1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α της παραγράφου 7 του άρθρου 166 του ν.4070/2012 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 4276/14, ΦΕΚ-155 Α/30-7-14 , αντικαθίσταται ως ακολούθως :
«7.α. Στους υφιστάμενους και εν λειτουργία, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, τουριστικούς λιμένες, χορηγείται άδεια ολικής ή τμηματικής λειτουργίας εφόσον ο φορέας διαχείρισης του λιμένα υποβάλει μέχρι τις 31.12.2019:
-α) αίτηση συνοδευόμενη από τη νόμιμη σύμβαση παραχώρησης δικαιωμάτων εκμετάλλευσης που έχει καταρτισθεί με τον αρμόδιο εκπρόσωπο του Δημοσίου ή την υπουργική απόφαση παραχώρησης,
-β) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων σε ισχύ ή βεβαίωση υποβολής μελετών για την έγκριση ή την ανανέωση περιβαλλοντικών όρων,
-γ) τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στα στοιχεία β΄, δ΄ και ε΄ της παρ. 10.1 του άρθρου 160 του ν. 4070/2012,
-δ) ΦΕΚ χωροθέτησης ή, για τους προ του ν. 2160/1993 τουριστικούς λιμένες, αποφάσεις με τις οποίες η δημιουργία και λειτουργία τους έχει νομίμως εγκριθεί».
2. Κάθε επιχείρηση ενοικιαζόμενων επιπλωμένων δωματίων – διαμερισμάτων υποχρεούται όπως, έως τις 31/12/2018, δηλώσει στις Υπηρεσίες Μιας Στάσης (ΥΜΣ) ή τις Υπηρεσίες ΓΕΜΗ κατά περίπτωση, τον διακριτικό της τίτλο.
Σύμφωνα με τον 4276/2014, ορίζονταν η σύσταση στο Ξ.Ε.Ε., υπηρεσίας ΓΕΜΗ και υπηρεσία μιας στάσης. Η υπηρεσία αυτή (λόγω μη επαρκούς στελέχωσης;), δεν έχει λειτουργήσει ακόμα στο Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος και οι επιχειρήσεις Τουριστικών καταλυμάτων καταφεύγουν στα κατά τόπους αρμόδια αντίστοιχα επιμελητήρια, μεταξύ άλλων για την κατοχύρωση των διακριτικών τίτλων τους, κάνοντας όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες.
Επιπρόσθετα είναι σαφές (από τον 4276/2014), ότι τα ξενοδοχεία όφειλαν να κατοχυρώσουν και στο ΞΕΕ τον διακριτικό τους τίτλο (το χαρακτηριστικό όνομα που ξεχωρίζει το ξενοδοχείο), παίρνοντας την έγκριση τίτλου από αυτό. Διαφορετικά δεν λάμβαναν και το Ειδικό Σήμα Λειτουργίας από την αρμόδια Υπηρεσία τουρισμού. Για τα ΕΕΔΔ, η έγκριση διακριτικού τίτλου από το Ξ.Ε.Ε. ήταν μια διαδικασία προαιρετική και μη συσχετισμένη από την έκδοση της άδειας Λειτουργίας τους (Ειδικό Σήμα Λειτουργίας μέχρι την ψήφιση και εφαρμογή του Νόμου 4442/2016).
