1.Με Προεδρικό Διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, εκδίδονται τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών, που βασίζονται στα ευρωπαϊκά εκτιμητικά πρότυπα όπως ισχύουν.
2.Τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών ορίζουν τον τρόπο υπολογισμού της αγοραίας αξίας της υποδομής, τις βάσεις εκτίμησης που διαφοροποιούνται από την αγοραία αξία, τη διαδικασία εκτίμησης και τον τρόπο σύνταξης των εκτιμητικών εκθέσεων.
3.Για τον υπολογισμό της εκτιμητικής μεθόδου κόστους λαμβάνονται τα στοιχεία του Ηλεκτρονικού Παρατηρητηρίου Τιμών (ΗΛ.ΠΑ.Τ.) του άρθρου 5 του παρόντος. Η αξία της εκτίμησης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αναπόσβεστη αξία της υποδομής κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή, όπως αυτή υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τη λειτουργική φθορά, τη χρονική φθορά και την οικονομική απαξίωση.
4.Τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και ο Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών αποτελούν υποχρεωτική βάση για τη σύνταξη όλων των εκτιμήσεων που αφορούν σε μεταβιβάσεις και συμβολαιογραφικές πράξεις ή χρηματοπιστωτικές πράξεις όλων των δημοσίων και ιδιωτικών υποδομών.
5. Συνιστάται στο Υπουργείο Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων ηλεκτρονικό σύστημα προσδιορισμού αντικειμενικής αξίας υποδομής, στο οποίο εισάγονται τα δεδομένα όλων των εκτιμήσεων των πιστοποιημένων εκτιμητών που αφορούν σε συμβολαιογραφικές πράξεις και μεταβιβάσεις ή χρηματοπιστωτικές πράξεις και έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και τον Εθνικό Κανονισμό Εκτιμήσεων Υποδομών.
6. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων και του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζεται: α) ο τρόπος συνεργασίας του Υπουργείου Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων με τους ελληνικούς φορείς πιστοποιημένων εκτιμητών ώστε να συνταχθούν τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και ο Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών, ο ύψος αποζημίωσης των εκτιμητών και κάθε άλλη λεπτομέρεια και συναφές με τα ανωτέρω θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Δεν είναι κατανοητό τι σημαίνει αξία Υποδομών.
1.Με Προεδρικό Διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, εκδίδονται τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών, που βασίζονται στα ευρωπαϊκά εκτιμητικά πρότυπα όπως ισχύουν.
Θεωρούμε αδόκιμη τη διατύπωση «Αξία Υποδομών». Τα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα στα οποία γίνεται σαφής αναφορά, αφορούν τις εκτιμήσεις «ιδιοκτησίας (property)» (EVS 2016) ή «παγίων (assets)» σύμφωνα με την παλαιότερη έκδοση τους(EVS 2012) και όχι υποδομών. Τα ακίνητα ή ιδιοκτησίες ή πάγια δεν αποτελούν υποδομές. Οι υποδομές αποτελούν «εξ ορισμού» τη βάση για την εκτέλεση ενός έργου. Επίσης τα Έργα Υποδομής (δρόμοι γέφυρες, λιμάνια κλπ) δημιουργούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη, χωρίς τα ίδια να είναι άμεσα παραγωγικά και άρα ευρέα προϊόντα συναλλαγής. Κατά συνέπεια είναι άλλο πράγμα η εκτίμηση της αξίας των υποδομών και άλλο η εκτίμηση αξίας ακινήτων (ή ιδιοκτησιών ή παγίων). Εάν λοιπόν πρόκειται τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων και ο Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων να βασίζονται στα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα όπως ισχύουν, τότε δεν μπορεί να αναφέρονται σε υποδομές. Κατά συνέπεια σε περίπτωση που στόχος του παρόντος άρθρου είναι η έκδοση Ελληνικών Εκτιμητικών Προτύπων (κατά τα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα) αυτά δεν θα πρέπει να ορίζονται έως Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών αλλά ως Εθνικά Εκτιμητικά Πρότυπα.
