Το Σχέδιο Νόμου για την βελτίωση της «Ρυθμιστικής Διακυβέρνησης» αποτελεί αναμφίβολα ένα σημαντικό βήμα για την θεσμική αναδιοργάνωση του δημοσίου τομέα σε μια κρίσιμη στιγμή για την δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Μελέτες του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ υπενθυμίζουν την στενή σχέση μεταξύ της ποιότητας της «Ρυθμιστικής Διακυβέρνησης» και της ευρωστίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ωστόσο, το υφιστάμενο κανονιστικό καθεστώς αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα και την έλλειψη συνοχής ενός συστήματος που στην δεδομένη χρονική στιγμή χρήζει αμεσότητας, απλούστευσης και προσβασιμότητας. Το νομοσχέδιο αυτό οδηγεί την παραγωγή νομοθετικού έργου προς την σωστή κατεύθυνση, αν και θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη οι παρακάτω παρατηρήσεις:
1). Στρατηγική διαχείριση
- Απαραίτητη προυπόθεση για την ορθή λειτουργία του προτεινόμενου συστήματος ρυθμιστικής διακυβέρνησης είναι a priori η σωστή στοχοθεσία. Για να μπορεί το εκάστοτε νομοσχέδιο να είναι αποτελεσματικό και να μην αντιτίθεται στους σκοπούς άλλων πολιτικών κρίνεται σκόπιμη η επιλογή μιας μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής στρατηγικής που αφορά ένα ευρύ φάσμα κρατικών δραστηριοτήτων. Μέσα από την διατύπωση συγκεκριμένων στόχων και την επιλογή εξειδικευμένων πολιτικών προς επίτευξή τους (management by objectives), ο νομοθέτης γνωρίζει τις κατευθύνσεις της πολιτικής και μπορεί να ανταποκριθεί στα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Επομένως η επιλογή μιας ευρύτερης στρατηγικής ανάπτυξης μπορεί να προσφέρει καλύτερη εξειδίκευση και ενσωμάτωση των επιμέρους στοιχείων των πολιτικών των διαφόρων υπουργείων.
Ιδιαίτερα χρήσιμη προς αυτήν την κατέυθυνση θα ήταν και η υιοθέτηση του «προυπολογισμού προγραμμάτων»(Program Budgeting), όπως έχει ξεκινήσει από το Υπουργείο Οικονομικών, αλλά δυστυχώς δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
- Για την βελτιστοποίηση του νέου συστήματος και την ενίσχυση της διαφάνειας κρίνεται σκόπιμη και η πρόβλεψη αμεσότερης συνεργασίας όλων των ενδιαφερομένων μερών, σε εθνικό ή υπερεθνικό επίπεδο και μάλιστα σε πολύ πρώιμο στάδιο δημιουργίας ή αναθεώρησης νομοθετικών ρυθμίσεων (άρθρο 8 του νομοσχεδίου). Θα ήταν επομένως χρήσιμη η πρόβλεψη μιας ευρύτερης συνεργασίας σε διεθνές επίπεδο, η οποία να στοχεύει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στην αναπτυξιακή τροχιά της οικονομίας.
- Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν είναι ζωτικής σημασίας η αποδοτικότερη ενσωμάτωση της ανάλυσης επιπτώσεων των κανονιστικών ρυθμίσεων στην εξέλιξη, επισκόπηση και αναθεώρηση σημαντικών νομοθετημάτων. Η ex ante (άρθρο 6) και ex post (άρθρο 7) αξιολόγηση που προτείνεται από το νομοσχέδιο θα έπρεπε να είναι πιο σαφής και καλύτερα εναρμονισμένη οργανωτικά και χρονικά με την κυκλική ροή των πληροφοριών. Η επεξεργασία κάποιων κατευθυντήριων οδηγιών (guidelines) ώστε να οριστούν με μεγαλύτερη σαφήνεια η διαδικασία και οι απαιτήσεις της αξιολόγησης δεν πρέπει να παραληφθεί. Επιπλέον, η έλλειψη καταρτισμένου και έμπειρου προσωπικού σε αυτόν τον τομέα ίσως είναι ένα ακόμη τρωτό σημείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη και να αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη εκπαίδευση.
