ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, 6937075765, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Αθήνα, 8/10/2012
Αρ. Πρωτ.: 317
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων αισθάνεται δικαιωμένο για την κατάργηση του «Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων» (Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε.) που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο «Κατάργηση και Συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» (Άρθρο 3), καθώς αυτό αποτελεί πάγια διεκδίκηση του ΣΕΑ κατά την τελευταία εικοσαετία. Παρόλα αυτά η διατύπωση του σχετικού άρθρου μάλλον οδηγεί στην ουσιαστικά διατήρησή του παρά την ονομαστική κατάργηση. Συγκεκριμένα:
Το Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. λειτουργεί, με βάση τον Ν. 2021/92, ως Ν.Π.Ι.Δ. εποπτευόμενο από τον εκάστοτε Υπουργό Πολιτισμού προκειμένου να διευκολυνθεί η εκτέλεση των μεγάλων αρχαιολογικών έργων των οποίων την διαχείριση είχε ως τότε η Αρχαιολογική Εταιρεία. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, το Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. εξελίχθηκε –με την ραγδαία αύξηση των εκτελούμενων έργων και των σχετικών Επιστημονικών Επιτροπών (Ε.Ε.)– σε μία εν δυνάμει παράλληλη Αρχαιολογική Υπηρεσία. Αυτό δημιούργησε κατά καιρούς προβλήματα στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς καθώς και στην εν γένει λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (Α.Υ.), γεγονός που έχει κατά καιρούς στηλιτεύσει ο ΣΕΑ.
Ο ΣΕΑ θεωρεί ότι με την επιχειρούμενη με το προαναφερθέν σχέδιο νόμου κατάργηση του Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. καταρχάς πρέπει να προστατευθεί απαρέγκλιτα το σύνολο του με οποιαδήποτε σχέση εργασίας εξειδικευμένου επιστημονικού, τεχνικού και εργατοτεχνικού προσωπικού, που απασχολείται στην εκτέλεση του έργου των Ε.Ε. ή εργάζεται εν γένει στο Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε., καθώς διαθέτει μεγάλη εμπειρία στο απασχολούμενο αντικείμενο.
Ο ΣΕΑ θεωρεί, επίσης, ότι η επιχειρούμενη –με το προαναφερθέν νομοσχέδιο– υπαγωγή (§ 5,α) των εν ενεργεία Επιστημονικών Επιτροπών «στις Κεντρικές Υπηρεσίες της ΓΔΑΠΚ ή στις οικείες Περιφερειακές Υπηρεσίες της ΓΔΑΠΚ … κατ’ αντιστοιχία προς το χαρακτήρα των έργων, που εκτελούνται, κατόπιν αξιολόγησης» αφενός μεν εγείρει ερωτήματα ως προς δυνατότητα συνέχισης λειτουργίας τους, αφετέρου δε σημαίνει τη διαιώνιση της υπάρχουσας κατάστασης με άλλη μορφή, καθώς είναι σαφές ότι:
► Η αποσύνδεση των έργων των Ε.Ε. από τις Εφορείες Αρχαιοτήτων καθιστά δυσχερέστερη την συνεργασία των φορέων υλοποίησης του αρχαιολογικού έργου (δηλ. των Εφορειών με τις Ε.Ε.). Μόνο οι Περιφερειακές Υπηρεσίες, στην χωρική αρμοδιότητα των οποίων βρίσκονται τα έργα, μπορούν να συνδράμουν ουσιαστικά στην υλοποίηση των έργων, την οποία άλλωστε εκ του νόμου ελέγχουν και εποπτεύουν.
► Η υπαγωγή των Ε.Ε. σε δύο διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας αλλοιώνει τον συντονιστικό χαρακτήρα των διευθύνσεων της ΚΥ, δημιουργώντας υδροκεφαλικό συγκεντρωτισμό στην ΚΥ και αντίκειται στο βασικό στόχο μιας σύγχρονης διοίκησης, που είναι η ενίσχυση των αποκεντρωμένων δομών της.
► Οι περιφερειακές διευθύνσεις της ΓΔΑΠΚ υποβαθμίζονται σε σχέση με εκείνες της Κεντρικής Υπηρεσίας. Αυτό αποδυναμώνει το κύτταρο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, την Εφορεία Αρχαιοτήτων, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την προστασία των μνημείων.
► Στο άρθρο 6 αναφέρεται αόριστα η κατάργηση των Επιστημονικών Επιτροπών «μετά τη λήξη της χρηματοδότησης», χωρίς άλλα συγκεκριμένα στοιχεία (π.χ. την αναφορά στη χρηματοδότηση μέσω των ΕΣΠΑ, που λήγει το αργότερο το 2015). Δεν υπάρχει καν αναφορά στην –αυτονόητη και επιβεβλημένη, κανονικά– κατάργηση των Επιστημονικών Επιτροπών χωρίς ενταγμένα στο ΕΣΠΑ έργα ή Επιστημονικών Επιτροπών χωρίς έργο στην παρούσα φάση. Όλα αυτά αφήνουν το ενδεχόμενο να διατηρηθούν οι Ε.Ε. στο διηνεκές, όπως συνέβη ήδη με το ΤΔΠΕΑΕ, την ΕΑΧΑ κλπ.
