Σχέδιο Δράσης OGP OGP

Άρθρο 09: Ένταξη του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου «Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών» (Ε.Κ.Κ.Ε.) στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου «Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών» (Ε.Ι.Ε.)

1. Από την έναρξη ισχύος του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, το ν.π.δ.δ με την επωνυμία «Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.), που έχει συσταθεί με το άρθρο 9 του ν.δ. 3998/1959 (226 Α΄) με την ονομασία Κέντρο Κοινωνικών Επιστημών Αθηνών, μετονομάσθηκε σε Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.) με τo β.δ. 502/1968 (168 Α΄) και τον α.ν. 539/1968 (203 Α΄) και αποτελείται από το Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του ν. 4051/2012 (40 Α΄), καταργείται ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο και εντάσσεται ως ερευνητικό Ινστιτούτο με την ονομασία «Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.) στο ν.π.ι.δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (Ε.Ι.Ε.), που συστάθηκε με το β.δ. 9-10-1958 (155 Α΄) με την επωνυμία «Βασιλικό Ίδρυμα Ερευνών» και μετονομάσθηκε σε Εθνικό ίδρυμα Ερευνών με το ν.δ. 572/1970 (125 Α΄). Αντικείμενο της ως άνω εντασσόμενης οργανικής μονάδας ορίζεται το αντικείμενο του προβλεπόμενου στο άρθρο 5 παράγραφος 6 στοιχεία α΄ και β΄ του ν. 4051/2012 Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών του υπό συγχώνευση Ε.Κ.Κ.Ε..

2. Από την έναρξη ισχύος του διατάγματος της παραγράφου 3, το Ε.Ι.Ε. μετονομάζεται σε Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών-Κέντρο Θετικών, Ιστορικών και Κοινωνικών Επιστημών.

3. Με διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, τροποποιείται, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου, ο Οργανισμός του Ε.Ι.Ε. και καθορίζονται, ιδίως, τα όργανα διοίκησής του και ο τρόπος ανάδειξής τους η διάρθρωσή του σε υπηρεσιακές μονάδες, οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών του, οι βασικές αρχές και οι βασικοί κανόνες του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του, ο σκοπός του, το αντικείμενο των Ινστιτούτων του και η εσωτερική διάρθρωσή τους, τα ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για την πρόσληψη του ερευνητικού, τεχνικού και διοικητικού-βοηθητικού προσωπικού, η διαχείριση της περιουσίας του, και κάθε άλλο θέμα που σχετίζεται με την οργάνωση και τη λειτουργία του.

4. Από τη λήξη της θητείας των μελών του, σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 6, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ι.Ε. διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και αποτελείται από:
α. τον Διευθυντή του Ε.Ι.Ε. ως Πρόεδρο
β. τους Διευθυντές των ερευνητικών ινστιτούτων του πρώην Ε.Ι.Ε.
γ. έναν εκπρόσωπο των ερευνητών του πρώην Ε.Ι.Ε. που εκλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του, με μυστική ψηφοφορία, από το σύνολο των ερευνητών του πρώην Ε.Ι.Ε.
δ. έναν εκπρόσωπο των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του πρώην Ε.Ι.Ε. που εκλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο αυτών των υπαλλήλων του Ε.Ι.Ε.
ε. έναν επιστήμονα, με επιστημονικό έργο σε έναν από τους τομείς που περιλαμβάνονται στους σκοπούς του πρώην Ε.Ι.Ε., που ορίζεται από τον εποπτεύοντα Υπουργό
στ. τον διευθυντή της Υπηρεσίας «Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (Ε.Κ.Τ.)»
ζ. τον διευθυντή του Ινστιτούτου Ε.Κ.Κ.Ε. του Ε.Ι.Ε.
η. έναν εκπρόσωπο των ερευνητών του Ινστιτούτου Ε.Κ.Κ.Ε. του Ε.Ι.Ε. που εκλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του με μυστική ψηφοφορία, από το σύνολο των ερευνητών του Ινστιτούτου αυτού
θ. έναν εκπρόσωπο των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του Ινστιτούτου Ε.Κ.Κ.Ε, που εκλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του με μυστική ψηφοφορία, από το σύνολο αυτών των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του Ινστιτούτου αυτού. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει, με μυστική ψηφοφορία, μεταξύ των μελών του έναν Αντιπρόεδρο. Για τη συγκρότηση, τη σύνθεση και τη λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (45 Α΄).

5. Με την έναρξη της ισχύος του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 4:
α) το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ερευνητικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό του Ε.Κ.Κ.Ε. μεταφέρεται, αυτοδικαίως, με την ίδια σχέση εργασίας, ή, αν πρόκειται για μόνιμο προσωπικό, με μετατροπή της σχέσης εργασίας του σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, στο Ε.Ι.Ε. και καταλαμβάνει αντίστοιχες κατά κατηγορία ή εκπαιδευτική βαθμίδα, κλάδο, βαθμό και ειδικότητα κενές θέσεις, για τις οποίες κατέχει τα τυπικά προσόντα. Ειδικότερα, το προσωπικό που είναι ενταγμένο στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών του υπό συγχώνευση Ε.Κ.Κ.Ε. εντάσσεται αυτοδικαίως στο Ινστιτούτο Ε.Κ.Κ.Ε. του Ε.Ι.Ε..
Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η μεταφορά γίνεται με ταυτόχρονη μεταφορά των θέσεων που κατείχαν στον υπό συγχώνευση φορέα, με την ίδια σχέση εργασίας, ή, αν πρόκειται για μόνιμο προσωπικό, με μετατροπή της σχέσης εργασίας του σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Για τη μεταφορά του προσωπικού εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ι.Ε.

β) Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ε.Κ.Κ.Ε. περιέρχονται, αυτοδικαίως, χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου, στο Ε.Ι.Ε., με την επιφύλαξη των συνταγματικών διατάξεων περί δωρεών, κληρονομιών και κληροδοσιών, το οποίο έχει στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του καταργούμενου Ε.Κ.Κ.Ε., αλλά και την ευθύνη για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση του υπάρχοντος αρχείου.
Μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του ως άνω διατάγματος, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ι.Ε. συγκροτεί με απόφασή του τριμελή επιτροπή με αντικείμενο τη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που κατά τις διατάξεις του παρόντος περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του εποπτεύοντος Υπουργού.

γ) Το Ε.Ι.Ε. είναι καθολικός διάδοχος των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του Ε.Κ.Κ.Ε. και οι εκκρεμείς δίκες αυτού συνεχίζονται αυτοδικαίως από το Ε.Ι.Ε., χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς να απαιτείται καμία άλλη διατύπωση για τη συνέχιση τους.

δ) Καθήκοντα προσωρινού Διευθυντή του Ινστιτούτου Ε.Κ.Κ.Ε. του Ε.Ι.Ε. ασκεί ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών του συγχωνευόμενου Ε.Κ.Κ.Ε., μέχρι τον διορισμό νέου. Αν δεν υπάρχει Διευθυντής, ορίζεται προσωρινός Διευθυντής, με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο αρχαιότερος ερευνητής του Ινστιτούτου.

ε) Από την έναρξη ισχύος του διατάγματος της παραγράφου 3 το Δ.Σ. που διοικεί το Ε.Ι.Ε., εξακολουθεί να διοικεί τον νέο φορέα έως τη λήξη της θητείας των μελών του και στη σύνθεσή του προστίθεται, ως μέλος, ο Διευθυντής ή ο προσωρινός Διευθυντής του Ινστιτούτου Ε.Κ.Κ.Ε.

στ) Η μίσθωση του ακινήτου, στο οποίο στεγάζονται οι υπηρεσίες του Ε.Κ.Κ.Ε. καταγγέλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 15, εκτός εάν το Δ.Σ. του Ε.Ι.Ε. αποφασίσει ότι εξακολουθεί να καλύπτει τις λειτουργικές ανάγκες του νέου φορέα.
6. Μέχρι την έναρξη ισχύος του διατάγματος της παραγράφου 3, τα υπό συγχώνευση νομικά πρόσωπα Ε.Κ.Κ.Ε. και Ε.Ι.Ε. εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν για τη σύσταση και τη λειτουργία τους κατά τον χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου.

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 11:26 | Εφη Κώνστα

    Στηρίζω απόλυτα την τοποθέτηση της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών. Επιπλέον θα ήθελα να τονίσω ότι η μη αναφορά στα άρθρα 7 και 9 για μεταφορά των προϋπολογισμών του ΕΚΚΕ και του ΚΕΤΕΑΘ αντίστοιχα στο ΕΙΕ και ΕΚΕΤΑ δεν είναι τυχαία. Υποκρύπτει απολύσεις στο προσωπικό που δεν θα φαίνεται ότι τις κάνει η συγκυβέρνηση (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) αλλά τα Ερευνητικά Κέντρα από τι στιγμή που δεν θα μπορούν να υποστηρίξουν οικονομικά τις νέες δομές. Είναι σαφές ότι το ΕΚΚΕ και το ΚΕΤΕΑΘ δεν θα αποτελέσουν τις «Ιφιγένειες» αλλά το «προσάναμμα» στο βωμό της διάλυσης των υπόλοιπων Ερευνητικών Κέντρων.

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 11:53 | Ενιαίος Σύλλογος Συμβασιούχων Υπαλλήλων Αποσπασμένων στη ΓΓΕΤ

    Ο Σύλλογος αποσπασμένων εργαζομένων στη Γενική Γραμματεία Έρευνας & Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) έχει συμμετάσχει σε σειρά προσπαθειών των εκάστοτε αρμόδιων Υπουργείων για μεταβολή του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ) που εποπτεύει η ΓΓΕΤ (ενδεικτικά, Δεκέμβριος 2007, Φεβρουάριος 2012). Αυτή η μεταβολή θα γινόταν μέσω ενός Νόμου για την Έρευνα για την εισήγηση του οποίου υπεύθυνο ήταν το – εκάστοτε – αρμόδιο Υπουργείο. Ανεξαρτήτως του αν υπήρξε κατάλληλη και διαφανής προετοιμασία των παραπάνω Νομοσχεδίων είτε της διαφοράς απόψεων που εκφράστηκε κατά τη διαβούλευση, γεγονός παραμένει ότι, για την όποια ανάλογη μεταβολή θεσμικού πλαισίου και ειδικά για τον ευαίσθητο τομέα της έρευνας, πρέπει να προηγηθεί σχετική μελέτη και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των αντίστοιχων φορέων που θα καταλήξουν σε ένα Νομοσχέδιο που θα διασφαλίζει την καλή λειτουργία τους καθώς και τα δικαιώματα της ερευνητικής κοινότητας.

    Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, ακολουθείται μια διαφορετική “πολιτική” σύμφωνα με την οποία η έρευνα δεν αποτελεί μια αναπτυξιακή ευκαιρία, δεν έχει ιδιαιτερότητες και επομένως δεν απαιτούνται και ιδιαίτερες προτάσεις και πρακτικές για την ενίσχυσή της με δεδομένη, μάλιστα, την σαφή αναγνώριση της σημασίας και του ρόλου της σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Έτσι, από το 2009, γνωρίσαμε δυστυχώς την προσπάθεια να χαρακτηριστούν τα ΕΚ ως ΔΕΚΟ, να μειωθεί απλά ο αριθμός των υφισταμένων Ινστιτούτων χωρίς κανένα σχεδιασμό και μελέτη, με λογικές “αποφασίζομεν και διατάσσομεν” και με προοπτική τη “λογιστική” διευθέτηση της εκ των προτέρων πολιτικής απόφασης να μειωθούν οι Προϋπολογισμοί που αφορούσαν τα ΕΚ υπό την εποπτεία της ΓΓΕΤ.

    Μέχρι σήμερα, τα ΕΚ αντέδρασαν θετικά στην παραπάνω αντιμετώπιση προσπαθώντας να αντεπεξέλθουν στους μειωμένους προϋπολογισμούς και μειώνοντας δραστικά τον αριθμό των Ινστιτούτων τους (από 56 σε 31), ανεξάρτητα από τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν. Δυστυχώς με το υπό διαβούλευση κείμενο, η απαξίωση της έρευνας συνεχίζεται. Χωρίς καμία μελέτη και διαβούλευση, προτείνεται η περαιτέρω συρρίκνωση των ΕΚ και μάλιστα μόνο ποσοτικά και φανερά όχι προς μια περισσότερο ορθολογική δομή χωρίς επιστημονικές επικαλύψεις. Αντίθετα, η εικόνα που προκύπτει είναι η, δυστυχώς όχι άγνωστή μας, υποτίμηση και άγνοια της σημασίας της έρευνας, ειδικά από την πολιτική ηγεσία ενός αναρμόδιου Υπουργείου αλλά, ακόμα χειρότερα, η πολιτική απόφαση κατάργησης Ερευνητικών Κέντρων με ιστορία και επιστημονικές επιτυχίες χωρίς εξασφάλιση της συνέχειάς τους και κυρίως ληφθείσα με μυστικότητα από, άσχετους με το αντικείμενο, συμβούλους υπουργικών γραφείων.

    Οι εργαζόμενοι στη ΓΓΕΤ, την αρμόδια Δημόσια Υπηρεσία για την εποπτεία του μεγάλου ποσοστού ΕΚ στη χώρα, συντασσόμαστε για άλλη μια φορά με την ερευνητική κοινότητα ιδιαίτερα και τους εργαζομένους στα ΕΚ και εκφράζουμε τη συνολική αντίθεσή μας στην προχειρότητα και κυρίως στους στόχους υποτίμησης της έρευνας, όπως προκύπτουν από το κείμενο του Νομοσχεδίου. Για το λόγο αυτό, ζητάμε μαζί τους την απόσυρση των Άρθρων 7 και 9, την εκ νέου ουσιαστική διαβούλευση με τα συλλογικά όργανα των ΕΚ και την ένταξη των όποιων δομικών μεταβολών στο Νόμο για την Έρευνα.

    Συμπληρωματικά αλλά όχι και με λιγότερη σημασία, ο Σύλλογος μας παρατηρεί τα παρακάτω ουσιαστικά προβλήματα που αναμένεται να προκύψουν από το Νομοσχέδιο:
    • Είναι αντισυνταγματική η μεταβολή των εργασιακών σχέσεων στην περίπτωση του ΕΚΚΕ (από τη μονιμότητα σε ΝΠΔΔ στην εργασιακή σχέση αορίστου χρόνου σε ΝΠΙΔ). Θεωρούμε ότι πρέπει να προβλέπεται ανάλογη πρόβλεψη στο κείμενο.
    • Τα επιχειρήματα των εκπροσώπων των ΕΚ για μη αλλαγή του τίτλου των υπό συγχώνευση / κατάργηση ΕΚ κρίνονται ως επαρκή. Επίσης, και στο σημείο αυτό, γίνεται φανερή η άγνοια των εισηγουμένων.
    • Παρατηρείται, για άλλη μια φορά, η λανθάνουσα προσπάθεια για υποβάθμιση του δημόσιου χαρακτήρα της έρευνας η οποία, κατά την άποψή μας αποτελεί το τελευταίο εργαλείο ανάπτυξης, ειδικά σε συνθήκες κρίσης όπως οι σημερινές.
    • Τέλος, πρέπει να προβλεφθεί, η κατ’ ελάχιστον, ανάλογη αύξηση της χρηματοδότησης των ΕΚ που θα προκύψουν, κατά το ποσό της σημερινής χρηματοδότησης των υπό κατάργηση / συγχώνευση ΕΚ.

    Καταλήγοντας και σε συνέχεια της ευρύτατης συμμετοχής εκπροσώπων της ερευνητικής κοινότητας στην παρούσα διαβούλευση, ο Σύλλογος μας εκφράζει τον προβληματισμό του για την ουσία της διαδικασίας αυτής. Πιστεύουμε ότι είναι τέτοια η ταύτιση απόψεων και επιχειρημάτων εναντίον τόσο του σκεπτικού όσο και των προοπτικών του κειμένου που, ελάχιστα αν σέβεται ο Νομοθέτης τη διαδικασία αυτή, θα πρέπει να αποσύρει τις συγκεκριμένες διατάξεις.

  • Στη σπουδή τους να τελειώνουν με αυτή τη φάση των πειραματισμών για τη
    διάλυση της δημόσιας διοίκησης, οι συντάκτες του νομοσχεδίου
    προβλέπουν, με την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, την αυτοδίκαιη λήξη της
    θητείας του επί θητεία υπηρετούντος προσωπικού. Ενδεχομένως έχουν κατά
    νου τη θητεία των διευθυντών, ειδικών συμβούλων κλπ.

    Ξεχνούν όμως ότι «επί θητεία» υπηρετούν και οι ερευνητές Δ’ και Γ’
    βαθμίδας των ερευνητικών κέντρων, η εξέλιξη των οποίων γίνεται έπειτα
    από διαδικασία κρίσης και σε συγκεκριμένες χρονικές προθεσμίες, όπως
    προβλέπεται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο (Ν.1514/85). Κινδυνεύουν να
    καταργήσουν οργανικές θέσεις ερευνητών χωρίς να το καταλάβουν, κάτι
    αντίστοιχο με το να καταργούσαν σε μια νύχτα τις θέσεις των Λεκτόρων
    και των Επίκουρων Καθηγητών στα Πανεπιστήμια.

    Εκτός βέβαια κι αν δεν πρόκειται για αβλεψία…
    Γιώργος Κανδύλης
    Ερευνητής Δ ΕΚΚΕ

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 11:52 | Κουντούρη Φανή

    Είναι πράγματι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι δημόσιες πολιτικές στην χώρα μας και εν προκειμένω οι πολιτικές που αφορούν στα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δημόσια αγαθά της έρευνας και της παιδείας δεν ακολουθούν διαδικασίες ανάπτυξης δημόσιων πολιτικών όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Δεν ακολουθούν δηλαδή διαδικασίες συντεταγμένης και δημοκρατικά διαμορφούμενης πολιτικής ατζέντας, διαδικασίες πρότερης διαβούλευσης και αντιπαράθεσης και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Δεν υπάρχει ένα επεξεργασμένο και τυποποιημένο σύστημα διαμόρφωσης στόχων και προτεραιοτήτων της κρατικής πολιτικής.
    Εν προκειμένω το άρθρο 9 «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» που κατατέθηκε στη δημόσια διαβούλευση από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης όπου επιχειρείται η κατάργηση του ΕΚΚΕ και η συγχώνευσή του με το ΕΙΕ αποτυπώνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την προχειρότητα και την έλλειψη στοχοθεσίας και αποτελεσματικότητας μιας δημόσιας πολιτικής.
    Το παρόν σχέδιο νόμου θέτει μία σειρά από ζητήματα που επιτάσσουν την άμεση απόσυρσή του:
    1. Προχωρά στην κατάργηση της αυτοτέλειας ενός θεσμού κοινωνικής έρευνας η αναγκαιότητα του οποίου έχει αναγνωριστεί μέσω της ίδρυσής του ήδη από την κοινωνικοπολιτικά ταραγμένη δεκαετία του 50. Επιπλέον, η εν λόγω κατάργηση/συγχώνευση γίνεται χωρίς κανένα διαπιστωμένο δημοσιονομικό όφελος.
    2. Αίρει τη μονιμότητα δημοσίων υπαλλήλων με την μετατροπή τους σε υπαλλήλους ιδιωτικού τομέα θέτοντας έτσι ζητήματα συνταγματικότητας πολλαπλώς διαπιστωμένα από πληθώρα συναδέλφων
    3. Συντελείται συγχώνευση δύο ερευνητικών κέντρων εκτός πλαισίου αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού, αλλά μέσα από μία διοικητική μεταρρύθμιση που επιχειρεί να καλύψει ετερόκλιτους δημόσιους οργανισμούς και υπηρεσίες. Αίτημα της ερευνητικής κοινότητας είναι οι όποιες μεταρρυθμίσεις σε ερευνητικά κέντρα να μην αφορούν σε αποσπασματικές συγχωνεύσεις Ερευνητικών κέντρων και μάλιστα με αλλαγή του νομικού καθεστώτος που τις διέπει.
    4. Τέλος προκύπτει και το ακανθώδες ζήτημα των απολύσεων παρά τις διαβεβαιώσεις των κυβερνητικών εταίρων περί του αντιθέτου. Στο άρθρο 15 των γενικών διατάξεων σημειώνεται ότι «λήγει αυτοδικαίως και αζημίως για το Ελληνικό Δημόσιο, η θητεία του Προέδρου, των μελών των οργάνων διοίκησης και του προσωπικού με θητεία των φορέων που καταργούνται, συγχωνεύονται ή λύονται». Εφόσον λοιπόν οι ερευνητές Δ΄ και Γ΄ Βαθμίδας κατέχουν μεν οργανική θέση αλλά είναι επί θητεία (δόκιμοι ερευνητές) θα πρέπει να αναμένουμε την άμεση απόλυσή τους.

    Θεωρώ ότι πρόκειται ένα νομικό πλαίσιο το οποίο φαίνεται ότι θα λειτουργήσει πιλοτικά στον ευρύτερο χώρο της παιδείας και της έρευνας στην κατεύθυνση συρρίκνωσης του δημοσίου τομέα κατά τρόπο ελλειπτικό, πρόχειρο, αντισυνταγματικό και πολιτικά ακραίως νεοφιλελεύθερο (άρση μονιμότητας, απολύσεις, ιδιωτικοποιήση της παιδείας). Ωστόσο όταν φιμώνονται κριτικές φωνές που θέτουν στο επίκεντρο του ερευνητικού τους ενδιαφέροντος ζητήματα μετανάστευσης, πολιτικής συμπεριφοράς, φτώχειας, κοινωνικού αποκλεισμού, αστικής πολιτικής διευκολύνεται η ανάδυση νοοτροπιών και συμπεριφορών που εκφασίζουν και δεν εξορθολογίζουν την κοινωνία.

