1. Τα μέλη του συμβουλίου υποχρεούνται να ασκούν τα καθήκοντά τους με αμεροληψία και αντικειμενικότητα. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, καθώς και για πέντε (5) χρόνια μετά την αποχώρησή τους με οποιονδήποτε τρόπο, τα μέλη του συμβουλίου έχουν υποχρέωση εχεμύθειας.
2. Τα μέλη του συμβουλίου, που δεν εντάσσονται στην πρόβλεψη της παρ. 4 του άρθρου 4, δεν επιτρέπεται α) να κατέχουν θέση δημοσίου, μόνιμου, με σχέση ιδιωτικού δικαίου, ή μετακλητού υπαλλήλου στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, στους εποπτευόμενους από αυτό φορείς, σε ανεξάρτητες αρχές ή αυτοτελείς υπηρεσίες, υπαγόμενες στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων του ν. 3891/2010 (A΄ 188), καθώς και σε οποιαδήποτε αρχή που συμμετέχει στην ανάθεση υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας, β) να κατέχουν θέση σε οποιαδήποτε αεροπορική ή σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστή σιδηροδρομικής υποδομής ή φορέα χρέωσης ή φορέα κατανομής ή κοινοποιηθέντα οργανισμό, υπό την έννοια της περ. 42 του άρθρου 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2016 σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή να συμμετέχουν στο κεφάλαιό τους ή να προσπορίζονται, άμεσα ή έμμεσα, οποιοδήποτε όφελος από υπηρεσίες σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή από τρίτους, που επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητά τους, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, καθώς και για τα δύο (2) έτη από τη λήξη της.
Αν τα μέλη του συμβουλίου κατέχουν εταιρικά μερίδια ή μετοχές σε οποιαδήποτε αεροπορική ή σιδηροδρομική επιχείρηση ή άλλη επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο του πρώτου εδαφίου, που έχουν αποκτήσει από κληρονομική διαδοχή κατά τη διάρκεια της θητείας τους, υποχρεούνται να απέχουν από την άσκηση των δικαιωμάτων συμμετοχής και ψήφου στα όργανα διοίκησης, διαχείρισης και ελέγχου των εν λόγω επιχειρήσεων και μέχρι τη συμπλήρωση δύο (2) ετών από τη λήξη της θητείας τους.
Τα μέλη του συμβουλίου δεν επιτρέπεται να ασκούν τα καθήκοντά τους που απορρέουν από τον παρόντα σε φορείς με τους οποίους διατηρούσαν οποιαδήποτε εργασιακή σχέση ή στο κεφάλαιο των οποίων συμμετείχαν ή από τους οποίους αντλούσαν, άμεσα ή έμμεσα, οποιοδήποτε όφελος και απέχουν από την άσκηση των δικαιωμάτων συμμετοχής και ψήφου στις συνεδριάσεις του συμβουλίου του Ε.Ο.Δ.Α.Σ.Α.Α.Μ. ως προς τους εν λόγω φορείς.
3. Δεν συνιστά ασυμβίβαστο για τα μέλη του συμβουλίου: α) η άσκηση διδακτικών καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, με καθεστώς μερικής απασχόλησης, και η άσκηση καθηκόντων μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, β) η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος, με την επιφύλαξη ότι κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν παρέχονται υπηρεσίες σε πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες αεροπορικών ή σιδηροδρομικών μεταφορών ή συμμετέχουν σε διαγωνισμούς που προκηρύσσει ο Ε.Ο.Δ.Α.Σ.Α.Α.Μ .
4. Η παράβαση από μέλος του συμβουλίου των παρ. 1 έως 3, κατά τη διάρκεια της θητείας του, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα, που τιμωρείται με την ποινή της έκπτωσης από τη θέση του μέλους του συμβουλίου. Για τη διαπίστωση της διάπραξης του ανωτέρω παραπτώματος κινείται πειθαρχική διαδικασία, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 6. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών διαπιστώνεται η έκπτωση του μέλους. Με όμοια απόφαση αντικαθίσταται το μέλος που τιμωρείται με την ποινή της έκπτωσης για το υπόλοιπο της θητείας, σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 4. Η έκπτωση κατά την παρούσα δεν αποκλείει την ποινική ή αστική ευθύνη του μέλους.
4. Τα ασυμβίβαστα και οι λοιποί περιορισμοί της παρ. 2 εφαρμόζονται στα μέλη του συμβουλίου και στην περίπτωση που συντρέχουν στο πρόσωπο συζύγων, συμβιούντων υπό την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α’ 181) και συγγενών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του δευτέρου βαθμού.
5. Η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται αν εκδοθεί αμετάκλητο παραπεμπτικό βούλευμα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τα άρθρα 103 έως 105 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26), και μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Αν ανασταλεί η ιδιότητα μέλους, διορίζεται νέο μέλος με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 4. Η θητεία του νέου μέλους διαρκεί όσο και ο χρόνος αναστολής.
6. Τα μέλη του συμβουλίου εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους αν εκδοθεί σε βάρος τους αμετάκλητη δικαστική απόφαση για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημόσιου υπαλλήλου ή έκπτωση δημόσιου υπαλλήλου, σύμφωνα με το άρθρο 149 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ..
7. Τα μέλη του συμβουλίου υποβάλλουν κατ’ έτος την προβλεπόμενη από τον ν. 3213/2003 (Α΄ 309) δήλωση περιουσιακής κατάστασης.
8. Τα μέλη του συμβουλίου υποχρεούνται να γνωστοποιούν αμέσως στον Ε.Ο.Δ.Α.Σ.Α.Α.Μ. κάθε κώλυμα ή ασυμβίβαστο που συντρέχει στο πρόσωπό τους.