Αρχική Ενδυνάμωση της διαφάνειας και της αξιοκρατίας σε θέματα αρμοδιότητας Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής ΠολιτικήςΆρθρο 52 – Θέματα Λιμενικής ΑστυνομίαςΣχόλιο του χρήστη Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εκμισθωτων ΘΜΑ | 28 Φεβρουαρίου 2017, 10:35
Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Ταχ. Δ/νση Ακτή Βασιλειάδη, Πύλη Ε 1 - Ε 2, Τ.Κ. 185 10 τηλ: 213 1371700 - 213 1374700, φαξ: 210 4191561- 210 4191562 Επικοινωνία με το υπουργείο Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Με το σχέδιο νόμου διευρύνεται η διάταξη του άρθρου 14 του Π.Δ 23/2000 (Α’ 18), και προβλέπεται πλέον η «αλληλέγγυα ευθύνη αλληλέγγυα και εις ολόκληρο ευθύνη» για καταβολή του προστίμου , όταν οι σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7, εκμεταλλευόμενοι την ίδια λουτρική εγκατάσταση είναι περισσότεροι του ενός. Πρόκειται για μια ρύθμιση όμως, που εκ του πλαγίου, καθιστά απλούς εκμισθωτές θαλασσίων μέσων αναψυχής, που τους έχει παραχωρηθεί η απλή χρήση ενός μικρού κοινοχρήστου τμήματος του αιγιαλού για την επίτευξη των θεμιτών στόχων της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, συνυπεύθυνους για πράξεις ή παραλείψεις αυτών που ασκούν την διαχείριση και διοίκηση των λουτρικών εγκαταστάσεων, αν και δεν συνδέονται μεταξύ τους με κάποια αμοιβαία ευθύνη ή υποχρέωση. Η πρόταση αυτή δεν περιέχει κάποια ειδική ρύθμιση που να συγκεκριμενοποιεί αφενός τα φυσικά πρόσωπα που μπορούν να καταστούν υποκείμενα καταλογισμού της πληρωμής του προστίμου και αφετέρου τις ουσιαστικές προϋποθέσεις του καταλογισμού αυτού . Η ελληνική νομολογία και η πρακτική των διωκτικών αρχών με τον όρο «αλληλέγγυα ευθύνη αλληλέγγυα και εις ολόκληρο ευθύνη» εστιάζουν μόνο στα φυσικά εκείνα πρόσωπα ( που συνδέονται μεταξύ τους με κάποια αμοιβαία ευθύνη) και εμφανίζονται ως νόμιμοι εκπρόσωποι της κρινόμενης κάθε φοράς συλλογικής οντότητας (νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας). Επομένως θα πρέπει να γίνει σαφή και κατανοητό ποιοι υπάγονται στην συγκεκριμένη διάταξη και ποια συμπεριφορά θα πρέπει να υιοθετήσουν, διαφορετικά η διάταξη είναι νομικά και πρακτικά ανεφάρμοστη. Εξάλλου, η τήρηση της αρχής της ισότητας σχετίζεται με την "..διασφάλιση και πραγμάτωση του Κράτους Δικαίου και την πάνω σε ίσους όρους ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του καθενός.." (ΣτΕ 2254/1987) αποκλείει δε, μεταξύ άλλων, την έκδηλη και ανεπίδεκτη κάθε δικαιολόγησης άνιση μεταχείριση "είτε υπό την μορφήν της εισαγωγής καθαρώς χαριστικού μέτρου ή ανεπερείστου προνομίου, είτε υπό την μορφήν περιορισμού δικαιωμάτων, κατ' εξαίρεσιν από υφισταμένου γενικότερου κανόνος ..." (ΣτΕ 3027-31/1980, 2925/1983, 4846/1984, 195/1985, 2254,1987, βλ. επίσης ΑΠ 1751/1984). Θα μπορούσε συνεπώς να υποστηριχθεί ότι η εναρμόνιση της προτεινόμενης ρύθμισης με την προαναφερομένη συνταγματική αρχή εξαρτάται από την ύπαρξη αποχρώντων λόγων οι οποίοι να δικαιολογούν την παραπάνω επαχθή υπέρ μιας κατηγορίας πολιτών διάκριση, χωρίς ενδεχομένως να μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοιος λόγος η ανάγκη απλώς και μόνο ενίσχυσης των εσόδων του Δημοσίου. Σας υπενθυμίζουμε ότι η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2743/1999,ορίζει επί λέξει τα εξής: Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μπο¬ρεί να ρυθμίζονται τα θέματα που έχουν σχέση με τους ό¬ρους, τις προϋποθέσεις, τις διαδικασίες και τον έλεγχο για: α) την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών σχολών ναυα¬γοσωστικής εκπαίδευσης, β) τη χορήγηση άδειας ναυα¬γοσώστη από τις λιμενικές αρχές και τον καθορισμό των υποχρεώσεων του κατά την άσκηση των καθηκόντων τοu, γ) την υποχρέωση πρόσληψης ναυαγοσώστη σε οργανω¬μένες ή μη