    Φανή Κουντούρη
    Ερευνήτρια Δ΄Βαθμίδας ΕΚΚΕ

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 11:14 | Ουρανία Πολυκανδριώτη

    Η συγχώνευση του ΕΚΚΕ και του ΕΙΕ είναι ανορθολογική, αντιεπιστημονική και σίγουρα θα είναι αναποτελεσματική ως προς τον, κυρίως οικονομικό, επιδιωκόμενο στόχο. Εδώ δεν πρόκειται για δύο προβληματικούς φορείς του δημόσιου ή και του ευρύτερου δημόσιου τομέα αλλά για δύο επιστημονικούς – ερευνητικούς φορείς. Με τη συγχώνευση αυτή καταστρατηγείται η συνταγματικά κατοχυρωμένη έννοια της έρευνας και της παιδείας ως δημόσιου αγαθού, αφού προκρίνονται κριτήρια στενά διοικητικά, ξένα προς τους σκοπούς και το αντικείμενο των δύο Ερευνητικών Κέντρων.
    Εξάλλου, η συγχώνευση αυτή δεν προκύπτει από κανέναν ευρύτερο σχεδιασμό για την έρευνα, από μία διαρθρωτική δηλαδή αναδιάταξη του ερευνητικού ιστού, που μόνο αυτή θα μπορούσε να προσφέρει αποτελέσματα τόσο σε επιστημονικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Αντίθετα, ακολουθεί την ίδια αποτυχημένη έως τώρα πολιτική, που επιχειρεί περισσότερο να δώσει την εντύπωση μεταρρυθμίσεων, παρά να τις πραγματοποιήσει. Επίσης, δεν υπακούει σε καμιά έννοια αξιολόγησης, η οποία διέπει τη λειτουργία των ερευνητικών κέντρων έως τώρα, καταργώντας έτσι ως περιττή μια ουσιαστική θεσμική λειτουργία της εποπτεύουσας αρχής και υπονομεύοντας τον ρόλο του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας.
    Ο υπάρχων ερευνητικός ιστός έχει ανάγκη από συνολική αναδιάρθρωση έτσι ώστε να λειτουργήσει ακόμα πιο αποτελεσματικά στα ερευνητικά πεδία που θεραπεύει, να καταστεί ακόμα πιο ανταγωνιστικός στη διεκδίκηση προγραμμάτων και να συσπειρώσει το ερευνητικό δυναμικό της χώρας σε μια πραγματικά αναπτυξιακή προοπτική. Αντί λοιπόν να γίνονταν ευκαιριακές συγχωνεύσεις ερευνητικών φορέων ως διοικητικές οντότητες ας γίνει μια ευρεία διαρθρωτική αλλαγή έτσι όπως άλλωστε απαιτούν οι ιδιαίτερες συνθήκες που βιώνουμε.

    Ράνια Πολυκανδριώτη
    Κύρια ερευνήτρια
    Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
    Μέλος Δ.Σ. της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 10:17 | Ρόδη Κράτσα

    Θεωρώ πως η προτεινόμενη συγχώνευση θα υποβαθμίσει το ρόλο και τη σημασία λειτουργίας του Ε.Κ.Κ.Ε., σε μία χρονική συγκυρία κατά την οποία η κοινωνική έρευνα μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην ανάλυση, την αποτύπωση των συνεπειών της κρίσης στην ελληνική κοινωνία και στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων κσι ιδεών για την αντιμετώπιση της. Η υψηλότατη ανεργία, η εξάπλωση της φτώχειας και η αξιοσημείωτη αποδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής, η εγκληματικότητα, η απαισιοδοξία είναι φαινόμενα προς ειδική έρευνα. Το πρόσφατο παρελθόν έχει αποδείξει πως συγχωνεύσεις οργανισμών χωρίς επιπρόσθετη χρηματοδότηση ουσιαστικά αποδυναμώνουν τους συγχωνευόμενους οργανισμούς. Ελπίζω πως θα υπάρξει ουσιαστική αξιολόγηση των αναγκών και στοχευμένη αντιστάθμιση των συνεπειών. Ως κοινωνιολόγος, αποδίδω μεγάλη σημασία στο ρόλο της έρευνας για τη χώρα μας και ως πολιτικός θεωρώ απαραίτητα τα επιστημονικά στοιχεία για τη χάραξη πολιτικής.

    Ρόδη Κράτσα,
    Ευρωβουλευτής
    Αντιπρόεδρος Ε.Κ. 2007-2012

  • Στην μέχρι τώρα – σημαντική – συζήτηση για τα υπό συγχώνευση ερευνητικά κέντρα που έχει διεξαχθεί μέσω της διαδικασίας της δημόσιας διαβούλευσης έχει διαφύγει ένα σημείο: στις γενικές διατάξεις του νομοσχεδίου (άρθρο 15, παράγραφος 1) προβλέπεται η λύση της θητείας του προσωπικού επί θητεία των συγχωνευόμενων και καταργούμενων οργανισμών. Καθώς δεν είμαι νομικός, δεν είμαι σε θέση να προσδιορίσω ποιες ακριβώς κατηγορίες προσωπικού καλύπτει ο όρος «προσωπικό επί θητεία». Σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τα ερευνητικά κέντρα, στο βαθμό που δεν υπάρχει κάποια ειδικότερη ρύθμιση στα άρθρα 7 και στα 9, η διάταξη αυτή έχει μια σαφή συνέπεια: οδηγεί στην απόλυση των ερευνητών Δ και Γ βαθμίδας. Με αυτόν τον τρόπο αποψιλώνονται τα ερευνητικά κέντρα από το νεότερο σε ηλικία δυναμικό τους και επιταχύνεται η γήρανσή τους – την οποία θα επιδεινώσει περεταίρω η ελαχιστοποίηση των προσλήψεων στο δημόσιο. Επίσης, προστίθενται νέοι άνεργοι επιστήμονες υψηλών προσόντων στους ήδη πολυάριθμους νέους άνεργους της χώρας. Η πρόβλεψη περί λύσης της θητείας του προσωπικού επί θητεία συνιστά έτσι ακόμη έναν λόγο για την απόσυρση των άρθρων 7 και 9, τα οποία αποτελούν μνημειώδη περίπτωση ισοπεδωτικής μεταχείρισης του ερευνητικού κόσμου της χώρας από μια κυβέρνηση που ως καμικάζι σε αποστολή αυτοκτονίας έχει αναλάβει να εφαρμόσει τις εντολές των δανειστών με κάθε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό κόστος.
    Νίκος Σουλιώτης
    Ερευνητής Δ ΕΚΚΕ

  • ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ
    http://www.eee-researchers.gr

    Αθήνα, 07/10/2012
    Αρ. Πρωτ.: Εξ./436/2012

    ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

    Προς: Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού
    Καθηγητή Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο
    Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
    Καθηγητή Αντώνη Μανιτάκη

    Θέμα: Παρέμβαση της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών στα Άρθρα 7, 9 και 16 του υπό δημόσια διαβούλευση νομοσχεδίου «Κατάργηση και Συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

    Κύριοι Υπουργοί,

    Τα 11 Ερευνητικά Κέντρα που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας αποτελούν οργανικό τμήμα του ευρύτερου ερευνητικού ιστού της χώρας.
    Αποτελούν, επίσης, ένα ιδιαίτερα παραγωγικό τμήμα του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς για κάθε 1 Ευρώ που «επενδύει» η Πολιτεία σε αυτά, «φέρνουν» κατά μέσο όρο 2 Ευρώ, μέσω κυρίως ευρωπαϊκών και διεθνών ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων, παρέχοντας ταυτόχρονα εργασία σε περίπου 2.000 ανθρώπους, κυρίως νέους επιστήμονες (που εργάζονται στα ερευνητικά προγράμματα) και συνεισφέροντας στην αξιοπρεπή παρουσία της χώρας στο επιστημονικό Ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι, καθώς και στην ανάπτυξή της, με τα ερευνητικά και τα τεχνολογικά τους αποτελέσματα.
    Είναι επιπλέον οι μόνοι δημόσιοι ερευνητικοί φορείς που αξιολογούνται συστηματικά, με εξωτερικές αξιολογήσεις από διεθνείς επιτροπές κριτών, από το 1995 (βάσει του Ν. 1514/1985), καθώς και οι πρώτοι και μοναδικοί -έως σήμερα- δημόσιοι ερευνητικοί φορείς που αναδιαρθρώθηκαν, με τη συγχώνευση των 56 Ινστιτούτων τους σε 31, με το νόμο 4051/2012 (εφαρμοστικός του Μνημονίου ΙΙ, http://www.eee-researchers.gr/Katastatiko-Nomothesia/N_4051-2012_Sugxoneuseis-EK.pdf).

    Παρά το ότι :
    • η πρόσφατη αυτή πρώτη φάση αναδιάρθρωσης στα ΕΚ της ΓΓΕΤ δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί (εκκρεμούν οι εκλογές διευθυντών σε πολλά νέα/συγχωνευμένα Ινστιτούτα, οι εκλογές Επιστημονικών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων, η επικαιροποίηση των Οργανισμών Κέντρων, η σύνθεση νέων επιχειρησιακών σχεδίων Ινστιτούτων, κλπ.),
    • οι αστοχίες που εντοπίζονται σε αυτήν δεν έχουν συζητηθεί, πόσο δε μάλλον αντιμετωπιστεί, και
    • δεν έχει γίνει καμιά αποτίμηση του εγχειρήματος, επιστημονική ή οικονομική,
    στο σύντομο διάστημα υπαγωγής της ΓΓΕΤ στο Υπουργείο Ανάπτυξης (21/06/2012 – 10/08/2012) προτάθηκαν από το Υπουργείο αυτό προς συγχώνευση και πάλι Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ, συμπεριλαμβανόμενα σε ένα κατάλογο προς συγχώνευση φορέων του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, μαζί με άλλους, άσχετους με την έρευνα φορείς.

    Οι συγχωνεύσεις αυτές περιλαμβάνονται σήμερα στα Άρθρα 7 και 9 του υπό διαβούλευση σ/ν του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης «Κατάργηση και Συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» (http://www.opengov.gr/minreform/?p=587) και αφορούν, αντίστοιχα, το Κέντρο Έρευνας Τεχνολογίας & Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΚΕΤΕΑΘ, ΝΠΙΔ ΕΚ) που απορροφάται από το Εθνικό Κέντρο Έρευνας & Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ, ΝΠΙΔ ΕΚ) και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ, ΝΠΔΔ ΕΚ) που καταργείται και στη συνέχεια συγχωνεύεται με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ, ΝΠΙΔ ΕΚ).

    Οι υπό διαβούλευση συγχωνεύσεις των Ερευνητικών Κέντρων της ΓΓΕΤ:
    1. Βρίσκονται σε απόλυτη αντίθεση με το ζητούμενο μιας ορθολογικής αναδιάρθρωσης του συνόλου του δημόσιου ερευνητικού ιστού της χώρας (ΑΕΙ, Ερευνητικά κέντρα της ΓΓΕΤ και άλλοι ερευνητικοί δημόσιοι φορείς) η οποία, όπως συνομολογεί και η τριμερής του Υπουργείου Παιδείας, πρέπει να γίνει συντεταγμένα, με επιστημονικά κριτήρια, μετά από (τη θεσμοθετημένη) αξιολόγηση και με αναπτυξιακά/οικονομικά οφέλη.
    2. Προωθούνται χωρίς σαφή κριτήρια και δεν εμπεριέχουν κανένα προφανές επιστημονικό ή οικονομικό πλεονέκτημα (δεν εντάσσονται σε κανέναν ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό για την έρευνα, δεν υπάρχει σχετική μελέτη σκοπιμότητας, ανάλυση κόστους-οφέλους, κλπ.).
    3. Έχουν συμπεριληφθεί στο προαναφερθέν σ/ν κατά παράβαση του Νόμου 1514/85 περί Έρευνας, ο οποίος προβλέπει σαφείς διαδικασίες αξιολόγησης των Ερευνητικών Ινστιτούτων και Κέντρων της ΓΓΕΤ, αξιολόγηση που δεν μπορεί ως εκ τούτου να γίνει από υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, όπως για άλλους φορείς του Δημοσίου.
    4. Προωθούν την απόσυρση της Πολιτείας από την συνταγματική υποχρέωση να εγγυάται την Έρευνα ως δημόσιο αγαθό και, ταυτόχρονα, την άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων (Άρθρο 9).
    5. Καταλύουν το Ν. 1514/85, ως προς την ύπαρξη ΝΠΔΔ Ερευνητικών Κέντρων, το σύστημα Διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων, τα προσόντα και το “status” των Ερευνητών.
    6. Δημιουργούν πληθώρα επί μέρους προβλημάτων σε όλα τα υπό συγχώνευση Κέντρα, αλλά ιδιαιτέρα στα ΕΚΚΕ και ΚΕΤΕΑΘ που κινδυνεύουν με άμεση διάλυση.
    7. Ενισχύουν τη φυγή νέων και πρεσβύτερων επιστημόνων στο εξωτερικό και την υποβάθμιση της Έρευνας στη χώρα (συνδυαζόμενες και με τις εξαγγελθείσες υπέρογκες περικοπές στο ειδικό μισθολόγιο ερευνητών και καθηγητών ΑΕΙ), καθιστώντας άνευ περιεχομένου τις επαναλαμβανόμενες κυβερνητικές ανακοινώσεις περί ανάπτυξης της χώρας μέσω ενίσχυσης της Έρευνας και της Καινοτομίας.

    Με βάση τα ανωτέρω, τα Άρθρα 7 και 9 θα πρέπει να αποσυρθούν άμεσα από το υπό διαβούλευση σ/ν, και :

    – Η αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού της χώρας θα πρέπει να προχωρήσει στο εξής συντεταγμένα, με στρατηγικό σχέδιο που θα βασίζεται σε επιστημονικά κριτήρια και με στόχο την ενδυνάμωση των δημόσιων ερευνητικών φορέων μέσω της «συγκέντρωσης δυνάμεων».
    – Η αναδιάρθρωση, σε αυτήν τη φάση, θα πρέπει να συμπεριλάβει όλον τον ερευνητικό ιστό, δηλ. και τα δημόσια Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα που δεν εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ, καθώς και τα ΑΕΙ.
    – Εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την αναδιάρθρωση αποτελεί η αξιολόγηση όλων των ερευνητικών φορέων, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας για τα Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ και τα ΑΕΙ, και αφού γίνουν οι σχετικές νομοθετικές παρεμβάσεις για αντίστοιχη αξιολόγηση και των λοιπών ερευνητικών φορέων που δεν αξιολογούνται ως σήμερα βάσει νόμου.
    – Οι όποιες συγχωνεύσεις θα πρέπει να έχουν ουσιαστικό και όχι προσχηματικό χαρακτήρα (να μη δείχνουμε δηλ., απλά και μόνο, μείωση του αριθμού των δημόσιων φορέων στην Τρόικα), αλλά και να καταλήγουν σε πραγματικές μειώσεις κόστους μέσω συνεργειών, όπως π.χ. κοινής Κεντρικής Διοίκησης ομοειδών φορέων.
    – Οι όποιες συγχωνεύσεις θα πρέπει να αναχαιτίζουν το κύμα φυγής ερευνητικού προσωπικού προς το εξωτερικό.

    Επαναλαμβάνουμε, τέλος, για άλλη μια φορά, ότι οι αυτονόητες υποδείξεις της Maire Geoghegan-Quinn, Επιτρόπου της Ε.Ε. για την Έρευνα, την Καινοτομία και τις Επιστήμες, η οποία δήλωσε πρόσφατα ότι «Η επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία διασφαλίζει την ανταγωνιστικότητά μας, πράγμα που μεταφράζεται σε θέσεις εργασίας. Γνωρίζουμε ότι οι χώρες οι οποίες επένδυσαν τα μάλα στην έρευνα και την καινοτομία, αντεπεξήλθαν με τον καλύτερο τρόπο την οικονομική κρίση»*, θα πρέπει να εφαρμοστούν επιτέλους και στη χώρα μας.

    Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών
    Η Πρόεδρος Η Γ. Γραμματέας

    Μαρία Θ. Στουμπούδη Μαρία Α. Κωνσταντοπούλου

    * Maire Geoghegan-Quinn «Η καινοτομία, κλειδί για την ανάπτυξη στην Ελλάδα» εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» 22-04-2012 http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_108_22/04/2012_479785

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 10:25 | Χαράλαμπος Γάσπαρης

    Για άλλη μια φορά μια «μεταρρύθμιση» που εξαγγέλει η κυβέρνηση δεν σχεδιάζεται με την αρμόζουσα σοβαρότητα. Χωρίς μελέτη η επιχειρούμενη συγχώνευση κινδυνεύει να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα από εκείνα τα οποία προσπαθεί λύσει.
    Με πρώτο και κυριότερο το οικονομικό ζήτημα, για το οποίο δεν προβλέπεται ρητά η ενίσχυση του προϋπολογισμού του ΕΙΕ με τον αντίστοιχο τουλάχιστον προϋπολογισμό του ΕΚΚΕ, για να μπορέσει να λειτουργήσει στοιχειωδώς. Χωρις την απαραίτητη οικονομική ενίσχυση του προϋπολογισμού του ΕΙΕ το εγχείρημα θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε συρρίκνωση αν όχι σε αναστολή της λειτουργίας του.
    Δημιουργεί ανισότητες στο επίπεδο του Διοικητικού Συμβουλίου, αφού διακρίνει ένα Ινστιτούτο έναντι των υπολοίπων, χωρίς να δικαιολογείται ο λόγος για τον οποίο το νεοεντασσόμενο Ινστιτούτο θα πρέπει να εκπροσωπείται ξεχωριστά σε επίπεδο εργαζομένων στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο.
    Προστίθεται εντελώς ακατανόητα και λανθασμένα στο όνομα του ΕΙΕ «υπότιτλος», ο οποίος επεξηγεί τις επιστήμες που εκπροσωπούνται στα Ινστιτούτα του. Νομίζω ότι το όνομα Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών καλύπτει όλες τις υπάρχουσες και τις τυχόν μελλοντικές επιστήμες που θεραπεύονται εντός του, και βέβαια και την επιστήμη που υπηρετεί το εντασσόμενο Ινστιτούτο. Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών έχει δημιουργήσει μέχρι τώρα ένα ισχυρό όνομα στο διεθνές επιστημονικό περιβάλλον και μπορεί επάξια να εκπροσωπήσει κάθε νέο Ινστιτούτο ή άλλη επιστήμη που φιλοξενεί.

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 10:47 | Θεώνη Σταθοπούλου

    Μόλις τον προηγούμενο μήνα (4-9-12) η ΓΓΕΤ διοργάνωσε συνάντηση εργασίας για τη “Διαμόρφωση προτάσεων στρατηγικής και προτεραιοτήτων για την Ερευνα, Τεχνολογία και Καινοτομία, στο πλαίσιο του σχεδιασμού και της κατάρτισης του Εθνικού Αναπτυξιακού Προγραμματισμού- Smart Specialization Strategy-S3- για την περίοδο 2014-2020».
    Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου της ΓΓΕΤ “στη νέα Προγραμματική Περίοδο 2014 – 2020, η Έρευνα και η Καινοτομία θα βρεθούν στο επίκεντρο της Κοινοτικής χρηματοδότησης, καθώς τα κονδύλια που θα διατεθούν για ανταγωνιστικά προγράμματα στο τομέα αυτό μέσω του Προγράμματος «Ορίζοντας 2020», αναμένεται να αυξηθούν από 50 δις ευρώ που είναι σήμερα (7ο ΠΠ), σε 80 δις ευρώ. Σε αυτά προστίθενται και τα κονδύλια που έχουν στόχο την ανάπτυξη των και την συνοχή των περιφερειών της Ε.Ε, όπου και εκεί η Έρευνα και η Καινοτομία αναδεικνύονται σε σημαντικούς τομείς προτεραιότητας, προκειμένου ένα Κράτος-Μέλος της Ε.Ε. να λάβει Κοινοτική χρηματοδότηση.”. Προϋπόθεση για τη διασφάλιση αυτής της χρηματοδότησης είναι η διαμόρφωση μιας μακρόπνοης στρατηγικής για την έρευνα.
    Η συμπερίληψη δύο ερευνητικών κέντρων, του ΕΚΚΕ και του ΚΕΤΕΑΘ, σε μια λίστα συγχώνευσης- κατάργησης φορέων όπως οι φορείς διαχείρισης προστατευομένων περιοχών ή ο οργανισμός κεντρικών αγορών και αλιείας, μόνο μακρόπνοη δεν μπορεί να είναι. Αντίθετα επιβεβαιώνει την ασυνέπεια και ασυνέχεια των εθνικών πολιτικών για την έρευνα και τη δυσκολία εναρμόνισης με το ευρωπαϊκό περιβάλλον της έρευνας και της καινοτομίας.
    Αν πρόθεση της συγχώνευσης ήταν “η ενδυνάμωση κατακερματισμένων ερευνητικών ομάδων ώστε να διεκδικούν με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ευρωπαϊκά ή άλλα κονδύλια για διεξαγωγή έρευνας” * τα υπο συγχώνευση ερευνητικά κέντρα δεν θα αποκόπτονταν απο την ευρύτερη αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού, τη διαβούλευση για την έρευνα, ούτε φυσικά απο το ειδικό νομικό καθεστώς που τα διέπει (Ν.1514/85).
    Ειδικότερα για το άρθρο 09 είναι μάλλον περιττό να προσθέσει κανείς την αντισυνταγματικότητα της μετατροπής της σχέσης εργασίας των εργαζομένων στο ΕΚΚΕ, την απουσία μέριμνας για τη διασφάλιση των ασφαλιστικών-συνταξιοδοτικών δικαιωμάτών τους, την εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας, όπως είναι η βιβλιοθήκη, το αρχείο και οι εκδόσεις του ΕΚΚΕ. Αυτά τα γνωρίζουν οι συντάκτες του νόμου. Οπως επίσης γνωρίζουν οτι σύμφωνα με το αρθρο 25 του Ν. 1514 για την μετατροπή ή κατάργηση εθνικών ερευνητικών κέντρων απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του ΕΣΕΤ.
    Kατά συνέπεια είναι αυτονόητη η ανάγκη απόσυρσης των άρθρων 09 και 07 του νομοσχεδίου. Εξίσου αυτονόητη θα έπρεπε να είναι και η ανάγκη για μια τεκμηριωμένη ενοποίηση του ερευνητικού ιστού και μια σαφή και συνεπή ενδυνάμωση του θεσμικού ρόλου της έρευνας έτσι ώστε να έχει «Ορίζοντα» ο οποιοσδήποτε αναπτυξιακός προγραμματισμός.

    Θεώνη Σταθοπούλου
    Δ/τρια Ερευνών ΕΚΚΕ
    Αντιπρόεδρος ΕΓΣ ΕΚΚΕ
    Μέλος ΔΣ ΣΠ ΕΚΚΕ

    * Απάντηση της ΓΓΕΤ πρός την Ενωση Ελλήνων Ερευνητών για τις εξαγγελθείσες συγχωνεύσεις με ημερομηνία 19/9/2012.

