Θέμα: Απόψεις επί του σχεδίου νόμου «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του Δημοσίου και του ευρύτερου Δημόσιου τομέα».
Επιβεβαιώθηκαν αλλά και ενισχύθηκαν οι αρχικές μας ανησυχίες όπως αυτές διατυπώθηκαν προς τον Yπουργό ΠΕΚΑ μέσα από τη με αρ.πρωτ.οικ.81133/1923/20-09-12 επιστολή διαμαρτυρίας μας, στη πληροφορία της δρομολογούμενης από πλευράς της κεντρικής εξουσίας κατάργησης του φορέα διαχείρισης της περιοχής προστασίας της λίμνης μας.
Από την επεξεργασία του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου με θέμα «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του Δημοσίου και του ευρύτερου Δημόσιου τομέα», οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι για ακόμη μια φορά το κεντρικό κράτος λειτουργεί υπό συνθήκες πίεσης, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του το σύνολο των παραμέτρων και χωρίς να έχει μελετήσει πλήρως το ζήτημα της θεσμικής αναδιάταξης ώστε να καταστεί εφικτό να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο, συνεκτικό και βιώσιμο εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών, που εξ όσον είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αποτελεί εθνικό στόχο αλλά και υποχρέωση της χώρας μας βάση των ευρωπαϊκών πολιτικών και δεσμεύσεων.
Δηλαδή, σε μια χρονική στιγμή που θα έπρεπε να εντείνουμε ως χώρα τις προσπάθειες μας για την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου (έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων) για την ειδική περιβαλλοντική διαχείριση του συνόλου των περιοχών μας που περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura 2000, καθώς μόλις το 23% αυτών εμπίπτει σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, εμείς παραπαίουμε δρομολογώντας διαχειριστικά σχήματα που δια γυμνού οφθαλμού αντιλαμβάνεται κανείς πως δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ημερών.
Συγκεχυμένο και γενικόλογο λοιπόν το νομοθέτημα προσπαθεί να λειτουργήσει ως μεταβατικό σχήμα, σκοπό που μάλλον δεν θα μπορέσει να επιτύχει καθώς το σύνολο των ειδικών ρυθμίσεων ζωτικής σημασίας επαφίονται στις εκδόσεις αποφάσεων που θα λάβουν χώρα σε πολύ μεταγενέστερο χρόνο.
Η ανάθεση των αρμοδιοτήτων των υπό κατάργηση φορέων διαχείρισης, θα έπρεπε να γίνει ή τουλάχιστον αυτό θα περιμέναμε στα πλαίσια του θεσμικού εκσυγχρονισμού του κράτους με τη διαδικασία της παρ.1γ του άρθρου 15 του Ν.2742/99 όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το άρθρο 7 του Ν.3937/11. Αντί αυτού ερχόμαστε αντιμέτωποι με μαξιμαλιστικού χαρακτήρα δρομολογούμενες ρυθμίσεις εφαρμογής με κραυγαλέο παράδειγμα τη περίπτωση του νεοσύστατου φορέα διαχείρισης της λίμνης μας, η άσκηση των αρμοδιοτήτων του οποίου με τη κατάργηση του, ανατίθεται γενικά και αόριστα στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας. Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να επισημάνουμε ότι η ανάθεση της άσκησης της σχετικής αρμοδιότητας σε δημόσια υπηρεσία δύναται να γίνει σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, μόνο με την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος του άρθρου 21 του Ν.1650/86 όπως ισχύει σήμερα, απαίτηση που δεν αίρεται από το εν λόγω νομοσχέδιο.
Ως εκ τούτου, ως εκφραστές του αισθήματος της τοπικής κοινωνίας δεν σας κρύβουμε ότι νιώθουμε να εμπαιζόμαστε, αντιλαμβανόμενοι τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το σημαντικότερο υγροβιότοπο του νομού μας ο οποίος και θα τεθεί υπό εγκατάλειψη, καθώς δεν θα υφίστανται «διαχειριστής» του αλλά ούτε και πρόβλεψη για ορισμό του σε μεταγενέστερο έστω χρόνο.