Τα ερωτήματα είναι:
1) Εφόσον δεν έχει εφαρμοστεί το άρθρο 48 του Ν. 4276/2014, γιατί δεν εκδίδεται μια μεταβατική διάταξη, ώστε να απευθύνεται σε ένα επιμελητήριο η τουριστική επιχείρηση για να κατοχυρώσει τον διακριτικό της τίτλο;
2) Με τον όρο «δήλωση διακριτικού τίτλου» στα άρθρα 14 και 29, εννοείται ο διακριτικός τίτλος της εταιρείας (από το καταστατικό όπου ορίζεται τόσο η επωνυμία όσο και ο διακριτικός τίτλος) ή ο διακριτικός τίτλος που εγκρίνεται από το Ξ.Ε.Ε.;
3) Είναι πλέον υποχρεωτική και η κατοχύρωση/έγκριση διακριτικού τίτλου από το Ξ.Ε.Ε. και για τα Ε.Ε.Δ.Δ., όπως είναι και για τα ξενοδοχεία (μέχρι 31/12/2018);
1. Με την παρ. 1 της εισαγόμενης τροποποίησης:
2. Αφενός διευκρινίζεται και καθίσταται σαφές, ότι η προστασία των αρχαίων και των μνημείων στους επισκέψιμους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους παραμένει και ασκείται αποκλειστικά από το κράτος μέσω των αρμόδιων και συνταγματικά προβλεπόμενων Υπηρεσιών και οργάνων του, (ΥΠΠΟ, Λιμενικό Σώμα).
3. Αφετέρου, θεσπίζονται περιορισμοί και πρόσθετες αυστηρές προϋποθέσεις, με τις οποίες και μόνον επιτρέπονται οι καταδύσεις στους επισκέψιμους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους λόγω της ιδιαιτερότητας του υποβρύχιου περιβάλλοντος αυτών, που απαιτεί αυξημένο έλεγχο των εκεί πραγματοποιούμενων επισκέψεων.
4. Ετσι, ενώ στους χερσαίους επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους επιτρέπονται κατά κανόνα οι ασυνόδευτες ιδιωτικές επισκέψεις, στους επισκέψιμους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους επιτρέπονται μόνον οι καθοδηγούμενες – συνοδευόμενες καταδύσεις, δηλαδή οι καταδύσεις, που γίνονται με υποχρεωτική συνοδεία από πιστοποιημένους επαγγελματίες δύτες – συνοδούς, που είναι γνωστοί και ελεγχόμενοι από την πολιτεία ως εγγεγραμμένοι στα σχετικά μητρώα του ΥΕΝ, που προβλέπονται στο άρθρο 8 του ν. 3409/2005, (αναγνωρισμένοι πάροχοι καταδυτικών υπηρεσιών).
5. Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με τους χερσαίους επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους, όπου και οι τυχόν δραστηριοποιούμενοι εκεί επαγγελματίες συνοδοί δεν ελέγχονται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και τις άλλες τις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, στους επισκέψιμους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους ακόμη και οι αναγνωρισμένοι πάροχοι καταδυτικών υπηρεσιών μπορούν να δραστηριοποιούνται, μόνον εφ’ όσον (α)έχουν τύχει ειδικής επιμόρφωσης αναφορικά με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις, που προϋποθέτουν οι εκεί υποβρύχιες περιηγήσεις, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ασφάλεια τών επισκέψιμων υποβρύχιων αρχαίων και μνημείων και η ορθή ενημέρωση των επισκεπτών, και, (β)έχουν εγκριθεί επίσημα και εγγραφεί στο σχετικό αντίστοιχο μητρώο του ΥΠΠΟΑ, από το οποίο ελέγχονται διαρκώς και λογοδοτούν για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η έγκρισή τους γίνεται από το ΥΠΠΟΑ έπειτα απο ειδικές εξετάσεις, με τις οποίες βεβαιώνεται η επαρκής επιμόρφωσή τους και συνεπώς η επάρκειά τους για την εκτέλεση των συγκεκριμένων καθηκόντων.