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 09:21 | Θεοδοσία Ανθοπούλου

    Λαμβάνοντας μέρος στην παρούσα διαβούλευση σχετικά με το άρθρο 9 του υπό κατάθεση νομοσχεδίου, προσυπογράφω τις απόψεις όλων εκείνων των συναδέλφων που τεκμηρίωσαν με τρόπο σαφή και ξεκάθαρο, όχι μόνο το αδόκιμο της συγχώνευσης ανάμεσα στις δύο ερευνητικές δομές, αλλά κυρίως τον ορατό κίνδυνο συρρίκνωση της κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα, καθώς καταργείται το μοναδικό Δημόσιο Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Ο πλέον καλόπιστος αναγνώστης της διαβούλευσης μπορεί να διαπιστώσει ότι αυτή η ενέργεια δεν ανταποκρίνεται ούτε σε οικονομίες κλίμακας ούτε φυσικά προάγει την Επιστήμη. Προκαλεί απορία, την ώρα που τα κοινωνικά προβλήματα οξύνονται και μεγάλα τμήματα του πληθυσμού βιώνουν φτώχεια και κοινωνική εξαθλίωση σε όλο το εύρος της καθημερινότητάς τους, η Πολιτεία να παραιτείται από μια βασική συνταγματική της υποχρέωση. Αρκεί να σημειωθεί ότι, γειτονικές Βαλκανικές χώρες παρόλο που βίωσαν έντονα, πριν δύο περίπου δεκαετίες, μια άλλου είδους κοινωνική και οικονομική κρίση (με την κατάρρευση του σοσιαλιστικού μοντέλου), δεν τόλμησαν να καταργήσουν δημόσιες ερευνητικές δομές της κοινωνικής έρευνας. Παρόλα αυτά, θα ήθελα να σταθώ στη θετική έκπληξη της ανακοίνωσης της ΔΗΜΑΡ (και εταίρου της συγκυβέρνησης) σε ετούτη εδώ τη διαβούλευση, που σαφώς παίρνει θέση κατά της προβλεπόμενης συγχώνευσης ζητώντας την αναστολή του άρθρου του νόμου για το ΕΚΚΕ. Μένει να δούμε αν η θέση της αυτή θα παραμείνει έως το τέλος μια θετική έκπληξη ή αν θα αποτελέσει ένα «τετριμμένο» άλλοθι μιας προειλημμένης απόφασης.
    Θεοδοσία Ανθοπούλου
    Μέλος ΔΕΠ Παντείου Πανεπιστημίου

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 09:09 | Μαρίνα Πετρονώτη

    Οι ασαφείς και αντισυνταγματικές διατάξεις του άρθρου 9 στο υπό διαβούλευση Νομοσχέδιο για την κατάργηση – συγχώνευση του ΕΚΚΕ δεν εκπλήσσουν. Αντίθετα, αν ιδωθούν με αναφορά στην αδιαφορία που ολοένα συχνότερα επιδεικνύει η Πολιτεία για τις έγκυρες, δημοκρατικές διαδικασίες στην πολιτική της έρευνας, είναι αναμενόμενες.

    Πράγματι, αν όπως τα κείμενα που κατατίθενται εδώ αναδεικνύουν, η κατάργηση και μετέπειτα συγχώνευση του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ όχι μόνον δεν εξασφαλίζει ουσιαστικά οικονομικά οφέλη, αλλά θα τροφοδοτήσει πλήθος οικονομικών και λειτουργικών προβλημάτων –συνυφασμένων με την ανεύρεση και διανομή πόρων, τη διεξαγωγή των ερευνητικών προγραμμάτων, τα εργασιακά δικαιώματα των ερευνητών, τις συνεργασίες με ευρωπαϊκά ινστιτούτα και πανεπιστήμια, κ.ά. – τότε ποιοι άλλοι εκτός από την προαναφερθείσα αδιαφορία λόγοι, υπαγορεύουν τη σύνταξη του άρθρου 9;

    Μήπως οι αρμόδιοι υπουργοί στέκουν μετέωροι και αναποφάσιστοι μπροστά στο (ιστορικό) δίλημμα: «Ανήκει ή όχι η Ελλάδα στο δυτικό κόσμο»; Διότι, στην περίπτωση που επιθυμούν την παραμονή της χώρας στο κοινωνικά, εκπαιδευτικά και πολιτισμικά προηγμένο κομμάτι αυτού του κόσμου, γιατί απουσιάζει ένας συγκροτημένος πολιτικός λόγος για το μέλλον της κοινωνικής έρευνας στη χώρα; Γιατί η συγχώνευση των δύο Κέντρων επιτελείται με τόσο βεβιασμένους, αδιαφανείς και πρόχειρους όρους που εντέλει θίγει, αντί να ωφελεί, όσους απασχολούνται σε αυτά; Γιατί καταργείται η αυτοτέλεια ενός Κέντρου που έχει ως τώρα, συμβάλλει δυναμικά στην επιστημονική προσέγγιση και ερμηνεία καίριων κοινωνικών φαινομένων, στάσεων και μετασχηματισμών; Γιατί αναστέλλονται αντί να αναπτύσσονται ερευνητικές συνθήκες οι οποίες έχουν επί μακρόν δοκιμαστεί και αποφέρει καρπούς στη διασφάλιση επιστημονικής γνώσης και την αξιοποίησή της στη λήψη πολιτικών αποφάσεων διαφόρων κυβερνητικών σχημάτων;

    Θέλω να ελπίζω ότι η απόσυρση του Νομοσχεδίου που αφορά τη λειτουργία και την υπόσταση του ΕΚΚΕ είναι εφικτή. Διαφορετικά η Διαβούλευση θα είναι κατ’ επίφαση μόνο ‘ανοικτή’ στο διάλογο με την ερευνητική κοινότητα.

    Μαρίνα Πετρονώτη
    Κοινωνική Ανθρωπολόγος
    Πρώην Διευθύντρια Ερευνών, ΙΑΑΚ/ΕΚΚΕ

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 09:52 | Μιχάλης Πέτρου

    Από την ανάγνωση των σχολίων που μέχρι τώρα έχουν αναρτήσει συνάδελφοι ερευνητές, ακαδημαϊκοί αλλά και απλοί πολίτες, είναι σαφές ότι το άρθρο 9 του παρόντος νομοσχεδίου ελέγχεται:
    α) ως προς την συνταγματικότητά του
    β) ως προς την ορθά σχεδιασμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη στρατηγική ανάπτυξη περί έρευνας, όπως το ισχύον θεσμικό πλαίσιο ορίζει
    γ) ως προς την αναγκαιότητα κατάργησης ενός ιστορικού και καταξιωμένου ερευνητικού φορέα (ΕΚΚΕ)
    δ) ως προς την αποτελεσματικότητα που αυτό θα επιφέρει σχετικά με την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού, ο οποίος θα προκύψει από την συγχώνευση δύο ερευνητικών δομών (ΕΚΚΕ-ΕΙΕ)
    Ανεξάρτητα όμως από αυτά, προκύπτει κατά την άποψή μου και άλλο ένα μείζον πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και κυρίως ΗΘΙΚΟ ζήτημα. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του άρθρου 15, παράγραφος 1α) ορίζεται ότι:
    «Με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων του νόμου αυτού, από την έναρξη της ισχύος του:
    α) Λήγει αυτοδικαίως και αζημίως για το Ελληνικό Δημόσιο, η θητεία του Προέδρου, των μελών των οργάνων διοίκησης και του προσωπικού με θητεία των φορέων που καταργούνται, συγχωνεύονται ή λύονται και τίθενται σε εκκαθάριση».

    Από την ανάγνωση της συγκεκριμένης παραγράφου προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά παρέκκλιση του θεσμικού πλαισίου (1514/85) λήγει η θητεία για τους επί θητεία ερευνητές. Με λίγα λόγια απολύονται (;)
    Είτε πρόκειται για σύγχυση και άγνοια του συντάκτη του νομοσχεδίου, σχετικά με το διαφορετικό νομικό καθεστώς που διέπει τη λειτουργία των προς συγχώνευση 21 φορέων (λογικό μου φαίνεται μιας και κλήθηκε να διαχειριστεί με τα ίδια μέτρα και σταθμά αλιείς, φορτοεκφορτωτές και ερευνητές), είτε πρόκειται για αντικατοπτρισμό των πραγματικών προθέσεων της κυβέρνησης, το συμπέρασμα είναι ένα. Ανοργανωσιά, προχειρότητα, αφέλεια, πλήρης άγνοια και κυρίως απαξίωση, αν όχι εξευτελισμός, της ακαδημαϊκής ιδιότητας των ερευνητών.
    Αν πράγματι ισχύει η συγκεκριμένη διάταξη τότε επιθυμώ να απευθύνω ένα σχόλιο προς την ηγεσία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, αν νομίζετε ότι η αριθμητική μείωση του δημοσίου, και κυρίως η εξυγίανσή του, πρέπει να ξεκινήσει με την απόλυση νέου εξειδικευμένου και υψηλών επιστημονικών προσόντων προσωπικού (αριστούχους επιστήμονες, διδάκτορες με διακρίσεις σε έρευνες, σε ερευνητικά προγράμματα, σε παγκόσμια συνέδρια με αναγνωρισμένο συγγραφικό και διδακτικό έργο, κλπ), και όχι με την απόλυση επίορκων δημόσιων υπαλλήλων (που αποδεδειγμένα και επί δεκαετίες ζημίωσαν με εκατομμύρια ευρώ το ελληνικό δημόσιο) ή κομματικά προσληφθέντων από τα παράθυρα, τότε Αξιότιμε κύριε Υπουργέ πολύ λυπάμαι αλλά η πατρίδα έχει προ πολλού απολέσει το μέλλον της.

    Μιχάλης Πέτρου
    Δρ. Κοινωνικής Ανθρωπολογίας
    Ερευνητής / Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 09:58 | Ανδρομάχη Χατζηγιάννη

    Καλούμαστε μέσω της διαβούλευσης του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης να εκφράσουμε την άποψή μας για ένα σχέδιο Νόμου το οποίο διαλύει το ΕΚΚΕ, καταργώντας ουσιαστικά τον Φορέα 53 χρόνια μετά την ίδρυσή του, μετατρέποντας τον σε ένα Ινστιτούτο στο εσωτερικό του ΕΙΕ, στο όνομα του «εξορθολογισμού του Κράτους».
    Θυμίζουμε ότι λίγους μήνες νωρίτερα το ΕΚΚΕ είχε αναγκαστεί να συγχωνεύσει τα τρία Ινστιτούτα του σε ένα, στο όνομα του ίδιου «εξορθολογισμού» και της «οικονομίας». Είναι σαφές ότι η συγχώνευση αυτή δεν θα έχει θετικό οικονομικό αποτέλεσμα, δεδομένου ότι δεν δημιουργείται καμία οικονομία κλίμακας ούτε σε επίπεδο διοίκησης, ούτε σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, αλλά ούτε και σε επίπεδο υποδομών. Η έλλειψη ρητής αναφοράς όμως στα οικονομικά του νέου φορέα (στη μεταφορά δηλαδή του προϋπολογισμού του ΕΚΚΕ) μόνο τυχαία δεν φαίνεται να είναι. Απλώς δεν θα γίνει και οι υπάλληλοι του ΕΚΚΕ όχι μόνο θα χάσουν τη συνταγματικά κατοχυρωμένη μονιμότητά τους, όχι μόνο θα χάσουν εργασιακά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα, αλλά θα μείνουν και χωρίς μισθό (να πως εξορθολογίζει τα οικονομικά των φορέων το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης!!!).
    Να επισημάνω όμως και μια άλλη οικονομία που θα γίνει αν το άρθρο 9 του παρόντος σχεδίου Νόμου ψηφιστεί. Οι ερευνητές Γ’ και Δ΄ βαθμίδας του ΕΚΚΕ, αν υλοποιηθεί η συγχώνευση αυτή, θα απολυθούν, διότι όσοι υπηρετούν στις βαθμίδες αυτές είναι επί θητεία και όχι μόνιμοι υπάλληλοι (βάσει του σχεδίου Νόμου – παράγραφος 5 α, στο νέο ΕΙΕ μεταφέρεται μόνο το μόνιμο προσωπικό και το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου). Ίσως το Υπουργείο δεν θα ήθελε να απολυθούν υπάλληλοι (ο Υπουργός το τονίζει αυτό καθημερινά μέσω του Τύπου). Ίσως οι συντάκτες του σχεδίου Νόμου να μην είχαν την πρόθεση να μην συμπεριλάβουν όλο το προσωπικό στη συγχώνευση, αλλά αυτό να έγινε εκ παραδρομής. Αυτό συμβαίνει όμως όταν άσχετα με την έρευνα Υπουργεία καλούνται να προωθήσουν συγχωνεύσεις και αναδιαρθρώσεις φορέων τους οποίους ούτε γνωρίζουν ούτε έχουν αξιολογήσει. Και επαναλαμβάνω το αίτημα τόσο του Συλλόγου εργαζομένων του ΕΚΚΕ, όσο και της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων-Ιδρυμάτων: Η αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού της χώρας δεν μπορεί να γίνεται αποσπασματικά αλλά θα πρέπει να προχωρήσει συντεταγμένα για όλα τα Ερευνητικά Κέντρα, μετά από αξιολόγηση.
    Θεωρώ επομένως ότι οι μεμονωμένες συγχωνεύσεις Ερευνητικών Κέντρων δεν πρέπει να προχωρήσουν και τα άρθρα 9 και 7 του παρόντος σχεδίου Νόμου πρέπει να αποσυρθούν.
    Ανδρομάχη Χατζηγιάννη, Διευθύντρια Ερευνών

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 09:39 | Μαρίνα Πετρονώτη

    Οι ασαφείς και αντισυνταγματικές διατάξεις του άρθρου 9 στο υπό διαβούλευση Νομοσχέδιο για την κατάργηση – συγχώνευση του ΕΚΚΕ δεν εκπλήσσουν. Αντίθετα, αν ιδωθούν με αναφορά στην αδιαφορία που ολοένα συχνότερα επιδεικνύει η Πολιτεία για τις έγκυρες, δημοκρατικές διαδικασίες στην πολιτική της έρευνας, είναι αναμενόμενες.

    Πράγματι, αν όπως τα κείμενα που κατατίθενται εδώ αναδεικνύουν, η κατάργηση και μετέπειτα συγχώνευση του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ όχι μόνον δεν εξασφαλίζει ουσιαστικά οικονομικά οφέλη, αλλά θα τροφοδοτήσει πλήθος οικονομικών και λειτουργικών προβλημάτων –συνυφασμένων με την ανεύρεση και διανομή πόρων, τη διεξαγωγή των ερευνητικών προγραμμάτων, τα εργασιακά δικαιώματα των ερευνητών, τις συνεργασίες με ευρωπαϊκά ινστιτούτα και πανεπιστήμια, κ.ά. – τότε ποιοι άλλοι εκτός από την προαναφερθείσα αδιαφορία λόγοι, υπαγορεύουν τη σύνταξη του άρθρου 9;

    Μήπως οι αρμόδιοι υπουργοί στέκουν μετέωροι και αναποφάσιστοι μπροστά στο (ιστορικό) δίλημμα: «Ανήκει ή όχι η Ελλάδα στο δυτικό κόσμο»; Διότι, στην περίπτωση που επιθυμούν την παραμονή της χώρας στο κοινωνικά, εκπαιδευτικά και πολιτισμικά προηγμένο κομμάτι αυτού του κόσμου, γιατί απουσιάζει ένας συγκροτημένος πολιτικός λόγος για το μέλλον της κοινωνικής έρευνας στη χώρα; Γιατί η συγχώνευση των δύο Κέντρων επιτελείται με τόσο βεβιασμένους, αδιαφανείς και πρόχειρους όρους που εντέλει θίγει, αντί να οφελεί, όσους απασχολούνται σε αυτά; Γιατί καταργείται η αυτοτέλεια ενός Κέντρου που έχει ως τώρα συμβάλλει δυναμικά στην επιστημονική προσέγγιση και ερμηνεία καίριων κοινωνικών φαινομένων, στάσεων και μετασχηματισμών; Γιατί αναστέλλονται αντί να αναπτύσσονται ερευνητικές συνθήκες οι οποίες έχουν επί μακρόν δοκιμαστεί και αποφέρει καρπούς στη διασφάλιση επιστημονικής γνώσης και την αξιοποίησή της στη λήψη πολιτικών αποφάσεων διαφόρων κυβερνητικών σχημάτων;

    Θέλω να ελπίζω ότι η απόσυρση του Νομοσχεδίου που αφορά τη λειτουργία και την υπόσταση του ΕΚΚΕ είναι εφικτή. Διαφορετικά η Διαβούλευση θα είναι κατ’ επίφαση μόνο ‘ανοικτή’ στο διάλογο με την ερευνητική κοινότητα.

    Μαρίνα Πετρονώτη
    Κοινωνική Ανθρωπολόγος
    Πρώην Διευθύντρια Ερευνών, ΙΑΑΚ/ΕΚΚΕ

  • 8 Οκτωβρίου 2012, 09:18 | Χριστίνα Κοκκινιά

    Συνυπογράφω τα 80 σχόλια που προηγήθηκαν. Με τέτοια προχειρότητα και με αυτές τις ασάφειες, η συγχώνευση ΕΚΚΕ και ΕΙΕ δεν πρέπει να πραγματοποιηθεί.

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 20:02 | Γιάννης Σκαρπέλος

    Κύριε Υπουργέ της Διοικητικής Μεταρρύθμισης κλπ.

    Δεν είναι η πρώτη φορά που μία κυβέρνηση αποφασίζει να προσθέσει, σε πείσμα κάθε λογικής, πορτοκάλια και πατάτες, με το ακλόνητο επιχείρημα πως και τα δύο αρχίζουν από το γράμμα «π».

    Δεν είναι η πρώτη φορά στα τελευταία 20 χρόνια, που μία κυβέρνηση θέλει πάση θυσία και με όποιο πρόχειρο πρόσχημα να καταργήσει το ΕΚΚΕ. Πράγματι, έχουν γίνει τα αδύνατα δυνατά ώστε να αφαιρεθεί ζωτικός χώρος από τη δημόσια κοινωνική έρευνα, και να εκχωρηθούν σημαντικά τμήματά της σε ιδιωτικές εταιρείες δημοσκοπήσεων (με αυτές φυσικά πρέπει να τα έχει καλά η κυβέρνηση για να δημοσιεύουν θετικές σφυγμομετρήσεις, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Ή μήπως αυτό είναι ακριβώς το θέμα;)

    Δεν είναι η πρώτη φορά που μία κυβέρνηση υποστηρίζει πως η «μεταρρύθμιση» είναι αφεαυτής καλή και θετική, ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της.

    ΕΙΝΑΙ, όμως, σίγουρα η πρώτη φορά που ένας σοβαρός συνταγματολόγος, επιχειρεί με την ιδιότητα του υπουργού να καταστρατηγήσει το σύνταγμα, και μάλιστα στα σημεία εκείνα που ως ακαδημαϊκός δάσκαλος το υπερασπιζόταν.

    Το πρώτο και κύριο στοιχείο της «μεταρρύθμισης» που επιδιώκεται με το άρθρο 9, είναι η μετατροπή δημοσίων υπαλλήλων, σε υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου. Αυτή είναι η μόνη επιδίωξη που υπηρετεί η διάλυση ενός ερευνητικού κέντρου με ιστορία πάνω από 50 χρόνια. Στην ουσία της, η «μεταρρύθμιση» αυτή είναι αντισυνταγματική, και το ξέρετε. Αν πρέπει οπωσδήποτε να την κάνετε, βρείτε άλλον – εξίσου αντισυνταγματικό, αναμφίβολα – τρόπο, που δεν θα κάνει τόσο κακό και στους υπαλλήλους και ερευνητές του ΕΚΚΕ, αλλά και στον μοναδικό δημόσιο φορέα κοινωνικής έρευνας στη χώρα μας. Έτσι κι αλλιώς, θα καταπέσει στα συνταγματικά δικαστήρια, αργά ή γρήγορα.

    Το ΕΚΚΕ υπήρξε, στη μακρόχρονη ιστορία του, αφετηρία για μια μεγάλη ομάδα συναδέλφων, πανεπιστημιακών δασκάλων, σε τμήματα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, όλων των ΑΕΙ της χώρας. Ταυτόχρονα, όμως, υπήρξε και έδρα σημαντικών ερευνητών, με έργο που σαφώς υπερβαίνει τα μετρήσιμα μεγέθη των ποσοτικοποιημένων αξιολογήσεων, τα οποία (μεγέθη) τόσο πολύ αγάπησαν ορισμένες κυβερνήσεις την τελευταία δεκαετία, και τις οποίες (αξιολογήσεις) ήδη εγκαταλείπουν χώρες στις οποίες μέχρι πρότινος θέλαμε να μοιάσουμε. Γιατί το ΕΚΚΕ,

    • με πενιχρές δυνάμεις,

    • χωρίς την υποστήριξη της Πολιτείας σε όσα όφειλε να του παρέχει,

    • για μεγάλα διαστήματα χωρίς διευθυντές των Ινστιτούτων του,

    συμμετείχε σε σημαντικότατες διεθνείς κοινωνικές έρευνες, όπως η European Social Survey, και παρείχε στο ενδιαφερόμενο κοινό (και κυρίως στους νέους ερευνητές, στους φοιτητές – προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς, στους υποψήφιους διδάκτορες, στους μεταδιδακτορικούς ερευνητές, στους πανεπιστημιακούς) το υλικό για τις δικές τους έρευνες, για τις δικές τους δημοσιεύσεις. Θα πρέπει να συνυπολογίσουμε, κάποτε, ότι η εμβέλεια ενός ιδρύματος όπως το ΕΚΚΕ δεν μετριέται με papers, impact factors και ετεροαναφορές, ακριβώς επειδή η προσφορά του προχώρησε πολύ παραπέρα. Και η προσφορά αυτή είναι άυλη και ανιχνεύεται με τρόπους που δεν έχουν επινοηθεί ακόμη.

    Θα ήθελα να αναφερθώ στην Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, αλλά επίσης στην Ελληνική Τράπεζα Κοινωνικών Δεδομένων, τον Κόμβο Δευτερογενούς Επεξεργασίας, το Αρχείο Κοινωνικών Δεδομένων και Δεικτών, πολύτιμα εργαλεία διάχυσης αλλά και στήριξης της κοινωνικής έρευνας, με εργώδη και πολυετή προσπάθεια, της οποίας το μέγεθος δεν καταγράφεται. Κι όμως, σε αυτά στηρίχθηκε η επιστημονική εξέλιξη δεκάδων συναδέλφων κοινωνικών και πολιτικών επιστημόνων στα ΑΕΙ της χώρας. Σε αυτά στηρίχθηκε, στην ουσία, η ανάπτυξη των κοινωνικών επιστημών. Κι εσείς τα αντιμετωπίζετε με όρους οικονομικούς, και προχωράτε στην απομείωσή τους.

