Βασική παρατήρηση επί του σχεδιασμού του έργου
1. Ο τρόπος οργάνωσης της υλοποίησης του έργου σε σχέση και με άλλα έργα που είναι υπό σχεδιασμού παρουσιάζει προβλήματα. Ειδικότερα : Η απόφαση για διαχωρισμό σε άλλη σύμβαση πλαίσιο του έργου της αναδιοργάνωσης των εποπτευόμενων φορέων και σε άλλη των εποπτευουσών αρχών (Υπουργεία) ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους να δημιουργούνται εσωτερικές αντιφάσεις, κενά ή και επικαλύψεις κατά την εφαρμογή των αναδιοργανώσεων εντός ενός Τομέα πολιτικής. Για παράδειγμα, στον Τομέα του τουρισμού που είναι και κρίσιμος τομέας για τη χώρα δεν είναι δυνατόν μέσω άλλης σύμβασης- πλαίσιο να γίνονται επιλογές για το ποιες αρμοδιότητες και άρα λειτουργίες θα κρατήσει το Υπουργείο και τι θα αποκεντρώσει σε άλλους εποπτευόμενους φορείς και πώς θα είναι οργανωμένο το Υπουργείο και μέσω άλλης σύμβασης – πλαίσιο να αναδιοργανώνονται οι εποπτευόμενοι φορείς πχ ΕΟΤ. Επίσης, εσωτερικά στην ίδια σύμβαση – πλαίσιο δεν διασφαλίζεται καταστατικά ότι ο ίδιος ανάδοχος θα αντιμετωπίσει φορείς του ίδιου τομέα. Ετσι, πχ μπορεί η αναδιοργάνωση νοσοκομείων να γίνει από πολλούς αναδόχους, χωρίς να διασφαλίζεται ο απαραίτητος συντονισμός μεταξύ τους. Η επιλογή αυτή οδηγεί σε μια ανάγκη ομάδων και μηχανισμών συντονισμού και συγχρονισμού μεταξύ διαφορετικών συμβάσεων – πλαίσιο αλλά και μεταξύ επί μέρους συμβάσεων στην ίδια σύμβαση – πλαίσιο η οποία είναι και εξαιρετικά επισφαλής και εξαιρετικά κοστοβόρα. Αντ’ αυτού προτείνεται :
Να ανασχεδιαστεί ο τρόπος υλοποίησης του ανασχεδιασμού της δημόσιας διιοίκησης ώστε ο ανασχεδιασμός να γίνεται με ολοκληρωμένο τρόπο ανά τομέα πολιτικής συνολικά, διασφαλίζοντας ότι ο ίδιος ανάδοχος θα αντιμετωπίσει ανά τομέα πολιτικής τόσο τους φορείς της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, όσο και της αποκεντρωμένης, και τους εποπτευόμενους φορείς, δίνονται συνολική λύση, ολοκληρωμένη και συνεκτική. Συμπερασματικά θα πρέπει να σχεδιαστεί μια ευρύτερη μεγαλύτερη σύμβαση – πλαίσιο σε lots, κάθε lot να είναι ένας τομέας πολιτικής που περιλαμβάνει όλους τους φορείς του τομέα και να ανατίθεται σε έναν ανάδοχο. Επίσης η πρώτη εργασία του αναδόχου ανά τομέα πολιτικής θα πρέπει να είναι ο επιχειρησιακός σχεδιασμός του τομέα και στη συνέχεια με βάση τον επιχειρησιακό σχεδιασμό να ακολουθεί η αναδιοργάνωση των φορέων. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να προστεθεί στις υπηρεσίες (τόσο στο αντικείμενο του έργου όσο και στις απαιτήσεις εμπειρίας) ο επιχειρησιακός σχεδιασμός.
Ειδικές παρατηρήσεις
1. Ως απαιτούμενη εμπειρία ζητείται, μεταξύ άλλων, να παρουσιαστεί από τους υποψηφίους αναδόχους ένα έργο τουλάχιστον 200.000 € (συμπ.ΦΠΑ) σε κάθε ένα από 4 πεδία πολιτικής που ορίζει η προκήρυξη: Θεσμική Λειτουργία του Κράτους, Αναπτυξιακή Πολιτική, Κοινωνική Πολιτική, Άμυνα & Προστασία και Εξωτερική Πολιτική. Με δεδομένο όμως ότι τα πεδία αυτά, όπως έχουν ορισθεί από την ίδια την προκήρυξη, καλύπτουν ιδιαίτερα μεγάλο εύρος και περιλαμβάνουν πολλά εντελώς ανόμοια μεταξύ τους «υποπεδία» (π.χ. το πεδίο «Κοινωνική Πολιτική» περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την Κοινωνική Ασφάλιση, αλλά και την Παιδεία, και την Έρευνα και Τεχνολογία») συνολικού αριθμού 40 υποπεδίων, η απαίτηση για θεματική κάλυψη σε ποσοστό 10% (4 υποπεδία στα 40 συνολικά) δεν διασφαλίζει την απαιτούμενη επάρκεια στην τεχνική ικανότητα που πρέπει να έχει ο υποψήφιος
Για το λόγο αυτό προτείνεται να τεθεί επιπρόσθετος όρος στους ήδη υφιστάμενους όρους της διακήρυξης, ότι οι υποψήφιοι ανάδοχοι θα πρέπει να τεκμηριώνουν με βάση έργα που έχουν υλοποιήσει την τελευταία τριετία (ανεξαρτήτως προϋπολογισμού και υπηρεσιών) γνώση και των 40 υποτομέων. Διαφορετικά κάποιος που καλύπτει την απαίτηση γνώσης ενός υποτομέα στο δεύτερο πεδίο που έχει 22 υποπεδία (πχ να έχει γνώση στον τομέα της ναυτιλίας) θα κληθεί να υλοποιήσει έργα στον πολιτισμό, την ενέργεια και στα υπόλοιπα 21 υποπεδία που μπορεί να μην έχει καμμία τεχνογνωσία, αρκεί να έχει εμφανίσει σχετικό εμπειρογνώμονα στην προσφορά του. Δεδομένου δε, ότι προκρίνεται ως μέθοδος ανάθεσης η χαμηλότερη τιμή (στην πρώτη φάση σίγουρα και κατά πάσα πιθανότητα και στη δεύτερη) δεν υπάρχει απολύτως καμμία διασφάλιση ότι οι επιμέρους ανάδοχοι που θα επιλέγονται κάθε φορά θα μπορούν να υλοποιήσουν με επάρκεια και αποτελεσματικότητα τα σχετικά έργα.
2. Η απαίτηση ότι ο Επιστημονικός Υπεύθυνος Έργου θα πρέπει να είναι «μέλος του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού Πανεπιστημίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής» παραβιάζει το ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο, αφού η επαγγελματική ιδιότητα (αυτής του μέλους ΔΕΠ) δεν μπορεί να συνιστά υποχρεωτικό όρο στη διακήρυξη. Αντ’ αυτού προτείνεται :
Η απαίτηση για τον Επιστημονικό Υπεύθυνο να αναφέρεται αποκλειστικά στην τεχνογνωσία του ή στην εμπειρία του σε αντικείμενα σχετικά με αυτά του υπό ανάθεση έργου, προσδιορίζοντας ποια είναι αυτά (π.χ. αναδιοργάνωση και ανασχεδιασμός διαδικασιών).