Η τοπική κοινωνία πιστεύει ακράδαντα ότι ο φορέας διαχείρισης της λίμνης μας θα έπρεπε να είναι μέσα σε αυτούς που θα διατηρηθούν. Όχι μόνο για λόγους οικολογικής σπουδαιότητας αλλά και για λόγους γεωγραφικής αυτονομίας, για λόγους στήριξης της αναπτυξιακής πορείας αυτού του ακριτικού τόπου ακόμη και για λόγους ιστορικής σημασίας.
Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να επισημάνουμε ότι η χρηματοδότηση του φορέα διαχείρισης της λίμνης μας, έχει εξασφαλιστεί από χρήματα της περιφέρειας μας μέχρι το 2015 ικανό χρονικό διάστημα για να καταστεί αυτός βιώσιμος.
Εάν παρόλα αυτά εμμείνετε στην άποψη της κατάργησης του στα πλαίσια μιας πρόχειρης γενίκευσης με στόχο τη περιστολή των δημοσίων δαπανών, εμείς ως αιρετή περιφέρεια τολμούμε με πλήρη επίγνωση της ευθύνης της τοποθέτησης μας να δεσμευτούμε ότι πέρα από τη θέληση έχουμε και τη δυνατότητα με ανακαθορισμό των οργανικών μας θέσεων να δημιουργήσουμε μια λειτουργική και ευέλικτη διοικητική δομή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών.
Η αιρετή περιφέρεια που μέχρι τώρα κλήθηκε λόγω των συγκυριών να ασκήσει τις εν λόγω αρμοδιότητες και μάλιστα σε μια δεινή για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας περίοδο, είναι αυτή που κατά την άποψη μας θα πρέπει να προβεί στην υπογραφή συμβάσεως διαχείρισης με το ΥΠΕΚΑ. Δεδομένης πάντοτε, της προθέσεως του νομοθέτη όπως αυτή εκφράζεται στο κείμενο του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, για άρση του υφιστάμενου εμποδίου δηλαδή της απαίτησης έκδοσης της κανονιστικής διάταξης (ΚΥΑ) του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1γ του άρθρου 15 του Ν.2742/99, η οποία μας βρίσκει κοινωνούς.
Θέμα: Απόψεις επί του σχεδίου νόμου «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του Δημοσίου και του ευρύτερου Δημόσιου τομέα». Επιβεβαιώθηκαν αλλά και ενισχύθηκαν οι αρχικές μας ανησυχίες όπως αυτές διατυπώθηκαν προς τον Yπουργό ΠΕΚΑ μέσα από τη με αρ.πρωτ.οικ.81133/1923/20-09-12 επιστολή διαμαρτυρίας μας, στη πληροφορία της δρομολογούμενης από πλευράς της κεντρικής εξουσίας κατάργησης του φορέα διαχείρισης της περιοχής προστασίας της λίμνης μας. Από την επεξεργασία του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου με θέμα «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του Δημοσίου και του ευρύτερου Δημόσιου τομέα», οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι για ακόμη μια φορά το κεντρικό κράτος λειτουργεί υπό συνθήκες πίεσης, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του το σύνολο των παραμέτρων και χωρίς να έχει μελετήσει πλήρως το ζήτημα της θεσμικής αναδιάταξης ώστε να καταστεί εφικτό να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο, συνεκτικό και βιώσιμο εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών, που εξ όσον είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αποτελεί εθνικό στόχο αλλά και υποχρέωση της χώρας μας βάση των ευρωπαϊκών πολιτικών και δεσμεύσεων. Δηλαδή, σε μια χρονική στιγμή που θα έπρεπε να εντείνουμε ως χώρα τις προσπάθειες μας για την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου (έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων) για την ειδική περιβαλλοντική διαχείριση του συνόλου των περιοχών μας που περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura 2000, καθώς μόλις το 23% αυτών εμπίπτει σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, εμείς παραπαίουμε δρομολογώντας διαχειριστικά σχήματα που δια γυμνού