    Το γεγονός ότι η «συγχώνευση» του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ, πέρα από την αντισυνταγματικότητά της, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην διάλυση του ΕΚΚΕ, καθώς το ενσωματώνετε – κ. Υπουργέ – σε έναν θεσμό με εντελώς διαφορετική εσωτερική κουλτούρα, φαίνεται και από την επιθετική έως ανθρωποφαγική στάση αρκετών συναδέλφων από το ΕΙΕ, που επιδιώκουν να καταργήσουν κάθε υπόμνηση της ύπαρξής του ακόμη και από τον υπότιτλο του νέου κέντρου που δημιουργείτε με το άρθρο 9.

    Συμπερασματικά:

    • Η κατάργηση του ΕΚΚΕ με τη συγχώνευσή του σε ένα ΝΠΙΔ που είναι ερευνητικό κέντρο αλλά υπηρετεί διαφορετικά αντικείμενα και έχει αναπτύξει διαφορετική κουλτούρα είναι αντισυνταγματική, καθώς επίσης αντίθετη με τους υφιστάμενους νόμους περί έρευνας.

    • Η κατάργηση του ΕΚΚΕ, με πρόσχημα τη συγχώνευσή του με το ΕΙΕ, δε σημαίνει μόνο το τέλος του ΕΚΚΕ, αλλά επίσης τον αργό θάνατο των κοινωνικών επιστημών στη χώρα μας, τις οποίες επί πενήντα και πλέον χρόνια «αιμοδοτούσε» το ΕΚΚΕ.

    • Η ίδια η πράξη συγχώνευσης των τριών Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ σε ένα, και το παράδοξο της ύπαρξης ενός Ινστιτούτου που ονομάζεται Κέντρο, πρέπει να αρθεί προκειμένου το ΕΚΚΕ να επιστρέψει στην ορθολογική με επιστημονικά και γνωσιολογικά κριτήρια διάρθρωσή του στα τρία Ινστιτούτα του, ώστε με τον προσφορότερο τρόπο να συνεχίσει την πολύπλευρη και εν πολλοίς αφανή συνεισφορά του.

    • Η υποκατάσταση της κοινωνικής έρευνας από τις ποικιλώνυμες δημοσκοπήσεις (όπως αυτές που ανέθεσε το Υπουργείο Παιδείας επί υπουργείας Διαμαντοπούλου προκειμένου να υποστηριχθούν επικοινωνιακά και όχι επιστημονικά οι κενές περιεχομένου περιώνυμες «μεταρρυθμίσεις») θα πρέπει να σταματήσει, και το ΕΚΚΕ να αποκατασταθεί στη θέση που από τους νόμους ίδρυσής του προβλέπεται: στη θέση του συμβούλου της Κυβέρνησης στα μεγάλα θέματα που απασχολούν σήμερα και θα απασχολούν και αύριο την Κοινωνία μας: στα θέματα της Ανεργίας, της Μετανάστευσης, της Κοινωνικής Κρίσης, της Ανομίας, της Κρίσης της Πολιτικής Εκπροσώπησης, της Κρίσης των Θεσμών, της Εθνικής και Κοινωνικής Ταυτότητας, της Εκπαίδευσης κλπ.

    Κύριε Υπουργέ, σκεφθείτε ότι αυτή την κρίσιμη στιγμή για τη χώρα, επωμίζεστε τις αντισυνταγματικές αποφάσεις συναδέλφων σας που με τις ιδεολογικές παρωπίδες τους θέλουν να γκρεμίσουν κάθε εμπόδιο στην προέλαση των οικονομοκεντρικών αντιλήψεων και ιδεολογημάτων τους. Όμως αυτά τα ιδεολογήματα και αυτές οι αντιλήψεις καταστρέφουν ήδη την πατρίδα μας. Μην επιτρέψετε να γίνει η καταστροφή αμετάκλητη. Το ΕΚΚΕ, ως ο μόνος δημόσιος θεσμός που έχει τη δυνατότητα και τη γνώση να κατανοήσει τις καταστροφές και να σας συμβουλεύσει για την αντιμετώπισή τους πριν καταστούν αμετάκλητες, θα πρέπει να παραμείνει ΔΗΜΟΣΙΟΣ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ, ΑΥΤΟΝΟΜΟΣ. Κάθε άλλη επιλογή συνιστά αντισυνταγματική, αντιδεοντολογική, αντιεπιστημονική, μικροπολιτική, καιροσκοπική αντιμετώπιση, και στην ολοκλήρωσή της θα βρείτε απέναντί σας το σύνολο των κοινωνικών επιστημόνων.

    Γιάννης Σκαρπέλος
    Αναπλ. Καθηγητής Οπτικής Κοινωνιολογίας
    Αντιπρόεδρος Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού
    Διεθυντής ΠΜΣ στην Πολιτιστική Διαχείριση
    Πάντειο Πανεπιστήμιο

    ΥΓ. Αντί για τη συγχώνευση του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ, γιατί δεν προχωράτε στη συγχώνευση του «Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής», με το ΙΣΤΑΜΕ, το «Ίδρυμα Κ. Σημίτη» και το «Ίδρυμα Κωνσταντίνος Μητσοτάκης»; Σίγουρα θα εξοικονομήσετε πολύ περισσότερα χρήματα.

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 19:44 | Χρήστος Βασιλόπουλος

    Αξιότιμε κύριε Υπουργέ της κυβέρνησης,
    Σε ένα κράτος σαν το ελληνικό, του οποίου η Δημόσια Διοίκηση δε διακρίνεται από συνέχεια και συνέπεια στην υλοποίηση μακροπρόθεσμων πολιτικών επιλογών, η πρωτοφανής επιμονή και εμμονή, με την οποία τα τελευταία είκοσι χρόνια, επιχειρείται από ομάδες τεχνοκρατών διαδοχικών κυβερνήσεων η συγχώνευση του ΕΚΚΕ (ΝΠΔΔ) με το ΕΙΕ (ΝΠΙΔ) αποτελεί αν μη τι άλλο έκπληξη.
    Αν μάλιστα κάποιος λάβει υπόψη το ουσιαστικά μηδαμινό οικονομικό ώφελος που προκύπτει από μια τέτοια εξέλιξη η ανάδειξη της συγχώνευσης αυτής σε στρατηγική επιλογή της Δημόσιας Διοίκησης διαδοχικών κυβερνήσεων γεννά ακόμη και σε έναν ουδέτερο παρατηρητή τα ακόλουθα εύλογα ερωτήματα.
    Γιατί η κατάργηση του ΕΚΚΕ και η συγχώνευσή του με το ΕΙΕ επιχειρείται ακόμη μια φορά χωρίς να έχει προηγηθεί καμμία ουσιαστική μελέτη, μέσω ενός νομοσχεδίου «σκούπας» περί συγχωνεύσεων και καταργήσεων φορέων του δημοσίου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, και «τσουβαλιάζεται» μαζί με άλλους φορείς, που βαπτίζονται από τον ημερήσιο τύπο ως «άχρηστοι με πλεονάζον προσωπικό» και οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν με το ερευνητικό έργο; Γιατί τόση βιασύνη; Δεν αντιλαμβάνεστε ότι με το να εντάσσετε στο πρώτο αυτό κύμα των καταργήσεων και συγχωνεύσεων φορέων του Δημοσίου, Ερευνητικά Κέντρα του κύρους του ΕΙΕ και του ΕΚΚΕ πλήττετε καίρια και υποβαθμίζετε συνολικά την ακαδημαϊκού χαρακτήρα επιστημονική ερευνητική κοινότητα της χώρας μας, στην οποία και εσείς ως Ακαδημαϊκός ανήκετε και οφείλετε να υποστηρίζετε;
    Μήπως αυτό που πραγματικά επιθυμεί η Δημόσια Διοίκηση είναι να δοκιμάσει στην πράξη «πιλοτικά», πριν επεκτείνει την εφαρμογή της και στα άλλα Ερευνητικά Κέντρα και Πανεπιστήμια, την μετατροπή ενός ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ μέσω της διαδικασίας κατάργησης και επανασύστασης φορέων, και ως εκ τούτου έχει διαλέξει το ΕΚΚΕ σαν πειραμοτόζωο λόγω μεγέθους, με την ίδια ανάλγητη λογική, που η κυβερνώσα ελίτ της Ενωμένης Ευρώπης διάλεξε την χώρα μας ως πειραματόζωο για την εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων δογματικών επιλογών του μνημονίου;
    Μήπως η επιλογή του ΕΚΚΕ οφείλεται σε μια προσπάθεια υποβάθμισης της αξίας της κοινωνικής έρευνας, που στην εποχή μας δεν δίνει ευχάριστες ειδήσεις για την κοινωνία και τις προοπτικές της, ή μήπως οφείλεται σε ανταγωνισμούς, εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων και άλλων σκοπιμοτήτων, που σχετίζονται με την αδιαφανή διαχείριση πόρων από κοινοτικά προγράμματα για την κοινωνική έρευνα;
    Σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι η βεβιασμένη για μια ακόμη φορά, επιχειρούμενη μέσω του άρθρου 9 κατάργηση του ΕΚΚΕ και συγχώνευσή του με το ΕΙΕ είναι άκαιρη, δεν επιφέρει κανένα οικονομικό όφελος στην Οικονομία, θα πρέπει άμεσα να αποσυρθεί και να επανεξεταστεί στο πλαίσιο ενός ευρύτερου ανασχεδιασμού της ερευνητικής και ακαδημαϊκής πολιτικής της χώρας από το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας, όπως πολύ ορθά τονίζει σε πρόσφατη ανακοίνωσή της ο Τομέας Παιδείας και Έρευνας της ΔΗΜΑΡ σχετικά με τις συγχωνεύσεις των ερευνητικών κέντρων.
    Μετά τιμής
    Δρ. Χρήστος Βασιλόπουλος
    Τηλεπικοινωνιακός Μηχανικός ΟΤΕ
    Επιστημονικός Συνεργάτης ΤΕΙ Πειραιά

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 19:22 | Αντώνης Γεοργούλας

    Για το ΕΚΚΕ

    Διαβάζοντας τα πρώτα νέα από το «μέτωπο» της κυβερνητικής προσπάθειας για την –υποτιθέμενη– «ορθολογική» οργάνωση του ευρύτερου δημόσιου τομέα μέσω της άμεσης κατάργησης ή της κατάργησης δια της συγχώνευσης οργανισμών, πέφτω σε μελαγχολία. Ειδικά όταν διαβάζω ότι στην κατηγορία της κατάργησης δια της συγχώνευσης περιλαμβάνεται το ΕΚΚΕ. Ουσιαστικά, πρόκειται για τον μόνο εθνικό φορέα της κοινωνικής έρευνας με ένα τεράστιο έργο στo να καταστεί διαυγής η ελληνική κοινωνία του κάθε παρόντος χρόνου –προφανώς σε προηγούμενες δεκαετίες όταν υπήρχε έστω και μια ελάχιστη ερευνητική πολιτική.
    Εν μέσω συναισθηματικής φόρτισης μου ήλθαν κατά νου κάποιοι στίχοι του Μεγάλου Αλεξανδρινού:
    Μέσα στον φόβο και στές υποψίες/ με ταραγμένο νου και ταραγμένα μάτια/
    λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε/ για ν’ αποφύγουμε τον βέβαιο
    τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί./ Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν’ αυτός στον δρόμο·
    ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα/ (ή δεν τ’ ακούσαμε ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
    Άλλη καταστροφή που δεν την φανταζόμεθαν,/ εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
    κι ανέτοιμους –που πιά καιρός– μας συνεπαίρνει.
    Όσο παράξενο και αν φαίνεται, οι στοίχοι αυτοί μου άνοιξαν τον δρόμο για κάποιους λογικούς και εννοιολογικούς συνειρμούς, ώστε να τοποθετήσω πρώτα το πρόβλημα της κοινωνικής έρευνας στα κοινωνικά του συγκείμενα και να κάνω ακολούθως ένα μικρό σχολιασμό μιας πολιτικής που φαίνεται να μας ξαναγυρνά αναφανδόν στην μεσαιωνική αυθεντία.
    Δεν χρειάζεται να περιγράψει κανείς εκτενώς το μέγεθος της κρίσης μέσα στην οποία ζούμε. Σε τελική ανάλυση, πρόκειται για μια βαθειά κρίση νομιμοποίησης που διαπερνά όλες τις σφαίρες της κοινωνικής δραστηριότητας –κι όχι μόνο την οικονομία, όπως συνήθως εμφανίζεται. Διαπερνά την πολιτική σφαίρα και το κράτος, διαπερνά την πολιτιστική σφαίρα και την επικοινωνία, διαπερνά προφανώς την οικονομική σφαίρα, διαπερνά κάθε πτυχή τόσο της κοινωνικής δραστηριότητας όσο και της προσωπικότητας των πολιτών. Αυτό δεν είναι κάτι καινούριο∙ απλώς, μια δυσμενής διεθνής συγκυρία ήταν αρκετή για να φανεί ότι ο «βασιλιάς ήταν γυμνός» και να αναδυθεί το παγόβουνο της απο-νομιμοποίησης κάθε κυριαρχίας.
    Ούτε χρειάζεται να περιγράψει κανείς καταλεπτώς τα αποτελέσματα και τις εκφράσεις της. Ζούμε σε ένα νοσηρό περιβάλλον που έχει πλημμυρίσει από καχυποψίες, θεωρίες συνομωσίας και από την συλλήβδην καταγγελία των πάντων –κάτι που δημιουργεί τις ευνοϊκές συνθήκες για την άνθιση ενός νέου αυταρχισμού με ιδιαίτερα βίαιες και φασιστικές εκφράσεις. Ο ένας δείχνει τον άλλο ως υπεύθυνο και κανείς δεν μπορεί να υποδείξει έγκυρα και με υπευθυνότητα τις πραγματικές διαστάσεις φαινομένων και/ ή των γεγονότων.
    Χρειάζεται ίσως μια μικρή υπενθύμιση ενός από τους ρόλους των κοινωνικών επιστημών στις σύγχρονες και δημοκρατικές κοινωνίες –οι προσδιορισμοί είναι βέβαια πλεονασμός γιατί μόνο σε αυτού του τύπου τις κοινωνίες οι κοινωνικές επιστήμες και, κατά προέκταση, η κοινωνική έρευνα έχουν να παίξουν τον συγκεκριμένο ρόλο. Πρόκειται για τον ρόλο της κριτικής εγρήγορσης με γνώμονα τις καταστατικές αξίες αυτών των κοινωνιών –κι αν δεν απατώμαι, αυτές παραμένουν η ισότητα, η ελευθερία, αλλά και η αδελφότητα.
    Συνδέοντας τις τρεις παραπάνω πτυχές, μπαίνουμε μέσα στον λόγο του ποιητή. Η καταστροφή είναι η κατάργηση των μέσων συνειδητοποίησης των δυνατοτήτων που διαθέτει μια σύγχρονη κοινωνία. Και αυτά τα μέσα δεν είναι άλλα από τις κοινωνικές επιστήμες και την έρευνά τους. Όλα τα άλλα είναι σοφιστείες που ανοίγουν τον δρόμο της επιστροφής στην μεσαιωνική αυθεντία, στον αυταρχισμό και την βίαιη επιβολή της κυριαρχίας –καταστάσεις από τις οποίες ούτως ή άλλως δεν έχουμε καταφέρει να ξεφύγουμε πλήρως (είναι μια από τις υπενθυμίσεις τις τρέχουσας κρίσης).
    Νομίζω ότι στο όνομα της οικονομίας και μιας δήθεν ορθολογικής διαχείρισης του δημοσίου, λαμβάνεται μια απόφαση που στερεί από την εξουθενωμένη κοινωνία τα μέσα της συνειδητοποίησης του εαυτού της και της λειτουργίας της. Αντί λοιπόν να ενδυναμωθούν αυτά τα μέσα, ουσιαστικά καταργείται δια της συγχώνευσης ο εθνικός φορέας της κοινωνικής έρευνας, το ΕΚΚΕ –που έχει εμπράκτως αποδείξει ότι χρησιμοποίησε με επιστημονική περίσκεψη αυτά τα μέσα.
    Πολύ φοβάμαι ότι αυτή είναι η αρχή μιας χιονοστιβάδας που θα συμπαρασύρει τον κάθε θύλακα της επιστημονικής διερεύνησης της κοινωνίας και θα αποψιλώσει από την τελευταία κάθε δυνατότητα δημοκρατικής λειτουργίας. Να λοιπόν η «καταστροφή που δεν την φανταζόμεθαν,/ [κι] εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
    κι ανέτοιμους –που πιά καιρός– μας συνεπαίρνει».
    Ελπίζοντας να διαψευστώ.

    Αντώνης Γεωργούλας
    Καθηγητής, Παν/μιο Κρήτης

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 18:44 | Αργύρης Κυρίδης

    Η ελληνική κοινωνία, τούτη την χρονική περίοδο που διανύει, έχει ανάγκη τις ανεξάρτητες, καίριες και επιστημονικά πολύτιμες έρευνες και αναλύσεις του κοινωνικού ιστού που χρόνια τώρα προσφέρει το Ε.Κ.Κ.Ε. στην επιστήμη και στην ελληνική κοινωνία. Χρειάζεται τις διεισδυτικές και καρποφόρες έρευνες και αναλύσεις του ιστορικού Ε.Κ.Κ.Ε. όπως τις χρειάστηκε κατά τα πρώτα χρόνια μετά τη δικτατορία όταν η ελληνική κοινωνία έπρεπε να ανασυγκροτηθεί και να αναγεννηθεί μετά τη μεγάλη περιπέτεια που πέρασε. Την επαύριον της κρίσης το Ε.Κ.Κ.Ε. πρέπει να είναι εκεί για να προσφέρει αυτά που απέδειξε ότι μπορεί να προσφέρει.

    Αργύρης Κυρίδης
    καθηγητής κοινωνιολογίας
    Α.Π.Θ.

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 17:43 | Ιωάννα Παπαθανασίου

    Μετέχοντας στη δυνατότητα έκφρασης γνώμης για το περίφημο –πλέον- άρθρο 9 του παρόντος νομοσχεδίου, δεν χρειάζεται να δηλώσω ότι ασπάζομαι τις θέσεις των συναδέλφων που υπογράμμισαν -σε όλους τους τόνους και με όλους τους δυνατούς τρόπους- τα δεινά που επιφέρει η «συγχώνευση» των δύο ιστορικών αλλά με διακριτή επιστημονική ταυτότητα ερευνητικών θεσμών, όπως το ΕΚΚΕ και το ΕΙΕ. Δηλώνοντας λοιπόν εξαρχής την αντίθεσή μου με τη νέα «επιχείρηση σκούπα» της τριμερούς κυβέρνησης –αυτή τη φορά στο χώρο των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών- περιορίζομαι με την παρέμβασή μου αυτή στο να επισημάνω δύο «ειδικά» προβλήματα-θέματα που δεν έχουν επαρκώς μέχρι σήμερα εκτεθεί στο πάνελ των «διαβουλευομένων».
    Το πρώτο αφορά το σοβαρότατο ζήτημα των «πνευματικών δικαιωμάτων» που προκύπτουν από το σύνολο της ερευνητικής παραγωγής του ΕΚΚΕ στα 50 και πλέον χρόνια λειτουργίας του, αλλά και εκείνων που προκύπτουν από την εκδοτική του δραστηριότητα μέσω της Επιθεώρησης Κοινωνικών Ερευνών και των εκδόσεών του. Αν ο νομοθέτης προβλέπει –με μεγάλη προχειρότητα- τη μεταβίβαση της «εμπράγματης περιουσίας» του ΕΚΚΕ στο νέο φορέα ΕΙΕ – ΚΘΙΚΕ πως αντιμετωπίζει το ζήτημα των «πνευματικών δικαιωμάτων» και των εκδόσεων; Υπακούουν άραγε κι αυτά στην ίδια λογική;
    Αντίστοιχο πρόβλημα προκύπτει ως προς την τύχη του αρχείου του ΕΚΚΕ. Αν τα τρέχοντα τεκμήρια των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών του Κέντρου, με άλλα λόγια το ενεργό αρχείο του Κέντρου περιέρχεται στο νέο και υπό ενιαία διοίκηση φορέα, διερωτώμαι για την τύχη του «ιστορικού αρχείου» και του «αρχείου ερευνών» του ΕΚΚΕ. Ταξινομούνται και αυτά στην κατηγορία «εμπράγματη περιουσία»;
    Αξιότιμοι κύριοι, η ιστορία κάθε οργανισμού –πολύ περισσότερο ενός ενεργού και ακόμη δραστήριου θεσμού- ενυπάρχει στα τεκμήρια της δράσης του και ανακαλείται μέσα από τη μνήμη που τα διαφυλάσσει και τα συντηρεί. Αποσπώντας τα υλικά της πνευματικής παραγωγής του ΕΚΚΕ και τα αρχειακά τεκμήρια του παρελθόντος από το νέο ινστιτούτο που επιθυμείτε να δημιουργήσετε, δεν καταργείτε μόνο το ΕΚΚΕ –για λόγους που εσείς μόνον γνωρίζετε. Είναι μάλλον προφανές ότι με τις πρακτικές αυτές επιδιώκετε να ισοπεδώσετε τη μακρά ιστορία του Kέντρου και να ξεριζώσετε τη μνήμη για την παρουσία και τις διαδρομές ενός φορέα που στάθηκε ο μοναδικός και αξιόπιστος παρατηρητής των ποικίλων όψεων της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας.
    Ύψιστη υποχρέωση του νομοθέτη αποτελεί η μέριμνα για την ειδική αντιμετώπιση αυτής της πολύτιμης παρακαταθήκης του ΕΚΚΕ και η διατήρησή της στην περιουσία του νέου Ινστιτούτου με την πρόβλεψη ιδιαίτερης ρύθμισης. Η πρόταση αυτή δεν αναιρεί, όπως είναι φυσικό, την εξ αρχής κατατεθειμένη αντίθεσή μου στην επιχειρούμενη «συγχώνευση». Ως μέλος της ερευνητικής κοινότητας του ΕΚΚΕ, τάσσομαι υπέρ της απόσυρσης του άρθρου 9.

    Ιωάννα Παπαθανασίου, ιστορικός
    Κύρια ερευνήτρια του ΕΚΚΕ

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 13:25 | Απόφαση Συγκλήτου Παντείου Πανεπιστημίου

    ΟΜΟΦΩΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΛΗΤΟΥ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
    30.7.2012

    Η Σύγκλητος του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών αισθάνεται οδύνη και εκφράζει την αποδοκιμασία της για την πρόσφατη απόφαση που ελήφθη από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης σχετικά με την συγχώνευση του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.
    Το Πάντειο Πανεπιστήμιο είναι το μόνο που θεραπεύει αποκλειστικά τις κοινωνικές επιστήμες και γνωρίζει σε βάθος την ερευνητική δραστηριότητα και μακροχρόνια θεμελιώδη προσφορά του Κέντρου στις Κοινωνικές Επιστήμες.