παραλίες, δ)………… Στους παραβάτες των προεδρικών διαταγμάτων, που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, επιβάλλονται από την αρμόδια Λιμενική Αρχή, α¬νεξάρτητα από άλλες κυρώσεις που μπορεί να προβλέ¬πονται, οι κυρώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου. Εφόσον συνεπώς γίνεται ουσιαστική ρύθμιση του θέματος τούτου, η εξουσιοδότηση για την υποχρεωτική πρόσληψη ναυαγοσώστη αφορά τη θέσπιση κανόνα δικαίου, είτε κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος , είτε με ευθεία νομοθετική πρόβλεψη, παρανόμως δε, και ανεπίτρεπτα γίνεται με παραπομπή σε Απόφαση της εκτελεστικής εξουσίας που επιπλέον έχει εκδοθεί από καθ’ ύλη αναρμόδιους υπουργούς όπως εν προκειμένω και ανίσχυρη νομοθετική εξουσιοδότηση ως προς το ρυθμιστέο θέμα ( άρθρο 7 της αριθ. **ΔΔΠ0005159/586Β ΕΞ 2015/7.4.2015 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπως εσφαλμένα, κατά την άποψή μας, με το αριθμ. πρωτ.: 2131.17/13174/2017 απαντητικό έγγραφο ισχυρίζεται η Δ.Λ.Α. ). δεδομένου μάλιστα ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα (συνυπεύθυνοι στην πρόσληψη ναυαγοσώστη) δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι συνιστούν θέματα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα. Πράγματι, από τα άρθρα 43 παρ. 2 και 4, 44 παρ. 1, 26, 95 παρ. 1 (αρχή νομιμότητας της διοικητικής δράσης) και 73 επ. του Συντάγματος, συνάγεται ότι αυτό ρυθμίζει ειδικά και εξαντλητικά τις περιπτώσεις θέσπισης πρωτευόντων κανόνων δικαίου από τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Κανόνες δικαίου που τίθενται από όργανα της εκτελεστικής εξουσίας κατά παράβαση των παραπάνω διατάξεων είναι ανίσχυροι και δεν μπορούν με την μορφή τους αυτή, να ισχυροποιηθούν . Οι διατάξεις αυτές του Συντάγματος αποσκοπούν στο να εξασφαλιστεί η νομιμότητα της δράσης της Διοίκησης μέσω του καθορισμού των αρμοδιοτήτων της από το ίδιο το Σύνταγμα ή από το νομοθετικό όργανο το οποίο και μόνο διαθέτει τεκμήριο αρμοδιότητας για την θέσπιση κανόνων δικαίου με οποιοδήποτε περιεχόμενο (σε αντίθεση με τα διοικητικά όργανα τα οποία έχουν συγκεκριμένες αρμοδιότητες που προβλέπονται ειδικά). Εξάλλου, η γραμματική ερμηνεία της προτεινόμενης διάταξης, έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες της λογικής. Τουτέστιν, ακόμα και στην περίπτωση που θεωρήσουμε ότι υπάρχει συνυπευθυνότητα όλων των επαγγελματιών που τους έχει μεταβιβασθεί το δικαίωμα απλής χρήσης του αιγιαλού ( εκμισθωτές θαλάσσιων μέσων αναψυχής, εκμεταλλευτές ομπρελοκαθισμάτων, καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος κ.λ.π.), θα πρέπει προηγουμένως να έχουν προηγηθεί ύλες οι ενέργειες καταναγκασμού προς συμμόρφωση εναντίον του κύριου υπεύθυνου ( διοικητικά πρόστιμα, παραπομπή στον Εισαγγελέα για έκθεση σε κίνδυνο) και στην συνέχεια να ενημερωθούμε οι συνυπεύθυνοι για το ατελέσφορο της διαδικασίας από τον κύριο υπεύθυνο. Και κατά συνέπεια τίθεται το δίκαιο και εύλογο ερώτημα; είμαστε όλοι εξ’ ολοκλήρου αλληλέγγυοι για την πληρωμή και ασφαλιστική κάλυψη του ναυαγοσώστη; ή θα πρέπει το κόστος να επιμερισθεί ανάλογα με την έκταση του αιγιαλού που έχει μεταβιβασθεί στον καθένα και τέλος ποιος ο υπεύθυνος για την ασφαλιστική κάλυψη του ναυαγοσώστη, αφού ως γνωστό σε ενδεχόμενο έλεγχο του Ι.Κ.Α ΠΟΥ ΤΟ ΠΡΌΣΤΙΜΟ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ τις 10.000,00 ευρώ. Ποιος και πότε θα κατασκευάσει το βάθρο του ναυαγοσώστη; Ποιος και πότε θα εφοδιάσει τον ναυαγοσώστη με τον απαραίτητο εξοπλισμό. Αυτή η γενική και αόριστη διάταξη μόνο γενικευμένη βραδύτητα και δυσλειτουργία θα επιφέρει, στις ενέργειες των υπευθύνων για την πρόσληψη ναυαγοσώστη. Περαιτέρω συστηματική μελέτη και ανάλυση της διάταξης, περιέχεται στο από 22/2016/6-12-2016 υπόμνημα μας