3. Η απόφαση το κριτήριο ανάθεσης να είναι η χαμηλότερη τιμή, τόσο σε ό,τι αφορά στη σύμβαση πλαίσιο όσο και σε ότι αφορά τις εκτελεστικές συμβάσεις (στις οποίες εμφανίζεται ως η μια από τις δύο επιλογές) καθιστά επισφαλή την επιλογή και μάλιστα σε ένα τόσο κρίσιμο έργο. Σημειώνεται δε ότι ζητείται από τους υποψηφίους να υποβάλλουν αναλυτική τεχνική προσφορά με πολλές ενότητες (αντίληψη, μεθοδολογίες, παραδοτέα κλπ) η οποία όμως δεν αξιολογείται, απλά κρίνεται μόνο ως αποδεκτή ή μη, χωρίς να ορίζεται ποιος είναι ο πήχυς ανά ενότητα για να είναι μια προσφορά αποδεκτή ή όχι, ώστε να μπορεί να κριθεί αντικειμενικά και η απόφαση έγκρισης ή απόρριψης να μπορεί να τεκμηριώνεται. Κατά συνέπεια, εύλογα εικάζεται πώς ό,τι και να γράψει στην τεχνική προσφορά ο υποψήφιος θα γίνει αποδεκτό από την Επιτροπή, γιατί για να τεκμηριωθεί ως απορρριπτέα θα πρέπει να γίνει επίκληση όρου διακήρυξης και όχι προσωπικής κρίσης της Επιτροπής Αξιολόγησης. Σχετικός όμως όρος δεν υπάρχει στην διακήρυξη. Το αποτέλεσμα είναι πρακτικά ότι ζητείται τεχνική προσφορά που στην πράξη δεν δύναται και ούτε πρόκειται να αξιολογηθεί, απλά προσδίδεται η επίφαση ότι η διαδικασία αξιολόγησης περιλαμβάνει και τεχνική αξιολόγηση που όμως δεν μπορεί να γίνει με βάση τους όρους της διακήρυξης. Αντ αυτού, η σχετική ααπαίτηση απλά δημιουργεί πρόσθετα διοικητικά βάρη στους προσφέροντες (βλ. Και σημείο 4 κατωτέρω). Κατά συνέπεια προτείνεται να αντικατασταθεί το κριτήριο ανάθεσης με το κριτήριο της «συμφερότερης από οικονομική άποψη προσφορά» προκειμένου να συναξιολογηθεί και η τεχνική ικανότητα των υποψηφίων και μάλιστα λόγω της κρισιμότητας του θέματος προτείνεται η στάθμιση μεταξύ τεχνικής και οικονομικής βαθμολογίας να είναι 80 - 20.
4. Η προκήρυξη απαιτεί από τον υποψήφιο ανάδοχο να πληροί μια σειρά απαιτήσεων που συνδέονται με την τους τομείς δραστηριοποίησής του, την οργανωτική του δομή, τις τεχνικές υποδομές του, κλπ. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις με βάση τη διακήρυξη δεν προκύπτει πώς ελέγχονται ή αξιολογούνται. Κατά συνέπεια είναι μια απαίτηση που δημιουργεί πρόσθετο διοικητικό βάρος στους υποψηφίους, χωρίς λόγο. Κατά συνέπεια προτείνεται είτε να τεθεί συγκεκριμένος πήχυς, είτε να αφαιρεθεί η σχετική απαίτηση από τη διακήρυξη.
Βασική παρατήρηση επί του σχεδιασμού του έργου 1. Ο τρόπος οργάνωσης της υλοποίησης του έργου σε σχέση και με άλλα έργα που είναι υπό σχεδιασμού παρουσιάζει προβλήματα. Ειδικότερα : Η απόφαση για διαχωρισμό σε άλλη σύμβαση πλαίσιο του έργου της αναδιοργάνωσης των εποπτευόμενων φορέων και σε άλλη των εποπτευουσών αρχών (Υπουργεία) ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους να δημιουργούνται εσωτερικές αντιφάσεις, κενά ή και επικαλύψεις κατά την εφαρμογή των αναδιοργανώσεων εντός ενός Τομέα πολιτικής. Για παράδειγμα, στον Τομέα του τουρισμού που είναι και κρίσιμος τομέας για τη χώρα δεν είναι δυνατόν μέσω άλλης σύμβασης- πλαίσιο να γίνονται επιλογές για το ποιες αρμοδιότητες και άρα λειτουργίες θα κρατήσει το Υπουργείο και τι θα αποκεντρώσει σε άλλους εποπτευόμενους φορείς και πώς θα είναι οργανωμένο το Υπουργείο και μέσω άλλης σύμβασης – πλαίσιο να αναδιοργανώνονται οι εποπτευόμενοι