• Σχόλιο του χρήστη 'Cyta Hellas' | 10 Φεβρουαρίου 2015, 12:33

    Στην παράγραφο 2α ορίζεται ότι ο πάροχος υποβάλλει στο Μητρώο Υποδομών ηλεκτρονικά «το σύνολο των στοιχείων του αιτήματος παροχής δικαιωμάτων διέλευσης». Η παρούσα διάταξη έρχεται σε αντίφαση με την παρ. 4 του Άρθρου 11 της 725/23 ΦΕΚ 5Β/5-1-2012 όπου ορίζεται ρητά πως τα στοιχεία που υποβάλλονται προς το Υπουργείο είναι «η απόφαση χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης και τα δικαιολογητικά υπό στοιχεία δ, ε και στ της παραγράφου 3 του άρθρου 7 στην τελική τους μορφή». Είναι προφανής η ανάγκη να συγκεντρωθούν σε ένα νόμο όλα τα αφορούντα δικαιώματα διέλευσης που υπάρχουν διάσπαρτα στους νόμους 4053/2012, 4070/2012, 725/23/2012, 528/075 ΦΕΚΒ/1375/10-7-2009 και να διευκολυνθεί η διακίνηση της πληροφορίας που ορίζεται αποσπασματικά και χωρίς μηχανογραφική υποστήριξη στους παραπάνω νόμους και διατάξεις. Πιστεύουμε ότι πρέπει να διευκολυνθεί η διαδικασία χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης και προτείνουμε ώστε η κατάθεση των εν λόγω εγγράφων από αυτόν που αιτείται δικαιωμάτων διέλευσης να γίνεται μόνο μία φορά προς το Μητρώο Υποδομών, το οποίο να αποδίδει αριθμό Πρωτοκόλλου, και στη συνέχεια να κατατίθεται προς τον αρμόδιο Φορέα το υπογεγραμμένο από τον αντίκλητο του παρόχου κείμενο, με παραπομπή στον αριθμό πρωτοκόλλου του Μητρώου, χωρίς υποχρέωση κατάθεσης των υπολοίπων σχεδίων και εγγράφων. Με τη εφαρμογή της ανωτέρω διαδικασίας, θα καταστεί δυνατή σε σύντομο χρονικό διάστημα η εφαρμογή ηλεκτρονικής διαδικασίας παροχής δικαιωμάτων διέλευσης, μέσω της οποίας το Υπουργείο και η ΕΕΤΤ θα μπορούν να επιβλέπουν την εφαρμογή της διαδικασίας και την τήρηση των χρόνων απόκρισης των φορέων που προβλέπονται στο Ν.4070 και την 725/23/4-1-2012 αναφορικά με τη χορήγηση των αδειών. Επίσης, θα διευκολυνθεί η διακίνηση της πληροφορίας προς την οικεία Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση και την ΕΕΤΤ, όπου ο φορέας αδειοδότησης οφείλει να κοινοποιήσει το αίτημα χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης, σε εφαρμογή του άρθρου 8, παρ. 1 της 725/23/2012 . Τα παραπάνω φυσικά θα ισχύσουν εφόσον οι Φορείς έχουν προσωπικό που να έχει εκπαιδευτεί κατάλληλα ώστε να χειρίζεται την εφαρμογή, διαφορετικά θα προκληθούν τεράστιες καθυστερήσεις. Για να αποφευχτεί τέτοια περίπτωση, η παρούσα απόφαση θα πρέπει ρητά να καθορίζει ότι η διαδικασία αδειοδότησης δεν θα επιβαρύνεται καθόλου εφόσον ένας Φορέας δεν έχει εκπαιδευμένο προσωπικό, δεν έχει πρόσβαση στο Μητρώο ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο. Σε τέτοια περίπτωση θα ακολουθείται η υφιστάμενη διαδικασία και η ενημέρωση του Μητρώου θα γίνεται από τον Πάροχο μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του έργου. Στην παράγραφο 2β ορίζεται ότι ο πάροχος υποβάλλει στο Μητρώο Υποδομών ηλεκτρονικά την