Γενικά σχόλια: Δεδομένου του ότι αφενός η προθεσμία ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2013/37 λήγει στις 18/7/2015 και αφετέρου κανένα από τα κράτη μέλη δεν έχει προβεί στη θέσπιση διατάξεων για συμμόρφωση στην εν λόγω Οδηγία, καθώς και ότι αναμένονται να δημοσιευτούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οδηγίες αναφορικά με το ζήτημα των χρεώσεων και της αδειοδότησης, θεωρούμε ότι η κατάρτιση του εν λόγω νομοσχεδίου για την ενσωμάτωση της εν λόγω Οδηγίας είναι πρόωρο.
Άρθρο 1: Θεωρούμε ότι το γεγονός επέκτασης του αντικειμένου του ν. 3448/2006 και στο καθεστώς πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα, καθιερώνοντας την αρχή της εξ ορισμού ανοικτής διάθεσης, εκτός από τη ρύθμιση των ζητημάτων της περαιτέρω χρήσης των εγγράφων του δημόσιου τομέα, είναι προβληματικό, καθώς το καθεστώς πρόσβασης στα έγγραφα της Διοίκησης ρυθμίζεται από άλλες διατάξεις και κυρίως από τις διατάξεις του α. 16 ν. 1599/1986 και του α. 5 ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας), οι οποίες υλοποιούν τις συνταγματικές επιταγές για θεμελίωση του δικαιώματος γνώσης των διοικητικών στοιχείων από τους διοικουμένους.
Προβληματική είναι η διάταξη και στο τελευταίο εδάφιο του πρώτου άρθρου που προβλέπει ότι εξακολουθούν μεν να ισχύουν οι κείμενες διατάξεις για την πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα με την επιφύλαξη όμως των ρυθμίσεων αυτού του νόμου. Συνεπώς, με τη διατύπωση αυτή συνεπάγεται ότι εισάγονται νέες ρυθμίσεις στο καθεστώς πρόσβασης στα έγγραφα της Διοίκησης που μπορεί να προκαλέσουν μείζονα προβλήματα εφαρμογής τόσο του κείμενου σχεδίου νόμου όσο και των λοιπών σχετικών διατάξεων, καθώς δεν ρυθμίζεται επακριβώς η σχέση τους. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τονιστεί ότι η ίδια η Οδηγία 2013/37 ορίζει σαφώς ότι «βασίζεται στα υφιστάμενα στα κράτη μέλη καθεστώτα πρόσβασης και δεν θίγει τα καθεστώτα αυτά» (α. 1 παρ. β’ της Οδηγίας 2013/37). Εάν σκοπός του νομοθέτη είναι να συσχετίσει ρητά το δικαίωμα της περαιτέρω χρήσης με το δικαίωμα της πρόσβασης και να καθιερώσει την αρχή της εξ ορισμού ανοικτής διάθεσης, θα πρέπει να προβεί σε ρητή και σαφή τροποποίηση των σχετικών διατάξεων και όχι εμμέσως μέσω ενός τρίτου νομοθετήματος που τροποποιεί παλιότερο νόμο ενσωματώνοντας νέα Οδηγία, καθώς με αυτόν τον τρόπο δεν υφίσταται συνέχεια, συνέπεια και ασφάλεια δικαίου. Σε κάθε περίπτωση για τις διατάξεις των α. 16 ν. 1599/1986 και α. 5 ν. 2690/1999, υφίσταται μεγάλη νομολογία και μάλιστα του ΣτΕ, που καθιστά δυσχερέστερη την όποια τροποποίησή τους. Διαφορετικά θα πρέπει να εξαρτηθεί το δικαίωμα της περαιτέρω χρήσης με τις περιπτώσεις που σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία επιτρέπεται η πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα. Η καθιέρωση της εξ ορισμού ανοικτής διάθεσης των εγγράφων του δημοσίου αποτελεί μια σημαντική τομή στο διοικητικό δίκαιο και θα πρέπει να καθιερωθεί με τον ανάλογο τρόπο, δηλαδή με τροποποίηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου και όχι εμμέσως.
Σε κάθε περίπτωση η καθιέρωση αυτής της αρχής υπερβαίνει τις ανάγκες ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2013/37.