φορείς πχ ΕΟΤ. Επίσης, εσωτερικά στην ίδια σύμβαση – πλαίσιο δεν διασφαλίζεται καταστατικά ότι ο ίδιος ανάδοχος θα αντιμετωπίσει φορείς του ίδιου τομέα. Ετσι, πχ μπορεί η αναδιοργάνωση νοσοκομείων να γίνει από πολλούς αναδόχους, χωρίς να διασφαλίζεται ο απαραίτητος συντονισμός μεταξύ τους. Η επιλογή αυτή οδηγεί σε μια ανάγκη ομάδων και μηχανισμών συντονισμού και συγχρονισμού μεταξύ διαφορετικών συμβάσεων – πλαίσιο αλλά και μεταξύ επί μέρους συμβάσεων στην ίδια σύμβαση – πλαίσιο η οποία είναι και εξαιρετικά επισφαλής και εξαιρετικά κοστοβόρα. Αντ’ αυτού προτείνεται : Να ανασχεδιαστεί ο τρόπος υλοποίησης του ανασχεδιασμού της δημόσιας διιοίκησης ώστε ο ανασχεδιασμός να γίνεται με ολοκληρωμένο τρόπο ανά τομέα πολιτικής συνολικά, διασφαλίζοντας ότι ο ίδιος ανάδοχος θα αντιμετωπίσει ανά τομέα πολιτικής τόσο τους φορείς της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, όσο και της αποκεντρωμένης, και τους εποπτευόμενους φορείς, δίνονται συνολική λύση, ολοκληρωμένη και συνεκτική. Συμπερασματικά θα πρέπει να σχεδιαστεί μια ευρύτερη μεγαλύτερη σύμβαση – πλαίσιο σε lots, κάθε lot να είναι ένας τομέας πολιτικής που περιλαμβάνει όλους τους φορείς του τομέα και να ανατίθεται σε έναν ανάδοχο. Επίσης η πρώτη εργασία του αναδόχου ανά τομέα πολιτικής θα πρέπει να είναι ο επιχειρησιακός σχεδιασμός του τομέα και στη συνέχεια με βάση τον επιχειρησιακό σχεδιασμό να ακολουθεί η αναδιοργάνωση των φορέων. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να προστεθεί στις υπηρεσίες (τόσο στο αντικείμενο του έργου όσο και στις απαιτήσεις εμπειρίας) ο επιχειρησιακός σχεδιασμός. Ειδικές παρατηρήσεις 1. Ως απαιτούμενη εμπειρία ζητείται, μεταξύ άλλων, να παρουσιαστεί από τους υποψηφίους αναδόχους ένα έργο τουλάχιστον 200.000 € (συμπ.ΦΠΑ) σε κάθε ένα από 4 πεδία πολιτικής που ορίζει η προκήρυξη: Θεσμική Λειτουργία του Κράτους, Αναπτυξιακή Πολιτική, Κοινωνική Πολιτική, Άμυνα & Προστασία και Εξωτερική Πολιτική. Με δεδομένο όμως ότι τα πεδία αυτά, όπως έχουν ορισθεί από την ίδια την προκήρυξη, καλύπτουν ιδιαίτερα μεγάλο εύρος και περιλαμβάνουν πολλά εντελώς ανόμοια μεταξύ τους «υποπεδία» (π.χ. το πεδίο «Κοινωνική Πολιτική» περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την Κοινωνική Ασφάλιση, αλλά και την Παιδεία, και την Έρευνα και Τεχνολογία») συνολικού αριθμού 40 υποπεδίων, η απαίτηση για θεματική κάλυψη σε ποσοστό 10% (4 υποπεδία στα 40 συνολικά) δεν διασφαλίζει την απαιτούμενη επάρκεια στην τεχνική ικανότητα που πρέπει να έχει ο υποψήφιος Για το λόγο αυτό προτείνεται να τεθεί επιπρόσθετος όρος στους ήδη υφιστάμενους όρους της διακήρυξης, ότι οι υποψήφιοι ανάδοχοι θα πρέπει να τεκμηριώνουν με βάση έργα που έχουν υλοποιήσει την τελευταία τριετία (ανεξαρτήτως προϋπολογισμού και υπηρεσιών) γνώση και των 40 υποτομέων. Διαφορετικά κάποιος που καλύπτει την απαίτηση γνώσης ενός υποτομέα στο δεύτερο πεδίο που έχει 22 υποπεδία (πχ να έχει γνώση στον τομέα της ναυτιλίας) θα κληθεί να υλοποιήσει έργα στον πολιτισμό, την ενέργεια και στα υπόλοιπα 21 υποπεδία που μπορεί να μην έχει καμμία τεχνογνωσία, αρκεί να έχει εμφανίσει σχετικό εμπειρογνώμονα στην προσφορά του. Δεδομένου δε, ότι προκρίνεται ως μέθοδος ανάθεσης η