    Θεωρούμε ότι η σχεδιαζόμενη συγχώνευση γίνεται υπό το κράτος μιας βιαστικής και ανορθολογικής διάθεσης περικοπής δαπανών και υπηρεσιών. Ειδικότερα:

    1. Δεν έχει ακόμη εκπονηθεί συνολική μελέτη και οργάνωση της έρευνας στην Ελλάδα, ώστε η συγκεκριμένη ενέργεια να συνδέεται με μία εθνική στρατηγική περί έρευνας.

    2. Οι κοινωνικές επιστήμες διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό από την τεχνολογική έρευνα που διενεργείται υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης.

    3. Οι συγχωνεύσεις κέντρων και υπηρεσιών για την λυσιτελέστερη και οικονομικότερη λειτουργία τους είναι απολύτως επιθυμητή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, αυτό δεν επιτυγχάνεται, αφού ενώνονται δύο εντελώς διαφορετικές μονάδες, όπου απλώς η μία υπάγεται στην άλλη χωρίς καμία οικονομία κλίμακος.

    4. Το ΕΚΚΕ παρέχει ερευνητικό έργο που δεν συνδέεται με καμία άλλη ερευνητική μονάδα από πλευράς αντικειμένου. Συνεπώς, το επιχείρημα περί ομοειδών αντικειμένων με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών δεν ευσταθεί ούτε κατ’ ελάχιστον.

    5. Η πρόταση αυτή πιθανόν να υποκρύπτει μία τάση συρρίκνωσης της κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα. Κι αυτό σε μία περίοδο κρίσης θεσμών και αξιών, όπου οι κοινωνικές επιστήμες καλούνται να παράσχουν σημαντικότατο έργο για την αναδιοργάνωση του κράτους, της κοινωνίας και της οικονομίας.

    Κατόπιν των ανωτέρω η Σύγκλητος του Παντείου Πανεπιστημίου καλεί την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης να ανακαλέσει την σχεδιαζόμενη συγχώνευση και τελικώς υποβάθμιση του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών.

    Αντ’ αυτού προτείνει την διατήρηση της αυτοτέλειας του ΕΚΚΕ, την αναβάθμιση της κοινωνικής έρευνας και την σύνδεσή της με την πανεπιστημιακή παιδεία.

  • 7 Οκτωβρίου 2012, 10:29 | Σωτήρης Χτούρης

    Άστοχη συγχώνευση

    Η συγχώνευση του ΕΚΚΕ με το ΕΙΕ είναι φανερό ότι θα δημιουργήσει προβλήματα και στους δύο φορείς και ως προς τη συνέχιση του έργου τους,, αλλά και ως προς τη διατήρηση και ανάπτυξη του επιστημονικού και ανθρώπινου κεφαλαίου που διαθέτουν. Ειδικότερα το ΕΚΚΕ, αν και ψαλιδισμένο και ακέφαλο τον τελευταίο χρόνια, αποτελεί το μοναδικό Ερευνητικό Ίδρυμα στον τομέα των Κοινωνικών Επιστημών. Στην Ελλάδα της σημερινής κοινωνικής και οικονομικής κρίσης , η κοινωνική γνώση και τα τεκμηριωμένα κοινωνικά δεδομένα μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό παράγοντα για την αναζήτηση και εξεύρεση λύσεων στα δομικά κοινωνικά προβλήματα της χώρας. Αντίθετα, η παραγωγή πολιτικής από ‘κοινωνικά τυφλούς’ πολιτικούς παράγοντες, που καθοδηγούνται από το στενό τους πολιτικό/οικονομικό συμφέρον, οδήγησε μέχρι τώρα στην τραγική κρίση και την εσωτερική αποδόμηση όλων των λειτουργικών συστημάτων της ελληνικής κοινωνίας. ¨Όλες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες διαθέτουν ισχυρά ανεξάρτητα Ακαδημαϊκά Ινστιτούτα Κοινωνικής Έρευνας και μάλιστα με διαφοροποιημένες λειτουργίες (Νεολαία, Εργασία, Ισότητα των Φύλων, Ηλικιωμένοι κ.α.). Η κατάργηση του ΕΚΚΕ και η συγχώνευσή του σε ένα περιβάλλον με άλλη παράδοση και οργάνωση – και πιθανά και επιφυλακτική στάση απέναντι στην κοινωνική έρευνα – θα αποτελέσει ακόμα μια συμβολή στην τυφλή πορεία της Ελλάδος προς τη βαθύτερη κοινωνική κρίση. Ο εξορθολογισμός του ανεξάρτητου ΕΚΚΕ, με τη μείωση των δαπανών στις πραγματικές ερευνητικές δραστηριότητες, αλλά και την εξασφάλιση μιας κατάλληλης επιστημονικής ηγεσίας από κοινωνικούς ερευνητές που διαθέτουν βιώσιμες διεθνείς συνεργασίες, θα δημιουργούσε, αντίθετα, ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια της πολιτείας και της κοινωνίας για την αντιμετώπιση της κρίσης.

    Σωτήρης Χτούρης , Καθηγητής Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 23:54 | Αγγέλου Μ.

    Το Άρθρο 9 πρέπει να αποσυρθεί από το παρόν νομοσχέδιο, για λόγους
    αντισυνταγματικότητας και γιατί παρουσιάζει μια πρόταση συγχώνευσης της
    οποίας τα επιστημονικά και οικονομικά οφέλη δεν τεκμηριώνονται κατ΄ ουδένα τρόπο.

    Προτείνω τη διερεύνηση των πλεονεκτημάτων (επιστημονικών και οικονομικών) μιας ενδεχόμενης συγχώνευσης του ΕΚΚΕ με το «Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Κοινωνίας» της Ακαδημίας Αθηνών (http://www.academyofathens.gr/ecportal.asp?id=65&nt=109&lang=1), λόγω
    ταύτισης του ερευνητικού αντικειμένου και ενδυνάμωσης του τελευταίου με
    έναν ικανό αριθμό κοινωνικών επιστημόνων.

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 20:57 | Γιώργος Δεδούσης

    Κάθε σχόλιο για το άρθρο 9 του παρόντος Νόμου είναι δευτερεύον μπροστά στο γεγονός ότι (όπως επισημαίνεται από πολλούς) πρόκειται για μία πρόταση ενάντια στο Σύνταγμα της χώρας. Ο δρόμος που ανοίγεται με την ανάρτηση προς σχολιασμό και τη δρομολόγησή προς το Κοινοβούλιο μη συνταγματικά νόμιμων άρθρων είναι μάλλον επικίνδυνος για τους πολίτες της χώρας.
    Εξάλλου, το άρθρο 9 αντιμετωπίζει φορείς (ΕΚΚΕ και ΕΙΕ) με ιστορική πορεία και παράλληλη δράση στον τομέα της Έρευνας (όπου η χώρας μας στρέφεται σήμερα για να βρει ένα φως αισιοδοξίας και ανάπτυξης) χωρίς σεβασμό στις ιδιαιτερότητές τους και τη μακρόχρονη εξελικτική τους πορεία. Ενώ, οι εργαζόμενοι στους συγκεκριμένους φορείς «εξαναγκάζονται» με πρωτότυπο τρόπο σε συνύπαρξη χωρίς ολοκληρωμένο πλαίσιο σχεδιασμού και αποτελεσματικότητας ή έστω «φιλοδοξίας». Το έργο τους και η επαγγελματική τους πορεία αντιμετωπίζονται χωρίς σεβασμό.
    Με αντισυνταγματικά άρθρα και μη ολιστικά σχεδιασμένες προτάσεις οι πολίτες λαμβάνουν το μήνυμα της δράσης ‘κατά παράβαση του νόμου’ και ‘κατά βούληση’. Με αυτό τον τρόπο οι άμεσα ενδιαφερόμενοι για το άρθρο, αλλά και όλοι οι πολίτες δεν πείθονται για την υπεύθυνη πορεία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης προς την πρόοδο και τη βιωσιμότητα του Ελληνικού κράτους. Συνεπώς, η κυβέρνηση χάνει σταδιακά κάθε υποστήριξη και διάθεση συλλογικής υπευθυνότητας των πολιτών. Υπό τις σημερινές συνθήκες αυτή η προοπτική φαντάζει εφιαλτική.
    Είναι ντροπή, οι φορείς του κράτους να διαλύουν τα ελάχιστα οχήματα που έχουν απομείνει στη χώρα μας για να δρομολογήσουν την οικονομική ανάκαμψη και κυρίως την κοινωνική συνοχή και την αμοιβαία εμπιστοσύνη κράτους-πολίτη.
    ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ….. ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ..
    Αποσύρετε, παρακαλώ, το άρθρο 9.

  • κ. Υπουργέ,

    Ανέκαθεν πίστευα ότι το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών θα έπρεπε να είναι ένας δημόσιος ερευνητικός φορέας που να συστεγάζει όλες τις επιστήμες («Φυσικές», «Ανθρωπιστικές» και «Κοινωνικές») και συνακόλουθα όλα τα ερευνητικά κέντρα, περιλεμβανομένων το Ε.Κ.Ε.Φ.Ε (Δημοκριτος), το Εθνικό Αστεροσκοπείο, το Ελληνικό Κεντρο Θαλάσσιων Ερευνων (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), το Εθνικό Αστεροσκοπείο, την Ακαδημία Αδηθνών (14 κέντρα), το ΚΕΠΕ κτλ., με τα σχετικά τους Ινστιτούτα. Στη λίστα αυτή, δεν είναι μονο το ΕΙΕ που έχει μια «διεπιστημονική» διάρθρωση αλλά και η Ακαδημία Αθηνών. Φυσικά, σε μια ορθολογική αναδιάρθρωση της έρευνας, θα γίνονταν μια ανακατανομή των επιμέλους μονάδων κάτω από την ομπρέλλα των «Φυσικών» (π.χ. φυσική, χημεία, βιολογία, αστρονομία,μαθηματικά κτλ.), «ανθρωπιστικών» (ιστορία, γλώσσα, λογοτεχνία, αρχαιλογια κτλ.) και «κοινωνικών’ (π.χ. κοινωνιολογία,ανθρωπλογιία, ψυχολογία, πολιτική, οικονομια κτλ.) επιστημών και θα δημιουργούνταν τα κέντρα «φυσικών», «ανθρωπιστικών» και «Κοινωνικών Επιστημών».

    Φυσικά, τα παραπάνω δεν επιτυγχάνεται με το παρόν σχέδιο νόμου. Αντιθέτως γίνεται μια επιλεκτική συγχώνευση μεταξύ του «Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών» και του «Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών». Αναρωτιέται κανείς γιατί συγχωνεύεται το ΕΙΕ με το ΕΚΚΕ και όχι με τα άλλα Κέντρα που αναφερονται ενδεικτικά παραπάνω; Εκτός αυτού το ΕΚΚΕ υποβαθμίζεται σε «Ινστιτούτο», με συνακόλουθη συρρικνωση του προϋολογισμού του και υποβάθμιση της σύγχρονής κοινωνικής έρευνας στη χώρα μας.

    Ως πρώην μέλος του Δ.Σ. του ΕΚΚΕ κατά τη δεκαετία του 1980 και ως πιστός παρατηρητής της μεταγενέστερης εξελίξής του, θα ήθελα να υπεθνθυμίσω στους νομοθέτες οτι το ΕΚΚΕ έχει πραγματοποιήσει – και συνεχίζει να πραγματοποιεί – αξιολόγες, συστηματικές και σε βάθος εμπειρικές έρευνες στους τομείς της υγείας, της φτώχειας, της δημογροαφίας, της μετανάστευσης, της οικογένειας, των διαφυλικών σχέσεων, της πολιτικής συμπεριφοράς κτλ. Σε μια εποχή που η χώρα μας διανύει μια «οικονομική» και συνάμα «κοινωνικη κριση», σε μια εποχή που η κοινωνικη έρευνα είναι ζωτικής σημασίας για τη τεκμηριωμένη διαμορφωση της κοινωνικής πολιτικής, θεωρώ οτι η σχετική επιλεκτική συγχώνευση των δύο φορέων και η υποβάθμιση του ΕΚΚΕ σε Ινστιτούτο αποτελούν μια οπισθρόμηση, μια ουσιαστική συρρίκνωση της κοινωνικής έρευνας και συνεπώς μια σημαντική απώλεια για τη χώρα μας. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να επισημάνω ότι ούτε η δικτατορία (1967-74) δεν τόλμησε να καταργήσει το ΕΚΚΕ.

    Ταυτοχρονα,η μετονομασία των δύο φορέων του Ε.Ι.Ε.και του ΕΚΚΕ σε ΕΙΕ-Κέντρο Θετικών, Ιστορικών και Κοινωνικών Ερευνών» και σε «Ινστιτούτο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών», συνιστά σοβαρό οργανωτικό λάθος για τους παρακάτω λόγους:

    -Οι επωνυμιες αυτές έχουν καθιερωθεί και καταξιωθεί διεθνώς. Η αλλαγή τους θα προκαλούσε σύγχυση στη διεθνή επιστημονική κοινότητα και στη βιβλιογραφία, πέρα απο το κόστος της αναποσαρμογής. Η μετονομασίες παραπέμπουν επίσης στον «Καλικράτη», όπου πρόεκυψαν «ενιαίοι δήμοι»με πολυσύνθετες ονομασίες.

    -Ο προσδιορισμός του αντικειμένου του ΕΙΕ σε «Κέντρο Θετικών, Ιστορικών και Κοινωνικών Ερευνών», εκτός του ότι υποβαθμίζει το «Ϊδρυμα» σε «Κέντρο» προκειμένου να δικαιολογήσει την μετατροπή του ΕΚΚΕ σε Ινστιτούτο, περιορίζει το δυνητικά ευρύτερο αντικείμενο του Ε.Ι.Ε. και τις προοπτικές του,

    -Η μετονομασία του ΕΚΚΕ σε «Ινστιτούτο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών» εκτός του ότι αποτελεί μια οργανωτική ανακολουθία (το ινσιτούτο είναι υπο-μονάδα ενός κέντρου) εγκυμονεί κινδύνους για την αρμονική συνύπαρξη των ερευνητών που προέρχονται από τους δύο φορεις – κίνδυνοι που αφορούν την εκπροσώπηση στο Δ.Σ. και έχουν επαρκώς επισημαντεί από άλλους σχολιαστές

    Με δεδομένες τις συηνέπειες που θα προκύψουν από την επιλεκτική συγχένευση και από την υποβάθμιση του ΕΚΚΕ, αμφιβάλλω αν θα προκύψουν σημαντικέςοικονομίες κλίμακας. Άλλωστε η συστηματική κοινωνική έρευνα ειναι ένα δημοσιο αγαθό, ενας σημαντικός συντελεστής στην κοινωνική μας αυτογνωσία και στη διαμορφωση της κοινωνικής πολιτικης και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με καθαρά οικονομιστικά και λογιστικά κριτήρια.

    Προτεινω την απόσυρση του σχετικού άρθρου (09) έως ότου οι νομοθέτες μας επανέλθουν με μια ορθολογικότερη και ενδεχομένως οικονομικότερη πρόταση για αναδιορθρωση της έρευνας στη χώρα μας. Προκαλεί εντύπωση το οτι η προτάση νόμου αφορά την αναδιάρθωση «ερευνητικών κέντρων», χωρίς να συνοδεύεται από μια τεκμηριωμένη εισηγητίκή έκθεση!

    Με τιμή,

    Νίκος Πετρόπουλος
    Κοινωνιολόγος

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 13:16 | Νίκος Σαρρής (εκ μέρους της Π.Ο.Ε.Ε.Κ-Ι)

    Η Πανελλήνιος Ομοσπονδία Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων και Ιδρυμάτων ( Π.Ο.Ε.Ε.Κ-Ι) μετά την εξαγγελία από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης των συγχωνεύσεων των ερευνητικών κέντρων κατήγγειλε με το από 26/7/2012 δελτίο τύπου και διατύπωσε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την αντίρρησή της με την εξαγγελθείσα συγχώνευση ΕΚΚΕ-ΕΙΕ για μια σειρά από λόγους με κυριότερο ότι αποκόπτεται η έρευνα από το προβλεπόμενο θεσμικό πλαίσιο, αφού τα εν λόγω ερευνητικά κέντρα αποτελούν τμήμα του ευρύτερου ερευνητικού ιστού της χώρας.
    Με τη σημερινή της ανακοίνωση έρχεται να τοποθετηθεί επί του σχεδίου νόμου «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» και ειδικότερα να επισημάνει ότι οι προτεινόμενες συγχωνεύσεις των Ερευνητικών Κέντρων :
    1. Είναι αντισυνταγματικές γιατί στην περίπτωση του ΕΚΚΕ καταργείται η συνταγματικά κατοχυρωμένη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Μπορεί να προκρίνουν παρόμοιες διαδικασίες και σε άλλα ΝΠΔΔ και στο δημόσιο γενικότερα. Καταργείται έτσι το αρ. 103 παρ. 4 του Συντάγματος.
    2. Γίνονται κατά παρέκκλιση του ειδικού θεσμικού πλαισίου που διέπει την έρευνα (Ν.1514/85)
    3. Τα οικονομικά/αναπτυξιακά οφέλη είναι κατ’ ουσίαν ανύπαρκτα.
    4. Αντιβαίνουν τις επαναλαμβανόμενες κυβερνητικές ανακοινώσεις περί ανάπτυξης της χώρας, μέσω ενίσχυσης της Έρευνας και της Καινοτομίας
    5. Σηματοδοτούν τη βίαιη απόσυρση του Κράτους από την υποχρέωσή του να υπερασπίζεται αλλά κυρίως να εγγυάται δημόσια αγαθά, τα οποία είναι θεμελιώδη για τους πολίτες και γι’ αυτό προστατεύονται από το Σύνταγμα (π.χ., παιδεία, έρευνα, υγεία, πρόνοια).Καταργείται έτσι το άρθρο 16 παρ.1 του Συντάγματος.
    Για τους λόγους αυτούς ζητάει την απόσυρση του άρθρου 9 που αφορά στη συγχώνευση ΕΚΚΕ-ΕΙΕ.
    Για τους ίδιους στην συντριπτική πλειονότητα λόγους πρέπει να αποσυρθεί και το άρθρο 7 που αφορά στην ένταξη του ΚΕΤΕΑΘ στο ΕΚΕΤΑ.

    Για το Γενικό Συμβούλιο της Π.Ο.Ε.Ε.Κ.-Ι

    Ο Πρόεδρος Ο Γραμματέας

    Νίκος Σαρρής Κώστας Τουρναβίτης

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 12:22 | Διονύσης Μπαλούρδος

    Το ΕΚΚΕ είναι ένας φορέας που δυναμικά δραστηριοποιείται σε εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής, της φτώχειας και των κοινωνικών διακρίσεων και σε πολλούς άλλους τομείς κοινωνικής πολιτικής όπου μάλιστα έχει και συμβουλευτικό έργο στην Πολιτεία. Είναι το όχημα και το σκαλοπάτι που πέρασαν πολλοί διακεκριμένοι καθηγητές της χώρας μας και του εξωτερικού- οι οποίοι ήταν συνάδελφοι, συνοδοιπόροι και φίλοι. Όπως φίλοι και συμπαραστάτες ήταν και αρκετοί από τους πολιτικούς, που από αντιπολίτευση, ορισμένοι τώρα έχουν συγκυβερνητικό ρόλο και λόγο.

