Αρχική Ανάπτυξη καταδυτικού τουρισμού, ρυθμίσεις αναπτυξιακού χαρακτήρα, ρυθμίσεις για κολυμβητικές δεξαμενές εντός τουριστικών καταλυμάτων, σήμα πιστοποίησης glamping και λοιπές διατάξειςΆρθρο 55 Χορήγηση Σήματος Glamping σε επιχειρήσεις πραγματοποίησης έργων σε προστατευόμενες περιοχέςΣχόλιο του χρήστη Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία | 9 Μαρτίου 2020, 13:59
Σχόλια Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας επί του Σχεδίου νόμου «Ανάπτυξη καταδυτικού τουρισμού, ρυθμίσεις αναπτυξιακού χαρακτήρα, ρυθμίσεις για κολυμβητικές δεξαμενές εντός τουριστικών καταλυμάτων, σήμα πιστοποίησης glamping και λοιπές διατάξεις»» Σε σχέση με το Σχέδιο νόμου του Υπουργείου Τουρισμού, το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 24.2.2020 και μέχρι τις 9.3.2020, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (στο εξής, «Ορνιθολογική») έχει τα ακόλουθα σχόλια. Η Ορνιθολογική επισημαίνει προκαταρκτικώς ότι είναι σύμφωνη με τις ενέργειες ανάδειξης του τουρισμού της χώρας, εφόσον όμως γίνονται στο πλαίσιο του σεβασμού των οικοτόπων και της βιοποικιλότητας, σύμφωνα με τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/ΕΕ για τα άγρια πτηνά, οι οποίες πρέπει να γίνονται σεβαστές από τη διοίκηση όταν θεσπίζει μέτρα σε προστατευόμενες περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό, η Ορνιθολογική έχει τα ακόλουθα σχόλια σε σχέση με τα άρθρα 15 και 55 του Σχεδίου νόμου. Ι. Επί των άρθρων 15 και 55 του Σχεδίου νόμου 1. Το Σχέδιο νόμου προβλέπει την άσκηση δραστηριοτήτων εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 σε δύο περιπτώσεις: 2. Κατ’ αρχάς, στο άρθρο 15 παρ. 3 του Σχεδίου νόμου, το οποίο τροποποιεί το άρθρο 13 παρ. 7 του ν. 3409/2005, αναφέρεται ότι «Ο κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου χαρακτηρισμός είναι δυνατόν να περιλαμβάνει ή να αναφέρεται σε θαλάσσια περιοχή που έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000 κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του ν. 4014/2011 (Α΄ 209) και τις λοιπές σχετικές διατάξεις ή σε Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο ή άλλη προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή ή σε τμήματα τέτοιων περιοχών». Σε σχέση με έργα και δραστηριότητες που υλοποιούνται στις περιοχές του δικτύου Natura 2000, το Σχέδιο νόμου παραπέμπει στο άρθρο 10 του ν. 4014/2011 που προσδιορίζει τις διαδικασίες αδειοδότησης, στις οποίες περιλαμβάνεται η Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (ως τμήμα της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων). 3. Κατά την ανωτέρω διάταξη, τα καταδυτικά πάρκα του Σχεδίου νόμου είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν και θαλάσσιες περιοχές του δικτύου Natura 2000 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. 4. Περαιτέρω, τα άρθρα 50 έως 55 του Σχεδίου νόμου ρυθμίζουν το λεγόμενο «glamping», ήτοι, κατά το Σχέδιο νόμου, την «εμπειρία πολυτελούς διαμονής στη φύση, σε τουριστικά καταλύματα στην ύπαιθρο» που μπορούν να ανεγερθούν, μεταξύ άλλων και σε περιοχές του δικτύου Natura 2000. 5. Σύμφωνα με το άρθρο 55 παρ. 2 του Σχεδίου νόμου, «Για προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura απαιτείται προηγούμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση του άρθρου 10 του ν. 4014/2011 (Α΄ 209), βάσει σχετικής απόφασης της αρμόδιας Αρχής, που εκδίδεται κατόπιν υποβολής Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης και δήλωσης υπαγωγής σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ)». ΙΙ. Επί της άσκησης καταδυτικού τουρισμού και δραστηριοτήτων «glamping» εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 6. Όσον αφορά την άσκηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 55 του Σχεδίου νόμου εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000, η Ορνιθολογική υπενθυμίζει ότι εφαρμόζεται το άρθρο 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, όπως αυτό έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία είναι δεσμευτική για τη διοίκηση. 7. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, η άσκηση της δραστηριότητας επιτρέπεται μόνο εφόσον οι αρμόδιες αρχές, αφού έχουν εντοπίσει όλες τις πτυχές του εν λόγω σχεδίου που θα μπορούσαν, καθαυτές ή σε συνδυασμό με άλλα σχέδια, να επηρεάσουν την επίτευξη των στόχων διατήρησης του οικείου τόπου και αφού έχουν λάβει υπόψη τις πιο προωθημένες επιστημονικές γνώσεις επί του θέματος, έχουν βεβαιότητα – υπό την έννοια της απουσίας οποιασδήποτε εύλογης αμφιβολίας από επιστημονικής απόψεως – ότι αυτή δεν θα έχει επιβλαβείς συνέπειες για την ακεραιότητα του συγκεκριμένου τόπου. Αν οι αρμόδιες εθνικές αρχές διατηρούν αμφιβολίες ως προς την απουσία επιβλαβών συνεπειών των σχεδίων αυτών για την ακεραιότητα τέτοιων τόπων είναι υποχρεωμένες να μην εγκρίνουν την εκτέλεση σχεδίου ή δραστηριότητας. 