2). Νομική Διάσταση
- Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του νέου συστήματος κρίνεται απαραίτητη η ευρύτερη κωδικοποίηση και απλούστευση της νομοθεσίας (άρθρα 9 και 10), ώστε:
α). να είναι πρωτίστως κατανοητή από αυτούς που καλούνται να την εφαρμόσουν. Σκόπιμο θα ήταν λοιπόν να προωθηθεί το ταχύτερο δυνατό μια αναθεώρηση και απλοποίηση της παραγωγής και εφαρμογής του νομοθετικού έργου για την εναργέστερη ερμηνεία του εκάστοτε νομικού πλαισίου όπως και να αποφευχθεί η χρήση πολλών διευκρινιστικών εγκυκλίων, η οποία επιφέρει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο η απλή αναφορά των αρχών της καλής νομοθέτησης (άρθρο 2) χωρίς την περαιτέρω εξειδίκευσή τους κινείται δυστυχώς σε αυτό το πλαίσιο.
β). να μπορεί ευκολότερα να γίνει σύγκριση και αναθεώρηση διατάξεων που αφορούν συγκεκριμένες πολιτικές (και που ενδεχομένως εμπίπτουν στη δράση πολλών υπουργείων – διατέμνουσα προσέγγιση-transversal approach).
γ). να είναι ευκολότερα προσβάσιμη με τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων που θα περιλαμβάνει τη σχετική νομοθεσία και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις της.
- Χρήσιμη επίσης είναι και η πρόβλεψη αυτόματης ενημέρωσης ή αναθεώρησης των κανονιστικών ρυθμίσεων, που μπορεί να προωθηθεί με ρήτρες λήξης ισχύος (sun-setting clauses), ώστε τα νομοθετήματα αυτοδικαίως να υποκείνται σε επεξεργασία και να μελετώνται εκ νέου.
- Τέλος, ο περιορισμός του νομοθετικού προγραμματισμού σε 2 νομοσχέδια ανά έτος (άρθρο 3) ενδεχομένως να παρεμποδίσει την ομαλή λειτουργία του νομοπαρασκευασικού έργου και να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμενόμενο.
3). Οικονομική διαχείριση
- Ένα σημείο στο οποίο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή είναι η άμεση σύνδεση της δημοσιονομικής επιβάρυνσης κάθε νομοθετήματος με τον προϋπολογισμό (άρθρο 1). Για να μπορέσουν οι στόχοι να είναι πιο ρεαλιστικοί και αξιόπιστοι και επομένως το νομοθέτημα πιο αποτελεσματικό, κρίνεται ιδιαίτερα βαρύνουσα η ερμηνεία της εφαρμογής του εκάστοτε νομοθετήματος στην δημοσιονομική του διάσταση και μάλιστα υπό τον περιορισμό της ύπαρξης των απαραίτητων κονδυλίων στον προϋπολογισμό. Υπό το πρίσμα αυτό θα μπορούσε να προβλεφθεί και μια ex post εκτίμηση/απολογισμός του κόστους του εκάστοτε νομοθετικού έργου, ώστε να έχει ο νομοθέτης μια πλήρη εικόνα των δημοσιονομικών επιπτώσεών του.
- Σε κάθε περίπτωση κύριος γνώμονας της νομοθετικής διαδικασίας πρέπει να είναι η ελαχιστοποίηση της συνολικής επιβάρυνσης από τις κανονιστικές ρυθμίσεις για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Η μέτρηση κόστους/οφέλους κατά τρόπο δυναμικό και εμπειρικό, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις σε οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό επίπεδο οφείλει να είναι πλήρης και αρκετά ξεκάθαρη. Το Σχέδιο Νόμου στο άρθρο 4 παραμένει αρκετά γενικό ως προς τον τρόπο της αξιολόγησης αυτής από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Για τον λόγο αυτό προτείνεται η αποσαφήνιση και ερμηνεία της έννοιας της αξιολόγησης ώστε να μην παραμείνει μια απλή μεταφορά των εννοιών από ξένα ρυθμιστικά συστήματα αλλά να μετατραπεί σε εγχώρια νομική δέσμευση.
- Ακόμη, η ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας θα πρέπει να είναι πιο σαφής σε όλο το νομοσχέδιο. Ιδίως τα τελευταία χρόνια προωθείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η βελτίωση της ποιότητας των νομοθετημάτων με σκοπό την βελτίωση της διακυβέρνησης και την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές (ατζέντα Λισαβόνας). Βασική επιδίωξη λοιπόν παραμένει η υιοθέτηση και εφαρμογή μιας αναπτυξιακής πολιτικής για την ενδυνάμωση της οικονομίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαν να ληφθούν περισσότερες πρωτοβουλίες μεταξύ των οποίων και η δημιουργία και συνεχής ενημέρωση ενός αρχείου/μητρώου κανονισμών και ρυθμίσεων που αφορούν τις επιχειρήσεις.
Δρ. Έφη Βράνιαλη
Policy Analyst
Για τη ΜΚΟ "Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς"
Το Σχέδιο Νόμου για την βελτίωση της «Ρυθμιστικής Διακυβέρνησης» αποτελεί αναμφίβολα ένα σημαντικό βήμα για την θεσμική αναδιοργάνωση του δημοσίου τομέα σε μια κρίσιμη στιγμή για την δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Μελέτες του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ υπενθυμίζουν την στενή σχέση μεταξύ της ποιότητας της «Ρυθμιστικής Διακυβέρνησης» και της ευρωστίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ωστόσο, το υφιστάμενο κανονιστικό καθεστώς αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα και την έλλειψη συνοχής ενός συστήματος που στην δεδομένη χρονική στιγμή χρήζει αμεσότητας, απλούστευσης και προσβασιμότητας. Το νομοσχέδιο αυτό οδηγεί την παραγωγή νομοθετικού έργου προς την σωστή κατεύθυνση, αν και θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη οι παρακάτω παρατηρήσεις: 1). Στρατηγική διαχείριση - Απαραίτητη προυπόθεση για την ορθή λειτουργία του προτεινόμενου συστήματος ρυθμιστικής διακυβέρνησης είναι a priori η σωστή στοχοθεσία. Για να μπορεί το εκάστοτε νομοσχέδιο να είναι αποτελεσματικό και να μην αντιτίθεται στους σκοπούς άλλων πολιτικών κρίνεται σκόπιμη η επιλογή μιας μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής στρατηγικής που αφορά ένα ευρύ φάσμα κρατικών δραστηριοτήτων. Μέσα από την διατύπωση συγκεκριμένων στόχων και την επιλογή εξειδικευμένων πολιτικών προς επίτευξή τους (management by objectives), ο νομοθέτης γνωρίζει τις κατευθύνσεις της πολιτικής και μπορεί να ανταποκριθεί στα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Επομένως η επιλογή μιας ευρύτερης στρατηγικής ανάπτυξης μπορεί να προσφέρει καλύτερη εξειδίκευση και ενσωμάτωση των επιμέρους στοιχείων των πολιτικών των διαφόρων υπουργείων. Ιδιαίτερα χρήσιμη προς αυτήν την κατέυθυνση θα ήταν και η υιοθέτηση του «προυπολογισμού προγραμμάτων»(Program Budgeting), όπως έχει ξεκινήσει από το Υπουργείο Οικονομικών, αλλά δυστυχώς δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. - Για την βελτιστοποίηση του νέου συστήματος και την ενίσχυση της διαφάνειας κρίνεται σκόπιμη και η πρόβλεψη αμεσότερης συνεργασίας όλων των ενδιαφερομένων μερών, σε εθνικό ή υπερεθνικό επίπεδο και μάλιστα σε πολύ πρώιμο στάδιο δημιουργίας ή αναθεώρησης νομοθετικών ρυθμίσεων (άρθρο 8 του νομοσχεδίου). Θα ήταν επομένως χρήσιμη η πρόβλεψη μιας ευρύτερης συνεργασίας σε διεθνές επίπεδο, η οποία να στοχεύει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στην αναπτυξιακή τροχιά της οικονομίας. - Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν είναι ζωτικής σημασίας η αποδοτικότερη ενσωμάτωση της ανάλυσης επιπτώσεων των κανονιστικών ρυθμίσεων στην εξέλιξη, επισκόπηση και αναθεώρηση σημαντικών νομοθετημάτων. Η ex ante (άρθρο 6) και ex post (άρθρο 7) αξιολόγηση που προτείνεται από το νομοσχέδιο θα έπρεπε να είναι πιο σαφής και καλύτερα εναρμονισμένη οργανωτικά και χρονικά με την κυκλική ροή των πληροφοριών. Η επεξεργασία κάποιων κατευθυντήριων οδηγιών (guidelines) ώστε να οριστούν με μεγαλύτερη σαφήνεια η διαδικασία και οι απαιτήσεις της αξιολόγησης δεν πρέπει να παραληφθεί. Επιπλέον, η έλλειψη καταρτισμένου και έμπειρου προσωπικού σε αυτόν τον τομέα ίσως είναι ένα ακόμη τρωτό σημείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη και να αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη εκπαίδευση. 