Βέβαια σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει κατά τη γνώμη μας η έκδοσή τους να είναι τουλάχιστον συναρμοδιότητα και του Υπουργείου Οικονομικών στο οποίο τηρείται και το αντίστοιχο μητρώο των Πιστοποιημένων Εκτιμητών και όχι αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων.
2.Τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών ορίζουν τον τρόπο υπολογισμού της αγοραίας αξίας της υποδομής, τις βάσεις εκτίμησης που διαφοροποιούνται από την αγοραία αξία, τη διαδικασία εκτίμησης και τον τρόπο σύνταξης των εκτιμητικών εκθέσεων.
Σε συνέχεια των παραπάνω παρατηρήσεων, θεωρούμε ότι οι «Υποδομές», τουλάχιστον οι Δημόσιες, δεν αποτελούν ανταλλάξιμα και ευρέως εμπορεύσιμα πάγια και κατά συνέπεια ο υπολογισμός της «αξίας» τους δεν μπορεί να έχει ως βάση εκτίμησης την «αγοραία αξία».
3.Για τον υπολογισμό της εκτιμητικής μεθόδου κόστους λαμβάνονται τα στοιχεία του Ηλεκτρονικού Παρατηρητηρίου Τιμών (ΗΛ.ΠΑ.Τ.) του άρθρου 5 του παρόντος. Η αξία της εκτίμησης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αναπόσβεστη αξία της υποδομής κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή, όπως αυτή υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τη λειτουργική φθορά, τη χρονική φθορά και την οικονομική απαξίωση.
Η συγκεκριμένη παράγραφος θα πρέπει να αναλυθεί μετά τη σύνταξη των Εθνικών Εκτιμητικών Προτύπων. Πρέπει δηλαδή πρώτα να οριστεί από τα Πρότυπα εάν το Αποσβεσμένο Κόστος Αντικατάστασης αποτελεί μέθοδο εκτίμησης ή βάση εκτίμησης και στη συνέχεια να μπουν οι περιορισμοί στη μέθοδο ή τη βάση εκτίμησης.
Στην πράξη, όταν σε εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Εκτιμητικών Προτύπων γίνεται χρήση του Αποσβεσμένου Κόστους Αντικατάστασης για την προσέγγιση Αγοραίας Αξίας – κατ’ εξαίρεση και υπό συγκεκριμένες συνθήκες που προβλέπουν τα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα – η προκύπτουσα προσέγγιση της Αγοραίας Αξίας δεν είναι υποχρεωτικά μεγαλύτερη ή ίση της αξίας που προκύπτει με την εφαρμογή της μεθόδου, αλλά συνήθως είναι μικρότερη.
Το Ηλεκτρονικό Παρατηρητήριο Τιμών θα μπορούσε να είναι ένα χρήσιμο συμβουλευτικό (και μόνον τέτοιο) εργαλείο για τον υπολογισμό του κατασκευαστικού κόστους μόνον στην περίπτωση που θα έδινε ένα εύρος κόστους τελικής κατασκευής ανά είδος κατασκευής. Ωστόσο θα είναι εντελώς δυσλειτουργικό στην περίπτωση που θα απαιτεί την πλήρη και αναλυτική κοστολόγηση επιμέρους υλικών (με αναλυτική περιγραφή τους, ποσότητες και εργασίες) για τον προσδιορισμό του τελικού κόστους κάθε μίας κατασκευής.
4.Τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και ο Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών αποτελούν υποχρεωτική βάση για τη σύνταξη όλων των εκτιμήσεων που αφορούν σε μεταβιβάσεις και συμβολαιογραφικές πράξεις ή χρηματοπιστωτικές πράξεις όλων των δημοσίων και ιδιωτικών υποδομών.
Θα πρέπει πρώτα να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση για εκτιμήσεις αξιών στις συμβολαιογραφικές πράξεις και να καθοριστούν τα Πρότυπα, στη συνέχεια αυτά να αποτελούν τη βάση για τις εκτιμήσεις. (Σημειωτέο ότι η μεταβίβαση γίνεται με συμβολαιογραφική πράξη).