6. Με άξονα ρύθμισης και αναφοράς τα όσα συμπεριλαμβάνονται στην νέα διατύπωση του νόμου εξορθολογίζεται η λειτουργία και διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των ενάλιων επισκέψιμων αρχαιολογικών χώρων, που ακριβώς λόγω της ασαφούς και μή εφαρμόσιμης προηγούμενης ρύθμισης, δέν μπόρεσαν επί 11 έτη από την θέσπιση του ν. 3409/2005 μέχρι σήμερα, να λειτουργήσουν πουθενά στην χώρα. Ταυτόχρονα, το καταδυόμενο ανθρώπινο δυναμικό του ΥΠΠΟ, παραμένει διαθέσιμο για την επαρκή φύλαξη των επισκέψιμων ενάλιων αρχαιολογικών χώρων, αφού διευκρινίζεται, ότι δεν επιτρέπεται να σπαταλάται για την ιδιωτική συνοδεία τουριστών, όπως, άλλωστε, συμβαίνει αυτονόητα και στους χερσαίους επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους.
7. Λόγω της ιδιαιτερότητας του κάθε ενός ενάλιου αρχαιολογικού χώρου ή της κάθε ευρύτερης περιοχής γειτονικών ενάλιων αρχαιολογικών χώρων, που εξαρτάται και διαμορφώνεται τόσο από τα εκεί ευρισκόμενα αρχαία, όσο και από τις ειδικές γεωγραφικές, χωροταξικές και άλλες συνθήκες του, με την κοινή Υπουργική απόφαση κήρυξής του ως επισκέψιμου, μπορούν ασφαλώς να προβλέπονται τα ειδικότερα πρόσθετα μέτρα προστασίας και λειτουργίας του, όπως συμβαίνει με κάθε αρχαιολογικό χώρο, που κηρύσσεται ως επισκέψιμος για το κοινό, σύμφωνα με το άρθρο 46 του ν. 3028/2002.
8. Σημαντική, τέλος, διόρθωση, που εισάγεται με την νέα ρύθμιση, είναι η οριστική καθιέρωση αποκλειστικά του όρου “επισκέψιμοι ενάλιοι αρχαιολογικοί χώροι” και η απάλειψη του αδόκιμου όρου “υποβρύχια μουσεία”, που είχε χρησιμοποιηθεί αρχικά στο άρθρο 11 του ν. 3408/2005 και προκέλεσε συγχύσεις και ασάφεια, αφού παρέπεμπε έντονα, έστω συνειρμικά, στην νομοθεσία περί των χερσαίων μουσείων, θεσμού τελείως διάφορου και αναντίστοιχου με τους μή μουσειακούς αρχαιολογικούς χώρους, όπως είναι και οι επισκέψιμοι ενάλιοι αρχαιολογικοί χώροι.
9. Με την παρ. 2 της νέας ρύθμισης:
10. Καταργείται το 2ο εδάφιο της παρ. 4 τού άρθρου 13 του ν. 3409/2005, όπως όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 του ν. 4296/2014, που περιλαμβάνει απαγόρευση οριοθέτησης καταδυτικών πάρκων σε απόσταση μικρότερη των τριών (3) ναυτικών μιλίων από κηρυγμένους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους, αφού η συγκεκριμένη ρύθμιση δημιουργεί σοβαρές δυσλειτουργίες στον θεσμό των καταδυτικών πάρκων, ο οποίος, όπως έχει πλέον θεσμοθετηθεί, δεν απειλεί τις ενάλιες αρχαιότητες αλλά, αντίθετα, συμβάλλει στην προστασία τους.
11. Ειδικώτερα, η απαγόρευση των 3 νμ αποκλείει κατ’ αρχήν καταδυτικά σημαντικές θαλάσσιες περιοχές της χώρας, ιδίως στα μικρά νησιά, που κυρίως αυτά χρειάζονται τα Καταδυτικά Πάρκα, για να αναπτυχθούν αειφορικά και με ελάχιστες επενδύσεις.
12. Επιπρόσθετα, η απαγόρευση δημιουργεί άσκοπα επενδυτικό αντικίνητρο, αφού η τυχόν ανακάλυψη αρχαίων εγγύτερα των 3 νμ από Καταδυτικό Πάρκο, που θα έχει ιδρυθεί και θα λειτουργεί, θέτει θέμα ανάκλησης της άδειάς του με απώλεια των επενδύσεων κατασκευής του και της φήμης και πελατείας, που θα έχει αποκτήσει το ίδιο και η ευρύτερη περιοχή του.
