1. Εφόσον οι αρμόδιες υπηρεσίες των Υπουργείων Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών διαπιστώσουν ότι ένα στοιχείο διαλειτουργικότητας, το οποίο καλύπτεται από τη δήλωση συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης «ΕΚ», διατίθεται στην αγορά και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του, ενδέχεται να μην ικανοποιεί τις βασικές απαιτήσεις, με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών, λαμβάνονται μέτρα για τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής του ή την απαγόρευση της χρήσης του ή την απόσυρσή του από την αγορά. Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών ενημερώνει αμέσως την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον Οργανισμό και τα υπόλοιπα κράτη μέλη για τα μέτρα που λαμβάνει και αναφέρει τους λόγους έκδοσης της σχετικής απόφασης, διευκρινίζοντας, ιδίως, αν η έλλειψη συμμόρφωσης προκύπτει από:
α) μη τήρηση των βασικών απαιτήσεων,
β) παράτυπη εφαρμογή των ευρωπαϊκών προδιαγραφών, στην περίπτωση ισχυρισμού ότι εφαρμόζονται οι εν λόγω προδιαγραφές,
γ) ανεπάρκεια των ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
2. Εφόσον η απόφαση της παρ. 1 αιτιολογείται από την ανεπάρκεια των ευρωπαϊκών προδιαγραφών, το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών εφαρμόζει ένα ή περισσότερα από τα εξής μέτρα:
α) μερική ή ολική απόσυρση της οικείας προδιαγραφής από τις δημοσιεύσεις που την περιλαμβάνουν,
β) περιορισμό ή απόσυρση του εν λόγω προτύπου, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, αν η προδιαγραφή είναι εναρμονισμένο πρότυπο,
γ) αναθεώρηση της ΤΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 6.
3. Όταν ένα στοιχείο διαλειτουργικότητας συνοδευόμενο από δήλωση συμμόρφωσης «ΕΚ» αποδεικνύεται στερούμενο συμμόρφωσης, με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα έναντι εκείνου που συνέταξε τη δήλωση και το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.