απόφαση χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης και των συνημμένων σε αυτή εγγράφων, εξαιρουμένου του ύψους των απαιτουμένων τελών τα οποία καλείται ο πάροχος να καταβάλλει. Θεωρούμε ότι με την ανωτέρω προτεινόμενη μέθοδο διαχείρισης της διαδικασίας αδειοδότησης, η καταχώριση της απόφασης χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης θα γίνεται από το ίδιο το Φορέα, ενώ θα πρέπει να διατηρείται και η δυνατότητα υποβολής από τον ίδιο τον Πάροχο στην περίπτωση που ο Φορέας δεν μετέχει ενεργά στη λειτουργία του Μητρώου. Αναφορικά με τα τέλη διέλευσης, διευκρινίζουμε ότι αυτά υπολογίζονται και καταβάλλονται στα ταμεία των φορέων πριν την έκδοση της άδειας διέλευσης, ενώ ο υπολογισμός αυτών έχει καταγραφεί σε έγγραφο που περιέχεται στο φάκελο αδειοδότησης σύμφωνα με την παράγραφο 3θ του Άρθρου 7 της 725/23/2012 και συνεπώς η διατύπωση «εξαιρουμένου του ύψους των απαιτουμένων τελών τα οποία καλείται ο πάροχος να καταβάλλει» έρχεται σε αντίφαση με την παράγραφο 2α. Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι η καταχώριση του ποσού των τελών διέλευσης, σε συνδυασμό με διαβαθμισμένη πρόσβαση στην εν λόγω πληροφορία τουλάχιστον από την ΕΕΤΤ, πρέπει να είναι υποχρεωτική, ώστε να διασφαλίζεται με διαφανή τρόπο η εφαρμογή των προβλεπομένων στο Ν.4070 και στην υπ. Αριθμ. 528/075/23-6-2009 απόφαση της ΕΕΤΤ «Κανονισμός Καθορισμού των τελών διέλευσης, των τελών χρήσης δικαιωμάτων διέλευσης και του ύψους των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης των εργασιών διέλευσης για όλη την Ελλάδα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 29, παρ. 6, του Ν.3431/2006» Στην παράγραφο 5 θεωρούμε ότι πρέπει να προστεθεί ότι εφόσον ο πάροχος έχει υποβάλλει τα στοιχεία του δικτύου του στο Μητρώο Υποδομών, δεν υποχρεούται να υποβάλλει εκ νέου τα ίδια στοιχεία προς την ΕΕΤΤ σε εφαρμογή του Άρθρου 5 της υπ. αριθμ. 528/075 (ΦΕΚ Β/1375/10-7-2009). Η υποχρέωση των παρόχων για διπλή καταχώριση σε δύο ανεξάρτητα συστήματα και με διαφορετική δομή (τόσο σε μοντέλο δεδομένων όσο και μορφοποίηση αυτών-format), εισάγει τεράστιο διαχειριστικό κόστος τόσο προς τους παρόχους όσο και προς τους δημόσιους φορείς, ενώ παράλληλα μπορεί να υπόκειται σε λάθη και ασυμφωνίες. Υπενθυμίζουμε ότι επιπλέον των ανωτέρω υποχρεώσεων προς το Υπουργείο και την ΕΕΤΤ, ο πάροχος έχει και την υποχρέωση υποβολής των εγγράφων και σχεδίων προς τον Φορέα αδειοδότησης, ο οποίος επίσης μπορεί να λειτουργεί δικό του σύστημα απεικόνισης γεωχωρικών δεδομένων (GIS) και συνεπώς η παροχή δεδομένων σε 3 φορείς με 3 διαφορετικά μορφότυπα εισάγει τεράστιο και άσκοπο διαχειριστικό κόστος προς τους παρόχους. Στην παρ. 6, είναι αναγκαίο να διαφοροποιηθεί η διατύπωση ώστε το σύστημα να είναι συμβατό με τα υφιστάμενα συστήματα των υποχρέων καθώς και τις οδηγίες του INSPIRE. Συγκεκριμένα, η εσωτερική αποθήκευση των