13. Η απαγόρευση δεν είναι αναγκαία για την προστασία των ενάλιων αρχαιοτήτων, αφού σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 9γ, όπως πλέον ισχύει βάσει του άρθρου 10 του ν. 4296/2014, για την κήρυξη Καταδυτικού Πάρκου γνωμοδοτεί ούτως ή άλλως προηγουμένως το Υπουργείο Πολιτισμού. Επί πλέον, η ύπαρξη καταδυτικού πάρκου προστατεύει τα ενάλια αρχαία.
14. Πράγματι, με βάση το άρθρο 11 του ν. 3409/2005 οι καταδύσεις αναψυχής επιτρέπονται σε ολόκληρη την θαλάσσια επικράτεια της χώρας εκτός των κηρυγμένων ενάλιων αρχαιολογικών χώρων, ώστε ο οποιοσδήποτε μπορεί, να καταδυθεί νόμιμα στό όριο του κάθε ενάλιου αρχαιολογικού χώρου, που τελεί υπό την γενική εποπτεία τού Λιμενικού Σώματος, και να εισέλθει εντός αυτού υποβρυχίως.
15. Αντίθετα, στα Καταδυτικά Πάρκα απαγορεύονται οι ιδιωτικές καταδύσεις και επιτρέπονται μόνον οι οργανωμένες καταδύσεις με συνοδεία από γνωστούς στην Διοίκηση, αναγνωρισμένους και καταγεγραμμένους σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3409/2005 παρόχους καταδυτικών υπηρεσιών.
16. Επιπρόσθετα οι επισκέπτες και οι συνοδοί όπως και όλος ο θαλάσσιος χώρος του Καταδυτικού Πάρκου αστυνομεύονται τόσο από το Λιμενικό Σώμα, (παρ. 17 του άρθρου 13 του ν. 3409/2005), αλλά υποχρεωτικά και σε 24ωρη βάση και μάλιστα με ποινή ανάκλησης της άδειας του Καταδυτικού Πάρκου, και από τους επί τόπου φύλακες του φορέα διαχείρισης αυτού, οι οποίοι έχουν εκ του νόμου και δικαίωμα άμεσης αυτοδύναμης επέμβασης και προστασίας αυτού κατά τα άρθρα 985 και 997 του Αστικού Κώδικα, (άρθρα 13 παρ. 15 και 18 ν. 3409/2005).
17. Συνεπώς, είναι πρακτικά αδύνατον και πάντως εξαιρετικά δυσχερές, να εισέλθει και να καταδυθεί απαρατήρητος στο Καταδυτικό Πάρκο μεμονωμένος η χωρίς επίβλεψη επισκέπτης – δύτης, ή να εξέλθει επισκέπτης από τα όρια αυτού, ώστε οι ενάλιοι αρχαιολογικοί χώροι δεν χρειάζεται να απέχουν από τα Καταδυτικά Πάρκα και αντίθετα συμφέρει να γειτνιάζουν με αυτά.
18. Πέραν των ανωτέρω από την απαγόρευση τών 3 νμ αυξάνονται αδικαιολόγητα και δυσανάλογα οι αποστάσεις των καταδυτικών εκδρομών και ιδίως εκείνες μεταξύ των Καταδυτικών Πάρκων και των Επισκέψιμων Ενάλιων Αρχαιολογικών Χώρων, με αποτέλεσμα οι συνδυασμένες καταδυτικές εκδρομές να καθίστανται υπερβολικά χρονοβόρες και κοστοβόρες, ήτοι δυσχερείς και δυσάρεστες για τους δύτες – τουρίστες και λιγώτερο κερδοφόρες για τους παρόχους καταδυτικών και συναφών υπηρεσιών.
