Το άρθρο τρίτο του ν. 4470/2017 (Α΄ 65), όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 142 του ν. 4504/2017 (Α’ 184), αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Πλοία, τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου δεύτερου και έχουν ναυπηγηθεί πριν από τις 8.9.2017, απαιτείται να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του προτύπου που αναφέρεται στον Κανονισμό Δ-2, κατά την πρώτη επιθεώρηση ανανέωσης του Διεθνούς Πιστοποιητικού Πρόληψης Ρύπανσης από Πετρέλαιο, η οποία πραγματοποιείται μετά την 8.9.2017 εάν:
(α) η επιθεώρηση αυτή ολοκληρωθεί στις 8.9.2019 ή μετά τις 8.9.2019 ή
(β) έχει ήδη λάβει χώρα επιθεώρηση ανανέωσης κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ τις 8.9.2014 και πριν από τις 8.9.2017.
2. Πλοία, τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου δεύτερου και έχουν ναυπηγηθεί πριν από τις 8.9.2017, απαιτείται να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του προτύπου που αναφέρεται στον Κανονισμό Δ-2, κατά τη δεύτερη επιθεώρηση ανανέωσης του Διεθνούς Πιστοποιητικού Πρόληψης Ρύπανσης από Πετρέλαιο, η οποία πραγματοποιείται μετά την 8.9.2017, όταν η πρώτη επιθεώρηση ανανέωσης μετά την 8.9.2017 έχει διενεργηθεί πριν από τις 8.9.2019 και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1.β.
3. Πλοία, τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου δεύτερου αλλά δεν υποχρεούνται να φέρουν Διεθνές Πιστοποιητικό Πρόληψης Ρύπανσης από Πετρέλαιο (IOPPC) και έχουν κατασκευαστεί πριν από την έναρξη εφαρμογής της Σύμβασης, εφαρμόζουν υποχρεωτικά το πρότυπο του Κανονισμού Δ-2 το αργότερο από τις 8.9.2024 και εξής.
4. Πλοία, τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου δεύτερου και έχουν ναυπηγηθεί μετά τις 8.9.2017, απαιτείται να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του προτύπου που αναφέρεται στον Κανονισμό Δ-2, μετά την ημερομηνία αυτή.
5. Τα υπόχρεα πλοία των προηγούμενων παραγράφων, μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία απαιτείται να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του προτύπου που αναφέρεται στον Κανονισμό Δ-2, συμμορφώνονται είτε με τις απαιτήσεις του προτύπου που αναφέρεται στον Κανονισμό Δ-1 είτε με τις απαιτήσεις του προτύπου που αναφέρεται στον Κανονισμό Δ-2.».
Μέρος Ε΄ με τίτλο «Θέματα Οργάνωσης και Λειτουργίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και των Πολιτικών Υπαλλήλων του»
Κεφάλαιο Ε
Λοιπές διατάξεις πολιτικού προσωπικού
1) Τροποποίηση της Υπουργικής Απόφασης (Β 248/2016)
Το ναυτικό προσωπικό της Πλοηγικής Υπηρεσίας δεν έχει ναυτικό φυλλάδιο εν ισχύ με συνέπεια η διοικητική ερμηνεία του νόμου να καθιστά την προαγωγή των Κυβερνητών, Μηχανοδηγών και Ναυτών αδύνατη. Ως εκ τούτου και προς αποκατάσταση της εν λόγω αδικίας προτείνεται η τροποποίηση της υποπερίπτωσης (ββ) της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 1 ως εξής: «ναυτικό φυλλάδιο σε ισχύ, πλην των εν ενεργεία πλοηγών και του λοιπού ναυτικού προσωπικού που υπηρετεί στην Πλοηγική Υπηρεσία και των καθηγητών ναυτικών μαθημάτων Δημόσιων Σχολών Εμπορικού Ναυτικού (Μονίμων ΙΔΑΧ-ΙΔΟΧ)». Δηλαδή ζητάμε η ρύθμιση που έχει γίνει για τους Πλοηγούς και τους Καθηγητές να ισχύσει και για τους Κυβερνήτες, Μηχανοδηγούς και Ναύτες της Πλοηγικής Υπηρεσίας.
