Κατά την τελευταία δεκαετία, το βασικό χρηματοδοτικό εργαλείο των δράσεων ΤΠΕ και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στην Ελλάδα ήταν τα προγράμματα των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών Ταμείων (Κοινωνικό Ταμείο, Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, Ταμείο Συνοχής), τα οποία, μέσω του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (2000-2006) και του Εθνικού Πλαισίου Στρατηγικής Αναφοράς (2007-2013) παρείχαν τους απαιτούμενους πόρους για την ανάπτυξη νέων συστημάτων αλλά και πόρους για την πιλοτική τους λειτουργία.
Η λειτουργική ένταξη και η αφομοίωση των επενδύσεων και των νέων συστημάτων στην καθημερινότητα της Δημόσιας Διοίκησης ήταν μέχρι τώρα περιορισμένη κυρίως για τους κάτωθι λόγους:
• Οι δομές που υλοποιούσαν τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα λειτουργούσαν διακριτά και παράλληλα με αυτές της Δημόσιας Διοίκησης και είχαν ως βασικό μέλημα την απορρόφηση μέσα από την επιτυχή εκτέλεση συμβάσεων.
• Οι δομές αυτές ενέκριναν και υλοποιούσαν χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, με ανεπαρκείς προβλέψεις των απαιτούμενων ανθρώπινων και υλικών πόρων και με ελλιπείς ενδείξεις βιωσιμότητας των έργων και επιχειρησιακής ετοιμότητας των φορέων υλοποίησης. Ανεπαρκής ήταν συνήθως και η εξασφάλιση των πόρων λειτουργίας του έργου μετά το πέρας της χρηματοδότησης αλλά και η ουσιαστική σύνδεση του έργου με τον αρμόδιο φορέα Δημόσιας Διοίκησης.
Η Δημόσια Διοίκηση, προκειμένου να αποφύγει τα σφάλματα του παρελθόντος, θα διασφαλίσει αφενός την ολοκλήρωση των εκκρεμοτήτων από την προηγούμενη προγραμματική περίοδο και αφετέρου, κατά τη νέα προγραμματική περίοδο ότι:
Κατά το σχεδιασμό των έργων και των δράσεων Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ο σχεδιαζόμενος προϋπολογισμός θα συμπεριλαμβάνει το κόστος επένδυσης και το κόστος βιωσιμότητας και ένταξης του έργου «στην καθημερινότητα» της Δημόσιας Διοίκησης. Η χρηματοδότη των επενδύσεων θα προϋπολογίζεται από τα διαρθρωτικά ταμεία ενώ η χρηματοδότηση των λειτουργικών αναγκών θα προϋπολογίζεται από την ανακατανομή των πόρων των φορέων της Δημόσιας Διοίκησης.
Όπου αυτό είναι εφικτό, θα συνάπτονται συμφωνίες πλαίσιο καθώς και ΣΔΙΤ. Επίσης θα προτιμάται η προμήθεια υπηρεσιών αντί λογισμικού και υποδομών (Software as a Service-SaaS, Infrastructure as a Service-IaaS) και θα εξετάζεται η δυνατότητα υλοποίησης έργων με διαδικασίες ευέλικτης ανάπτυξης λογισμικού.
Η εμπλοκή των υπαλλήλων – χρηστών των φορέων της Δημόσιας Διοίκησης θα είναι συνεχής για το σύνολο του κύκλου ζωής του έργου, ξεκινώντας από το σχεδιασμό έως και την πραγματική λειτουργία τους, ώστε το έργο να είναι βιώσιμο μετά από την ολοκλήρωση του και τη διακοπή της χρηματοδότησης.
Οι σχετικές διαγωνιστικές διαδικασίες θα απλουστευτούν και θα συντομευτεί το χρονικό διάστημα ολοκλήρωσής τους.
Οι στόχοι των απορροφήσεων θα εξετάζονται και αξιολογούνται από κοινού με τους στόχους της μείωσης των λειτουργικών δαπανών και των στρατηγικών κατευθύνσεων που καλούνται να καλύψουν.
Αντί να προσπαθούμε μέσα σε μισή σελίδα να βάλουμε τα πρότυπα για τα Πληροφορικά Συστήματα του Δημόσιου Τομέα, η Στρατηγική ΗΔ (στο παρόν ή άλλο κεφάλαιο) πρέπει να θεσπίσει (επιτέλους) την Αρχιτεκτονική Πληροφοριακών Συστημάτων του Δημόσιου Τομέα.
Αυτή η Αρχιτεκτονική θα συντηρείται και θα επικαιροποιείται ΣΥΝΕΧΩΣ, ανάλογα με τα κάθε φορά ισχύοντα πρότυπα αλλά και τις νέες τάσεις.