19. Ετσι δημιουργείται μείζων αδυναμία ρεαλιστικά κερδοφόρου αντιμετώπισης του οργανωτικού σχεδιασμού των καταδύσεων και βλάβη για την βιωσιμότητα τών καταδυτικών επιχειρήσεων και επομένως των ίδιων των Καταδυτικών Πάρκων και των Επισκέψιμων Ενάλιων Αρχαιολογικών Χώρων.
20. Δηλαδή, με την υφιστάμενη απαγόρευση μετατρέπονται άσκοπα οι περιβαλλοντικές καταδύσεις και τα υποθαλάσσια αρχαία από αλληλοσυμπληρούμενες σε αλληλοαποκλειόμενες και αλληλοβλαπτόμενες δραστηριότητες με κίνδυνο απώλειας για την χώρα του μοναδικού συγκριτικού πλεονεκτήματός της να συνδυάζει συμπληρωματικά τις πολλαπλές περιβαλλοντικές ή τις περιβαλλοντικές με τις αρχαιολογικές τουριστικές καταδύσεις παρέχοντας στους επισκέπτες ενα άριστο σύνθετο και ποικίλλο καταδυτικό τουριστικό προϊόν, που θα την καταστήσει παγκόσμιο καταδυτικό τουριστικό προορισμό.
21. Με την παράγραφο 3 της νέας ρύθμισης:
22. -Απαλείφεται η φαινομενική απαγόρευση επιβίβασης συνοδών των καταδυόμενων στα καταδυτικά σκάφη και διευκρινίζεται, ότι αυτό επιτρέπεται χωρίς την είσπραξη κομίστρου ή άλλου ανταλλάγματος, ώστε να μην τίθεται θέμα αθέμιτου ανταγωνισμού στα λοιπά επαγγελματικά επιβατηγά σκάφη. Πρόκειται για απαραίτητη τροποποίηση, προκειμένου να εκλείψει το δυσάρεστο λαο όλως αμαυρωτικό του τουρισμού μας φαινόμενο του εξαναγκασμού των καταδυόμενων να αποχωρίζονται κατά την διάρκεια εκδρομών καταδύσεων αναψυχής από τα συνοδεύοντα αυτούς μη καταδυόμενα προσφιλή τους πρόσωπα, (γονείς, σύζυγοι κλπ), που παρατηρείται λόγω υπερβολικής προσκόλλησης των Λιμενικών Οργάνων στο μέχρι τώρα ισχύον γράμμα του νόμου.
23. Με την παράγραφο 4 της νέας ρύθμισης:
24. Διευκρινίζεται το ούτως ή άλλως προβλεπόμενο στον νόμο, προς απάλειψη του φαινομένου, οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Ναυτιλίας να μην δέχονται καν την ίδρυση καταδυτικών επιχειρήσεων με έδρα καταδυτικά σκάφη, με την όλως αβάσιμη και γραφειοκρατικής νοοτροπίας αιτιολογία, ότι δεν προβλέπονται στον νόμο ούτε στην εκδοθείσα σχετικά και ισχύουσα εκτελεστική του άρθρου 7 Υπουργική Απόφαση 212//2006 (ΥΑ 2123/02 ΦΕΚ Β 449 2006, άρθρο 2 παρ. ιβ) τα απαιτούμενα προς τούτο δικαιολογητικά, ενώ στην πραγματικότητα αυτό συμβαίνει ηθελημένα, αφού τέτοια δικαιολογητικά δεν χρειάζονται και αρκούν τα συνήθη έγγραφα νομιμότητας και καταλληλότητας του σκάφους.
Παράγραφος 2: Η δήλωση στις Υπηρεσίες Μιας Στάσης (ΥΜΣ) ή τις Υπηρεσίες ΓΕΜΗ κατά περίπτωση, του διακριτικού τίτλου, πρέπει να μπορεί να γίνεται και ηλεκτρονικά και φυσικά χωρίς καμία επιβάρυνση για την επιχείρηση.