1. Επιχειρήσεις οι οποίες έχουν ορισθεί ως κατέχουσες σημαντική ισχύ σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές σύμφωνα με το άρθρο 43 του παρόντος και οι οποίες προτίθενται να μεταβιβάσουν στοιχεία του τοπικού τους δικτύου πρόσβασής ή σημαντικό μέρος αυτού σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή να ιδρύσουν ανεξάρτητη επιχειρηματική μονάδα προκειμένου να παρέχουν σε επιχειρήσεις λιανικής, συμπεριλαμβανομένων και της δικής τους λιανικής μονάδας, ισοδύναμα προϊόντα πρόσβασης, ενημερώνουν την Ε.Ε.Τ.Τ. εκ των προτέρων και εγκαίρως προκειμένου η Ε.Ε.Τ.Τ. να είναι σε θέση να αξιολογήσει την επίπτωση της εν λόγω μεταβίβασης. Οι επιχειρήσεις ενημερώνουν επίσης την Ε.Ε.Τ.Τ. για την όποια τυχόν αλλαγή του σκοπού της μεταβίβασης, καθώς και για την έκβαση της διαδικασίας διαχωρισμού.
2. Η Ε.Ε.Τ.Τ. αξιολογεί τις επιπτώσεις της επιδιωκόμενης μεταβίβασης σε υφιστάμενες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Για το σκοπό αυτό, η Ε.Ε.Τ.Τ. διεξάγει συντονισμένη ανάλυση όλων των αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 43. Με βάση την ανάλυσή της, η Ε.Ε.Τ.Τ. επιβάλλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 16, 17 και 45 του παρόντος.
3. Η νομικά ή/και λειτουργικά ανεξάρτητη επιχειρησιακή μονάδα μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις των άρθρων 50, 51 και 52 του παρόντος σε οποιαδήποτε αγορά στην οποία έχει ορισθεί ως κατέχουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 43 του παρόντος ή οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 47 του παρόντος.