1. Η παράβαση διατάξεων του παρόντος ή παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών διαφορετικών των όσων περιγράφηκαν στη δήλωση του άρθρου 12 ή όρου της άδειας συνεπάγεται την επιβολή, μετά από ακρόαση των ενδιαφερομένων, μίας ή περισσοτέρων από τις ακόλουθες κυρώσεις:
α. Σύσταση ή προειδοποίηση.
β. Πρόστιμο έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, το οποίο βεβαιούται και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης σε σύσταση ή προειδοποίηση της Ε.Ε.Τ.Τ. δύναται να επιβάλλεται πρόστιμο ύψους έως σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ.
γ. Προσωρινή ανάκληση της άδειας.
δ. Οριστική ανάκληση της άδειας.
2. Τις κυρώσεις της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλει η Ε.Ε.Τ.Τ..
3. Για την επιβολή των κυρώσεων της παραγράφου 1 λαμβάνεται υπόψη η βαρύτητα της παράβασης, το είδος των ταχυδρομικών υπηρεσιών που κατέχει ο παραβάτης, η έκταση της δραστηριότητάς του και η τυχόν υποτροπή του.
4. Οι κυρώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλονται ανεξάρτητα από την πρόβλεψη ποινικών κυρώσεων ή την καταβολή αστικών αποζημιώσεων για την ίδια συμπεριφορά.
5. Το ύψος των κατά την παράγραφο 1 προστίμων μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ύστερα από εισήγηση της Ε.Ε.Τ.Τ..
6. Το προσωπικό των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών έχει, σε σχέση με τις υποχρεώσεις απορρήτου της ταχυδρομικής επικοινωνίας που θέτει η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών και των όρων λειτουργίας που θέτει η Ε.Ε.Τ.Τ., την ιδιότητα του υπαλλήλου του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα.
1) Παράγραφος 1 β: Στο Άρθρο 18, παράγραφος 1 β, Θεωρούμε ότι το προβλεπόμενο όριο επιβαλόμενου προστίμου των 500.000€ είναι ιδιαίτερα υψηλό και πιθανώς εξοντωτικό για ένα μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην συγκεκριμένη αγορά. Στην κατεύθυνση ότι η επιβολή προστιμου αποτελεί μέσο συμμόρφωσης και επ’ ουδενί μέσο οικονομικής εξόντωσης μιας επιχείρησης, το ύψος αυτού θα πρέπει να εξυπηρετεί αυτόν τον σκοπό. Διαφορετικά, προβλέπεται στον νόμο η δυνατότητα προσωρινής η οριστικής ανάκλησης της αδείας, σε περίπτωση που μια επιχείρηση προβαίνει κατ’ εξακολούθηση σε σοβαρές παραβιάσεις της νομοθεσίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο νόμος προβλέπει ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης μιας επιχείρησης σε σύσταση η προειδοποίηση, το επιβαλλόμενο πρόστιμο ανέρχεται μέχρι του ποσού των 40.000€. Θεωρούμε ότι το ποσό αυτό θα πρέπει να είναι το όριο σε κάθε περίπτωση προστίμου.
Όπως γράφει ο Π.Δ. Δαγτόγλου (Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, σελίδα 135, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα 1984), «Η αρχή της αναλογικότητας επιτάσσει ότι μεταξύ του συγκεκριμένου διοικητικού μέτρου και του επιδιωκόμενου νόμιμου σκοπού πρέπει να υπάρχει εύλογη σχέση. Η σχέση αυτή υπάρχει μόνο όταν το λαμβανόμενο μέτρο είναι κατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού (καταλληλότητα), συνεπάγεται κατ’ ένταση και διάρκεια τα λιγότερα δυνατά μειονεκτήματα για τον ιδιώτη και το κοινό (αναγκαιότητα) και, τέλος, τα συνεπαγόμενα μειονεκτήματα δεν υπερσκελίζουν τα πλεονεκτήματα (αναλογικότητα)».
Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ευνόητο ότι το ληφθέν μέτρο σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται κατ’ ένταση τα λιγότερα δυνατά μειονεκτήματα για τις εταιρείες ταχυμεταφορών, δεδομένου ότι τους επιβάλλει ένα ιδιαίτερα επαχθές πρόστιμο, το οποίο μάλιστα καλούνται να πληρώσουν εν μέσω πρωτοφανούς οικονομικής κρίσεως.
5. Το ύψος των κατά την παράγραφο 1 προστίμων μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ύστερα από εισήγηση της Ε.Ε.Τ.Τ..
Να μην υπάρχει η δυνατότητα αναπροσαρμογής με απόφαση του ΥΥΜΔ να ισχύει ότι και για τις κυρώσεις των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
Η ΕΕΤΤ πρέπει να αναλάβει εντός του 2011 να κωδικοποιήσει τις ποινές συσχετίζοντάς τες με τις πιθανές παραβάσεις και το ενδεχόμενο οι παραβάτες πάροχοι να είναι υπότροποι ή μη.
Πιστεύω, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί και μια διαδικασία διοικητικής προσφυγής κατά των πράξεων επιβολής κυρώσεων.
Η πράξη επιβολής κυρώσεων και το πλήρες κείμενο εισήγησης της ΕΕΤΤ πρέπει να δημοσιεύεται.