2) Έλεγχος Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης
Πάγιο αίτημα της ΠΟΥΕΝ είναι η υπαγωγή των πολιτικών υπαλλήλων του ΥΝΑΝΠ στο ίδιο καθεστώς υποβολής Δήλωσης περιουσιακής κατάστασης που διέπει το σύνολο των πολιτικών υπαλλήλων του κράτους. Με το άρθρο 83 του ν.4504/2017 επανήλθε η καθολική υποχρέωση του πολιτικού προσωπικού του ΥΝΑΝΠ να υποβάλει ετησίως δήλωση περιουσιακής κατάστασης, σε αντίθεση με ότι ισχύει για τους πολιτικούς υπαλλήλους του υπόλοιπου δημόσιου τομέα. Η εν λόγω παράλογη υποχρέωση για ειδικότητες όπως επί παραδείγματι καθαρίστριες, κλητήρες και οδηγούς αυξάνει απλά τη γραφειοκρατία και δεν έχει καμία προστιθέμενη αξία. Επισημαίνεται ότι είμαστε το μοναδικό Υπουργείο του οποίου όλοι οι υπάλληλοι υποβάλλουν τις εν λόγω δηλώσεις αδιακρίτως, καθώς η ίδια υποχρέωση δεν ισχύει ούτε για τους υπαλλήλους του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, ούτε για τους υπαλλήλους του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Κατά συνέπεια επαναφέρουμε το πάγιο αίτημά μας για κατάργηση του ανωτέρω άρθρου.
3) Κανόνες διαφάνειας ΥΝΑΝΠ
Πάγιο αίτημα της ΠΟΥΕΝ είναι η υπαγωγή των πολιτικών υπαλλήλων του ΥΝΑΠ στους ίδιους κανόνες διαφάνειας που υπάγεται το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων του κράτους, όπως αυτοί ρυθμίζονται από τον Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων.
Ο Ν.4504/2017, δυστυχώς με πρόφαση τη διαφάνεια περιέλαβε διατάξεις τιμωρητικού χαρακτήρα όπως:
– κανόνες διαφάνειας και δεοντολογίας όσον αφορά στις επαφές του πολιτικού και στρατιωτικού προσωπικού με τους προμηθευτές του ΥΝΑΝΠ, χωρίς όμως οι κανόνες αυτοί να έχουν εφαρμογή στις αντίστοιχες επαφές της Πολιτικής Ηγεσίας του Υπουργείου, δημιουργώντας τη στρεβλή εντύπωση ότι οι όποιες επαφές γίνονται με ευθύνη των υπαλλήλων και εξαντλούνται σε αυτούς,
– περιορισμούς-ρήτρες απαγόρευσης απασχόλησης για το προσωπικό του Υπουργείου εν γένει στις προμηθεύτριες εταιρείες του Υπουργείου, στους νηογνώμονες και στους οργανισμούς ασφάλειας, δημιουργώντας ένα επιπλέον καθεστώς διάκρισης για τους πολιτικούς υπαλλήλους του ΥΝΑΝΠ, σε σχέση με τους δημοσίους υπαλλήλους της υπόλοιπης δημόσιας διοίκησης.
– θέσπιση Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών ΥΝΑΝΠ, χωρίς καμία πρόβλεψη για την ανεξαρτησία των ελεγκτών καθιστώντας το σχήμα ελέγχου στο Υπουργείο καφκικό και τελικώς αδιαφανές καθώς δεν προσδιορίζεται η σχέση- συνεργασία με τις υπόλοιπες δομές ελέγχου τόσο του υπουργείου όσο και εν γένει του δημοσίου. Δηλαδή δεν προσδιορίζεται πότε έχει αρμοδιότητα ο Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, πότε το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, που είναι ανεξάρτητα όργανα, ποια είναι τα όρια ελέγχου και η συνεργασία με τη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου των Πολιτικών Υπαλλήλων, με τη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ και με το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων.