    Σε σχέση με την επιλογή του ΕΚΚΕ να είναι στη λίστα με τους πρώτους φορείς που θίγονται, επισημαίνονται τα ακόλουθα ερωτήματα.
    1. Τι κερδίζει η πολιτεία; Τι προβλήματα επιλύονται; Τι θα μπορούσε να κερδίσει η πολιτεία και υπάρχει εναλλακτική λύση;

    Στο πρώτο σκέλος του ερωτήματος η απάντηση είναι απλή καθώς το κέρδος είναι περίπου μηδενικό. Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι ακόμα πιο απλή. Όπως δεν υπάρχει ένα επιχειρησικό σχέδιο, ένας στοιχειώδης προγραμματισμός και μία μονάδα ευθύνης η οποία να μπορούσε να αναπτύξει διάλογο και σοβαρή επιχειρηματολογία, δεν υπάρχει και ουσιαστική εκτίμηση του άμεσου κόστους και της οφέλειας από την επικείμενη συγχώνευση.
    Σε κάθε περίπτωση, κατά την άποψή μου πρόκειται για μία εκ των άνω επιβαλλόμενη συνένωση και επιβεβλημένη διοικητική πράξη, χωρίς προεργασία και στοιχειώδη σχεδιασμό. Δημιουργεί σοβαρά και μάλλον δυσεπίλυτα θεσμικά και οικονομικά προβλήματα και εργασιακή ανασφάλεια. Ενδεχόμενη ενσωμάτωση του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ θα είχε νόημα μόνο αν γινόταν στο πλαίσιο διαλόγου μεταξύ εργαζομένων αλλά και διοικήσεων, ωρίμανσης, αμοιβαίας αποδοχής και ουσιώδους σχεδιασμού στα πλαίσια της Β’ φάσης αναδιάρθρωσης του χώρου της έρευνας.
    Στο πλαίσιο αυτό, με γνώμοντα την αναμφισβήτητη αντισυνταγματικότητα του άρθρου 9 του υπό διαβούλευση Σχεδίου Νόμου περί κατάργησης – συγχώνευσης φορέων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δεν φαίνεται να επιλύεται απολύτως κανένα πρόβλημα με τον κατακερματισμό του ερευνητικού ιστού. Άποψή μας είναι το άρθρο 09 είναι πρόχειρο, θα δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα και σε αυτή τη φάση είναι σκόπιμο να αποσυρθεί.
    Αντίθετα, η πολιτεία θα μπορούσε να έχει πολλαπλό όφελος αν ενίσχυε, συντονιζε και συστηματικοποιοούσε το συμβουλευτικό έργο του ΕΚΚΕ α) σε επιμέρους Υπουργεία και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και β) στη συνεργασία με τα τριτοβάθμια Ιδρύματα και άλλα ερευνητικά κέντρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έτσι με δεδομένο ότι εκρεμμεί η Β’ φάση αναδιάρθρωσης στο χώρο της έρευνας, άμεσα συναρτώμενη με την κατάρτιση εθνικού σχεδίου και θέσπιση νέου αντίστοιχα νόμου, το ΕΚΚΕ θα μπορούσε α) να ενταχθεί στη φάση αυτή και β) με δεδομένες τις αξιόλογες υποψηφιότητες από την πανεπιστημιακή κοινότητα θα μπορούσε να προχωρήσει άμεσα στην εκλογή Προέδου, η οποία έχει προκηρυχθεί για δεύτερη φορά καθώς δεν έγινε επιλογή υποψηφίου στην πρώτη προκύρηξη, και να εισέλθει στη φάση αυτή χωρίς αυτή την εκκρεμότητα.
    Η πρώτη φάση αναδιάρθρωσης έφερε τη συνένωση των τριών Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ και εκκρεμεί η δεύτερη φάση αναδιάρθρωσης μεταξύ ΕΚ. Τίθενται τα εξής ερώτημα στην πολιτεία και στην αρμόδια Γενική Γραμματεία Έρευνας & Τεχνολογίας: Γιατί αυτή η προχειρότητα και η βιασύνη; Ποιός ο στόχος και ποια η στρατηγική σας για την ερευνητική κοινότητα; Ποιός ο διάλογος και ο σεβασμός σε θεσμούς, σε εργαζόμενους, σε διακεκριμένους πανεπιστημιακούς καθηγητές τους οποίους καλέσατε να υποβάλλουν υποψηφιότητα για την θέση του Επιστημονικού Διευθυντή του φορέα; Ποια η πρόβλεψη χρηματοδότησης; Γιατί αλλοιώνεται ο ακαδημαϊκός χαρακτήρας δημόσιων ερευνητικών δομών της χώρας και ποιο το όφελος με τη μεταχείρισή τους ως υπηρεσίες και οργανικές μονάδες; Έχει υπάρξει η κατάλληλη προεργασία, έχει διαμορφωθεί το κλίμα και ο κατάλληλος μηχανισμός στην αγορά που θα είχαν όφελος από την αλλοίωση αυτή;
    2. Με τι δικαιολογία προωθείται η άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας του υπηρετούντος προσωπικού στο ΕΚΚΕ (άρθρο 103 του Συντάγματος), καθώς προβλέπεται μετατροπή της σχέσης εργασίας του μόνιμου προσωπικού σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (παράγραφος 3 του άρθρου 9 για το μόνιμο προσωπικό);

    Το ερώτημα αυτό θα μπορούσε να απαντηθεί από πολλούς νομικούς της χώρας. Έχει ωστόσο και τα εξής υποερωτήματα τα οποία μας προβληματίζουν: Πρόκειται για έναν πιλότο για περαιτέρω συγχωνεύσεις; Θα επεκταθεί και σε άλλους φορείς (π.χ. ΑΕΙ και ΤΕΙ) της χώρας;

    3. Ποιά η σκοπιμότητα του νομοθέτη της προβλεπόμενης ‘ενισχυμένης’ παρουσίας εκπροσώπων από το ΕΚΚΕ στο νέο φορέα; Είναι στα πλαίσια αντισταθμιστικής λογικής του κατασκευαστή του Σχεδίου Νόμου ο οποίος δείχνει ‘ευαισθησία’, όταν δεν διστάζει να παραβιάσει το σύνταγμα, να θίξει εργασιακά δικαιώματα και άρση μονιμότητας των εργαζομένων;
    Ούτως ή άλλως δεν αλλοιώνεται η δεδομένη πλειοψηφία των μελών του νέου ΔΣ προς όφελος του ΕΚΚΕ. Το ΕΚΚΕ χάνει τη νομική του υπόσταση ως ΝΠΔΔ, υποβιβάζεται και χάνει την αυτοτέλειά ως ανεξάρτητος φορέας κοινωνικής έρευνας. Αντισταθμίζεται πράγματι αυτό με την παραβίαση της αναλογικής εκπροσώπησης στη σύνθεση του νέου ΔΣ; Μήπως σήμερα σε συνθήκες κρίσης της χώρας, κύρια θα έπρεπε να μας προβληματίσει και να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην πραγματική ενίσχυση και στη προστασία του δημόσιου χαρακτήρα και της αυτοδυναμίας της κοινωνικής έρευνας;
    Συνολικά τι μπορεί να διασωθεί;
    1. Η εσπευσμένη συγχώνευση, πριν την αξιολόγηση και ο οποιοσδήποτε ανορθολογικός ανασχεδιασμός, δεν μπορεί να συντελεστεί με επιτυχία με πράξεις «διοικητικού χαρακτήρα», δίχως διάλογο, μία από ‘κάτω προς τα πάνω’ συζήτηση και επιχειρησιακό σχέδιο ή έστω καποια τεχνοοικονομική μελέτη.
    2. Οι οποιεδήποτε ενέργειες να μεταφερθούν στη Β’ φάση αναδιάρθρωσης στο χώρο της έρευνας και να αποσυρθούν οι οποιεσδήποτε αντισυνταγματικές προτάσεις όπως το άρθρο 9 του νομοσχεδίου το οποίο πρέπει να αποσυρθεί.
    3. Το ζήτημα της εξέλιξης του ΕΚΚΕ να ενταχθεί στο γενικότερο πλαίσιο πιθανού ανασχεδιασμού του ερευνητικού χώρου και να προωθηθεί άμεσα η διαδικασία εκλογής προέδρου του ΕΚΚΕ.

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 11:41 | Δημήτρης Αριστέας

    Ανακοίνωση του Τομέα Παιδείας και Έρευνας της ΔΗΜΑΡ σχετικά με τις συγχωνεύσεις των ερευνητικών κέντρων:

    http://www.dimokratikiaristera.gr/epikairotita/katalogos-deltion-graf-typou/3909-anakoinosi-tou-tomea-paideias-kai-erevnas-tis-dimar-sxetika-me-tis-sygxoneyseis-ton-erevnitikon-kentron

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 10:34 | Κονιόρδος, Σωκράτης

    Προς κάθε ενδιαφερόμενο και αρμόδιο,

    Η κοινωνική έρευνα στην Ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη λόγω άγνοιας ή συστηματικής υποτίμησής της από τους κατά καιρό κυβερνώντες. Τη θέση της κοινωνικής έρευνας συχνά-πυκνά καταλαμβάνει η εικοτολογία και η δημοσιογραφική έρευνα, που σαφώς δεν επαρκούν για την παραγωγή συστηματικής και έγκυρης γνώσης αναφορικά με την Ελληνική κοινωνία. Όμως, η ύπαρξη κοινωνικής έρευνας και των αποτελεσμάτων της είναι τελείως απαραίτητα για την επιτυχία της οποιαδήποτε καλώς σκοπούμενης παρέμβασης στο κοινωνικό σώμα. Πραγματικά, η κατάσταση αυτή της απουσίας ή της περιορισμένης ύπαρξης αξιόπιστων έγκυρων πληροφοριών κοινωνικο-επιστημονικής προέλευσης προκαλεί πολύ σοβαρές δυσχέρειες στον σχεδιασμό και εφαρμογή της κοινωνικής πολιτικής, η οποία συστηματικά αστοχεί. Παρ’ όλα τα προβλήματα χρόνιας υποχρηματοδότησης, αντιξοότητες, αδυναμιών λειτουργικής οργάνωσης, κ. ά., με τα οποία το ελληνικό δημόσιο «προικοδότησε» το μοναδικό κέντρο κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), αυτό ως σύνολο πέτυχε να δημιουργεί αξιόλογο έργο. Το έργο αυτό μερικώς αποτυπώνεται σε εκδόσεις του, όπως είναι η μοναδική «Επιθεώρηση Κοινωνικών Μελετών», βιβλία όπως τα πρόσφατα «Το Κοινωνικό Πορτραίτο της Ελλάδας 2012», «Πρόληψη Κακοποίησης και Παραμέλησης των Παιδιών: Καλές Πρακτικές», «Όψεις μετανάστευσης και μεταναστευτικής πολιτικής στην Ελλάδα σήμερα», ή διεθνείς έρευνες, όπως είναι η πολύσημη «Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα». Το έργο που παράγεται στο ΕΚΚΕ πολύπλευρα πληροφορεί για τις διεργασίες στον κοινωνικό χώρο.
    Σήμερα, στα πλαίσια μίας στείρας λογιστικής αντιμετώπισης του προβλήματος περιορισμού του δημόσιου χρέους, προτείνεται η συγχώνευση του δημόσιου δικαίου ΕΚΚΕ με το ιδιωτικού δικαίου Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ). Κάτι τέτοιο όμως δεν αντιμετωπίζει το ουσιαστικό πρόβλημα υπο-χρηματοδότησης του κοινωνικο-ερευνητικού έργου που δημιουργεί το ΕΚΚΕ. Από την άλλη πλευρά, συγχέει τον διακριτό ρόλο, λειτουργία και ανάγκες της κοινωνικής έρευνας με άλλους επιστημονικούς τομείς, οδηγώντας σε ακόμα μεγαλύτερη παραγνώρισή της, αντίθετα με την πρακτική των ανεπτυγμένων ερευνητικά χωρών. Η συγκεκριμένη πρόταση συγχώνευσης δεν έρχεται να διευκολύνει την διεξαγωγή κοινωνικής έρευνας και θετικής αξιοποίησης των πορισμάτων της αλλά, άσχετα από προθέσεις, έρχεται να λειτουργήσει διαλυτικά προς αυτή, κάτι που θα έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για την ελληνική κοινωνία συνολικά προς όφελος της οποίας, ας το θυμίσουμε, πραγματοποιείται η κοινωνική έρευνα. Συνεπώς η αντιπαραγωγική, στείρα και ερευνητικά αδιέξοδη αυτή πρόταση συγχώνευσης θα πρέπει να αποσυρθεί και να ενισχυθεί η δυνατότητα του ΕΚΚΕ να διεξαγάγει αυτοτελώς κοινωνικά χρήσιμη κοινωνική έρευνα υψηλής ποιότητας.

    Με την προσήκουσα τιμή,

    Σωκράτης Κονιόρδος
    Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνιολογίας,
    Διευθυντής Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών στην «Κοινωνιολογία»,
    Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης

    Ηλεκτρεονικό Ταχυδρομείο: skoni@social.soc.uoc.gr

  • 6 Οκτωβρίου 2012, 07:12 | Γ. ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ

    Θα πρέπει να υπάρξει συνολικός επαναπροσδιορισμός της έρευνας και των θεσμικών φορέων της στην Ελλάδα. Η λειτουργία τόσο του ΕΚΚΕ όσο και του ΕΙΕ, αλλά και άλλων φορέων είναι για πολλούς ερευνητές ένα μεγάλο ερωτηματικό (η έκφραση είναι ήπια λόγω του σεβασμού προς τους θεσμούς).

    Όσο, όμως, αυτό δεν γίνεται, θεωρώ λάθος την κατάργηση (γιατί περί αυτού πρόκειται) ενός ενεργού ΝΠ. Προτείνω λοιπόν την προσωρινή απόσυρση του άρθρου μέχρι την εκπόνηση μελέτης και την υποβολή νομοσχεδίου που να αφορά συνολικά την έρευνα στην Ελλάδα.

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 23:08 | Κατερίνα Ηλιού

    Το παρόν άρθρο του σχεδίου Νόμου φέρει σοβαρότητα προβλήματα που προσβάλουν την εσωτερική του εγκυρότητα και το καθιστούν θεσμικά, πρακτικά και ηθικά μη πραγματοποιήσιμο. Συνοπτικά επισημαίνονται τα εξής:
    1) Αντισυνταγματικότητα: Η συνταγματική δέσμευση της Πολιτείας για προστασία της Δημόσιας έρευνας προσβάλλεται καταφανώς με τη διάλυση του μοναδικού δημόσιου φορέα για την Κοινωνική Έρευνα (ΕΚΚΕ). Η πρακτική των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών αναδεικνύει ότι η Δημόσια έρευνα στις Κοινωνικές επιστήμες συνυπάρχει με ιδιωτικούς φορείς, πουθενά, όμως η πρώτη δεν εκλείπει.
    Επίσης, η συνταγματικά κατοχυρωμένη μονιμότητα των Δημοσίων λειτουργών που υπηρετούν στο ΕΚΚΕ προσβάλλεται και πάλι με «πρωτότυπο» τρόπο. Πρόκειται για Δημόσιους λειτουργούς υψηλής εξειδίκευσης και ειδικών επιστημονικών προσόντων που κρίνονται επανειλημμένως κατά την επαγγελματική τους πορεία από ειδικές αρμόδιες επιτροπές και συχνά εκτίθενται και κρίνονται για το αποτέλεσμα της δουλειάς τους σε διεθνή συνέδρια, αλλά και μέσα από το συγγραφικό τους έργο. Στο παρόν Σχέδιο Νόμου οι μόνιμοι υπάλληλοι του ΕΚΚΕ απολύονται χωρίς κάποιο αιτιολογικό πλαίσιο που να διέπει την αξιολόγηση των ίδιων ή του φορέα τους (με βάση τα γνωστά διεθνή κριτήρια για τα Ερευνητικά Κέντρα). Πόσο μάλλον όταν διεθνείς αξιολογήσεις (πχ. RAND) επιχειρηματολογούν για το αντίθετο.
    2)Αναρμοδιότητα: Ως γνωστόν τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας υπάγονται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. Προφανέστατα, το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης δεν είναι αρμόδιο για να καθορίσει την τύχη και το μέλλον των Ερευνητικών φορέων της χώρας.
    3) Προοπτική συρρίκνωσης του πεδίου της Έρευνας: Η «ένταξη» του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ δεν υποστηρίζεται στο παρόν Σχέδιο Νόμου από κάποιο πλαίσιο αναπτυξιακού σχεδιασμού (βραχύχρονο ή μακρόπνοο). Πολλοί στην παρούσα Διαβούλευση έχουν επισημάνει τα αμέτρητα προβλήματα που θα προκύψουν στη λειτουργία του σχεδιαζόμενου ως νέου φορέα. Την ώρα που σε διεθνές επίπεδο άλλες χώρες επενδύουν στον Ερευνητικό κλάδο αναδεικνύοντάς τον ως πεδίο ανάπτυξης και γόνιμο έδαφος για την αντιμετώπιση της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης και της ανεργίας, η χώρας μας με Σχέδιο Νόμου μειώνει αριθμητικά τους Ερευνητικούς Φορείς και αποσύρεται από τη θεσμικά κατοχυρωμένη δέσμευσή του για την υποστήριξη της λειτουργίας τους προς όφελος των πολιτών.
    4) Απουσία αιτιολογικής υποστήριξης και πλαισίου σχεδιασμού: Το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου αποσπά χωρίς σαφή αιτιολόγηση ορισμένα Ερευνητικά Κέντρα από το σύνολο των υπολοίπων και προσδιορίζει τη μελλοντική τους πορεία παραβλέποντας την υπό εξέλιξη Αναδιάρθρωση του Ερευνητικού Ιστού της χώρας. Κανένας αιτιολογικός συλλογισμός και κανένα σχέδιο αποτελεσματικότητας δε συνοδεύει το παρόν Σχέδιο Νόμου. Πράγμα που αποκαλύπτει ότι ο εν λόγω σχεδιασμός δε γίνεται με σκοπό την εξοικονόμηση πόρων. Δε γίνεται, όμως, και για λόγους αναδιαμόρφωσης του πεδίου της Έρευνας στη χώρα μας. Η συνένωση επιστημονικά διακριτών Ινστιτούτων ως προς το αντικείμενο εξειδίκευσής τους σχεδιάζεται χωρίς πνεύμα λογικής, πρωτοπορίας και έμπνευσης και δε βασίζεται ούτε αποσκοπεί στην καλλιέργεια κλίματος διεπιστημονικής συνεργασίας.

    Κύριε Υπουργέ,
    Εισάγετε στη δημόσια διαβούλευση το παρόν Νομοσχέδιο -όπως ισχυρίζεστε- με σκοπό την «οικονομικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία των δημόσιων οργανισμών που εξυπηρετούν δημόσια αγαθά και παρέχουν αναγκαίες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο».
    Γνωρίζουν, άραγε, οι Έλληνες πολίτες ότι με βάσει αυτό το Νομοσχέδιο χάνονται οι 80 περίπου θέσεις εργασίας μόνιμων υπαλλήλων του μοναδικού Ερευνητικού φορέα (ΕΚΚΕ) που αυτή τη στιγμή εργάζεται ανελλιπώς και αφουγκράζεται τα προβλήματα των Ελλήνων πολιτών;
    Γνωρίζουν οι Έλληνες φοιτητές και οι οικογένειές τους που επενδύουν το μέλλον τους στις Κοινωνικές επιστήμες ότι το συγκριμένο επαγγελματικό πεδίο συρρικνώνεται, καθώς οι οργανικές θέσεις στο ΕΚΚΕ θα εκλείψουν (και αυτό μπορεί αν είναι μόνο η αρχή);
    Γνωρίζουν, άραγε, οι Έλληνες πολίτες ότι κλείνοντας το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών περιορίζεται σε μία τόσο δύσκολη εποχή η δυνατότητά τους να ακουστούν και να φτάσει ο λόγος τους εκεί που οι ίδιοι δεν μπορούν να προσεγγίσουν, αλλά εισχωρεί ο ψύχραιμος και αντικειμενικός επιστημονικός λόγος; Ποιος άλλος, πέρα από την Πολιτεία θα μπορούσε συστηματικά να προκηρύσσει και να υποστηρίζει έρευνες για τις ευπαθείς κοινωνικά ομάδες;

    Κύριε Υπουργέ,
    Το άρθρο 9 του παρόντος Νομοσχεδίου κάθε άλλο παρά βελτιώνει τη «λειτουργία δημόσιων οργανισμών που παρέχουν αναγκαίες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο» και για αυτό πρέπει να αποσυρθεί. Αντί αυτού, υπό το βάρος της ευθύνης της θέσης σας σε μια τόσο κρίσιμη εποχή για τη χώρας μας θα σας καλούσα να συμβάλλετε με όραμα και υπευθυνότητα να σχεδιαστεί από το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας η Αναδιάρθρωση του Ερευνητικού Ιστού της χώρας μας με σκοπό να αναδειχθεί η Έρευνα σε όλα τα επιστημονικά πεδία ως μοχλός καινοτομίας, ανάπτυξης και αντιμετώπισης της ανεργίας.

    Με εκτίμηση
    Κατερίνα Ηλιού,Δρ. Κοινωνικής Ψυχολογίας

  • Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία

    Η Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία θεωρεί ότι η συγχώνευση του ΕΚΚΕ με το ΕΙΕ από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης συνιστά σοβαρό πλήγμα για την κοινότητα των Κοινωνικών Επιστημόνων. Η συγχωνευση του που υποκρύπτει και την κατάργηση του, αποτελεί μια αδιέξοδη κίνηση με μηδενικά –οικονομικά– αποτελέσματα και οφέλη.
    Η 50χρονη επιτυχής λειτουργία του EKKE σήμερα διακυβεύεται. Το Εθνικό
    Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία

    Το Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών που αποτελεί το μοναδικό Ακαδημαϊκό Κέντρο για την κοινωνική έρευνα στη χώρα μας με διεθνή παρουσία και συμμετοχή σε πολλά και σημαντικά ερευνητικά έργα χάνει την αυτοτέλειά του.
    Αν και υπηρετεί με δυναμισμό την έρευνα εδώ και 50 χρόνια με τη συνεχή και σε βάθος ανάλυση των όψεων της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας αναδύοντας τα καίρια κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα η πολιτεία το καταργεί.
    Επιχειρείται μια οργανωτική αναδιάταξη με το παρόν νόμο αλλά στην ουσία μεθοδεύεται η κατάργηση του Ερευνητικού Ινστιτούτου, πράγμα που δεν εξυπηρετεί κανέναν ουσιαστικό στόχο και δημοσιονομικό όφελος.
    Επίσης με το ίδιο άρθρο προωθείται η άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας του υπηρετούντος ερευνητικού, επιστημονικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, αφού για το μόνιμο προσωπικό προβλέπεται «μετατροπή της σχέσης εργασίας σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου», παραβιάζοντας συνταγματικά κατοχυρωμένα αγαθά και δικαιώματα.
    Οι περισσότεροι πρωτοπόροι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι της Κοινωνιολογίας έχουν περάσει και ξεκινήσει από το ΕΚΚΕ, ενώ η δυνατότητα απασχόλησης πλέον νέων κοινωνιολόγων σε αυτό μηδενίζεται, οξύνοντας ακόμη πιο πολύ την ανεργία των νέων με εξειδίκευση και υψηλού επιπέδου σπουδές.

    Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Κοινωνιολογικής Εταιρείας

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 20:03 | Σταύρος Τροχίδης

    Με την κατάργηση δια της συγχωνεύσεως του μοναδικού ερευνητικού κέντρου με 60 χρονη επιτυχημένη διαδρομή και καθοριστική ερευνητική συμβολή στη μελέτη της Ελληνικής κοινωνίας και των προβλημάτων της – τώρα μάλιστα που οι κάθε είδους θεσμοί δοκιμάζονται και αμφισβητούνται – θα πρέπει να είναι οπωσδήποτε μία από τις τελευταίες, αν όχι η τελευταία, επιλογή της Κυβέρνησης.

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 20:37 | Μαράτος Σπυρίδων

    Με το παρόν άρθρο, επιχειρείται μια οργανωτική αναδιάταξη και συγχώνευση του ΕΚΚΕ με το ΕΙΕ και στην ουσία μεθοδεύεται η κατάργηση του μοναδικού Ερευνητικού Κέντρου Κοινωνικής ΄Ερευνας στη χώρα μας, πράγμα που δεν εξυπηρετεί κανέναν ουσιαστικό στόχο και δημοσιονομικό όφελος. Το ΕΚΚΕ επί 50 και πλέον χρόνια υπηρετεί με δυναμισμό την ακαδημαϊκή κοινωνική έρευνα διερυνώντας και αναδύοντας τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας.
    Με το ιδιο άρθρο προωθείται η άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας του υπηρετούντος ερευνητικού, επιστημονικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, αφού για το μόνιμο προσωπικό προβλέπεται «μετατροπή της σχέσης εργασίας σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου», παραβιάζοντας συνταγματικά κατοχυρωμένα αγαθά και δικαιώματα.

