Το άρθρο 13 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α. Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, για την εκναύλωση επαγγελματικού πλοίου αναψυχής κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δύο χιλιάδων (2.000) έως και είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
β. Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, στο ιδιωτικό πλοίο αναψυχής, το οποίο εκναυλώνεται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) έως και διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ.
γ. Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, για κάθε άλλη παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 έως 16, πλην των αναφερόμενων στις ανωτέρω περιπτώσεις α` και β` και του άρθρου 12, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δύο χιλιάδων (2.000) έως και είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ. Ειδικότερα, για τις παραβάσεις των διατάξεων των περιπτώσεων α’, β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2 του άρθρου 10 επιβάλλεται στον Πλοίαρχο ή Κυβερνήτη, πέραν των τυχόν ποινικών και πειθαρχικών κυρώσεων, πρόστιμο ύψους τριακοσίων (300,00) ευρώ.
δ. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της ηλεκτρονικής και έντυπης αίτησης για εγγραφή πλοίου στο Μητρώο του άρθρου 2 του παρόντος ή για καταχώριση μεταβολής, συνυποβάλλεται ηλεκτρονικό παράβολο ποσού διπλασίου του προβλεπομένου στο άρθρο 2 για την εγγραφή πλοίου ή για την καταχώριση μεταβολής, αντίστοιχα.
ε. Σε περίπτωση διαπίστωσης κατόπιν ελέγχου από την Λιμενική Αρχή μη υποβολής ηλεκτρονικής και έντυπης αίτησης εγγραφής ιδιωτικού πλοίου αναψυχής στο Μητρώο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο του προβλεπομένου στο τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 4 του άρθρου 2 ηλεκτρονικού παραβόλου για την καταχώριση πλοίου. Στην περίπτωση αυτή, με την εκπρόθεσμη αίτηση καταχώρισης του πλοίου στο Μητρώο εφαρμόζεται η διάταξη της περίπτωσης δ΄.
στ. Το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, εξαρτάται ιδίως από τις συνθήκες τέλεσης της παράβασης, το βαθμό επανάληψης αυτής, τη βαρύτητά της και τη βλάβη που προκλήθηκε στο κράτος ή τον τουρισμό ειδικότερα. Τα πρόστιμα αυτά αποτελούν έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού και εμφανίζονται σε σχετικό Κωδικό Αριθμό Εσόδου.
ζ. Σε περίπτωση παράβασης καθ` υποτροπή, τα όρια του προστίμου διπλασιάζονται. Ως υποτροπή νοείται η τέλεση νέας παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου μέσα σε ένα (1) έτος από την τέλεση της προηγούμενης.
η. Ανεξάρτητα των κυρώσεων της περίπτωσης β`, στο ιδιωτικό πλοίο αναψυχής, το οποίο εκναυλώνεται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, επιβάλλεται απαγόρευση απόπλου από τη Λιμενική Αρχή που βεβαιώνει την παράβαση. Η απαγόρευση απόπλου δύναται να αρθεί μόνο με την πληρωμή του προστίμου ή μόνο με την κατάθεση στη Λιμενική Αρχή εγγυητικής επιστολής που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα, που λειτουργεί νόμιμα σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και έχει το δικαίωμα αυτό, ποσού διπλάσιου του προστίμου που προβλέπεται στην περίπτωση β`. Οι ανωτέρω κυρώσεις ισχύουν και στην περίπτωση πλοίων αναψυχής που έχουν χαρακτηριστεί επαγγελματικά, σύμφωνα με το δίκαιο άλλης χώρας, αλλά δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου.
θ. Πριν από την επιβολή των ανωτέρω προστίμων, η Λιμενική Αρχή που διαπιστώνει την παράβαση και συντάσσει τη σχετική έκθεση βεβαίωσης, η οποία αποτελεί πλήρη απόδειξη της παράβασης καλεί τον παραβάτη να εκθέσει τις απόψεις του εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την επίδοση σε αυτόν της σχετικής κλήσης. Τα πρόστιμα επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής.
2. Στους παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 12, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ. 187/1973 (Α` 261), ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές ή αστικές ευθύνες.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορούν να τροποποιούνται τα όρια των προστίμων του παρόντος άρθρου.
4 Το ύψος του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των περιπτώσεων β’ και ε’ της παραγράφου 1 και εξαιρουμένων των κυρώσεων που επιβάλλονται με την παράγραφο 2 κατά παράβαση της παραγράφου 1 του άρθρου 12, μειώνεται στο ήμισυ εάν ο υπόχρεος προβεί σε καταβολή του προστίμου εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτόν της σχετικής απόφασης επιβολής προστίμου και σε κάθε περίπτωση πριν την άσκηση αίτησης θεραπείας ή ιεραρχικής προσφυγής. Στις ανωτέρω περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.».