Αρχική Διαδικασίες Αναγκαστικών ΑπαλλοτριώσεωνΑΡΘΡΟ 1Σχόλιο του χρήστη Αλέξανδρος Κανδαράκης | 18 Οκτωβρίου 2011, 19:58
Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΣ ΤΟΥ Κ.Α.Α.Α. Ο Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων επιβάλλεται το ταχύτερον να αναμορφωθεί σύμφωνα με τις κρατούσες συνθήκες, διότι και με τις τροποποιήσεις δέκα νόμων (Ν. 2947/2001, 2971/2001, 2985/2002, 2990/2002, 3016/2002, 3027/2002, 3130/2003, 3175/2003, 3193/2003 και 3555/2007) στη δεκαετία εφαρμογής του δεν επιλύει τα ζητήματα που ανακύπτουν. Σχόλια επί του άρθρου 1 Το Σ.Ο.Ε. στην πράξη έχει αποδειχθεί ότι είναι περιττό και επιβάλλεται η κατάργησή του. Οι εκτιμήσεις της αξίας των απαλλοτριωμένων ακινήτων προσδιορίζονται στις αντικειμενικές αξίες προσαυξημένες κατά ελάχιστο ποσοστό. Η εκτιμητική Επιτροπή του άρθρου 15 προβαίνει στον ίδιο ακριβώς προσδιορισμό και αποφεύγεται η σύγκρουση μεταξύ των δύο Επιτροπών. Επί του άρθρου 7Α του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων Κατά το άρθρο 17 παρ. 2 του Συντάγματος, «Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια, όταν και όπως ο νόμος ορίζει και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση.» Κατά το άρθρο 17 παρ. 4 εδ. 2 του Συντάγματος «Πριν καταβληθεί η οριστική ή προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη». Το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. που έχει κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος αυξημένη έναντι των κοινών νόμων ισχύ, ορίζει ότι «παν φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθεί της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους προβλεπόμενους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους.» Τέλος το άρθρο 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. ορίζει ότι «παν πρόσωπο έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσή του δικασθεί δικαίως, υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου, το οποίο θα αποφασίσει επί των αμφισβητήσεων επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως.» Οι παραπάνω διατάξεις θέτουν τις προϋποθέσεις στερήσεως της ιδιοκτησίας και περιουσίας, οι οποίες δεν ανατρέπονται από διατάξεις κοινών νόμων, ούτε αποφάσεις Υπουργικών Συμβουλίων. Η στέρηση της ιδιοκτησίας ή περιουσίας για την εκτέλεση έργων κοινής ωφέλειας, αναγκαία συνέπεια έχει την τήρηση ισορροπίας μεταξύ του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου και της προστασίας των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων. Κατά την παρ. 2 του άρθρου 7Α η οποία δεν τροποποιείται «η κλήτευση των ιδιοκτητών που προβλέπεται να γίνεται κατά τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ.4 του άρθρου 19 του K.A.A.A. (τοιχοκόλληση της αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου στο αρμόδιο δικαστήριο και στο κατάστημα του Δήμου, δημοσίευση σε εφημερίδες κλπ), αλλά παραλείφθηκε η κατά το πρώτο εδάφιο της παρ.3 του ιδίου άρθρου κλήτευση με νόμιμη επίδοση της αίτησης, είναι μη νόμιμη και ισοδυναμεί με στέρηση παροχής έννομης προστασίας (άρθρο 20 Συν/τος).» Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 7Α το οποίο αναφέρει ότι «στην αποζημίωση δεν περιλαμβάνεται η ενδεχόμενη υποτίμηση της αξίας απομενόντων τμημάτων ή η άρση του τεκμηρίου ωφέλειας» οδηγεί στη μερική στέρηση της ιδιοκτησίας. Η απόφαση του Εφετείου με την οποία παρέχεται η άδεια προσωρινής κατάληψης και ο καθορισμός της εύλογης αποζημίωσης, είναι ανεπίτρεπτο να είναι αμετάκλητη, διότι επηρεάζει άμεσα το δικαστήριο του οριστικού προσδιορισμού αποζημίωσης. Δεν καθορίζεται η αφετηρία του 18μηνου έκδοσης ειδικού ομολόγου για το υπόλοιπο της αποζημίωσης. Συνεπώς οι προβλεπόμενες εξουσίες του Υπουργικού Συμβουλίου στο άρθρο 7Α και οι επιχειρούμενες τροποποιήσεις και προσθήκες, καταργούν ευθέως τις Συνταγματικές διατάξεις και τις διατάξεις υπερνομοθετικού περιεχομένου του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου και αποστερούν την ιδιοκτησία και την περιουσία των πολιτών. Τα δημόσια έργα εξυπηρετούν το κοινωνικό σύνολο και οι δαπάνες εκτελέσεως αυτών βαρύνουν το κοινωνικό σύνολο και δεν αποστερούν την ιδιοκτησία των καθών η απαλλοτρίωση. Σχόλιο επί του άρθρου 4 Η προστιθέμενη παρ. 6 στο άρθρο 8 του ν. 2882/2001 είναι ορθή με την τροποποίηση του τελευταίου εδαφίου κατά το οποίο η αποζημίωση πρέπει να είναι έντοκη από της παρακατάθεσης, αφού το Τ.Π.Δ.Α. διενεργεί τραπεζικές εργασίες. Η παρ. 4 εδ. τελευταίο του άρθρου 9 του ν. 2882/2001 κατά το οποίο όποιος δεν κλητεύτηκε ούτε έλαβε μέρος στη δίκη για τον καθορισμό της αποζημίωσης δικαιούται να ασκήσει αίτηση για τον καθορισμό της αποζημίωσης, μέσα σε έξι μήνες από τότε που έλαβε γνώση, επιβάλλεται να τροποποιηθεί και η προθεσμία να ορισθεί σε πέντε έτη, διότι η προθεσμία των έξι μηνών είναι ασφυκτική και οδηγεί σε απώλεια της ιδιοκτησίας. Η προστιθέμενη παρ. 5 στο άρθρο 9 του ν. 2882/2001 κατά την οποία η αποβολή από τα ακίνητα διατάσσεται με την απόφαση καθορισμού προσωρινής αποζημίωσης, αντιβαίνει στην προστασία της ιδιοκτησίας, η στέρηση της οποίας επέρχεται με την καταβολή της πλήρους αποζημίωσης που καθορίζεται οριστικώς. Σχόλιο επί του άρθρου 7 Η παράγραφος 4 του άρθρου 13 του ν. 2882/2001 ως έχει εκπληρώνει το σκοπό της απαλλοτρίωσης και της αποζημίωσης του ιδιοκτήτη, διότι προβλέπει την όποια μείωση και την αχρήστευση, (όχι τη σημαντική), η προβλεπόμενη αντικατάσταση επιφέρει σύγχυση στον προσδιορισμό «κύρια ή δευτερεύουσα κατά προορισμό χρήση.» Σχόλιο επί του άρθρου 8 Η προσθήκη εδαφίου στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 2882/2001 είναι θετική και καλύπτει όλες τις ανάγκες εκτιμήσεως της αξίας απαλλοτριούμενου ακινήτου και επικειμένων αυτού και απομένοντος τμήματος και ως εκ τούτου είναι περιττή η ύπαρξη Σ.Ο.Ε. Η προβλεπόμενη προσθήκη στην παρ. 3 του άρθρου 15 είναι θετική υπό την προϋπόθεση ότι οι παράγοντες θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η διεύρυνση της Επιτροπής του άρθρου 15 §1 καθιστά περιττή την εκτίμηση του Σ.