    Σπ. Μαράτος, Δικηγόρος

  • Δεν θα επαναλάβω τις πολύ σωστές παρατηρήσεις των συναδέλφων για το απαράδεκτο της αποσάθρωσης της κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα με την υπαγωγή του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ. Προφανώς κάποιοι κύκλοι θεωρούν ότι η χώρα μας δεν χρειάζεται τις κεντροβαρικές αναπτυξιακές επιστήμες της Κοινωνιολογίας και της Γεωγραφίας, που υπηρετούσε άριστα το ΕΚΚΕ, αλλά και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, του οποίου τα σχετικά Τμήματα φέρονται να καταργούνται (από τον ημερήσιο τύπο), με το σχέδιο «Αθηνά». Το Άρθρο 9 του σ/ν μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αξιολογηθεί αρνητικά, κατά τη γνώμη μου. Μετά την υποχρηματοδότηση της κοινωνικής έρευνας στις ελάχιστες εστίες της, τώρα έχουμε μια χιονοστιβάδα κατάργησης πλέον των κοινωνικών επιστημών. Ακόμη κι αυτές οι μικρές εστίες ξεριζώνονται ως άχρηστες, υπαγόμενες σε ασυναφείς φορείς ή καταργούμενες. Aντί του EKKE ιδρύεται ερευνητικό ινστιτούτο σε Κέντρο Θετικών, Ιστορικών και Κοινωνικών Επιστημών! Όλα μαζί και τίποτε – ενώ εκφέρεται υποκριτικός περί αριστείας λόγος.
    Αυτή η ερευνητική έρημος έχει επισωρεύσει πλείστες στρεβλώσεις που δύσκολα θα αρθούν, και την επίφαση χάραξης κοινωνικής και χωροταξικής, αλλά και οικονομικο-γεωγραφικής, πολιτικής, γύρω από ένα τραπέζι «ειδημόνων» χωρίς ερευνητικό υπόβαθρο, ή την εκχώρησή της σε «ξένους ειδικούς». Πέρα από την υποβάθμιση και την αναποτελεσματικότητα, η βιασύνη και η προχειρότητα εκτρέφουν και τη διαφθορά. Αυτά όλα, και όχι μόνο η κρίση δανεισμού, έχουν φέρει την Ελλάδα σε καταστροφή και εκπτώχευση με πλείστες εκφάνσεις σε κοινωνικό και γεωγραφικό επίπεδο. Δημιουργούνται φαύλοι κύκλοι: για παράδειγμα, η χρηματοδότηση «ξένων συμβούλων» τροφοδοτεί τη διαρροή νεαρών κοινωνικών επιστημόνων στο εξωτερικό, μια και η χώρα μας αρνείται να τους αξιοποιήσει, στερώντας έτσι από την Ελλάδα την ευκαιρία για καινοτόμο ανάπτυξη και υποβαθμίζοντάς την σε σύγκριση με όλες τις χώρες της ΕΕ. Ακριβώς όπως σε αποικιοκρατούμενες χώρες, εδώ δεν χρειάζεται έρευνα, μια και οι αποικιοκράτες, οι γραφειοκράτες και οι πολιτικοί γύρω από το τραπέζι έχουν τις απαντήσεις και με περισπούδαστο ύφος ομιλούν για κοινωνική συνοχή η οποία στην Ελλάδα σήμερα έχει καταντήσει κενός λόγος: έχει καταρρεύσει.
    Αυτή τη στιγμή που περισσότερο από πάντα είναι απαραίτητη η κοινωνική έρευνα στην Ελλάδα, προτείνω, πρώτα απ’ όλα, την απόσυρση του άρθρου 9 του σ/ν για καταργήσεις-συγχωνεύσεις, που αφορά στην ένταξη του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ. Αυτή η ένταξη δεν πρέπει να υλοποιηθεί. Αμέσως μετά την απόσυρση του σ/ν, πρέπει να ανοίξει νέα διαβούλευση για την αναβάθμιση του ερευνητικού ιστού της χώρας και το ρόλο σε αυτόν του ιστορικού ΕΚΚΕ, που στο παρελθόν μόνο επί δικτατορίας αποψιλώθηκε και τώρα, ακόμα χειρότερα, στην ουσία καταργείται με την κατάργηση των ινστιτούτων του και του οργανισμού του.

    Λίλα Λεοντίδου, Καθηγήτρια Ελληνικού Ανοιχτού Πενεπιστημίου, Διευθύντρια Π.Σ. Ευρωπαϊκού Πολιτισμού

  • Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία

    Η Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία θεωρεί ότι η συγχώνευση του ΕΚΚΕ με το ΕΙΕ από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης συνιστά σοβαρό πλήγμα για την κοινότητα των Κοινωνικών Επιστημόνων. Η συγχωνευση του που υποκρύπτει και την κατάργηση του, αποτελεί μια αδιέξοδη κίνηση με μηδενικά –οικονομικά– αποτελέσματα και οφέλη.
    Η 50χρονη επιτυχής λειτουργία του EKKE σήμερα διακυβεύεται. Το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών αποτελεί το μοναδικό Ακαδημαϊκό Κέντρο για την κοινωνική έρευνα στη χώρα μας, με διεθνή παρουσία και συμμετοχή σε πολλά και σημαντικά ερευνητικά έργα διεθνούς εμβέλειας.
    Υπηρετεί με δυναμισμό την έρευνα εδώ και 50 χρόνια ενώ με τη σε βάθος ανάλυση των όψεων της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας αναδύονται τα καίρια κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Με το παρόν άρθρο, επιχειρείται μια οργανωτική αναδιάταξη και στην ουσία μεθοδεύεται η κατάργηση του Ερευνητικού Ινστιτούτου, πράγμα που δεν εξυπηρετεί κανέναν ουσιαστικό στόχο και δημοσιονομικό όφελος.
    Επίσης, με το ίδιο άρθρο προωθείται η άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας του υπηρετούντος ερευνητικού, επιστημονικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, αφού για το μόνιμο προσωπικό προβλέπεται «μετατροπή της σχέσης εργασίας σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου», παραβιάζοντας συνταγματικά κατοχυρωμένα αγαθά και δικαιώματα.
    Οι περισσότεροι πρωτοπόροι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι της Κοινωνιολογίας έχουν περάσει και ξεκινήσει από το ΕΚΚΕ, ενώ η δυνατότητα απασχόλησης πλέον νέων κοινωνιολόγων σε αυτό μηδενίζεται, οξύνοντας ακόμη πιο πολύ την ανεργία των νέων με εξειδίκευση και υψηλού επιπέδου σπουδές.

  • Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9 αναφέρεται ότι στον νέο τροποποιημένο κανονισμό του ΕΙΕ θα αναφέρονται τα «..ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για την πρόσληψη του ερευνητικού, ταχνικού και διοικητικού-βοηθητικού προσωπικού…». Από όσο γνωρίζω, τα «προσόντα» των Ερευνητών στις διάφορες ερευνητικές βαθμίδες καθορίζονται από τον Ν1514. Συνεπώς η παρούσα παράγραφος, θα πρέπει να αναφέρεται στα «ειδικότερα προσόντα» του τεχνικού και διοικητικού-βοηθητικού προσωπικού, εκτός και αν ο νομοθέτης σκοπεύει να εισάγει «ειδικότερα προσόντα» για τους Ερευνητές που δεν περιγράφονται στον Ν1514.

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 19:16 | Αλιπράντη Ματινα -Χριστινα

    H προβλεπόμενη ένταξη του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ αποτελεί στην ουσία κατάργηση του ΕΚΚΕ. Η πράξη αυτή αποτελεί απαράδεκτη απόφαση ενώ η υλοποίηση της θα σημάνει και το τέλος της κοινωνικης έρευνας στην Ελλάδα. Το ΕΚΚΕ που λειτουργεί 60 και πλέον χρόνια αποτελεί το μοναδικό ερευνητικό κέντρο της χώρας με σημαντικό έργο και παρουσία στο εξωτερικό.
    Είμαι και εγώ από τους νέους Ελληνες που ζω και εργάζομαι στο εξωτερικό γιατι δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας στη χώρα μας. Πως θα γυρίσουμε εμείς οι νέοι με προσόντα και σπουδές που έχει πληρώσει η Ελλάδα αφού καταργείτε καταξιωμένους- ακαδημαϊκούς φορείς;
    Γιατί δεν καταργείτε δεκάδες άλλες υπηρεσίες με μηδενική παρουσία και
    έργο;
    Η κατάργηση ένος ακαδημαίκού θεσμού αποδυναμώνει τη χώρα διεθνώς και στερεί τη νεά γενιά από τη δυνατότητα να εργαστεί με αξιοπρέπεια σε ένα φορέα «ευρωπαΙκόυ» επιπέδου.
    Η εξοικονόμιση πόρων δεν πρέπει να γκρεμίσει τον τομέα της έρευνας. Εχει ήδη συρρικνωθεί και δεν θα υπάρξει καμία οικονομία από την ένταξη του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ.

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 18:48 | ΜΑΡΙΑ ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΥ

    Η παρούσα συντομότατης διάρκειας διαβούλευση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον ουσιαστικό διάλογο πού -για μία ακόμη φορά- δεν έχει γίνει για τα ζωτικά θέματα του χώρου της κοινωνικής έρευνας ανάμεσα στην ακαδημαϊκή – ερευνητική κοινότητα και την πολιτεία. Η απλή έκφραση γνώμης στο πλαίσιο της διαβούλευσης αυτής αποτελεί μια πυροσβεστικού τύπου προσπάθεια της ερευνητικής κοινότητας να προλάβει την υλοποίηση ειλημμένων αποφάσεων καταστροφικών όχι μόνο για το χώρο της έρευνας και τους θεσμούς της, αλλά και για το δημόσιο γενικότερα. Η ένταξη του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ΕΚΚΕ στο Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου ΕΙΕ στην ουσία αποτελεί μια περίεργη υπαγωγή ενός ολόκληρου δημόσιου θεσμού σ΄ένα ίδρυμα μέσω συρρίκνωσης του πρώτου. Η προωθούμενη ρύθμιση προκαλεί σκεπτικισμό και αγανάκτηση ειδικά σε όσους έχουν βιώσει επιί μακρόν τα της ερευνητικής περιπέτειας στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα:
    1) Ο θεσμικός χώρος της κοινωνικής έρευνας υφίσταται, εδώ και χρόνια, διαδικασίες σταδιακής φτωχοποίησης και ερημοποίησης, διαδικασίες πού σήμερα γωρίζει όλο και περισσότερο η ελληνική κοινωνία. Οι περικοπές προϋπολογισμών, η αδυναμία ανανέωσης προσωπικού, η επαπειλούμενη κατά καιρούς κατάργηση του ΕΚΚΕ έχουν αποτελέσει το προοίμιο της υποβάθμισης του θεσμού και της απαξίωσης της κοινωνικής έρευνας. Πολύ πρόσφατα το Κέντρο απώλεσε τά δύο από τά τρία Ινστιτούτα του. Σήμερα η προτεινόμενη ρύθμιση συνεπάγεται την κατάργηση καί του ίδιου του Κέντρου, πράγμα πού αποτελεί συνεπή συνέχεια της ακολουθούμενης πολιτικής για την κοινωνική έρευνα.
    2) Παράλληλα το «νομοθετείν» περί έρευνας, όπως εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια, χαρακτηρίζεται από τάση κατακερματισμού και διασκορπισμού σημαντικών ζητημάτων της έρευνας σε γενικά νομοσχέδια. Αποτέλεσμα αυτού είναι αναρμόδια υπουργεία να καθίστανται αρμόδια, τα εναλλάξ αρμόδια υπουργεία (Ανάπτυξης, Παιδείας ) να σιωπούν ή να νίπτουν τας χείρας τους ενώπιον « ειλημμένων αποφάσεων» καί οι δημοσιονομικές πολιτικές όχι μόνο να υποσκελίζουν τις εικαζόμενες ερευνητικές πολιτικές, αλλά και να επεκτείνονται άνευ ορίων στην υποκατάσταση των τελευταίων. Εξ αυτού απορρέει και η ένταξη ερευνητικών κέντρων σε λίστες φορέων του δημοσίου και η υπαγωγή τους σε σχεδιασμούς που καμμία σχέση δεν έχουν με το χώρο της έρευνας.
    3) Η ένταξη του ΕΚΚΕ στη λίστα των υπό κατάργηση – συγχώνευση φορέων του δημόσιου τομέα τον περασμένο Ιούλιο προοιώνισε μια άλλη ένταξη,την επερχόμενη ένταξη του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ με τη μορφή ενός Ινστιτούτου. Στην πραγματικότητα όμως προοιώνισε αυτό που επιβεβαιώνεται με το άρθρο 9, την απόσυρση του Κράτους από την προστασία της κοινωνικής έρευνας ως δημόσιου αγαθού και την περαιτέρω «φτωχοποίηση» της κοινωνίας η οποία –πλήν των αλλων αποστερήσεων- θα αποστερηθεί και ένα ιστορικό δημόσιο θεσμό πού την μελετά. Κατά παράβαση του Συντάγματος τό αρθρο 9 θεσπίζει μια μεγάλη οπισθοδρόμηση, την κατάργηση του ειδικού ερευνητικού θεσμού για την κοινωνική ερευνα. Παράλληλα κηρύσσει την έναρξη της διάλυσης του δημόσιου ερευνητικου ιστού και προβλέπει την εκχώρηση άνευ όρων δημόσιας περιουσίας –της περιουσίας του ΕΚΚΕ (βιβλιοθήκη και εκδόσεις)- στον ερευνητικό φορέα υποδοχής, έτσι ώστε η περιουσία του ΕΚΚΕ να περιέρχεται στην κυριότητα και αποκλειστική χρήση του αναφερόμενου ως νέου ΕΙΕ.

    4) Η προωθούμενη ρύθμιση στηρίζεται σε «ειλημμένες αποφάσεις» που δεν αιτιολογούνταιι από κάποιο σχεδιασμό, ούτε τεκμηριώνονται από μελέτη βιωσιμότητας και σκοπιμότητας όπως ο νόμος ορίζει. Η ερευνητική κοινότητα του ΕΚΚΕ καλείται, στο όνομα του εξορθολογισμού, να ξεχάσει βασικά αξιώματα της ερευνητικής εργασίας και να αποδεχτεί ότι η άσκηση ερευνητικής πολιτικής δεν χρήζει καμμίας τεκμηρίωσης. Πέραν του οτι δεν υπάρχει σχεδιασμός που να τεκμηριώνει την κατάργηση του υφιστάμενου καταξιωμένου θεσμού ΕΚΚΕ, δεν υπάρχει ούτε σχεδιασμός που να σκιαγραφεί τη φυσιογνωμία του εντασσόμενου στο ΕΙΕ Ινστιτούτου. Το διάταγμα στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 9 αποτελεί μια αόριστη υπόσχεση επιβίωσης του αντικειμένου που υπηρετεί το ΕΚΚΕ σήμερα και μια εν δυνάμει απειλή νέων μεταρρυθμίσεων προς άγνωστη κατεύθυνση για το ίδρυμα υποδοχής. Μεταξύ άλλων θα επαναπροσδιοριστούν τα ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για την πρόσληψη προσωπικού.

    5) ‘Ομως η ιστορία των θεσμών είναι συνυφασμένη με την ιστορία των ανθρώπων τους. Μαζί με την καταρράκωση του θεσμού στο άρθρο 9 προδιαγράφεται και το αβέβαιο μέλλον του προσωπικού πού τον υπηρετεί. Μέσω των ρυθμίσεων του άρθρου αυτού όχι μόνο πλήττονται σοβαρά μακρές προσωπικές επαγγελματικές διαδρομές των ανθρώπων της έρευνας, αλλά και υποβαθμίζεται το υψηλών προσόντων επιστημονικό δυναμικό της χώρας σε μια εποχή κατά την οποία η πολιτεία θα έπρεπε με κάθε τρόπο να αξιοποιήσει την γνώση και την εμπειρία του. Το γεγονός ότι το δυναμικό αυτό αντιμετωπίζεται απαξιωτικά μαρτυρεί μια ακόμη φορά ποια είναι τελικώς η πραγματική πολιτική για την κοινωνική έρευνα.
    6) Κατά παράβαση του Συντάγματος, η άρση της μονιμότητας των ερευνητών ως δημοσίων λειτουργών και των λοιπών δημοσίων υπαλλήλων, εκτός των άλλων ζητημάτων που εγείρει (ασφαλιστικό, εφάπαξ, συνταξιοδοτικό) – τα οποία και χρήζουν νομοθετικής ρύθμισης- σηματοδοτεί τον κινδυνο να ενισχυθεί το πελατειακό συστημα στο χώρο της έρευνας, ειδικότερα σε περίοδο συνεχών περικοπών όταν η διατήρηση της θέσης εργασίας κάθε άλλο παρά θα είναι αυτονόητη.

    Οσα προαναφέρθηκαν τεκμηριώνουν μερικούς από τους λόγους για τους οποίους η διάταξη του αρθρου 9 πρέπει να αποσυρθεί από το νομοσχέδιο αυτό άμεσα. Για να αποφευχθούν σπασμωδικές και καταστροφικές για την έρευνα ρυθμίσεις το ζήτημα του ΕΚΚΕ είναι επιτακτικό να εξεταστεί σοβαρά και εμπεριστατωμένα στο πλαίσιο της συνολικής αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού της χώρας.

    Μαρία Θανοπούλου, Διευθύντρια Ερευνών, ΕΚΚΕ

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 17:56 | Κούλα Κασιμάτη

    Για το ΕΚΚΕ
    Ώστε η κυβέρνηση αποφάσισε την κατάργηση του ΕΚΚΚ μέσω της συγχώνευσής του στο Εθνικό ‘Ιδρυμα Ερευνών! Αλήθεια, δεν χρειάζεται την κοινωνική έρευνα η χώρα μας; Δεν αναγνωρίζεται ο ρόλος της στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας μας, ιδιαίτερα σήμερα που η ίδια αυτή κυβέρνηση διακηρύσσει την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές; Μήπως το ρόλο του ΕΚΚΕ, ως κατ’εξοχήν δημόσιου ερευνητικού φορέα θα αντικαταστήσουνε άλλλοι ιδιωτικοί φορείς- είμαστε στη λογική όλα να γίνουν ιδιωτικά; Τότε όμως θέτουμε κάποια ερωτήματα όπως:
    1) Μπορεί να αναπτυχθεί σωστά η κοινωνική έρευνα από ιδιωτικούς και κατά συνέπεια κερδοσκοπικούς οργανισμούς; Πιστεύουμε όχι, γιατί η χρονοβόρα διαδικασία , η διεπιστημονική προσέγγιση και η καλή ποιότητα της πληροφόρισης απαιτούν υψηλό κόστος το οποίο το ιδιωτικό γραφείο θα προσπαθήσει να ελαχιστοποιήσει για να αυξήσει τα περιθώρια κέρδους με άμεσο αντίκτυπο στην ποιότητα της έρευνας.
    2) Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων μπορεί να είναι απαλλαγμένη πάντοτε από σκοπιμότητες που να εξυπηρετούν τους αναδόχους; Ασφαλώς όχι, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος το ιδιωτικό γραφείο να υποκύπτει στις υποδείξεις του χρηματοδότη της έρευνας για να μην χάσει «τον πελάτη»
    3) Μπορεί να αναπτυχθεί έρευνα για θέματα που δεν έχουν άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα, ωστόσο όμως είναι αναγκαία για την προαγωγή της επιστήμης στο θεωρητικό επίπεδο; Προφανώς όχι . Ποιος ιδιωτικός φορέας θα ενδιαφερθεί για προγράμματα που στοχεύουν σε μεθοδολογικές τεχνικές και θεωρητικά θέματα; Ασφαλώς κανένας γιατί αυτά δεν έχουν κανένα πρακτικό ενδιαφέρον, ούτε χρηματοδότηση εύκολα θα παρουσιαστεί.
    Είναι τυχαίο που στις αναπτυγμένες χώρες οι ερευνητικοί φορσείς είναι δημόσιοι ( CNRS στη Γαλλία, SCRC στην Αγγλία). Κρίμα που η εξοικονόμηση πόρων κατά την κυβέρνηση θα γίνει σε βάρος της παιδείας, της έρευνας και του πολιτισμού.

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 17:34 | Αριστοτέλης Χατζηιωάννου

    Η προτεινόμενη από την Ελληνική πολιτεία και τα όργανα της συγχώνευση ΕΚΚΕ- ΕΙΕ αποτελεί μνημείο ασυγχώρητης θεσμικής προχειρότητας, αυτοχειριαστικής διάθεσης ως προς τον δημόσιο χαρακτήρα της αποστολής των 2 φορέων και το διεθνώς αναγνωρίσιμο έργο τους και τέλος, κυνικού αμοραλισμού σε ότι αφορά την υιοθέτηση λογικών πολτικού κόστους στην κατεύθυνση της επίδειξης εδώ και τώρα μεταρρυθμιστικού έργου, επιλέγοντας 2 φορείς που δεν διαθέτουν τη δυνατότητα για μαζικού χαρακτήρα αντιδράσεων. Και τα δυο κέντρα θεραπεύουν την επιστημονική έρευνα στα πεδία τους, αποτελώντας ιστορικές δομές με διεθνή αναγνώριση και ευρύ δίκτυο διεθνών και εθνικών ερευνητικών συνεργασιών, που επιτεύχθηκαν με τον προσωπικό μόχθο γενεών ερευνητών, παρά την έμπρακτη, διαχρονική και ποικιλώνυμη απουσία στήριξης από την συντεταγμένη Πολιτεία, η οποία συστηματικά περί άλλων ετύρβαζε. Η προσφορά τους στην Ελληνική κοινωνία, πέραν της απασχόλησης επιστημόνων με υψηλά πρόσοντα, και της διασφάλισης πολύτιμων πόρων από Ευρωπαϊκές ανταγωνιστικές πηγές χρηματοδότησης, έγκειται κυρίως στην ένταξη της χώρας μας στις πλέον πολιτισμένες κοινωνίες του πλανήτη μας (για πόσο άκόμη άραγε) μέσω της ισότιμης της συμμετοχής στην διεθνή επιστημονική αρένα και τις διακρίσεις των ερευνητικών και ακαδημαϊκών της δομών, ιστορικά μέλη των οποίων αποτέλουν και τα 2 κέντρα.