Όπως και με το Πλαίσιο Διαλειτουργικότητας, κάθε ΠΣ του Δημόσιου Τομέα πρέπει να είναι συμβατό με την Αρχιτεκτονική, ανάλογα με τον τύπο του. Έτσι, και θα χρησιμοποιήσουμε μεθόδους «cloud» που τόσο αρέσουν στον συγγραφέα αλλά και θα προδιαγράφουμε τις κατάλληλες μεθοδολογίες ανάπτυξης κι συντήρησης.
Επίσης, «μέσα» δεν είναι μόνο τα λειτουργικά πληροφορικά συστήματα. Εκτός της παραπάνω Γενικής Αρχιτεκτονικής (enterprise architecture), σημαντικά συστήματα-θεσμοί πρέπει να είναι:
– Το κεντρικό μητρώο διαδικασιών (ενοποιημένες διαδικασίες για ομοειδείς φορείς)
– Το κεντρικό μητρώο web services
– Το πλαίσιο διαλειτουργικότητας
– Το πλαίσιο αυθεντικοποίησης
Βασικό είναι πως πρέπει να δομηθούν και να οργανωθούν οι υπηρεσίες των μόνιμων υπαλλήλων πληροφορικής που θα υποστηρίζουν και θα αξιοποιουν όλες τις εφαρμογες.
Δε γίνεται να βασιστεί η στήριξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης σε εταιρίες που σήμερα θα είναι και αύριο όχι.
Πέρα από τις βασικές κατευθύνσεις στρατηγικής, θα ήταν χρήσιμο να κοινοποιηθεί η τρέχουσα κατάσταση και το πλάνο υλοποίησης του έργου «Προσδιορισμός μιας Ενιαίας Πολιτικής για την προμήθεια, χρήση, λειτουργία, διαχείριση, συντήρηση και εξέλιξη βασικών πληροφοριακών υποδομών» που έχει «αναλάβει» η ΚτΠ ΑΕ και, βέβαια, το πώς οι στρατηγικές επιλογές θα επηρεάσουν (και θα επηρεαστούν από) τις σχετικές μελέτες.
(Οι διακηρύξεις των υποέργων είχαν δοθεί προς δημόσια διαβούλευση στα μέσα του 2013 αλλά έκτοτε δεν υπάρχει κάτι νεότερο).
ΤΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΤΕΡΟ ΜΕΣΟ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΟΙΝΟ ΣΤΑΘΕΡΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ, ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΕΜΠΛΕΚΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΤΕΛΙΚΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ. ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΔΕΝ ΘΑ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΑΝΑ ΤΑΚΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ, ΜΕ ΣΥΝΑΚΟΛΟΥΘΗ ΤΗ ΣΠΑΤΑΛΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ. ΑΝ ΤΟ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟ ΑΥΤΟ ΕΧΕΙ ΑΝΑΠΤΥΧΘΕΙ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Ή ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ, ΤΟΤΕ ΤΟΣΟ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ, ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΘΑ ΦΕΥΓΕΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ.
Η υλοποίηση έργων με βάση εκτενείς προδιαγραφές καταλήγει συχνότατα σε άχρηστα πληροφοριακά συστήματα. Αντί αυτού να δοθεί έμφαση α) σε διαδικασίες ευέλικτης ανάπτυξης λογισμικού (agile software development) και β) στην προμήθεια υπηρεσιών αντί λογισμικού και υλικού.
Η χρηματοδότηση των έργων ΤΠΕ μέσω των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών Ταμείων τα επιβαρύνει με σημαντικότατη γραφειοκρατία και μειώνει την ευελιξία υλοποίησής τους (π.χ. με την υλοποίηση υπερβολικά μεγάλων έργων σε βάρος στοχευμένων παρεμβάσεων) σε βαθμό που συχνά τα αποτελέσματα είναι αρνητικά. Αν πιστεύομε ως κράτος και κοινωνία στην αξία των έργων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης θα πρέπει αυτά να χρηματοδοτούνται απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Παράλληλα με τα παραπάνω και τα αναφερόμενα στο κείμενο θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να απλοποιηθεί ριζικά το θεσμικό πλαίσιο ανάθεσης και παρακολούθησης των συμβάσεων με στόχο την προσέλκυση φορέων υλοποίησης με τεχνολογική επάρκεια, σύγχρονη τεχνογνωσία και σεβασμό προς τον πελάτη, κάτι που σήμερα συχνά απουσιάζει από τις αναθέσεις έργων ΤΠΕ.