8. Μάλιστα, το άρθρο 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ προβλέπει δύο διακριτά στάδια πριν την αδειοδότηση μιας δραστηριότητας εντός περιοχής του δικτύου Natura 2000: Το στάδιο του «προελέγχου» (όπου εξετάζεται εάν το σχέδιο είναι ικανό να επηρεάσει κατά τρόπο σημαντικό τον οικείο τόπο) και το στάδιο της «δέουσας εκτίμησης» (όπου εντοπίζονται όλες οι πτυχές του σχεδίου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους σκοπούς διατηρήσεως του οικείου τόπου και καθορίζεται εάν θα εκτελεστεί το έργο ή η δραστηριότητα). 9. Επιπλέον, σε περιοχές του δικτύου Natura 2000 επιτρέπονται αποκλειστικά (α) μέτρα διατηρήσεως και (β) μέτρα προλήψεως των επιπτώσεων (ή μέτρα αποτροπής ή μέτρα μείωσης ή μετριασμού). Αντιθέτως, δεν επιτρέπονται αντισταθμιστικά μέτρα των επιπτώσεων, δηλαδή μέτρα που αποσκοπούν στην εκ των υστέρων αντιστάθμιση των συγκεκριμένων συνεπειών», δηλαδή συνεπειών που έχουν ήδη επέλθει. 10. Κατά τα ανωτέρω, οποιαδήποτε δραστηριότητα πρόκειται να ασκηθεί εντός των περιοχών του δικτύου Natura 2000 θα πρέπει να σέβεται απαρέγκλιτα τους ανωτέρω κανόνες. Σε αντίθετη περίπτωση, θα θεμελιώνεται παραβίαση της ενωσιακής νομοθεσίας. 11. Προς επίρρωση των ανωτέρω, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε τον Ιούνιο του 2019 Κατευθύνσεις σε σχέση με το πώς η εκμετάλλευση της φυσικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς, μέσω δράσεων τουρισμού, μπορεί να λάβει χώρα εντός των περιοχών του δικτύου Natura 2000 (EUROPEAN COMMISSION, Natural and Cultural Heritage in Europe: Working together within the Natura 2000 network) 12. Στις εν λόγω Κατευθύνσεις, η Επιτροπή αναφέρει ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα οικολογικά χαρακτηριστικά του εκάστοτε οικοτόπου. Συγκεκριμένα, υπάρχουν είδη, τα οποία είναι ευαίσθητα και οχλούνται από την παρουσία οποιασδήποτε ανθρωπογενούς δραστηριότητας. Αντίστοιχα, υπάρχουν οικότοποι όπου διαβιούν είδη που τελούν σε κρίσιμο καθεστώς διατήρησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν θα επιτρέπεται η άσκηση δραστηριοτήτων όπως αυτές που περιγράφονται στο Σχέδιο νόμου. Κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα πρέπει να εξετάζεται η φέρουσα ικανότητα (carrying capacity) του εκάστοτε οικοτόπου, πριν την αδειοδότηση οποιασδήποτε δραστηριότητας και, κατά περίπτωση, να εφαρμόζεται «ζωνοποίηση», με περιοχές αποκλεισμού για την προστασία ειδών και οικοτόπων. 13. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι οι περιοχές που αποτελούν το δίκτυο Natura 2000 έχουν επιλεγεί από τα κράτη μέλη λόγω των μοναδικών τους οικολογικών χαρακτηριστικών και έχει κριθεί ότι η διατήρησή τους είναι σημαντική για τη διαβίωση του ανθρώπου. Για τον λόγο αυτό, η άσκηση οποιασδήποτε δραστηριότητας σε αυτές τις περιοχές θα πρέπει να τηρεί απαρέγκλιτα τις απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας. IΙΙ. Τελικές επισημάνσεις 14. Η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι η απώλεια βιοτόπων ασκεί ήδη αφόρητη πίεση στη βιοποικιλότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (European Environment Agency) που δημοσιεύθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2019 και περιέχει αδιάσειστες και επιστηµονικά τεκµηριωµένες θέσεις, «[η] Γη βιώνει πλέον μια εξαιρετικά ταχεία απώλεια βιοποικιλότητας και περισσότερα είδη απειλούνται με εξαφάνιση σήμερα σε σχέση με οποιαδήποτε προηγούμενη στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας». 15. Για τον λόγο αυτό, όλες οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες – όπως είναι και ο τουρισμός – θα πρέπει να σχεδιάζονται με γνώμονα να μην την επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο. Στο πλαίσιο αυτό, οι προτάσεις του Σχεδίου νόμου θα πρέπει να σέβονται απόλυτα την ενωσιακή νομοθεσία που αφορά τους οικοτόπους του δικτύου Natura 2000. Η Ορνιθολογική υπενθυμίζει ότι το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων που έχει την ίδια νομική ισχύ όπως οι Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. άρθρο 6 παρ. 1 ΣΕΕ) και, επομένως, κατισχύει του ελληνικού δικαίου, αναγνωρίζει ως διακριτό θεμελιώδες δικαίωμα την προστασία του περιβάλλοντος («Υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και η βελτίωση της ποιότητάς του πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλίζονται σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης»).