Στην Υπηρεσία Εναερίων Μέσων, στη Μονάδα Υποβρυχίων Αποστολών, στις Επισκευαστικές Βάσεις και στις Περιφερειακές Διευθύνσεις του Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς και στις Λιμενικές Αρχές, στα πλοία ανοικτής θαλάσσης και στα περιπολικά πλοία του Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ., δια των Υπηρεσιών στις οποίες υπάγονται, σε κάθε πλοηγικό σταθμό, δια της Λιμενικής Αρχής στην οποία υπάγεται και στις Δημόσιες Σχολές Εμπορικού Ναυτικού, ήτοι στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού, στις Σχολές Σωστικών και Πυροσβεστικών Μέσων, στα Κέντρα Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού και στη Σχολή Μετεκπαίδευσης Θαλαμηπόλων Εμπορικού Ναυτικού, ιδρύονται γραφεία προμηθειών τα οποία έχουν την αρμοδιότητα σχεδιασμού και διενέργειας διαγωνιστικών διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών, καθώς και την αρμοδιότητα υπογραφής των σχετικών συμβάσεων από τον αρμόδιο διοικητή/προϊστάμενο της κάθε μίας ανωτέρω επιχειρησιακής μονάδας, κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 6του ν. 4412/2016 (Α’ 147) και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του.
Για τις Δημόσιες Σχολές Εμπορικού Ναυτικού και τους Πλοηγικούς Σταθμούς, αντί γραφείων προμηθειών, θα πρέπει να συσταθούν Αυτοτελή Τμήματα Προμηθειών, καθώς το αυτοτελές τμήμα αποτελεί ξεκάθαρη οργανωτική μονάδα με θέση Προϊσταμένου, ο οποίος επωμίζεται την ευθύνη της νόμιμης λειτουργίας της. Τα Αυτοτελή Τμήματα Προμηθειών στις Δημόσιες Σχολές Εμπορικού Ναυτικού και τους Πλοηγικούς Σταθμούς πρέπει να στελεχωθούν με πολιτικό προσωπικό αντίστοιχης επιστημονικής κατάρτισης, ώστε να διασφαλιστεί τόσο η αποτελεσματικότητα όσο και η διοικητική συνέχεια στο σύστημα προμηθειών, η οποία δεν πρέπει να διαταράσσεται από το σύστημα μεταθέσεων του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ.
Ελλοχεύει ο κίνδυνος κατατμήσεων και διασπάθισης δημοσίου χρήματος, με δεδομένο ότι η συντριπτική πλειονότητα των υπηρεσιών του Λ.Σ. – ΕΛ. ΑΚΤ προμηθεύεται τα ίδια είδη και είναι αποδέκτης ομοίων ή ομοειδών υπηρεσιών από τους ίδιους κατά κανόνα προμηθευτές. Με την προτεινόμενη διάταξη κυρίως καθίσταται ανέφικτη η οικονομία κλίμακος και η επίτευξη συμφερότερων τιμών ή συμφερότερων από οικονομικής άποψης προσφορών για το Δημόσιο και αναιρείται ο κεντρικός έλεγχος, όπως αποτυπώνεται στο ΠΔ 13/2018. Επίσης, δημιουργείται αναμφίβολα πρόσθετο και υπέρμετρο γραφειοκρατικό άχθος, χωρίς προϋπάρχουσα εκπαίδευση και τεχνογνωσία του προσωπικού που θα επιφορτιστεί με την υλοποίησή του, γεγονός που θα το εκθέσει και στον κίνδυνο του καταλογισμού. Τέλος, δεν εξασφαλίζεται η ομοιοτυπία και η ομοιομορφία των ειδών και των υπηρεσιών που θα αποτελούν το αντικείμενο της προμήθειας, οπότε εξ ορισμού η απογραφική του τακτοποίηση, η λογιστική του υποστήριξη, η ένταξη και η αλληλεπίδραση του με τις υφιστάμενες δομές, σχεδιασμό και εξοπλισμό θα καταστούν προβληματικές.