Αρχική Μεταρρύθμιση Συστήματος Ανάθεσης Δημοσίων ΣυμβάσεωνΆρθρο 3Σχόλιο του χρήστη ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ | 3 Μαρτίου 2011, 17:11
Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Άρθρο 3 Η επιχειρούμενη με το άρθρο αυτό κατάργηση των ελάχιστων ορίων αμοιβών των μηχανικών είναι ανιστόρητη και νομικά αστήρικτη. Στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου γίνεται επίκληση αποφάσεων του ΔΕΚ που αναφέρονται σε νομικά διαφορετικά περιπτώσεις και αγνοείται ότι στην οδηγία 2004/18/ΕΚ, η οποία σε ότι αφορά τις τεχνικές μελέτες και υπηρεσίες έχει ενσωματωθεί στο εθνικό μας δίκαιο με το νόμο 3316/2005, ρητά αναφέρεται στο άρθρο 53 ότι οι διαγωνισμοί διεξάγονται “Με την επιφύλαξη των εθνικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών”. Επίσης όλοι οι κώδικες αμοιβών για αρχιτέκτονες, μηχανικούς και δικηγόρους, οι ισχύοντες ή ψηφιζόμενοι από τις εθνικές νομοθεσίες των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι παραδεκτοί και ισχυροί με κοινή θέση (resolution) της Ευωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωκοινοβουλίου, πλήρως αιτιολογημένη για λόγους ασφαλείας, προσώπων και κατασκευών, δημοσίου οφέλους κ.λ.π. Ακόμα και στη Μέκκα του φιλελευθερισμού και της ελεύθερης οικονομίας, τις Η.Π.Α., κατά την διακήρυξη μελετών, απαγορεύεται επί ποινή αποκλεισμού, ο προσφέρων να αναφέρει ποσόν αμοιβής. Μετά την κατακύρωση όμως, προσέρχεται σε διαπραγματεύσεις για το ύψος της αμοιβής του, μέσα στο όριο του ισχύοντος κώδικα αμοιβών. Επιπλέον επιχειρείται και καταστρατήγηση του άρθρου 55 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ που αναφέρεται στον έλεγχο των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών. Για το λόγο αυτό αφαιρέθηκε από το νόμο του Υπουργείου Οικονομικών για τη λεγόμενη απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων διάταξη του αρχικού νομοσχεδίου που προέβλεπε ότι και για τους διαγωνισμούς του νόμου 3316/2005 ισχύει το άρθρο 52 του Π.Δ. 60/2007 με το οποίο ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο η οδηγία 2004/18/ΕΚ για τις υπόλοιπες υπηρεσίες, εκτός τεχνικών μελετών και υπηρεσιών. Το προηγούμενο άρθρο αποτελούσε μεταφορά του άρθρου 55 της αναφερθείσας οδηγίας και περιλήφθηκε στο νομοσχέδιο για να ισχύσει και για τους διαγωνισμούς κάτω του ορίου της οδηγίας. Η κατάργηση των ελάχιστων ορίων αμοιβών των μηχανικών είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει σοβαρότατα προβλήματα από τον πρώτο διαγωνισμό για τον οποίο θα ισχύσει και όχι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, όπως συνέβη με το νόμο 3669/2008 για τα έργα. Ειδικά όμως η παράλειψη της υποχρεωτικής από την ευρωπαϊκή οδηγία διάταξης για τον έλεγχο των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών θα προκαλέσει προσφυγές στα ελληνικά και ευρωπαϊκά δικαιοδοτικά όργανα και θα οδηγήσει σε ανεξέλεγκτη εφαρμογή του ελέγχου, ενώ υπάρχουν τεκμηριωμένες προτάσεις για αντικειμενικό τρόπο εφαρμογής του. Με το άρθρο αυτό επιχειρείται ακόμα η καθιέρωση των προεκτιμηθεισών αμοιβών ως “καταποκοπήν” αμοιβών, οι οποίες θα καταβάλλονται στο μελετητή, χωρίς να επιμετράται το μελετηθέν αντικείμενο. Η απόπειρα αυτή είχε γίνει και με τις πρότυπες προκηρύξεις που εκδόθηκαν σε εφαρμογή του νόμου 3316/2005, αν και στο νόμο δεν υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά σε “καταποκοπήν” αμοιβή. Το αποτέλεσμα αυτής της απόπειρας ήταν η δημιουργία τεράστιων προβλημάτων στην εκπόνηση των μελετών. Οι διευθύνουσες υπηρεσίες πιστοποιούν τις ποσότητες του φακέλου του έργου, όταν οι εκπονούμενες εργασίες υπερβαίνουν αυτές τις ποσότητες και τις εκπονούμενες ποσότητες των εργασιών, όταν αυτές υπολείπονται των προβλεπόμενων στο φάκελο του έργου. Καταστρατηγείται έτσι κάθε έννοια νόμιμης αμοιβής και η εκπόνηση των μελετών οδηγείται σε αδιέξοδο. Η σωστή προετοιμασία του φακέλου του έργου, η τήρηση της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας και η μη δυνατότητα υπέρβασης του αρχικού προϋπολογισμού αμοιβής πέραν του 50% είναι αρκετά για να μην επαναληφθούν φαινόμενα αλόγιστων υπερβάσεων του παρελθόντος, όταν ίσχυε ο νόμος 716/1977. Η αμοιβή των μελετών και υπηρεσιών πρέπει να γίνεται με βάση τις εκτελούμενες εργασίες.