2). Νομική Διάσταση - Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του νέου συστήματος κρίνεται απαραίτητη η ευρύτερη κωδικοποίηση και απλούστευση της νομοθεσίας (άρθρα 9 και 10), ώστε: α). να είναι πρωτίστως κατανοητή από αυτούς που καλούνται να την εφαρμόσουν. Σκόπιμο θα ήταν λοιπόν να προωθηθεί το ταχύτερο δυνατό μια αναθεώρηση και απλοποίηση της παραγωγής και εφαρμογής του νομοθετικού έργου για την εναργέστερη ερμηνεία του εκάστοτε νομικού πλαισίου όπως και να αποφευχθεί η χρήση πολλών διευκρινιστικών εγκυκλίων, η οποία επιφέρει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο η απλή αναφορά των αρχών της καλής νομοθέτησης (άρθρο 2) χωρίς την περαιτέρω εξειδίκευσή τους κινείται δυστυχώς σε αυτό το πλαίσιο. β). να μπορεί ευκολότερα να γίνει σύγκριση και αναθεώρηση διατάξεων που αφορούν συγκεκριμένες πολιτικές (και που ενδεχομένως εμπίπτουν στη δράση πολλών υπουργείων – διατέμνουσα προσέγγιση-transversal approach). γ). να είναι ευκολότερα προσβάσιμη με τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων που θα περιλαμβάνει τη σχετική νομοθεσία και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις της. - Χρήσιμη επίσης είναι και η πρόβλεψη αυτόματης ενημέρωσης ή αναθεώρησης των κανονιστικών ρυθμίσεων, που μπορεί να προωθηθεί με ρήτρες λήξης ισχύος (sun-setting clauses), ώστε τα νομοθετήματα αυτοδικαίως να υποκείνται σε επεξεργασία και να μελετώνται εκ νέου. - Τέλος, ο περιορισμός του νομοθετικού προγραμματισμού σε 2 νομοσχέδια ανά έτος (άρθρο 3) ενδεχομένως να παρεμποδίσει την ομαλή λειτουργία του νομοπαρασκευασικού έργου και να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμενόμενο. 3). Οικονομική διαχείριση - Ένα σημείο στο οποίο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή είναι η άμεση σύνδεση της δημοσιονομικής επιβάρυνσης κάθε νομοθετήματος με τον προϋπολογισμό (άρθρο 1). Για να μπορέσουν οι στόχοι να είναι πιο ρεαλιστικοί και αξιόπιστοι και επομένως το νομοθέτημα πιο αποτελεσματικό, κρίνεται ιδιαίτερα βαρύνουσα η ερμηνεία της εφαρμογής του εκάστοτε νομοθετήματος στην δημοσιονομική του διάσταση και μάλιστα υπό τον περιορισμό της ύπαρξης των απαραίτητων κονδυλίων στον προϋπολογισμό. Υπό το πρίσμα αυτό θα μπορούσε να προβλεφθεί και μια ex post εκτίμηση/απολογισμός του κόστους του εκάστοτε νομοθετικού έργου, ώστε να έχει ο νομοθέτης μια πλήρη εικόνα των δημοσιονομικών επιπτώσεών του. - Σε κάθε περίπτωση κύριος γνώμονας της νομοθετικής διαδικασίας πρέπει να είναι η ελαχιστοποίηση της συνολικής επιβάρυνσης από τις κανονιστικές ρυθμίσεις για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Η μέτρηση κόστους/οφέλους κατά τρόπο δυναμικό και εμπειρικό, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις σε οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό επίπεδο οφείλει να είναι πλήρης και αρκετά ξεκάθαρη. Το Σχέδιο Νόμου στο άρθρο 4 παραμένει αρκετά γενικό ως προς τον τρόπο της αξιολόγησης αυτής από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Για τον λόγο αυτό προτείνεται η αποσαφήνιση και ερμηνεία της έννοιας της αξιολόγησης ώστε να μην παραμείνει μια απλή μεταφορά των εννοιών από ξένα ρυθμιστικά συστήματα αλλά να μετατραπεί σε εγχώρια νομική δέσμευση. - Ακόμη, η ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας θα πρέπει να είναι πιο σαφής σε όλο το νομοσχέδιο. Ιδίως τα τελευταία χρόνια προωθείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η βελτίωση της ποιότητας των νομοθετημάτων με σκοπό την βελτίωση της διακυβέρνησης και την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές (ατζέντα Λισαβόνας). Βασική επιδίωξη λοιπόν παραμένει η υιοθέτηση και εφαρμογή μιας αναπτυξιακής πολιτικής για την ενδυνάμωση της οικονομίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαν να ληφθούν περισσότερες πρωτοβουλίες μεταξύ των οποίων και η δημιουργία και συνεχής ενημέρωση ενός αρχείου/μητρώου κανονισμών και ρυθμίσεων που αφορούν τις επιχειρήσεις. Δρ. Έφη Βράνιαλη Policy Analyst Για τη ΜΚΟ "Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς"