1. Της Αρχής προΐσταται ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης (ΓΕΔΔ), πρόσωπο εγνωσμένου κύρους, που διαθέτει υψηλή επιστημονική συγκρότηση και απολαμβάνει ευρείας κοινωνικής αποδοχής.
2. Ο ΓΕΔΔ επιλέγεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ο οποίος και εκδίδει την απόφαση διορισμού εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. Η θητεία του είναι πενταετής και μπορεί να ανανεώνεται με την ίδια διαδικασία.
3. Ο ΓΕΔΔ παύεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ύστερα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, για ανεπάρκεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, καθώς και για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω νόσου ή αναπηρίας σωματικής ή πνευματικής.
4. Ο ΓΕΔΔ επικουρείται στο έργο του από τον Αναπληρωτή Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ο οποίος ασκεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται και αναπληρώνει τον ΓΕΔΔ όταν απουσιάζει ή κωλύεται. Ως Αναπληρωτής ΓΕΔΔ επιλέγεται άτομο εγνωσμένου κύρους, που διαθέτει υψηλή επιστημονική συγκρότηση.
Ο Αναπληρωτής ΓΕΔΔ διορίζεται με Απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μετά από πρόταση του ΓΕΔΔ, η θητεία του είναι πενταετής και λήγει αυτοδίκαια με τη λήξη της θητείας του ΓΕΔΔ.
5. Ο Αναπληρωτής ΓΕΔΔ παύεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μετά από πρόταση του ΓΕΔΔ, για ανεπάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων του, καθώς και για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω νόσου ή αναπηρίας σωματικής ή πνευματικής
6. Ο ΓΕΔΔ και ο Αναπληρωτής ΓΕΔΔ κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απολαύουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και υπάγονται στην ειδική δωσιδικία των άρθρων 111 παρ. 7 και 112 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σε περίπτωση που διώκονται ή ενάγονται για πράξη ή παράλειψη κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, παρίστανται μετά από αίτησή τους ενώπιον των δικαστηρίων με μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
7. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ΓΕΔΔ και του Αναπληρωτή ΓΕΔΔ αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς και των επιχειρήσεων τους, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Επίσης αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος.
Ο χρόνος υπηρεσίας του ΓΕΔΔ και του Αναπληρωτή ΓΕΔΔ, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια.
Η θητεία του Αναπληρωτή ΓΕΔΔ, σε περίπτωση κατά την οποία είναι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος ή όργανο ή λειτουργός φορέων του Δημοσίου ή υπάλληλος με σύμβαση Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου, λογίζεται ως θητεία Γενικού Διευθυντή.
Εάν ο Αναπληρωτής ΓΕΔΔ επιλεγεί από τους υπηρετούντες στην Αρχή Συντονιστές Επιθεωρητές ή Επιθεωρητές, με τη λήξη της θητείας του επανέρχεται στα καθήκοντα που ασκούσε προ του διορισμού του.
Σύμφωνα με το άρθρο 101Α Σ προβλέπεται ότι τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών πρέπει να έχουν τα ανάλογα με τις αρμοδιότητες των αρχών προσόντα και επιλέγονται με απόφαση της διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής κατά την διαδικασία που ορίζει ο κανονισμός της Βουλής (ΚΕΒ ‘αρθρο 14 παρ. δ’). Η λειτουργική ανεξαρτησία συνίσταται στον αποκλεισμό του ιεραρχικού ελέγχου (προληπτικού ή κατασταλτικού, νομιμότητας ή σκοπιμότητας, κατωτ. αρ. 248 και 249) από τα κυβερνητικά όργανα και γενικότερα τον αποκλεισμό οποιουδήποτε ελέγχου από όργανα, της εκτελεστικής εξουσίας σχετικού με την ουσία του έργου το οποίο περιλαμβάνεται στην αρμοδιότητα τους. Υπόκεινται όμως σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής (ΚΕΒ άρθρο 14 περιπτ. ε’ και άρθρο 138Α).
Πιστεύω ότι θα αυξηθεί η ανεξαρτησία και η λειτουργική αποτελεσματικότητα της Νέας Αρχής, αν την δυνατότητα παύσης του ΓΕΔΔ και του Αναπληρωτή του την έχει πολυμελές όργανο και όχι πρόσωπο που ανήκει στην εκτελεστική λειτουργία του κράτους. Η Βουλή των Ελλήνων και ειδικότερα η Διάσκεψη των Προέδρων ή η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής θα μπορούσε να συμμετάσχει στην διαδικασία λήψης απόφασης για την παύση του ΓΕΔΔ και του αναπληρωτή του. Μόνο μέσω της διαφάνειας του διαδικασιών που είναι εφικτό να γίνει από την Βουλή μπορεί να κατοχυρωθεί η ανεξαρτησία της νέας Αρχής στην Ελληνική Έννομη Τάξη.
Θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η ανεξαρτησία της νέας αρχής από την εκτελεστική εξουσία και να προστατευτεί ακόμη περισσότερο το θεσμικό κύρος της με την συμμετοχή της Βουλής των Ελλήνων στην διαδικασία επιλογής των μελών διοίκησης της Νέας Αρχής.
Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα παραδείγματα των κάτωθι Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών Α.Δ.Α. : «Συνήγορος του Πολίτη» (Ν. 2477/1997) όπου ο επικεφαλής της Αρχής επιλέγεται από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής , «Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης» (Ν. 3863/2000 και Ν. 3052/2002) , στην διαδικασία επιλογής υφίσταται συμμετοχή της Διασκέψεως των Προέδρων της Βουλής. Στο «Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού» (Ν. 2190/1994), τα μέλη του εγκρίνονται από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και διορίζονται με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα. Αντίστοιχα στην «Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών» (Ν. 3115/2003), υφίσταται έγκριση της επιλογής των μελών της από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής. Επίσης στην «Επιτροπή Ανταγωνισμού» (Ν. 703/77, Ν. 2996/95, Ν 2837/2000), η αρμόδια επιτροπή της Βουλής διατυπώνει άποψη για την Επιτροπή Διοίκησης της ανωτέρω Αρχής.
Η συμμετοχή της Βουλής θα αυξήσει την «δημοκρατική νομιμοποίηση» του νέου θεσμού. Πιστεύω, ότι πριν την έγκριση από το Υπουργικό Συμβουλίου η πρόταση για τα μέλη διοίκησης της νέας αρχής να τίθεται υπό έγκριση ή έστω διατύπωση γνώμης από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής ή από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας στην Βουλή.
να διαγραφεί το άρθρο 1 και να συγχωνευθούν-διαγραφούν τα άρθρα 2 έως 11. Να διατηρηθούν μόνο οι βελτιώσεις του υφισταμένου θεσμικού πλαισίου ως προς τις αρμοδιότητες του σημερινού ΓΕΔΔ και την ελεγκτική δράση των σωμάτων επιθεώρησης.
Το μόνο που διακρίνεται στη λογική αυτής της κατανομής ευθυνών και δικαιοδοσιών είναι μια ιεραρχική δομή άνευ προηγουμένου. Η ροή εργασίας, αντιθέτως, θα έπρεπε να ρέει ομαλά και κυρίως ομαδικά.
Αφού όμως τελικά έτσι θα μείνει, προτείνω να προστεθεί:
1.Η θητεία του ΓΕΔΔ και του αναπληρωτή ΓΕΔΔ να λήγει και σε περίπτωση που η Αρχή της οποίας προΐστανται δεν πετύχει την επιθυμητή στοχοθεσία της όπως αυτή καθορίζεται στις διατάξεις του ν. 3230/2004, «Σύστημα της Διοίκησης μέσω Στόχων».
Διότι ως γνωστό: ο συντονιστής μιας ομάδας έργου έχει την ευθύνη των στόχων της, αφού έχει στη διάθεσή του: α)τα κατάλληλα εργαλεία – μέσα, β)τις κατάλληλες συντονιστικές ικανότητες και γ)συνεργάτες με τα απαιτούμενα για το συγκεκριμένο έργο, προσόντα και εμπειρία.
Στην περίπτωσή μας, τα κατάλληλα εργαλεία δημιουργούνται με τις υπό διαβούλευση διατάξεις, η επιλογή κατάλληλων συνεργατών είναι έτσι κι αλλιώς ευθύνη της Επιτροπής αξιολόγησης της Αρχής και ζητούμενο είναι οι ικανότητες του συντονιστή.
Θα μπορούσε να γραφτεί κι έτσι:
Άρθρο 2.
1. Της Αρχής προΐσταται ο ΓΕΔΔ (στέλεχος ΔΗΜΑΡ)
2. Ο ΓΕΔΔ είναι ανεξάρτητο όργανο, αφού επιλέγεται από το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από πρόταση του υπουργού Διοικητικής μεταρρύθμισης. Η θητεία του είναι πενταετής, δηλαδή τουλάχιστον μια δεκαετία…
3.αφού ο ΓΕΔΔ παύεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης ύστερα από απόφαση του Υ.Σ, για ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥ [..]δηλαδή ποτέ, γιατί μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει παυθεί για ανεπάρκεια.
4.Ο ΓΕΔΔ επικουρείται στο έργο του από τον Αναπληρωτή Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, (σημερινό Ειδικό Γραμματέα του ΣΕΕΔΔ, κόβω το κεφάλι μου), η θητεία του οποίου θα ακολουθήσει την πορεία του ΓΕΕΔΔ.
Θα μου πείτε πως αλλιώς να γίνει, στην Ελλάδα ζούμε!