Γενικά σχόλια: Δεδομένου του ότι αφενός η προθεσμία ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2013/37 λήγει στις 18/7/2015 και αφετέρου κανένα από τα κράτη μέλη δεν έχει προβεί στη θέσπιση διατάξεων για συμμόρφωση στην εν λόγω Οδηγία, καθώς και ότι αναμένονται να δημοσιευτούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οδηγίες αναφορικά με το ζήτημα των χρεώσεων και της αδειοδότησης, θεωρούμε ότι η κατάρτιση του εν λόγω νομοσχεδίου για την ενσωμάτωση της εν λόγω Οδηγίας είναι πρόωρο. Άρθρο 1: Θεωρούμε ότι το γεγονός επέκτασης του αντικειμένου του ν. 3448/2006 και στο καθεστώς πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα, καθιερώνοντας την αρχή της εξ ορισμού ανοικτής διάθεσης, εκτός από τη ρύθμιση των ζητημάτων της περαιτέρω χρήσης των εγγράφων του δημόσιου τομέα, είναι προβληματικό, καθώς το καθεστώς πρόσβασης στα έγγραφα της Διοίκησης ρυθμίζεται από άλλες διατάξεις και κυρίως από τις διατάξεις του α. 16 ν. 1599/1986 και του α. 5 ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας), οι οποίες υλοποιούν τις συνταγματικές επιταγές για θεμελίωση του δικαιώματος γνώσης των διοικητικών στοιχείων από τους διοικουμένους. Προβληματική είναι η διάταξη και στο τελευταίο εδάφιο του πρώτου άρθρου που προβλέπει ότι εξακολουθούν μεν να ισχύουν οι κείμενες διατάξεις για την πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα με την επιφύλαξη όμως των ρυθμίσεων αυτού του νόμου. Συνεπώς, με τη διατύπωση αυτή συνεπάγεται ότι εισάγονται νέες ρυθμίσεις στο καθεστώς πρόσβασης στα έγγραφα της Διοίκησης που μπορεί να προκαλέσουν μείζονα προβλήματα εφαρμογής τόσο του κείμενου σχεδίου νόμου όσο και των λοιπών σχετικών διατάξεων, καθώς δεν ρυθμίζεται επακριβώς η σχέση τους. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τονιστεί ότι η ίδια η Οδηγία 2013/37 ορίζει σαφώς ότι «βασίζεται στα υφιστάμενα στα κράτη μέλη καθεστώτα πρόσβασης και δεν θίγει τα καθεστώτα αυτά» (α. 1 παρ. β’ της Οδηγίας 2013/37). Εάν σκοπός του νομοθέτη είναι να συσχετίσει ρητά το δικαίωμα της περαιτέρω χρήσης με το δικαίωμα της πρόσβασης και να καθιερώσει την αρχή της εξ ορισμού ανοικτής διάθεσης, θα πρέπει να προβεί σε ρητή και σαφή τροποποίηση των σχετικών διατάξεων και όχι εμμέσως μέσω ενός τρίτου νομοθετήματος που τροποποιεί παλιότερο νόμο ενσωματώνοντας νέα Οδηγία, καθώς με αυτόν τον τρόπο δεν υφίσταται συνέχεια, συνέπεια και ασφάλεια δικαίου. Σε κάθε περίπτωση για τις διατάξεις των α. 16 ν. 1599/1986 και α. 5 ν. 2690/1999, υφίσταται μεγάλη νομολογία και μάλιστα του ΣτΕ, που καθιστά δυσχερέστερη την όποια τροποποίησή τους. Διαφορετικά θα πρέπει να εξαρτηθεί το δικαίωμα της περαιτέρω χρήσης με τις περιπτώσεις που σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία επιτρέπεται η πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα. Η καθιέρωση της εξ ορισμού ανοικτής διάθεσης των εγγράφων του δημοσίου αποτελεί μια σημαντική τομή στο διοικητικό δίκαιο και θα πρέπει να καθιερωθεί με τον ανάλογο τρόπο, δηλαδή με τροποποίηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου και όχι εμμέσως. Σε κάθε περίπτωση η καθιέρωση αυτής της αρχής υπερβαίνει τις ανάγκες ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2013/37.