δεδομένων του συστήματος μπορεί να χρησιμοποιεί το EΓΣΑ87, όμως το σύστημα πρέπει να είναι σε θέση τόσο να δέχεται, όσο και να εξάγει γεωχωρικά δεδομένα σε διαφορετικές μορφές. Σημειώνεται ότι: Α) το INSPIRE ορίζει το ETRS89 ως σύστημα αναφοράς και συγκεκριμένα τις προβολές Lambert Azimuthal Equal Area (ETRS89-LAEA), Lambert Conformal Conic (ETRS89-LCC) και Transverse Mercator (ETRS89-TMzn) ( βλ. «INSPIRE_Specification_CRS_v3.1») Β) εφόσον οι οδηγίες του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου αποσκοπούν στη διάδοση των ανοιχτών γεοχωρικών δεδομένων, θα πρέπει να είναι δυνατή η εισαγωγή και εξαγωγή δεδομένων από φορείς και το κοινό στο ευρέως διαδεδομένο σύστημα αναφοράς WGS84 το οποίο χρησιμοποιούν όλες οι φορητές συσκευές GPS και τα “έξυπνα” τηλέφωνα (smartphones). . Γ) Σημειώνονται οι αναφορές της πύλης γεωχωρικών δεδομένων opendata.gov.gr στην παρακάτω διεύθυνση, όπου παρουσιάζεται η ιδιαίτερη προτίμηση στην χρήση του WGS84 και στη διάθεση δεδομένων σε KML format: http://geodata.gov.gr/geodata/index.php?option=com_content&view=article&id=2&Itemid=6 ----ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ----------------------------------------- «Όλα τα αρχεία γεωχωρικών δεδομένων του geodata.gov.gr προσφέρονται σε τρεις ισοδύναμους μορφότυπους που περιλαμβάνουν την ίδια πληροφορία: SHP,GML, KML. Για ποιο λόγο δημοσιεύουμε τα αρχεία σε τρεις μορφότυπους; Γιατί έτσι εξασφαλίζουμε πως τα αρχεία του geodata.gov.gr είναι αξιοποιήσιμα από όλες τις ανοικτές και κλειστές εφαρμογές GIS. Πάντα δηλαδή θα έχετε στη διάθεσή σας μία τουλάχιστον ελεύθερη εφαρμογή που να μπορεί να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα. Για ποιο λόγο τα γεωχωρικά δεδομένα προσφέρονται σε σύστημα αναφοράς WGS84 και όχι σε ΕΓΣΑ87; Το ΕΓΣΑ87 αποτελεί το Εθνικό Σύστημα Αναφοράς, όπως έχει καθοριστεί από τον Οργανισμό Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδας και χρησιμοποιείται από όλη τη δημόσια διοίκηση για τη διαχείριση γεωχωρικών δεδομένων. Ωστόσο, το WGS84 είναι σύστημα αναφοράς που ακολουθείται κατά κανόνα από όλες τις υπηρεσίες που μπορείτε να βρείτε στο διαδίκτυο. Αυτό σημαίνει πως προσφέροντας τα γεωχωρικά δεδομένα στο σύστημα αναφοράς WGS84 έχουμε τη δυνατότητα να συνδυάσουμε χάρτες και δεδομένα από πολλαπλές διαφορετικές ελεύθερες και δωρεάν πηγές. Επίσης, είναι πιο εύκολο για ένα μη ειδικό να χρησιμοποιήσει τα γεωχωρικά δεδομένα σε απλές εφαρμογές, ενώ οι ειδικοί μπορούν εύκολα να κάνουν το μετασχηματισμό σε άλλο σύστημα αναφοράς. Τα αρχεία με γεωχωρικά δεδομένα που προσφέρονται από το geodata.gov.gr ακολοθούν τα παρακάτω συστήματα αναφοράς: • SHP: ΕΓΣΑ87, καθώς προσφέρει καλύτερη ακρίβεια για την Ελληνική επικράτεια και χρησιμοποείται από όλους τους χρήστες GIS στην Ελλάδα • GML: ΕΓΣΑ87, για τους ίδιους λόγους • KML: WGS84, καθώς επιτρέπει την άμεση εμφάνιση των