Το σχέδιο νόμου είναι απαράδεκτο σε τέτοια κλίμακα που περιττεύει να ασχοληθεί κανείς σοβαρά μαζί του παραθέτοντας αντεπιχειρήματα ανά προτεινόμενη διάταξη. Έτσι, θα σημειώσω μόνο ότι στην αρχή του άρθρου 1 κατονομάζονται το διδακτορικό, η αποφοίτηση από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, το μεταπτυχιακό, οι ξένες γλώσσες κ.λπ. ως προσόντα των υποψηφίων, όμως, όπως διαπιστώνει ο αναγνώστης στη συνέχεια, καμμία απολύτως σημασία δεν αποδίδεται έμπρακτα στα προσόντα αυτά. Το ίδιο νομικό τέχνασμα ακολουθούσαν όλοι ανεξαιρέτως οι Υπαλληλικοί Κώδικες πριν το Νόμο Ραγκούση (3839/10). Όλοι οι Υπαλληλικοί Κώδικες όριζαν για τις επιλογές προϊσταμένων ότι "Η επιλογή γίνεται με βάση τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου κάθε υπαλλήλου από τα οποία ιδιαίτερα εκτιμώνται η άρτια επαγγελματική κατάρτιση και οι επιστημονικές γνώσεις, η δραστηριότητα στην υπηρεσία ...¨". Όμως, επειδή κανένας Υπαλληλικός Κώδικας δεν μοριοδοτούσε τα προσόντα αυτά, οι επιλογές προϊσταμένων μπορούσαν να γίνουν -και βεβαιότατα γίνονταν- με κομματικά κριτήρια, όπως γνωρίζουν οι πάντες, όπως καταδεικνύει η οικεία νομολογία και η σχετική βιβλιογραφία και όπως ομολογεί ο ίδιος ο νυν αρμόδιος Υπουργός. Ο Νόμος Ραγκούση ήταν το πρώτο νομοθέτημα στην ιστορία του ελληνικού Κράτους που μοριοδότησε τα προσόντα των υποψηφίων προϊσταμένων και παράλληλα προέβλεπε (με χαμηλότερο συντελεστή βαρύτητας αλλά και με εχέγγυα αξιοπιστίας) γραπτές εξετάσεις και συνέντευξη. Μπορεί κανείς να διαφωνεί με τη βαρύτητα που ο Νόμος αυτός απέδιδε σε καθένα από τα κριτήρια -και προσωπικά έχω επιμέρους αντιρρήσεις-, όμως είτε συμφωνούσε είτε διαφωνούσε είχε να κάνει με νομοθέτημα απολύτως σαφές, δηλαδή πολιτικά έντιμο. Βεβαίως, ο Νόμος Ραγκούση δεν εφαρμόσθηκε πουθενά ποτέ.
Το σχέδιο νόμου είναι απαράδεκτο σε τέτοια κλίμακα που περιττεύει να ασχοληθεί κανείς σοβαρά μαζί του παραθέτοντας αντεπιχειρήματα ανά προτεινόμενη διάταξη. Έτσι, θα σημειώσω μόνο ότι στην αρχή του άρθρου 1 κατονομάζονται το διδακτορικό, η αποφοίτηση από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, το μεταπτυχιακό, οι ξένες γλώσσες κ.λπ. ως προσόντα των υποψηφίων, όμως, όπως διαπιστώνει ο αναγνώστης στη συνέχεια, καμμία απολύτως σημασία δεν αποδίδεται έμπρακτα στα προσόντα αυτά. Το ίδιο νομικό τέχνασμα ακολουθούσαν όλοι ανεξαιρέτως οι Υπαλληλικοί Κώδικες πριν το Νόμο Ραγκούση (3839/10). Όλοι οι Υπαλληλικοί Κώδικες όριζαν για τις επιλογές προϊσταμένων ότι "Η επιλογή γίνεται με βάση τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου κάθε υπαλλήλου από τα οποία ιδιαίτερα εκτιμώνται η άρτια επαγγελματική κατάρτιση και οι επιστημονικές γνώσεις, η δραστηριότητα στην υπηρεσία ...¨". Όμως, επειδή κανένας Υπαλληλικός Κώδικας δεν μοριοδοτούσε τα προσόντα αυτά, οι επιλογές προϊσταμένων μπορούσαν να γίνουν -και βεβαιότατα γίνονταν- με κομματικά κριτήρια, όπως γνωρίζουν οι πάντες, όπως καταδεικνύει η οικεία νομολογία και η σχετική βιβλιογραφία και όπως ομολογεί ο ίδιος ο νυν αρμόδιος Υπουργός. Ο Νόμος Ραγκούση ήταν το πρώτο νομοθέτημα στην ιστορία του ελληνικού Κράτους που μοριοδότησε τα προσόντα των υποψηφίων προϊσταμένων και παράλληλα προέβλεπε (με χαμηλότερο συντελεστή βαρύτητας αλλά και με εχέγγυα αξιοπιστίας) γραπτές εξετάσεις και συνέντευξη. Μπορεί κανείς να διαφωνεί με τη βαρύτητα που ο Νόμος αυτός απέδιδε σε καθένα από τα κριτήρια -και προσωπικά έχω επιμέρους αντιρρήσεις-, όμως είτε συμφωνούσε είτε διαφωνούσε είχε να κάνει με νομοθέτημα απολύτως σαφές, δηλαδή πολιτικά έντιμο. Βεβαίως, ο Νόμος Ραγκούση δεν εφαρμόσθηκε πουθενά ποτέ.