Ο.Ε. και δεν απαιτείται αντικατάσταση της παρ. 6. Σχόλιο επί του άρθρου 9 Στην παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 2882/2001 ενδείκνυται να προστεθεί στο τέλος «για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας», προς αποφυγή του φαινομένου κατά την ενώπιον του Αρείου Πάγου διαδικασία που αξιώνεται συμβολαιογραφικό έγγραφο, με αποτέλεσμα στις συνήθεις απαλλοτριώσεις με πολλούς διαδίκους να μη δικάζονται ποτέ οι υποθέσεις. Η αντικατάσταση που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 2882/2001, επιφέρει κατάργηση των διατάξεων του Κ.Δ. και περιορίζει την ελάχιστη αμοιβή ανεξαρτήτως βαρύτητας της υπόθεσης. Η προσθήκη στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 18 από νομοτεχνικής πλευράς υπάγεται στο άρθρο 13, επέρχεται δε σύγχυση μεταξύ της Κτηματικής Υπηρεσίας και του Σ.Ο.Ε. Η προσθήκη εδαφίου στην παρ. 10 του άρθρου 19 του ν. 2882/2001 με περιορισμό της προσωρινής αποζημίωσης στο 80% του αντικειμενικού συστήματος, αντιβαίνει στην αγοραία αξία του ακινήτου, που πρέπει να επιδικάζεται για την αντικατάσταση του απαλλοτριουμένου. Σχόλιο επί του άρθρου 10 Η τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 2882/2001 κατά την οποία «αρμόδιο να προσδιορίσει οριστικά την αποζημίωση είναι το Εφετείο της έδρας του υποχρέου προς πληρωμή της αποζημίωσης» είναι άστοχη διότι θα σωρευθούν όλες οι υποθέσεις σε δύο έως τρία Εφετεία της χώρας, με αποτέλεσμα το μεν οι δικάζοντες δικαστές να μην έχουν επιτόπια αντίληψη των απαλλοτριώσεων και της ορθής εκτίμησης της αγοραίας (πραγματικής) αξίας των απαλλοτριουμένων ακινήτων, το δε να βραδύνει η έκδοση αποφάσεων. Επί πλέον, αφαιρεί δικηγορική ύλη από την περιφέρεια και ταλαιπωρεί τους καθών η απαλλοτρίωση. Το εδάφιο που προστίθεται στο τέλος της παρ. 8 του άρθρου 20 είναι άστοχο, διότι αποστερεί το φυσικό δικαστή να εκδώσει απόφαση, σύμφωνα με τα προσαχθέντα και επικληθέντα αποδεικτικά μέσα και την αγοραία αξία των απαλλοτριουμένων. Ο περιορισμός στο 80 % της αντικειμενικής αξίας αντιφάσκει στην επιτρεπόμενη ανταπόδειξη. Η προστιθέμενη παρ. 4 στο άρθρο 22 του ν. 2882/2001 είναι ορθή και επιλύει σε μεγάλο βαθμό το θέμα του παραδεκτού της συζήτησης. Σχόλιο επί του άρθρου 11 Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 2882/2001 ως διατυπούται αφαιρεί την έρευνα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος από τον τακτικό δικαστή και το μεταφέρει στην Κτηματική Υπηρεσία και στη δασική αρχή. Η ρύθμιση είναι άστοχη διότι το Δημόσιο γνωρίζει τα κτήματά του, τα δημόσια δάση και τις δημόσιες δασικές εκτάσεις. Ο φορέας της απαλλοτρίωσης επιβάλλεται να αποστέλλει στην Κτηματική Υπηρεσία και τη δασική αρχή τα διαγράμματα της απαλλοτρίωσης προκειμένου να προσδιορίζονται τα τυχόν δικαιώματα του Δημοσίου και το δασικό ή μη του απαλλοτριουμένου και να αποφεύγεται η σημαντική δαπάνη του κάθε καθού η απαλλοτρίωση. Αλέξανδρος Κανδαράκης Δικηγόρος