1. Οι ημέρες ασφάλισης των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 35 υπολογίζονται ανά μηνιαία μισθολογική περίοδο απασχόλησης και προκύπτουν από το πηλίκο της διαίρεσης των μηνιαίων αποδοχών δια του κατώτατου ημερομισθίου εργατοτεχνίτη, το οποίο ισχύει στις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. Οι ημέρες ασφάλισης που προκύπτουν δεν μπορούν ανά μηνιαία μισθολογική περίοδο απασχόλησης να υπερβαίνουν τις εικοσιπέντε (25).
2. Μέχρι τον Φεβρουάριο κάθε έτους διενεργείται ετήσια εκκαθάριση του ατομικού λογαριασμού των ξεναγών για τον προσδιορισμό του συνολικού αριθμού ημερών ασφάλισης του προηγούμενου έτους. Ο συνολικός αριθμός ημερών ασφάλισης του προηγούμενου έτους προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης των ετήσιων αποδοχών του προηγούμενου έτους δια του κατώτατου ημερομισθίου εργατοτεχνίτη, το οποίο ισχύει στις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. Εάν από την εκκαθάριση προκύπτουν ημέρες ασφάλισης επιπλέον εκείνων που έχουν προσδιοριστεί κατ’ εφαρμογή της παρ. 1, οι επιπλέον ημέρες ασφάλισης δεν ανάγονται σε ημερολογιακό μήνα απασχόλησης, αλλά εγγράφονται στο ετήσιο σύνολο ημερών ασφάλισης του ατομικού λογαριασμού ασφάλισης των ξεναγών. Το ετήσιο σύνολο ημερών ασφάλισης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριακόσιες (300).
3. Οι ετήσιες αποδοχές της παρ. 2 προκύπτουν για κάθε έτος από το άθροισμα όλων των μηνιαίων αποδοχών εκείνου του έτους. Το άθροισμα αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών της παρ. 2 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016 (Α’ 85). Ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου που έχουν καταβληθεί για ετήσιες αποδοχές που υπερβαίνουν το ανώτατο αυτό όριο επιστρέφονται στους δικαιούχους ως αχρεωστήτως καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου.