Άρθρο 6
Είναι αναγκαία η τήρησης της διατάξης αυτής από τους αρμόδιους φορείς, ώστε να εφαρμόζονται στην πράξη οι νόμοι και οι κανονιστικές αποφάσεις.
α) Θεωρώ ότι πρέπει να αναφερθεί με ποια κριτήρια θα αποφασίζεται αν κάποια κανονιστική απόφαση είναι μείζονος οικονομικής ή κοινωνικής σημασίας και αν θα εισηγείται επ’ αυτού κάποιος φορέας.
β) Πρέπει να μελετηθεί το άρθρο αυτό σε συνδυασμό με το άρθρο 13, γιατί ενώ στην παρ. 2 του άρθρου 6 αναφέρεται ότι το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης γνωμοδοτεί επί των εκθέσεων, στο άρθρο 13 αναφέρεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις συντάσσει τις εκθέσεις ανάλυσης συνεπειών ρυθμίσεων.
γ) Υπάρχει αντίφαση μεταξύ του άρθρου 6 όπου αναφέρεται ότι το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης γνωμοδοτεί επί της έκθεσης, και του άρθρου 13 παρ.2β, όπου ορίζεται ότι το Γραφείο αυτό μπορεί να προβαίνει σε διορθωτικές παρεμβάσεις επί των εκθέσεων. Πρέπει να αρθεί η αντίφαση αυτή και να διευκρινισθεί αν το Γραφείο παρέχει απλή γνώμη ή έχει δικαίωμα διορθωτικών παρεμβάσεων επί των εκθέσεων.
δ) Δεν είναι σαφές αν θα δημοσιεύεται η γνωμοδότηση επί των εκθέσεων ανάλυσης συνεπειών, όταν αυτές αφορούν κανονιστικές πράξεις μείζονος σημασίας. Θεωρώ ότι πρέπει να γίνει αυτό.
ε) Η σύνταξη μίας έκθεσης ανάλυσης συνεπειών ρυθμίσεων, όπως έχει αποδείξει η διεθνής εμπειρία, είναι αρκετά δύσκολη. Προκειμένου, λοιπόν, η έκθεση αυτή να μην αποτελεί ένα έγγραφο που θα αγνοείται από τους φορείς που συμμετέχουν στη νομοθετική παραγωγή, θα πρέπει να συντάσσεται αρχικά όταν διαμορφώνεται το σχέδιο νόμου, και βέβαια, σύμφωνα με σαφείς οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές που δίνονται από το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης στο οποίο πρέπει να μετέχουν μέλη με την απαραίτητη τεχνογνωσία, ώστε να δίνεται η δυνατότητα στους αρμόδιους υπαλλήλους να χρησιμοποιούν συγκεκριμένα εργαλεία και μηχανισμούς που θα τους επιτρέψει να υπολογίσουν με ακρίβεια και εγκυρότητα τις συνέπειες των ρυθμίσεων. Το ίδιο ισχύει όσον αφορά τις αιτιολογικές εκθέσεις, οι οποίες προσωπικά ελάχιστες φορές με έχουν βοηθήσει να διαγνώσω τη βούληση του νομοθέτη, προκειμένου να ερμηνεύσω ασαφείς διατάξεις.
Άρθρο 6 Είναι αναγκαία η τήρησης της διατάξης αυτής από τους αρμόδιους φορείς, ώστε να εφαρμόζονται στην πράξη οι νόμοι και οι κανονιστικές αποφάσεις. α) Θεωρώ ότι πρέπει να αναφερθεί με ποια κριτήρια θα αποφασίζεται αν κάποια κανονιστική απόφαση είναι μείζονος οικονομικής ή κοινωνικής σημασίας και αν θα εισηγείται επ’ αυτού κάποιος φορέας. β) Πρέπει να μελετηθεί το άρθρο αυτό σε συνδυασμό με το άρθρο 13, γιατί ενώ στην παρ. 2 του άρθρου 6 αναφέρεται ότι το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης γνωμοδοτεί επί των εκθέσεων, στο άρθρο 13 αναφέρεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις συντάσσει τις εκθέσεις ανάλυσης συνεπειών ρυθμίσεων. γ) Υπάρχει αντίφαση μεταξύ του άρθρου 6 όπου αναφέρεται ότι το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης γνωμοδοτεί επί της έκθεσης, και του άρθρου 13 παρ.2β, όπου ορίζεται ότι το Γραφείο αυτό μπορεί να προβαίνει σε διορθωτικές παρεμβάσεις επί των εκθέσεων. Πρέπει να αρθεί η αντίφαση αυτή και να διευκρινισθεί αν το Γραφείο παρέχει απλή γνώμη ή έχει δικαίωμα διορθωτικών παρεμβάσεων επί των εκθέσεων. δ) Δεν είναι σαφές αν θα δημοσιεύεται η γνωμοδότηση επί των εκθέσεων ανάλυσης συνεπειών, όταν αυτές αφορούν κανονιστικές πράξεις μείζονος σημασίας. Θεωρώ ότι πρέπει να γίνει αυτό. ε) Η σύνταξη μίας έκθεσης ανάλυσης συνεπειών ρυθμίσεων, όπως έχει αποδείξει η διεθνής εμπειρία, είναι αρκετά δύσκολη. Προκειμένου, λοιπόν, η έκθεση αυτή να μην αποτελεί ένα έγγραφο που θα αγνοείται από τους φορείς που συμμετέχουν στη νομοθετική παραγωγή, θα πρέπει να συντάσσεται αρχικά όταν διαμορφώνεται το σχέδιο νόμου, και βέβαια, σύμφωνα με σαφείς οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές που δίνονται από το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης στο οποίο πρέπει να μετέχουν μέλη με την απαραίτητη τεχνογνωσία, ώστε να δίνεται η δυνατότητα στους αρμόδιους υπαλλήλους να χρησιμοποιούν συγκεκριμένα εργαλεία και μηχανισμούς που θα τους επιτρέψει να υπολογίσουν με ακρίβεια και εγκυρότητα τις συνέπειες των ρυθμίσεων. Το ίδιο ισχύει όσον αφορά τις αιτιολογικές εκθέσεις, οι οποίες προσωπικά ελάχιστες φορές με έχουν βοηθήσει να διαγνώσω τη βούληση του νομοθέτη, προκειμένου να ερμηνεύσω ασαφείς διατάξεις.