1. Οι σταθμοί άφιξης και αναχώρησης υπεραστικών λεωφορείων εξυπηρετούν τις ανάγκες οργανωμένης άφιξης και αναχώρησης οχημάτων που εκτελούν δημόσιες τακτικές υπεραστικές οδικές επιβατικές μεταφορές, καθώς και την αναμονή, επιβίβαση, μετεπιβίβαση, αποβίβαση και εν γένει εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού, όπως επίσης τη φόρτωση, μεταφόρτωση, εκφόρτωση και φύλαξη αποσκευών και κάθε άλλη συναφή διαδικασία. Για την ίδρυση και λειτουργία των σταθμών αυτών απαιτείται άδεια της αρμόδιας περιφέρειας, που χορηγείται σύμφωνα με το π.δ. 79/2004 (Α’ 62). Σταθμούς και εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης επιβατών αποτελούν και οι χώροι που διατηρούνται από τους συγκοινωνιακούς φορείς ή από εξουσιοδοτημένους πράκτορες αυτών σε διάφορα σημεία των πόλεων, της ίδιας ή άλλης περιφερειακής ενότητας που εξυπηρετούν για τη διευκόλυνση του επιβατικού κοινού, όπως για την έκδοση εισιτηρίων, κρατήσεις θέσεων και διακίνηση ασυνόδευτων μικροδεμάτων, τα οποία μπορούν να μεταφέρονται στον χώρο των αποσκευών των λεωφορείων.
2. Οι εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης επιβατών, ανάλογα με την επιβατική κίνηση, διαθέτουν άνετους, καθαρούς και επαρκείς χώρους υποδοχής και υγιεινής των επιβατών, καθώς και συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας, και πληρούν τις προδιαγραφές προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρία και εμποδιζόμενα άτομα. Μπορούν να συμπίπτουν με το σημείο που έχει καθορισθεί ως αφετηρία, τέρμα ή στάση λεωφορείων επιβατικής γραμμής για την επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών και να συστεγάζονται με καταστήματα που προσφέρουν ροφήματα και φαγητό. Μεταφερόμενα εκδοτήρια εισιτηρίων τύπου περιπτέρου μπορεί να τοποθετούνται για την εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού σε αφετηρίες ή τέρματα γραμμών ή σε άλλες θέσεις, μετά από έγκριση της αρμόδιας για τον χώρο αρχής. Οι εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης επιβατών της παρούσας δεν αποτελούν εγκαταστάσεις υπό την έννοια του άρθρου 4 του ν. 2465/1997 (Α’ 28) και του άρθρου 7 του π.δ. 79/2004.
Το σύνολο των σταθμών εξυπηρέτησης επιβατών των ΚΤΕΛ ανά την επικράτεια έχει δημιουργηθεί με επιδότηση και προνομιακή χρηματοδότηση του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ ετησίως εκταμιεύονται από το αρμόδιο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών σημαντικά ποσά εκατομμυρίων ευρώ προς τα ΚΤΕΛ για αναβάθμιση των υποδομών τους από την παρακράτηση ποσοστού 2% επί του εισιτηρίου των επιβατών (ν. 4850/2021, άρθρο 42). Άρα τόσο οι φορολογούμενοι πολίτες όσο και οι επιβάτες των ΚΤΕΛ ανεξαρτήτως προέλευσης έχουν άμεσα ή έμμεσα χρηματοδοτήσει την κατασκευή αυτών των σταθμών. Υπό την προτεινόμενη μορφή του η οικεία διάταξη εισάγει αδικαιολόγητη διακριτική μεταχείριση των ΚΤΕΛ, καθώς αυτά ήδη διαθέτουν δίκτυο σταθμών επιβατών κατασκευασμένων με την χρηματοδότηση που προαναφέρθηκε.
Επομένως, ο υποψήφιος οικονομικός φορέας που ενδιαφέρεται να του ανατεθεί η σύμβαση ανάθεσης των υπεραστικών δρομολογίων βρίσκεται σε σημαντικά μειονεκτική θέση, καθώς καλείται να προχωρήσει σε επενδύσεις εκατομμυρίων για τη δημιουργία δικτύου σταθμών εξυπηρέτησης επιβατών προκαταβολικά, πριν (!) την ανάθεση του έργου και με απολύτως αβέβαιο τελικό αποτέλεσμα.
Προτείνουμε τη νομοθέτηση της πρόσβασης στους υφιστάμενους σταθμούς εξυπηρέτησης επιβατών όλων των ενδιαφερομένων για την διενέργεια των τακτικών υπεραστικών γραμμών με τους ίδιους όρους. Ιδίως σε ό,τι αφορά στον νέο υπό σχεδιασμό κεντρικό σταθμό υπεραστικών γραμμών στον Ελαιώνα αυτό θεωρείται εκ των ουκ άνευ.
Εναλλακτικά θα πρέπει να χορηγηθεί επαρκής χρόνος και αντίστοιχη οικονομική επιδότηση με αυτή των ΚΤΕΛ για την έγκαιρη δημιουργία και αδειοδότηση νέων σταθμών στους ενδιαφερόμενους.
Η παρ. 1 να συμπληρωθεί ως εξής:
1. […] Για την ίδρυση και λειτουργία των σταθμών αυτών απαιτείται άδεια της αρμόδιας περιφέρειας, που χορηγείται σύμφωνα με το π.δ. 79/2004 (Α’ 62) και τον ν.4067/2012 και ιδιαίτερα το άρθρο 26 αυτού, όπως τροποποιήθηκε με τον ν.4782/2021, άρθρο 210 και ισχύει σήμερα.[…]