(Άρθρο 20 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ)
1. Οι απαιτήσεις όσον αφορά τη χρηματοοικονομική επιφάνεια θεωρείται ότι πληρούνται, όταν η επιχείρηση που υποβάλλει την αίτηση για τη χορήγηση άδειας μπορεί να αποδείξει ότι είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις τρέχουσες και μελλοντικές υποχρεώσεις της, οι οποίες καθορίζονται με βάση ρεαλιστικές εκτιμήσεις, για περίοδο 12 μηνών.
Για επιχειρήσεις με ετήσια έσοδα κάτω των 5 εκατ. ευρώ από δραστηριότητες σιδηροδρομικών μεταφορών, η απαίτηση όσον αφορά την ικανότητά τους να ανταποκριθούν σε υφιστάμενες και δυνητικές υποχρεώσεις τους για περίοδο 12 μηνών από την έναρξη των μεταφορών, πληρούται εάν η επιχείρηση είναι σε θέση να αποδείξει ότι το καθαρό της κεφάλαιο ανέρχεται σε τουλάχιστον 100.000 ευρώ.
2. Η αρχή αδειοδότησης ελέγχει τη χρηματοοικονομική επιφάνεια ιδίως μέσω των ετήσιων λογαριασμών της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή, όταν η επιχείρηση που υποβάλλει την αίτηση για τη χορήγηση άδειας δεν είναι σε θέση να υποβάλει ετήσιους λογαριασμούς, μέσω του ισολογισμού της. Κάθε επιχείρηση που υποβάλλει την αίτηση για τη χορήγηση άδειας παρέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες του παραρτήματος ΙΙΙ του άρθρου 62.
3. Η αρχή αδειοδότησης θεωρεί ότι η επιχείρηση που υποβάλλει την αίτηση για τη χορήγηση άδειας δεν διαθέτει οικονομική επιφάνεια εάν παρατηρούνται σημαντικές ή συχνές καθυστερήσεις της καταβολής φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης συνεπεία της δραστηριότητας της επιχείρησης.
4. Η αρχή αδειοδότησης δύναται να απαιτεί την υποβολή έκθεσης λογιστικού ελέγχου και κατάλληλων εγγράφων από τράπεζα, δημόσιο ταμιευτήριο, οικονομικό ελεγκτή ή ορκωτό λογιστή. Τα έγγραφα αυτά περιλαμβάνουν τα στοιχεία του παραρτήματος ΙΙΙ του άρθρου 62.