χαμηλότερη τιμή (στην πρώτη φάση σίγουρα και κατά πάσα πιθανότητα και στη δεύτερη) δεν υπάρχει απολύτως καμμία διασφάλιση ότι οι επιμέρους ανάδοχοι που θα επιλέγονται κάθε φορά θα μπορούν να υλοποιήσουν με επάρκεια και αποτελεσματικότητα τα σχετικά έργα. 2. Η απαίτηση ότι ο Επιστημονικός Υπεύθυνος Έργου θα πρέπει να είναι «μέλος του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού Πανεπιστημίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής» παραβιάζει το ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο, αφού η επαγγελματική ιδιότητα (αυτής του μέλους ΔΕΠ) δεν μπορεί να συνιστά υποχρεωτικό όρο στη διακήρυξη. Αντ’ αυτού προτείνεται : Η απαίτηση για τον Επιστημονικό Υπεύθυνο να αναφέρεται αποκλειστικά στην τεχνογνωσία του ή στην εμπειρία του σε αντικείμενα σχετικά με αυτά του υπό ανάθεση έργου, προσδιορίζοντας ποια είναι αυτά (π.χ. αναδιοργάνωση και ανασχεδιασμός διαδικασιών). 3. Η απόφαση το κριτήριο ανάθεσης να είναι η χαμηλότερη τιμή, τόσο σε ό,τι αφορά στη σύμβαση πλαίσιο όσο και σε ότι αφορά τις εκτελεστικές συμβάσεις (στις οποίες εμφανίζεται ως η μια από τις δύο επιλογές) καθιστά επισφαλή την επιλογή και μάλιστα σε ένα τόσο κρίσιμο έργο. Σημειώνεται δε ότι ζητείται από τους υποψηφίους να υποβάλλουν αναλυτική τεχνική προσφορά με πολλές ενότητες (αντίληψη, μεθοδολογίες, παραδοτέα κλπ) η οποία όμως δεν αξιολογείται, απλά κρίνεται μόνο ως αποδεκτή ή μη, χωρίς να ορίζεται ποιος είναι ο πήχυς ανά ενότητα για να είναι μια προσφορά αποδεκτή ή όχι, ώστε να μπορεί να κριθεί αντικειμενικά και η απόφαση έγκρισης ή απόρριψης να μπορεί να τεκμηριώνεται. Κατά συνέπεια, εύλογα εικάζεται πώς ό,τι και να γράψει στην τεχνική προσφορά ο υποψήφιος θα γίνει αποδεκτό από την Επιτροπή, γιατί για να τεκμηριωθεί ως απορρριπτέα θα πρέπει να γίνει επίκληση όρου διακήρυξης και όχι προσωπικής κρίσης της Επιτροπής Αξιολόγησης. Σχετικός όμως όρος δεν υπάρχει στην διακήρυξη. Το αποτέλεσμα είναι πρακτικά ότι ζητείται τεχνική προσφορά που στην πράξη δεν δύναται και ούτε πρόκειται να αξιολογηθεί, απλά προσδίδεται η επίφαση ότι η διαδικασία αξιολόγησης περιλαμβάνει και τεχνική αξιολόγηση που όμως δεν μπορεί να γίνει με βάση τους όρους της διακήρυξης. Αντ αυτού, η σχετική ααπαίτηση απλά δημιουργεί πρόσθετα διοικητικά βάρη στους προσφέροντες (βλ. Και σημείο 4 κατωτέρω). Κατά συνέπεια προτείνεται να αντικατασταθεί το κριτήριο ανάθεσης με το κριτήριο της «συμφερότερης από οικονομική άποψη προσφορά» προκειμένου να συναξιολογηθεί και η τεχνική ικανότητα των υποψηφίων και μάλιστα λόγω της κρισιμότητας του θέματος προτείνεται η στάθμιση μεταξύ τεχνικής και οικονομικής βαθμολογίας να είναι 80 - 20. 4. Η προκήρυξη απαιτεί από τον υποψήφιο ανάδοχο να πληροί μια σειρά απαιτήσεων που συνδέονται με την τους τομείς δραστηριοποίησής του, την οργανωτική του δομή, τις τεχνικές υποδομές του, κλπ. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις με βάση τη διακήρυξη δεν προκύπτει πώς ελέγχονται ή αξιολογούνται. Κατά συνέπεια είναι μια απαίτηση που δημιουργεί πρόσθετο διοικητικό βάρος στους υποψηφίους, χωρίς λόγο. Κατά συνέπεια προτείνεται είτε να τεθεί συγκεκριμένος πήχυς, είτε να αφαιρεθεί η σχετική απαίτηση από τη διακήρυξη.