Με τις ανωτέρω ρυθμίσεις διαφωνήσαμε τεκμηριωμένα στη Βουλή ζητώντας να αποσυρθούν και να κληθεί η ΑΔΕΔΥ να τοποθετηθεί επί δημοσιοϋπαλληλικών θεμάτων.
Ως εκ τούτου επανερχόμαστε και δηλώνουμε ότι επί της αρχής η Ομοσπονδία μας είναι σύμφωνη με ρυθμίσεις που προάγουν τη διαφάνεια, αλλά αυτές θα πρέπει να έχουν καθολική ισχύ στο δημόσιο και σε όσους το υπηρετούν (υπουργοί, δήμαρχοι, γενικοί γραμματείς, διοικητές, μετακλητοί εν γένει, δημόσιοι υπάλληλοι κλπ), όπως ακριβώς συμβαίνει στο γαλλικό διοικητικό σύστημα στο οποίο άλλωστε έχει στηριχθεί και το ελληνικό διοικητικό σύστημα. Αντιθέτως οι διατάξεις του ν. 4504/2017 είναι μερικές, αποσπασματικές και εξαντλούνται σε συγκεκριμένες κατηγορίες υπαλλήλων θεσπίζοντας επιπλέον διακρίσεις για τους πολιτικούς υπαλλήλους του ΥΝΑΝΠ. Άλλωστε επί των εν λόγω θεμάτων αρμόδια είναι τα Υπουργεία Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, τα οποία θα πρέπει να διαβουλευτούν με την ΑΔΕΔΥ για τον προσδιορισμό του πλαισίου των όρων διαφάνειας που θα διέπουν τους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους.
4) Τροπολογία που αφορά στη συγκρότηση των Λιμενικών Επιτροπών των Λιμενικών Ταμείων
Με το άρθρο 63 παρ.2 του Ν.4609/19 (Α΄67) αντικαταστάθηκε το άρθρο 2 του β.δ. της 14/19 Ιανουαρίου 1939 (Α΄24) που αφορά στη Συγκρότηση των Λιμενικών Επιτροπών των Λιμενικών Ταμείων. Με το εν λόγω άρθρο καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη νόμου που αντίκειται στις ρυθμίσεις του και κατά συνέπεια καταργείται η διάταξη του άρθρου 10 παρ.6 (3) δ του Ν.2503/1997 με την οποία προβλεπόταν ότι «…Στα λιμενικά ταμεία στα οποία υπάρχει πρωτοβάθμιος σύλλογος μονίμων υπαλλήλων, εκπροσωπείται στο Διοικητικό Συμβούλιο με έναν εκπρόσωπο και έναν αναπληρωτή του».
Πέραν λοιπόν από την πρόβλεψη για διορισμό, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο επιλογής, 3 κατοίκων του οικείου Νομού απευθείας από τον Υπουργό Ναυτιλίας, η οποία εγείρει πολλά ερωτήματα για τη σκοπιμότητά της, καταργήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση και η εκπροσώπηση των εργαζομένων του οικείου Λιμενικού Ταμείου.
Επισημαίνεται ότι το κεκτημένο δικαίωμα συμμετοχής των εργαζομένων στη Λιμενική Επιτροπή ανέκαθεν συνεισέφερε στην εύρυθμη λειτουργία των ΛΤ, καθώς αφενός η άμεση διεκδίκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων συνέβαλε στη διαμόρφωση ομαλών συνθηκών εργασίας και βέλτιστης αποδοτικότητας, αλλά και αφετέρου η πολυετής εμπειρία των εργαζομένων υπήρξε καθοριστική για την λήψη εύστοχων αποφάσεων από τη Λιμενική Επιτροπή.
Ως εκ τούτου θα πρέπει στη σύνθεση των Λιμενικών Επιτροπών να προβλεφθεί η εκπροσώπηση των εργαζομένων του Λιμενικού Ταμείου, όπως ακριβώς προβλεπόταν με τη διάταξη του άρθρου 10 παρ.6 (3) δ του Ν.2503/1997.