δεδομένων στις εφαρμογές Google Μaps/Earth από απλούς χρήστες Σε κάθε περίπτωση, στο άμεσο μέλλον όλα τα γεωχωρικά δεδομένα θα προσφέρονται και στα δύο συστήματα αναφοράς είτε ως διακριτά αρχεία, είτε μέσω διαδικτυακών υπηρεσιών για το μετασχηματισμό τους.» ----ΤΕΛΟΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗΣ----------------------------------------- Επίσης, για να διασφαλιστεί συμβατότητα με τα συστήματα ορισμένων παρόχων, το σύστημα θα πρέπει να δέχεται είσοδο δεδομένων από το ευρέως διαδεδομένο format KML του Open Geospatial Consortium (OGC), ενώ είναι επιθυμητή η συμβατότητα και με άλλα formats (CSV, GeoJSON, gpx κλπ), ιδιαίτερα με αυτά που ορίζονται από «ανοιχτά» πρότυπα. Με τον τρόπο αυτό θα είναι εφικτή η εισαγωγή και επεξεργασία δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί χωρίς τη χρήση συστημάτων GIS μεγάλου κόστους, ενώ τα μη διαβαθμισμένα δεδομένα θα μπορούν να παρέχονται για χρήση από κατόχους απλών συσκευών GPS και έξυπνων τηλεφώνων που ενσωματώνουν τη δυνατότητα χαρτογραφικών εφαρμογών. Τέλος, τονίζεται ότι η εφαρμογή του Μητρώου Υποδομών δεν επιτρέπεται να επιβάλλει στους παρόχους να κάνουν χρήση προϊόντων συγκεκριμένων προμηθευτών ώστε να αποκτήσουν συμβατότητα με το Μητρώο. Αντίθετα το Μητρώο θα πρέπει να ακολουθεί την οδηγία του INSPIRE παράγραφος “6.2 Data Interchange” του εγγράφου “D2.7 Guidelines for the encoding of spatial data”, και να διαθέτει τα απαραίτητα εργαλεία αναγνώρισης των μορφοτύπων δεδομένων που διαθέτουν και παρέχουν οι Φορείς, οι πάροχοι και εν γένει όλοι οι χρήστες, με έμφαση όπως προαναφέρθηκε στη χρήση ανοιχτών προτύπων. Παράγραφος 7. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ α) των δεδομένων που εισάγονται στην αρχική φάση λειτουργίας του συστήματος και β) των δεδομένων που θα εισάγονται μετά τη διευθέτηση των διαδικασιών λειτουργίας του συστήματος σε συνάφεια με την αναθεωρημένη διαδικασία αδειοδότησης που θα περιλαμβάνει τη χρήση του Μητρώου. Είναι επιβεβλημένο ώστε η διαδικασία υποβολής δεδομένων στο Μητρώο να μην εισάγει πρόσθετα κόστη και υποχρεώσεις προς τους υποχρέους, ιδιαίτερα για δεδομένα τα οποία έχουν συλλεγεί πριν τον καθορισμό των εν λόγω προδιαγραφών. Σημειώνεται ότι η σχετική οδηγία του INPSIRE (INSPIRE_Specification_CRS_v3.1, Interoperability of Spatial Data Sets and Services, General Executive Summary) τονίζει «Interoperability in INSPIRE means the possibility to combine spatial data and services from different sources across the European Community in a consistent way without involving specific efforts of humans or machines.» Συνεπώς, η χρήση του συστήματος από τους παρόχους πρέπει να περιορίζεται στην διαχείριση της διαδικασίας αδειοδότησης, ενώ τα γεωχωρικά δεδομένα θα πρέπει να εισάγονται με πλήρως αυτοματοποιημένο τρόπο, χωρίς να καθίστανται οι πάροχοι «χειριστές GIS» της εφαρμογής του Μητρώου.