα αντικειμενικά κριτήρια συχνά κρύβουν τις υποκειμενικές αδυναμίες και τα υποκειμενικά κριτήρια βαρύνονται από αμαρτωλό παρελθόν.
Τι απομένει, λοιπόν; Στο βαθμό που η κατάκτηση ή η διατήρηση μιας θέσης (κακοπληρωμένης, επαναλαμβάνω) εργασίας αποτελεί έπαθλο που πρέπει κανείς να διεκδικεί λυσσαλέα από τα 18 έως τα 68 του κι όχι αναφαίρετο δικαίωμα (προστατευόμενο από το άρθρο 22 του ελληνικού Συντάγματος), η μόνο αληθινά δίκαια επιλογή για τον πολιτικό (και όχι το διοικητικό)μας προϊστάμενο είναι να κλείσει τα μάτια, να βάλει το χέρι στην καρδιά και να τραβήξει κλήρους. ΄Ωστε τουλάχιστον να μη μας μείνει, πέρα από την πίκρα της ανεργίας και η πίκρα του "τι δεν έκανα καλά;"...
Από τη συζήτηση που έχει ήδη αναπτυχθεί, γίνεται προφανές ότι καθένας επιθυμεί το σύστημα αξιολόγησης που θα τον κρατήσει στην (κακοπληρωμένη, έτσι κι αλλιώς) θέση του. Το τι είδους δημόσια διοίκηση θέλουμε έρχεται δεύτερο. Βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος αξιολόγησης που να εξασφαλίζει τον άριστο δημόσιο λειτουργό. Τα αντικειμενικά κριτήρια συχνά κρύβουν τις υποκειμενικές αδυναμίες και τα υποκειμενικά κριτήρια βαρύνονται από αμαρτωλό παρελθόν. Τι απομένει, λοιπόν; Στο βαθμό που η κατάκτηση ή η διατήρηση μιας θέσης (κακοπληρωμένης, επαναλαμβάνω) εργασίας αποτελεί έπαθλο που πρέπει κανείς να διεκδικεί λυσσαλέα από τα 18 έως τα 68 του κι όχι αναφαίρετο δικαίωμα (προστατευόμενο από το άρθρο 22 του ελληνικού Συντάγματος), η μόνο αληθινά δίκαια επιλογή για τον πολιτικό (και όχι το διοικητικό)μας προϊστάμενο είναι να κλείσει τα μάτια, να βάλει το χέρι στην καρδιά και να τραβήξει κλήρους. ΄Ωστε τουλάχιστον να μη μας μείνει, πέρα από την πίκρα της ανεργίας και η πίκρα του "τι δεν έκανα καλά;"...