Είναι πολύ σημαντικό να προσδιοριστεί με σαφήνεια ποια αξία (αγοραία ή άλλη) θα προσδιορίζεται για σκοπούς συμβολαιογραφικών ή χρηματοπιστωτικών πράξεων. Η αναφορά γενικά σε «αξία» συγχέει τα πράγματα και δεν βοηθά το επάγγελμα του εκτιμητή.
5. Συνιστάται στο Υπουργείο Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων ηλεκτρονικό σύστημα προσδιορισμού αντικειμενικής αξίας υποδομής, στο οποίο εισάγονται τα δεδομένα όλων των εκτιμήσεων των πιστοποιημένων εκτιμητών που αφορούν σε συμβολαιογραφικές πράξεις και μεταβιβάσεις ή χρηματοπιστωτικές πράξεις και έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και τον Εθνικό Κανονισμό Εκτιμήσεων Υποδομών.
Προκύπτουν τα εξής ερωτήματα:
Ποια θα είναι η δομή (αρχιτεκτονική) αυτού του «ηλεκτρονικού συστήματος», ποιος θα έχει την αρμοδιότητα να εισάγει τα δεδομένα στο σύστημα, ποια δεδομένα θα εισάγει, ποιοι και με ποιον τρόπο θα τα ελέγχουν, θα τα επεξεργάζονται και θα τα αναλύουν και τέλος τι είδους αποτελέσματα θα εξάγονται.
Από τα συμφραζόμενα καταλαβαίνουμε ότι πρόθεση της Κυβέρνησης (και όχι μόνο του Υπουργείου Υποδομών μεταφορών και επικοινωνιών) είναι η αντικατάσταση του υπάρχοντος συστήματος «Αντικειμενικών Αξιών» (για τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης) από ένα νέο σύστημα που θα βασίζεται στις Αγοραίες Αξίες. Ωστόσο αυτό θα πρέπει να γίνει με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο και κατόπιν συλλογικής διαβούλευσης με τους Επαγγελματικούς και Επιστημονικούς Φορείς των Εκτιμητών.
6. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων και του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζεται: α) ο τρόπος συνεργασίας του Υπουργείου Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων με τους ελληνικούς φορείς πιστοποιημένων εκτιμητών που αφορούν την εισαγωγή μοντέλου AVM ώστε να συνταχθούν τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών και ο Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών, ο ύψος αποζημίωσης των εκτιμητών και κάθε άλλη λεπτομέρεια και συναφές με τα ανωτέρω θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Μήπως θα έπρεπε να έχει προηγηθεί ο διάλογος μεταξύ του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, του Υπουργού Οικονομικών και των φορέων πιστοποιημένων εκτιμητών, πριν την κατάθεση αυτού του άρθρου…
Συγχαρητήρια κύριε Παπαδάκη. Ευχομαι το ΥΠΟΜΕΔΙ να λάβει υπόψη του την ανάλυση που κάνατε και να την εισάγει στην προτεινόμενη νομοθεσία, αν και θεωρώ ότι βρίσκεται σε αρμοδιότητα άλλου υπουργείου ή έστω συνυπευθυνότητα.
Στην παράγραφο 6, θα πρέπει να ανφερθεί Κοινή Υπουργική Απόφαση και όχι Υπουργική Απόφαση.
Θα συμφωνήσω και εγώ με τη σειρά μου με τις ήδη εύστοχες και τεκμηριωμένες παρατηρήσεις. Σας παραθέτω αναλυτικά τις απόψεις μου:
Πράγματι είναι αδόκιμη η διατύπωση «Αξία Υποδομών». Εύκολα κάποιος αντιλαμβάνεται ότι εδώ συγχέεται ο όρος «υποδομές» ο οποίος συνήθως αναφέρεται σε έργα δημοσίων επενδύσεων, με τους όρους ιδιοκτησίες (properties) και πάγια (assets) που αποτελούν ακίνητη περιουσία. Η αποτίμηση της ιδιωτικής και δημόσιας ακίνητης περιουσίας δεν έχει καμία σχέση με την αποτίμηση των «υποδομών», τα οποία αξιολογούνται με κριτήρια αξιολόγησης επενδύσεων και όχι με βάση την «αγοραία αξία». Κατά συνέπεια δεν υφίστανται οι έννοιες «Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων Αξίας Υποδομών» και «Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων Υποδομών», ούτε μπορούν αυτές να βασίζονται στα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα.