► Σύμφωνα με την παράγραφο γ του άρθρου 5, οι Επιστημονικές Επιτροπές θα λειτουργούν στο πρότυπο της ΥΣΜΑ, κάτι που θα δημιουργήσει επιπλέον προβλήματα διοικητικής και θεσμικής υφής. Δεν νοούνται συλλογικά όργανα και επιτροπές, τα μέλη των οποίων κατά πλειοψηφία δεν ανήκουν στο δυναμικό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, να αναλαμβάνουν διοικητικές αρμοδιότητες των Εφορειών Αρχαιοτήτων. Αυτό θα επιφέρει σύγχυση αρμοδιοτήτων και εγείρει ερωτήματα για την θεσμική του υπόσταση.
► Την στιγμή που αβίαστα συζητούνται από την πολιτική ηγεσία σχέδια για την συρρίκνωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (Α.Υ.) που δύναται να αποβεί μοιραία για την ομαλή εξέλιξη όχι μόνον των εκτελούμενων από την Α.Υ. έργων ΕΣΠΑ αλλά και την προστασία των μνημείων γενικότερα, την ίδια στιγμή από το προαναφερθέν νομοσχέδιο (§ 5,δ) προκύπτει η επιλογή διαιώνισης της λειτουργίας τρίτων φορέων.
Ως εκ τούτου, ο ΣΕΑ θεωρεί, ότι στο προαναφερθέν σχέδιο νόμου για την κατάργηση του Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. επιβάλλεται να αναφέρεται ρητά η -άνευ όρων και προϋποθέσεων- άμεση ενσωμάτωση όλων των έργων του ΤΔΠΕΑΕ στις αρμόδιες Εφορείες Αρχαιοτήτων, με διατήρηση των Επιστημονικών Επιτροπών μόνο με συμβουλευτικό χαρακτήρα για την απρόσκοπτη εξέλιξη των συγκεκριμένων έργων μέχρι τη λήξη τους.
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, 6937075765, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr Αθήνα, 8/10/2012 Αρ. Πρωτ.: 317 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων αισθάνεται δικαιωμένο για την κατάργηση του «Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων» (Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε.) που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο «Κατάργηση και Συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» (Άρθρο 3), καθώς αυτό αποτελεί πάγια διεκδίκηση του ΣΕΑ κατά την τελευταία εικοσαετία. Παρόλα αυτά η διατύπωση του σχετικού άρθρου μάλλον οδηγεί στην ουσιαστικά διατήρησή του παρά την ονομαστική κατάργηση. Συγκεκριμένα: Το Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. λειτουργεί, με βάση τον Ν. 2021/92, ως Ν.Π.Ι.Δ. εποπτευόμενο από τον εκάστοτε Υπουργό Πολιτισμού προκειμένου να διευκολυνθεί η εκτέλεση των μεγάλων αρχαιολογικών έργων των οποίων την διαχείριση είχε ως τότε η Αρχαιολογική Εταιρεία. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, το Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. εξελίχθηκε –με την ραγδαία αύξηση των εκτελούμενων έργων και των σχετικών Επιστημονικών Επιτροπών (Ε.Ε.)– σε μία εν δυνάμει παράλληλη Αρχαιολογική Υπηρεσία. Αυτό δημιούργησε κατά καιρούς προβλήματα στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς καθώς και στην εν γένει λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (Α.Υ.), γεγονός που έχει κατά καιρούς στηλιτεύσει ο ΣΕΑ. Ο ΣΕΑ θεωρεί ότι με την επιχειρούμενη με το προαναφερθέν σχέδιο νόμου κατάργηση του Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. καταρχάς πρέπει να προστατευθεί απαρέγκλιτα το σύνολο του με οποιαδήποτε σχέση εργασίας εξειδικευμένου επιστημονικού, τεχνικού και εργατοτεχνικού προσωπικού, που απασχολείται στην εκτέλεση του έργου των Ε.