    Η προτεινόμενη συγχώνευση, που προφανώς αποτελεί de facto ενέργεια αναδιάρθρωσης του μικρού σε μεγέθη (όχι όμως και σε αποτελέσματα) και λειτουργικά ευαίσθητου, ερευνητικού ιστού, δεν εντάσσεται στο πλαίσιο που ορίζει ο ισχύων νόμος 1514/85 για την οργάνωση της επιστημονικής έρευνας και δεν αντιμετωπίζει τους φορείς ως ερευνητικούς οργανισμούς που η διάρθρωση, τα οργανόγραμματα τους, το ρυθμιστικό πλαίσιο και οι προυπολογισμοί τους απορρέουν από αυτόν. Υπό την έννοια αυτή είναι θεσμικά έωλη οπότε και η συμμετοχή μου στη διαβούλευση αυτή λαμβάνει χώρα διατηρώντας εν προκειμένω, όλες τις νόμιμες επιφυλάξεις.
    Επί της ούσιας τώρα, η συγκεκριμένη συγχώνευση έρχεται επισπεύδουσα, δίχως καν να αποτιμηθεί το αποτέλεσμα του κύκλου εσωτερικών συγχωνεύσεων που έχουν συντελεστεί και στα 2 κέντρα και να προταθούν βελτιωτικές δράσεις στην κατεύθυνσης εξυπηρέτησης του δημοσίου αγαθού, που είναι η ενδυνάμωση της ερευνητικής τους αποστολής. Κινείται επίσης εκτός πλαισίου των γνωμοδοτήσεων του ΕΣΕΤ, των μελετών αξιολόγησης που παρήγγειλε διαχρονικά η Ελληνική Πολιτεία καθώς και δίχως την ύπαρξη οιασδήποτε μελέτης σκοπιμότητας που να τεκμηριώνει τα οφέλη, να αναδεικνύει τους κινδύνους και να εισηγείται λύσεις σε πλήθος ζητημάτων που άπτονται από τη διαφορά εργασιακών καθεστώτων των 2 φορέων (ΝΠΔΔ καιΝΠΙΔ), τους κανονισμούς τους, θέματα αμοιβών και συνταξιοδοτήσεων, ανελαστικές δαπάνες, διοικητική λειτουργία και άλλα.
    Πρώτιστα όμως, η τηλεγραφική περιγραφή του εγχειρήματος συγχώνευσης,και την εκκωφαντική του σιωπή σε ότι αφορά τη διαμόρφωση και το ύψος του προϋπολογισμού του νέου φορέα, σε καθεστώς χρηματοδοτικής καχεξίας και με συσσωρευμένα ελλείματα,
    την επιστημολογικά απαράδεκτη, ονοματοδοσία ακορντεόν που θίγει την διεθνή του αναγνωρισιμότητα
    και την αποδοχή λογικών συναλλαγής στην εκπροσώπηση των εργαζομένων στα όργανα διοίκησης του φορέα δημιουργώντας στεγανά εντός του νέου φορέα,
    αναδεικνύουν τον ανορθόλογο και επικίνδυνο χαρακτήρα της μεθόδευσης.

    Είναι δε πασιφανές οτι το τελευταίο μέλημα της κίνησης αυτής είναι η διασφάλιση της ποιότητας και ποσότητας του ερευνητικού έργου που καλούνται να αποδώσουν στους δύσκολους αυτούς καιρούς οι δομές αυτές.

    Αριστοτέλης Χατζηιωάννου, Ερευνητής ΙΒΦΧΒ/ΕΙΕ
    Αντιπρόεδρος ΔΣ ΕΕΕ & ΔΣ ΣΠ ΕΙΕ

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 17:30 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ

    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
    ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»,
    15310 Αγία Παρασκευή Αττικής
    Τηλ: 210 6503556, fax: 210 6511767
    e-mail: mkonstan@bio.demokritos.gr

    Αρ. Πρωτ.: 13/2012
    Ημ/νία: 5/10/2012

    Προς: Καθηγητή Α. Μανιτάκη, Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ypourgos@ydmed.gov.gr

    Κοιν.: Καθηγητή Κ. Αρβανιτόπουλο, Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, minister@ypepth.gr

    Καθηγητή Β. Μάγκλαρη, Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας, gensec@gsrt.gr

    Θέμα: Σχέδιο νόμου: «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα»

    Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών Δημοκρίτου κρίνει ότι το σχέδιο νόμου: «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα» (http://www.opengov.gr/minreform/?p=587 ), που κατατέθηκε στη δημόσια διαβούλευση από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, αποτελεί μία ακόμη πρωτοτυπία της Ελλάδας ενάντια στην Ευρωπαϊκή κατεύθυνση που υποδεικνύει την ενίσχυση της Έρευνας ως μοχλό ανάπτυξης.

    Ειδικότερα η ερευνητική κοινότητα του ΕΚΕΦΕ «Δ» θα ήθελε να τονίσει τα ακόλουθα:

    •Οι βιαστικές, αποσπασματικές και ανυπόστατες συγχωνεύσεις των Ερευνητικών Κέντρων και μάλιστα με αλλαγή του νομικού καθεστώτος που τα διέπει, υποδηλώνουν την πρόθεση της Κυβέρνησης να επιφέρει ένα καίριο πλήγμα στο δημόσιο ερευνητικό σύστημα. Πρακτική ενάντια στη συνταγματική «επιταγή» που προβλέπει την προστασία της Παιδείας και της Έρευνας ως δημόσιο αγαθό.
    •Συγχωνεύσεις που, όπως και τον προηγούμενο Φεβρουάριο (εφαρμοστικός νόμος του μνημονίου ΙΙ, Ν4051-29/02/2012) όπου τα 56 Ερευνητικά Ινστιτούτα συγχωνεύτηκαν σε 31, εστιάζονταν στους ερευνητικούς φορείς που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ και μόνο. Καμία πρόβλεψη για την αξιολόγηση αλλά και ενοποίηση του ερευνητικού ιστού και εκτός ΓΓΕΤ.

    •Ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί στην ουσία τους οι πρόσφατες συγχωνεύσεις, δεν έχει γίνει αποτίμηση αυτών με επιστημονικά και οικονομικά κριτήρια και προωθούνται νέες συγχωνεύσεις που όχι μόνο παραγωγικές δεν θα είναι αλλά μόνο προβλήματα θα δημιουργήσουν, τόσο στους εργαζόμενους ατομικά όσο και στα όργανα διοίκησης.
    •Ξεπερνά κάθε όριο λογικής η αξιολόγηση Ερευνητικών Κέντρων, που η λειτουργία τους διέπεται από το Ν1514/85 περί Έρευνας, να γίνεται από υπηρεσιακούς παράγοντες του αναρμόδιου για θέματα Έρευνας και Καινοτομίας Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
    •Τροποποιώντας τον τρόπο διοίκησης μεμονωμένου Ερευνητικού Κέντρου καταλύεται το θεσμικό πλαίσιο για την Έρευνα (Ν1514/85) .

    Καταλύοντας κάθε έννοια συνταγματικότητας και νομιμότητας τα ανωτέρω υποδεικνύουν την σχεδιαζόμενη από την Κυβέρνηση πλήρη υποβάθμιση του Δημόσιου και Ακαδημαϊκού χαρακτήρα της Έρευνας, την υποβάθμιση της θέσης του Ερευνητή ως δημόσιου λειτουργού και την μετατροπή του πλαισίου λειτουργίας και των στόχων των δημόσιων ερευνητικών κέντρων.

    Σε αντίθεση με την Κυβέρνηση που φαίνεται να ξεχνά τη συμβολή της Έρευνας και της Καινοτομίας στην κοινωνία και στην οικονομική ανάπτυξη της Χώρας, η ερευνητική κοινότητα με αίσθηση κοινωνικής ευθύνης και λογοδοσίας θα ήθελε στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης να καταθέσει τα ακόλουθα:

    •Το ερευνητικό σύστημα της χώρας είναι ένας από τους παραγωγικούς τομείς της ελληνικής κοινωνίας που κρίνονται για τη λειτουργία και το έργο τους (ανά 5ετία από το 1995) με διαδικασίες και κριτήρια διεθνώς αποδεκτά.

    •Η Έρευνα και η Καινοτομία ιδιαίτερα στις σημερινές εξαιρετικά δυσμενείς οικονομικές συνθήκες αποτελούν βασικό μοχλό ανάπτυξης και παρέχουν θέσεις εργασίας σε νέους επιστήμονες οι οποίοι θα έφευγαν από τη Χώρα λόγω της αυξανόμενης ανεργίας.

    •Τα Ερευνητικά Κέντρα συνεισφέρουν στο Κράτος οικονομικά μέσω των εισροών από τα ανταγωνιστικά προγράμματα, της προβολής της Χώρας στο εξωτερικό και της παροχής θέσεων εργασίας σε προσωπικό αυξημένων προσόντων.

    Δεν είναι δυνατόν στη φάση της ανασυγκρότησης της Χώρας και στο βωμό της δήθεν ορθολογικής αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα να «καταστρέφουμε» τομείς παραγωγικούς και άμεσα συνδεδεμένους με την ανάπτυξη.

    Συνοψίζοντας, η ερευνητική κοινότητα του ΕΚΕΦΕ «Δ» στηρίζοντας το δημόσιο χαρακτήρα της Έρευνας και τη θέση του ερευνητή ως δημόσιου λειτουργού ζητά την απόσυρση των άρθρων του σχεδίου νόμου που αναφέρονται στις συγχωνεύσεις Ερευνητικών Κέντρων.
    Επιπλέον προτείνει ότι η όποια αναδιάρθρωση του συνόλου του ερευνητικού ιστού (άρα και εκτός ΓΓΕΤ) και ΑΕΙ θα πρέπει να γίνει συντεταγμένα με σχέδιο και όραμα και κυρίως μετά από ουσιαστική διαβούλευση με στόχο τη δημιουργία ενός ενιαίου παραγωγικού χώρου «Εκπαίδευσης – Έρευνας – Ανάπτυξης» με ισότιμη συμμετοχή των βασικών συντελεστών του.

    Για το Δ.Σ. του Σ.Ε.Δ.

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 15:28 | Μαρία Κετσετζοπούλου

    Σε μια γνωστή εφημερίδα έγραφε πρόσφατα ότι ‘όταν μια χώρα απειλείται ταυτόχρονα από οικονομική, κοινωνική και εθνική καταστροφή, με έναν τρόπο μπορεί να αντισταθεί: Αν διαθέτει πνευματική και επιχειρηματική ελίτ, πολιτικό σύστημα και κοινωνία που μπορούν να αντέξουν, προς του κοινό τους συμφέρον, το βάρος μιας, έστω πρόσκαιρης, συμμαχίας… αν αυτοί οι τρείς παράγοντες θεωρούν την ύπαρξή τους συνδεδεμένη με την επιβίωση της χώρας στο σύνολό της’. Αν υποθέσουμε ότι η παραπάνω άποψη κρύβει μια δόση αλήθειας, αναρωτιέται εύλογα κανείς στην κρίσιμη αυτή εποχή σε τι αποσκοπεί, τι ακριβώς εξυπηρετεί η προβλεπόμενη κατάργηση/ συγχώνευση του ΕΚΚΕ, του μοναδικού δημόσιου κέντρου για κοινωνική έρευνα, και μάλιστα χωρίς κανένα (τεκμηριωμένο) οικονομικό και κοινωνικό όφελος, με μια πράξη, όπως αναφέρεται ήδη από πολλούς, αντισυνταγματική, πρόχειρη, αποσπασματική, επιστημονικά ατεκμηρίωτη…

    Από πολλούς αναφέρεται επίσης, η ανάγκη για την προστασία του δημόσιου, ανεξάρτητου χαρακτήρα της έρευνας και ειδικότερα, της κοινωνικής έρευνας, σε μια εποχή όπου τα κοινωνικά προβλήματα οξύνονται. Αυτό που θα μπορούσε να προσθέσει κανείς είναι ότι σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες λειτουργούν ανεξάρτητα επιστημονικά κέντρα για κοινωνική έρευνα. Αξίζει να αναφερθούμε στην Βουλγαρία, μιά που η κατάσταση στη χώρα αυτή τελευταία συχνά συσχετίζεται με τις εξελίξεις στη χώρα μας. Παρά λοιπόν τις σημαντικές οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές τις τελευταίες δεκαετίες στη Βουλγαρία, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα (περιλαμβανομένου και του Εθνικού Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας) διατηρούν το δημόσιο χαρακτήρα τους και λειτουργούν στο πλαίσιο μιας Ανεξάρτητης Δημόσιας Ακαδημίας της επιστήμης.

    Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, όπως αυτό κατατέθηκε για διαβούλευση, προφανώς δεν αποσκοπεί σε επιστημονικά τεκμηριωμένο και συνολικό σχεδιασμό για τον ερευνητικό ιστό και την ερευνητική στρατηγική της Ελλάδας, όπως ο νόμος ορίζει. Ειδικότερα, το άρθρο 9 που αντισυνταγματικά και αποσπασματικά προβλέπει την κατάργηση/ συγχώνευση του ΕΚΚΕ, θα αποτελέσει μια ‘συμβολή’ στην υποβάθμιση και συρρίκνωση της έρευνας και του ερευνητικού ιστού της χώρας και είναι σαφές ότι επιβάλλεται η άμεση απόσυρσή του.
    Μαρία Κετσετζοπούλου, Δ/ντρια Ερευνών, ΕΚΚΕ

  • Η ανάλυση των άρθρων 9 και 15 αναδεικνύει όλο και μεγαλύτερες εκπλήξεις στον υποψιασμένο αναγνώστη, επιβεβαιώνοντας την πεποίθηση της Ερευνητικής Κοινότητας για την προχειρότητα της σύνταξης του νομοσχεδίου, αλλά και των προσωπικών ατραπών και επιλογών…
    Η παράγραφος 1δ του άρθρου 15 (γενικές διατάξεις) προβλέπει ότι: «Η σχέση έμμισθης εντολής των δικηγόρων που έχουν προσληφθεί και υπηρετούν στα νομικά πρόσωπα που καταργούνται με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 5, καθώς και με τις διατάξεις των περιπτώσεων α’ έως και δ’ της παραγράφου 10 του άρθρου 10 του παρόντος νόμου, λύεται αυτοδικαίως…».

    Επιπροσθέτως, το άρθρο 9 προβλέπει «Ένταξη του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου «Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών» (Ε.Κ.Κ.Ε.) στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου «Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών» (Ε.Ι.Ε.)». Σύμφωνα με την παρ. 1δ του άρθρου 15, οι έμμισθες υπηρεσίες των δικηγορικών /ου γραφείων/ου που παρέχουν/ει νομική συμβουλή στο ΕΚΚΕ θα μεταφερθούν στον νέο φορέα. Δοθέντος ότι το ΕΙΕ έχει τις δικές του νομικές υπηρεσίες, το νέο υβριδικό μόρφωμα θα αποκτήσει ενισχυμένη νομική υποστήριξη με επιπλέον κόστος. Το εύλογο ερώτημα κ. Υπουργέ της Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης είναι ποιος θα αναλάβει το επιπλέον κόστος της ενισχυμένης νομικής υποστήριξης; Μήπως τα έσοδα από τα ερευνητικά προγράμματα των δύο θετικών κέντρων του ΕΙΕ ; Βεβαίως, τέτοιες ουσιαστικές λεπτομέρειες θεωρήθηκαν μάλλον ασήμαντες από τον συντάκτη του νομοσχεδίου!

    Αλκιβιάδης-Κωνσταντίνος Κεφαλάς
    Δντης Ερευνών
    Ινστιτούτο Θεωρητικής και Φυσικής Χημείας
    ΕΙΕ

  • 5 Οκτωβρίου 2012, 10:19 | Παναγ. Μιχαηλάρης

    Τα κεντρικά στοιχεία τα οποία θα δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην ένταξη του ΕΚΚΕ στο ΕΙΕ έχουν επισημανθεί από πολλούς συναδέλφους, πράγμα που αναδεικνύει την σοβαρότητά τους και δημιουργεί την πεποίθηση ότι δεν έχει προηγηθεί από τους υπεύθυνους σοβαρή αντιμετώπισή τους.
    α) Η σύνθετη ονομασία ΕΙΕ+…. ίσως δεν είναι από τα σοβαρότερα επειδή, νομίζω, ότι ο χρόνος και η χρήση θα οδηγήσουν σε λύση που θα γίνει από ολους αποδεκτή έστω και ατύπωγς
    β) Η εκπροσώπηση όμως του ΕΚΚΕ όπως προτείνεται στη Διοίκηση του νέου φορέα είναι σοβαρή ανωμαλία αλλά και νομικά ασταθής, αφού προϋποθέτει δύο εκπροσωπήσεις σε ενιαίο φορέα
    γ) Ακόμα πιο σοβαρότερο από όλα αυτά βέβαια αναδεικνύεται όμως το πρόβλημα της οικονομικής εξασφάλισης λειτουργίας του νέου φορέα, αφού δεν προβλέπεται η περαιτέρω χρηματοδότησή του.

  • 4 Οκτωβρίου 2012, 22:45 | Μ. Παντελίδου/ Kαθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών

    Το ΕΚΚΕ, μόνος εθνικός φορέας κοινωνικής έρευνας, κεντρικό πεδίο πρακτικής άσκησης νέων κοινωνικών επιστημόνων, βασική δομή έρευνας κοινωνικών προβλημάτων και αλλαγών, ιστορικός φορέας έρευνας της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας στην Ελλάδα, φυτώριο νέων ερευνητών στις κοινωνικές επιστήμες, δομή μεγαλόψυχης στήριξης νεωτερικών και κριτικών προσεγγίσεων ακόμη και «εξωτερικών συνεργατών», το ΕΚΚΕ της αναζήτησης, της αμφισβήτησης, της κριτικής και της δημιουργίας δεν αξίζει τέτοια τύχη. Μόνο κοντόφθαλμες, ανεπεξέργαστες και ανυποψίαστες πολιτικές θα επεδίωκαν να το υποβαθμίσουν, φτωχαίνοντας την ερευνητική και ακαδημαϊκή παραγωγή στην Ελλάδα της κρίσης. Καμία διέξοδος στην κρίση δεν μπορεί να βρεθεί, αν δεν μελετηθούν οι πολιτισμικές και κοινω νικές συνιστώσες της διαμόρφωσής της, αν δεν διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο βιώνεται και αν δεν εκπαιδευτούν νέοι/ες ερευνητές/τριες για να «φανταστούν υπέυθυνα το μέλλον» μας, όπως θα έλεγε ο Κ.Τσουκαλάς, παλαιός πρόεδρός του.

  • 4 Οκτωβρίου 2012, 20:33 | Αλιπράντης Ανδρέας

    Το άρθρο 9 του εν λόγω Σχεδίου Νόμου παραβιάζει ευθέως το Σύνταγμα εφόσον χάνεται η συνταγματικά κατοχυρωμένη νομική υπόσταση και αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ (νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου) που αποτελούν απαραίτητες εγγυήσεις για την προαγωγή της έρευνας ως δημόσιου αγαθού.
    Με το ίδιο άρθρο προωθείται η άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας του υπηρετούντος ερευνητικού, επιστημονικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, αφού για το μόνιμο προσωπικό προβλέπεται «μετατροπή της σχέσης εργασίας σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου».
    Το εν λόγω Σχέδιο Νόμου συνιστά πιλοτική εφαρμογή παραβιάσεων συνταγματικά κατοχυρωμένων αγαθών και δικαιωμάτων που είναι πολύ πιθανό να επεκταθούν στο χώρο της δημόσιας παιδείας και έρευνας αλλά και σε ολόκληρο το δημόσιο τομέα.
    Με το εν λόγω άρθο καταργείται ένα ερευνητικό κέντρο με 60 χρόνια παρουσία και σημαντικό έργο στη διερευνηση των κοινωνικών εξελίξεων και τις κοινωικές διαστάσεις στη χώρα μας. Αποτελεί το μοναδικο ερευνητικό κέντρο στην Ελλάδα με ακαδημαικό χαρακτήρα στο οποίο απασχολούνται Κοινωνικοί επιστημπνες υψηλού επιπέδου και το οποίο υλοποιεί σημαντικά έργα τόσο ευρωπαικά όσο και εθνικά.

  • 4 Οκτωβρίου 2012, 20:37 | Αλιπράντη Λαόυρα

    Με το εν λόγω Σχέδιο Νόμου η έρευνα και οι φορείς που την υπηρετούν «εκχωρούνται» από το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας στο αναρμόδιο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
    Το άρθρο 9 του εν λόγω Σχεδίου Νόμου παραβιάζει ευθέως το Σύνταγμα εφόσον χάνεται η συνταγματικά κατοχυρωμένη νομική υπόσταση και αυτοτέλεια του ΕΚΚΕ (νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου) που αποτελούν απαραίτητες εγγυήσεις για την προαγωγή της έρευνας ως δημόσιου αγαθού.
    Με το ίδιο άρθρο προωθείται η άρση της συνταγματικά κατοχυρωμένης μονιμότητας του υπηρετούντος ερευνητικού, επιστημονικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, αφού για το μόνιμο προσωπικό προβλέπεται «μετατροπή της σχέσης εργασίας σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου»,
    Το εν λόγω Σχέδιο Νόμου συνιστά πιλοτική εφαρμογή παραβιάσεων συνταγματικά κατοχυρωμένων αγαθών και δικαιωμάτων που είναι πολύ πιθανό να επεκταθούν στο χώρο της δημόσιας παιδείας και έρευνας αλλά και σε ολόκληρο το δημόσιο τομέα.
    Με το εν λόγω άρθο καταργείται ένα ερευνητικό κέντρο με 60 χρόνια παρουσία και σημαντικό έργο που έχει σαν αντικείμενο τη διεύρενηση των κοινωνικών εξελίξεων στη χώρα μας και την κοινωνικη αυτογνωσία.

  • Με ιδιαίτερη ικανοποίηση η Ερευνητική Kοινότητα διαπίστωσε ότι στην ενημέρωση των μελών της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής την 27-9-2012, σχετικά με τις δραστηριότητες της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, ο αρμόδιος Γενικός Γραμματέας κ. Β. Μάγκλαρης, σαφώς τοποθετήθηκε υπέρ της διατήρησης του ονόματος των Ερευνητικών Κέντρων και συνεπώς και του ΕΙΕ.
    Δυστυχώς όμως,στο εμφανιζόμενο προσχέδιο της συγχώνευσης του ΕΙΕ με το ΕΚΚΕ,το οποίο αποτελεί και χαρακτηριστικό παράδειγμα κακοποίησης της Ελληνικής γλώσσας, η εισήγηση του αρμοδίου κ. Μάγκλαρη όσο αφορά το όνομα του ΕΙΕ, δεν ακολουθήθηκε από τους αναρμόδιους εισηγητές του κειμένου, εξυπηρετώντας ίσως διάφορες εμφανείς η αφανείς πολιτικές ή και προσωπικές σκοπιμότητες.Εναπόκειται πλέον στον φέροντα την πολιτική ευθύνη αρμόδιο υπουργό η διόρθωση των υπερβολών του νομοσχεδίου.

    (http://www.hellenicparliament.gr/Vouli-ton-Ellinon/ToKtirio/Fotografiko-Archeio/#e9622266-4f00-41a8-a765-8140b4701578) , 53:47-55:40

    Αλκιβιάδης-Κωνσταντίνος Κεφαλάς
    Δντης Ερευνών
    ΕΙΕ, Ινστιτούτο Θεωρητικής και Φυσικής Χημείας,