Υπάρχει συνεπώς λανθασμένα η χρήση της έννοιας «υποδομές».
Με δεδομένη την ορθή εννοιολογικά χρήση του όρου, και με σκοπό να μπορέσουμε να προβούμε σε μία αξιολόγηση των προτάσεων του Υπουργείου, θα αντικαταστήσομε την λέξη «υποδομές», με τη λέξη «ακίνητα».
Τώρα που το κείμενο είναι περισσότερο κατανοητό, προκύπτει ξεκάθαρα πρόταση αντικατάστασης του αντικειμενικού προσδιορισμού των ακινήτων, με ένα νέο σύστημα προσέγγισης των φορολογητέων (αντικειμενικών) αξιών, κάτι που έχει ήδη ανακοινώσει από το 2015 ο αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών τονίζοντας την ανάγκη σύγκλισης φορολογητέων αξιών με τις αγοραίες αξίες, χωρίς όμως να έχει προσδιοριστεί μέχρι σήμερα το πώς θα γίνει αυτό εφικτό. Στο επίμαχο σχέδιο νόμου φαίνεται ότι το καθήκον αυτό το επωμίζονται πλέον οι πιστοποιημένοι εκτιμητές του Υπουργείου Οικονομικών. Να θυμίσω ότι στο προσχέδιο Νόμου για τα ιδιωτικά-δημόσια έργα και τις εκτιμήσεις του Υπουργείου Εθν. Οικονομίας που είχε ανακοινωθεί στις 28-08-2015 (και που δεν προχώρησε), ο τότε αναπληρωτής Υπουργός Εθν. Οικονομίας και νυν Υπουργός Υποδομών, είχε προτείνει ο αντικειμενικός προσδιορισμός να προκύπτει από το μέσο όρο των εκτιμήσεων 3 τελευταίων ετών. Δε διαφωνώ με τη θεσμοθέτηση της υποχρέωσης για εκτιμήσεις των αξιών στις συμβολαιογραφικές πράξεις, υπό το πρίσμα ότι αυτό θα δώσει δουλειά στους εκτιμητές. Σχεδόν όμως σε κανένα προηγμένο κράτος, ο μαζικός προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας (κυρίως των οικιστικών ακινήτων), δε γίνεται με φυσική παρουσία και αυτοψία από εκτιμητή. Ακόμα και το υπό κατάργηση υφιστάμενο απαξιωμένο σύστημα προσδιορισμού αντικειμενικών αξιών, είναι ένα τυποποιημένο μοντέλο μαζικού προσδιορισμού, χωρίς την απαίτηση αυτοψίας (και ευθύνης) από μεμονωμένο εκτιμητή. Ας δούμε τι γίνεται στα προηγμένα κράτη όπου οι σημερινές ανάγκες για δίκαιη φορολόγηση των ακινήτων επιβάλλουν την δημιουργία ενός σύγχρονου Κτηματολογίου σε συνδυασμό με Συστήματα Μαζικών Εκτιμήσεων Αξιών Ακινήτων:
Στις ανεπτυγμένες χώρες (Η.Π.Α, Σουηδία, Δανία κ.τ.λ), λειτουργούν συστήματα χωρικών πληροφοριών (Land Information System – L.I.S.), που έχουν ως βάση το κτηματολόγιο αλλά περιλαμβάνουν πρόσθετες ενότητες πληροφοριών, ώστε να αποτελούν αποδοτικά εργαλεία διαχείρισης και λήψης αποφάσεων πολλαπλών σκοπών. Στα συστήματα L.I.S. περιλαμβάνονται τα υποσυστήματα για τις εκτιμήσεις και τη φορολογία. Σύμφωνα με το SubL.I.S. των εκτιμήσεων, η αξία κάθε ακινήτου προκύπτει από διαδικασίες μαζικών εκτιμήσεων αυτοματοποιημένων μοντέλων σε περιοδική βάση, προκειμένου η προσδιοριζόμενη αξία να προσεγγίσει όσον το δυνατόν περισσότερο τα δεδομένα της αγοράς. Σύμφωνα με το SubL.I.S. φορολογίας, η βάση του φορολογικού συστήματος είναι η αγοραία αξία του ακινήτου, όπως αυτή προκύπτει από το SubL.I.S. των εκτιμήσεων, προκειμένου να εξασφαλίζεται η κοινωνική δικαιοσύνη. Ακόμα, υπάρχουν αποτελεσματικοί μηχανισμοί είσπραξης των φόρων ώστε να περιορίζεται η γραφειοκρατία και να μειώνεται η φοροδιαφυγή εκ των ακινήτων.