Ε. ή εργάζεται εν γένει στο Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε., καθώς διαθέτει μεγάλη εμπειρία στο απασχολούμενο αντικείμενο. Ο ΣΕΑ θεωρεί, επίσης, ότι η επιχειρούμενη –με το προαναφερθέν νομοσχέδιο– υπαγωγή (§ 5,α) των εν ενεργεία Επιστημονικών Επιτροπών «στις Κεντρικές Υπηρεσίες της ΓΔΑΠΚ ή στις οικείες Περιφερειακές Υπηρεσίες της ΓΔΑΠΚ … κατ’ αντιστοιχία προς το χαρακτήρα των έργων, που εκτελούνται, κατόπιν αξιολόγησης» αφενός μεν εγείρει ερωτήματα ως προς δυνατότητα συνέχισης λειτουργίας τους, αφετέρου δε σημαίνει τη διαιώνιση της υπάρχουσας κατάστασης με άλλη μορφή, καθώς είναι σαφές ότι: ► Η αποσύνδεση των έργων των Ε.Ε. από τις Εφορείες Αρχαιοτήτων καθιστά δυσχερέστερη την συνεργασία των φορέων υλοποίησης του αρχαιολογικού έργου (δηλ. των Εφορειών με τις Ε.Ε.). Μόνο οι Περιφερειακές Υπηρεσίες, στην χωρική αρμοδιότητα των οποίων βρίσκονται τα έργα, μπορούν να συνδράμουν ουσιαστικά στην υλοποίηση των έργων, την οποία άλλωστε εκ του νόμου ελέγχουν και εποπτεύουν. ► Η υπαγωγή των Ε.Ε. σε δύο διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας αλλοιώνει τον συντονιστικό χαρακτήρα των διευθύνσεων της ΚΥ, δημιουργώντας υδροκεφαλικό συγκεντρωτισμό στην ΚΥ και αντίκειται στο βασικό στόχο μιας σύγχρονης διοίκησης, που είναι η ενίσχυση των αποκεντρωμένων δομών της. ► Οι περιφερειακές διευθύνσεις της ΓΔΑΠΚ υποβαθμίζονται σε σχέση με εκείνες της Κεντρικής Υπηρεσίας. Αυτό αποδυναμώνει το κύτταρο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, την Εφορεία Αρχαιοτήτων, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την προστασία των μνημείων. ► Στο άρθρο 6 αναφέρεται αόριστα η κατάργηση των Επιστημονικών Επιτροπών «μετά τη λήξη της χρηματοδότησης», χωρίς άλλα συγκεκριμένα στοιχεία (π.χ. την αναφορά στη χρηματοδότηση μέσω των ΕΣΠΑ, που λήγει το αργότερο το 2015). Δεν υπάρχει καν αναφορά στην –αυτονόητη και επιβεβλημένη, κανονικά– κατάργηση των Επιστημονικών Επιτροπών χωρίς ενταγμένα στο ΕΣΠΑ έργα ή Επιστημονικών Επιτροπών χωρίς έργο στην παρούσα φάση. Όλα αυτά αφήνουν το ενδεχόμενο να διατηρηθούν οι Ε.Ε. στο διηνεκές, όπως συνέβη ήδη με το ΤΔΠΕΑΕ, την ΕΑΧΑ κλπ. ► Σύμφωνα με την παράγραφο γ του άρθρου 5, οι Επιστημονικές Επιτροπές θα λειτουργούν στο πρότυπο της ΥΣΜΑ, κάτι που θα δημιουργήσει επιπλέον προβλήματα διοικητικής και θεσμικής υφής. Δεν νοούνται συλλογικά όργανα και επιτροπές, τα μέλη των οποίων κατά πλειοψηφία δεν ανήκουν στο δυναμικό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, να αναλαμβάνουν διοικητικές αρμοδιότητες των Εφορειών Αρχαιοτήτων. Αυτό θα επιφέρει σύγχυση αρμοδιοτήτων και εγείρει ερωτήματα για την θεσμική του υπόσταση. ► Την στιγμή που αβίαστα συζητούνται από την πολιτική ηγεσία σχέδια για την συρρίκνωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (Α.Υ.) που δύναται να αποβεί μοιραία για την ομαλή εξέλιξη όχι μόνον των εκτελούμενων από την Α.Υ. έργων ΕΣΠΑ αλλά και την προστασία των μνημείων γενικότερα, την ίδια στιγμή από το προαναφερθέν νομοσχέδιο (§ 5,δ) προκύπτει η επιλογή διαιώνισης της λειτουργίας τρίτων φορέων. Ως εκ τούτου, ο ΣΕΑ θεωρεί, ότι στο προαναφερθέν σχέδιο νόμου για την κατάργηση του Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. επιβάλλεται να αναφέρεται ρητά η -άνευ όρων και προϋποθέσεων- άμεση ενσωμάτωση όλων των έργων του ΤΔΠΕΑΕ στις αρμόδιες Εφορείες Αρχαιοτήτων, με διατήρηση των Επιστημονικών Επιτροπών μόνο με συμβουλευτικό χαρακτήρα για την απρόσκοπτη εξέλιξη των συγκεκριμένων έργων μέχρι τη λήξη τους. ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