οφθαλμού αντιλαμβάνεται κανείς πως δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ημερών. Συγκεχυμένο και γενικόλογο λοιπόν το νομοθέτημα προσπαθεί να λειτουργήσει ως μεταβατικό σχήμα, σκοπό που μάλλον δεν θα μπορέσει να επιτύχει καθώς το σύνολο των ειδικών ρυθμίσεων ζωτικής σημασίας επαφίονται στις εκδόσεις αποφάσεων που θα λάβουν χώρα σε πολύ μεταγενέστερο χρόνο. Η ανάθεση των αρμοδιοτήτων των υπό κατάργηση φορέων διαχείρισης, θα έπρεπε να γίνει ή τουλάχιστον αυτό θα περιμέναμε στα πλαίσια του θεσμικού εκσυγχρονισμού του κράτους με τη διαδικασία της παρ.1γ του άρθρου 15 του Ν.2742/99 όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το άρθρο 7 του Ν.3937/11. Αντί αυτού ερχόμαστε αντιμέτωποι με μαξιμαλιστικού χαρακτήρα δρομολογούμενες ρυθμίσεις εφαρμογής με κραυγαλέο παράδειγμα τη περίπτωση του νεοσύστατου φορέα διαχείρισης της λίμνης μας, η άσκηση των αρμοδιοτήτων του οποίου με τη κατάργηση του, ανατίθεται γενικά και αόριστα στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας. Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να επισημάνουμε ότι η ανάθεση της άσκησης της σχετικής αρμοδιότητας σε δημόσια υπηρεσία δύναται να γίνει σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, μόνο με την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος του άρθρου 21 του Ν.1650/86 όπως ισχύει σήμερα, απαίτηση που δεν αίρεται από το εν λόγω νομοσχέδιο. Ως εκ τούτου, ως εκφραστές του αισθήματος της τοπικής κοινωνίας δεν σας κρύβουμε ότι νιώθουμε να εμπαιζόμαστε, αντιλαμβανόμενοι τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το σημαντικότερο υγροβιότοπο του νομού μας ο οποίος και θα τεθεί υπό εγκατάλειψη, καθώς δεν θα υφίστανται «διαχειριστής» του αλλά ούτε και πρόβλεψη για ορισμό του σε μεταγενέστερο έστω χρόνο. Η τοπική κοινωνία πιστεύει ακράδαντα ότι ο φορέας διαχείρισης της λίμνης μας θα έπρεπε να είναι μέσα σε αυτούς που θα διατηρηθούν. Όχι μόνο για λόγους οικολογικής σπουδαιότητας αλλά και για λόγους γεωγραφικής αυτονομίας, για λόγους στήριξης της αναπτυξιακής πορείας αυτού του ακριτικού τόπου ακόμη και για λόγους ιστορικής σημασίας. Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να επισημάνουμε ότι η χρηματοδότηση του φορέα διαχείρισης της λίμνης μας, έχει εξασφαλιστεί από χρήματα της περιφέρειας μας μέχρι το 2015 ικανό χρονικό διάστημα για να καταστεί αυτός βιώσιμος. Εάν παρόλα αυτά εμμείνετε στην άποψη της κατάργησης του στα πλαίσια μιας πρόχειρης γενίκευσης με στόχο τη περιστολή των δημοσίων δαπανών, εμείς ως αιρετή περιφέρεια τολμούμε με πλήρη επίγνωση της ευθύνης της τοποθέτησης μας να δεσμευτούμε ότι πέρα από τη θέληση έχουμε και τη δυνατότητα με ανακαθορισμό των οργανικών μας θέσεων να δημιουργήσουμε μια λειτουργική και ευέλικτη διοικητική δομή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών. Η αιρετή περιφέρεια που μέχρι τώρα κλήθηκε λόγω των συγκυριών να ασκήσει τις εν λόγω αρμοδιότητες και μάλιστα σε μια δεινή για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας περίοδο, είναι αυτή που κατά την άποψη μας θα πρέπει να προβεί στην υπογραφή συμβάσεως διαχείρισης με το ΥΠΕΚΑ. Δεδομένης πάντοτε, της προθέσεως του νομοθέτη όπως αυτή εκφράζεται στο κείμενο του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, για άρση του υφιστάμενου εμποδίου δηλαδή της απαίτησης έκδοσης της κανονιστικής διάταξης (ΚΥΑ) του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1γ του άρθρου 15 του Ν.2742/99, η οποία μας βρίσκει κοινωνούς.