Γνώμη μου είναι για φορολογική χρήση, να προταθεί ένα σύγχρονο αυτοματοποιημένο μοντέλο εκτιμήσεων (A.V.M), με επεξεργασία των ηδονικών χαρακτηριστικών των ακινήτων, με βάση την πολλαπλή ανάλυση παλινδρόμησης, ή ακόμα καλύτερα, αν αυτό καταστεί εφικτό, με τη χρήση μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης (νευρωνικά δίκτυα), με αξιολόγηση του συστήματος σε περιοδική βάση, και μεμονωμένα την εκτίμηση από ανεξάρτητους/μεμονωμένους εκτιμητές των σύνθετων ακινήτων όπως βιοτεχνικές, τουριστικές μονάδες, εγκαταστάσεις κ.λ.π .
Να σταθούμε στην παράγραφο που αναφέρει ότι «Για τον υπολογισμό της εκτιμητικής μεθόδου κόστους λαμβάνονται τα στοιχεία του Ηλεκτρονικού Παρατηρητηρίου Τιμών (ΗΛ.ΠΑ.Τ.) του άρθρου 5 του παρόντος. Η αξία της εκτίμησης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αναπόσβεστη αξία της υποδομής κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή, όπως αυτή υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τη λειτουργική φθορά, τη χρονική φθορά και την οικονομική απαξίωση». Πράγματι όπως ήδη σχολιάστηκε από συναδέλφους εκτιμητές, το Ηλεκτρονικό Παρατηρητήριο Τιμών θα μπορούσε να είναι ένα χρήσιμο συμβουλευτικό εργαλείο για τον υπολογισμό του κατασκευαστικού κόστους μόνον στην περίπτωση που θα έδινε ένα εύρος κόστους τελικής κατασκευής ανά είδος κατασκευής. Θα είναι όμως, όπως επίσης τονίστηκε, εντελώς δυσλειτουργικό στην περίπτωση που θα απαιτεί την πλήρη και αναλυτική κοστολόγηση επιμέρους υλικών (με αναλυτική περιγραφή τους, ποσότητες και εργασίες) για τον προσδιορισμό του τελικού κόστους κάθε μίας κατασκευής, αφού θα έχει δυσανάλογο κόστος σε σχέση με την ουσιαστική επιρροή του στον προσδιορισμό της αξίας.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφέρω ότι στην τελευταία έκδοση των Ευρωπαϊκών Εκτιμητικών Προτύπων , προβλέπεται η υιοθέτηση του Αποσβεσμένου Κόστους Αντικατάστασης ως μία εναλλακτικά επιτρεπτή μέθοδος σε αγορές που βρίσκονται σε ύφεση (EVS 2016 σελ. 321), και να σχολιάσω ότι κατά την προσωπική μου άποψη, η μέθοδος κόστους αντικατάστασης η οποία ενώ συνήθως δε χρησιμοποιείται για την προσέγγιση της αγοραίας αξίας δεδομένου ότι τα κατασκευαστικά κόστη παρουσιάζουν και αντιδρούν με υστέρηση στις κυκλικές αλλαγές της αγοράς, έχει παρεξηγηθεί στην Ελλάδα. Στα περισσότερα έντυπα των τραπεζών για τον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας, αναγράφεται ότι το κόστος αντικατάστασης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται «κατ΄ εξαίρεση», χωρίς όμως αυτό με βάση τα Ελληνικά δεδομένα να αιτιολογείται επαρκώς, δεδομένου ότι κατά “εξαίρεση” είναι και αυτό που υφίσταται η Ελληνική αγορά ακινήτων, η οποία υφίσταται πλέον ελάχιστες διακυμάνσεις, ενώ βρίσκεται «κολλημένη» σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα πράξεων. Θα χαρακτήριζα την αγορά των Ελληνικών αστικών ακινήτων less volatile and less transparent market. Άποψη μου είναι ότι η μέθοδος κόστους αντικατάστασης, θα μπορούσε να πάρει εν μέρει, το ρόλο της «sustainable value» ερμηνεύοντας την έννοια της βιωσιμότητας κυρίως με βάση τους οικονομικούς παράγοντες (και όχι τους περιβαλλοντικούς). Με λίγα λόγια, η αξία D.R.C θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση να κρατηθούν οι αξίες στην Ελλάδα σε ένα επίπεδο διατήρησης τιμών, εμποδίζοντας να μην επηρεαστεί καταλυτικά η αγορά ακινήτων από τις τρέχουσες ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε λιγοστές πράξεις, ή ζητούμενες τιμές που απέχουν κατά πολύ από τις πραγματικές.
Κατά την άποψη μου, δε θα πρέπει θέματα εθνικής σημασίας όπως αυτά της αποτίμησης της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας, και του προσδιορισμού των φορολογητέων αξιών, να «κλείνονται» σε ένα μόνο άρθρο, ενός νόμου προς διαβούλευση.
Προτείνεται η έναρξη άμεσου διαλόγου του Συλλόγου Εκτιμητών Ελλάδος με τους εμπλεκόμενους φορείς πιστοποιημένων εκτιμητών καθώς και με τις αρμόδιες επιτροπές του Υπουργείου Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας και Υποδομών, πριν την κατάθεση του άρθρου, σε ένα βάθος χρόνου όσο αυτό είναι απαραίτητο.
Τα συμπεράσματα θα πρέπει να επεξεργαστεί από μέρους του Συλλόγου Εκτιμητών Ελλάδος η αντίστοιχη Επιστημονική ομάδα, ώστε από κοινού, μαζί με άλλους φορείς (R.I.C.S. Hellas, TEE, Δικηγορικούς Συλλόγους, Συμβολαιογραφικούς Συλλόγους, Εμπορικά Επιμελητήρια, Συλλόγους Μεσιτών, ΠΟΜΙΔΑ κλπ), να κατατεθούν σοβαρές προτάσεις οι οποίες θα μπορέσουν να αποτελέσουν τη δομή για τη σύνταξη των Εθνικών Εκτιμητικών Προτύπων. Αν θέλουμε αυτά να είναι πράγματι Εθνικά, και εφάμιλλα των αντίστοιχων Ευρωπαϊκών Κρατών.
Με εκτίμηση,
Παπαδάκης Γιώργος
Πιστοποιημένος Εκτιμητής Ακινήτων
Θεωρώ περιοριστική έως λανθασμένη τη διατύπωση «Αξία Υποδομών» . Τα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα (έκδοση 2016) στα οποία γίνεται σαφής αναφορά, αφορούν τις εκτιμήσεις «ιδιοκτησίας (property)» ή «παγίων (assets)» σύμφωνα με την παλαιότερη έκδοση (EVS 2012) και όχι υποδομών. Τα ακίνητα ή ιδιοκτησίες ή πάγια δεν αποτελούν υποδομές. Οι υποδομές αποτελούν «εξ ορισμού» τη βάση για την εκτέλεση ενός έργου. Επίσης τα Έργα Υποδομής (δρόμοι γέφυρες, λιμάνια κλπ) δημιουργούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη, χωρίς τα ίδια να είναι άμεσα παραγωγικά. Κατά συνέπεια είναι άλλο πράγμα η εκτίμηση της αξίας των υποδομών και άλλο η εκτίμηση αξίας ακινήτων (ή ιδιοκτησιών ή παγίων). Εάν λοιπόν πρόκειται τα Εθνικά Πρότυπα Εκτιμήσεων και Εθνικός Κανονισμός Εκτιμήσεων να βασίζονται στα Ευρωπαϊκά Εκτιμητικά Πρότυπα όπως ισχύουν, τότε δεν μπορεί να αναφέρονται σε υποδομές.
Γιώργος Εμμανουήλ
Πιστοποιημένος εκτιμητής ακινήτων