1. Για τα επαγγελματικά πλοία αναψυχής της περ. (α) της παρ. 3 του άρθρου 3, ισχύει ότι:
α. Για κάθε σύμβαση ολικής ναύλωσης, ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης:
αα. υποχρεούται σε υποβολή των ναυτιλιακών εγγράφων και πιστοποιητικών, που προβλέπονται για την κατηγορία του πλοίου, προς έλεγχο και θεώρηση και σε λήψη άδειας απόπλου, σε υποβολή δήλωσης κατάπλου από και προς τηΛιμενική Αρχή του λιμένα παράδοσης και επαναπαράδοσης του πλοίου, αντίστοιχα,και
αβ. απαλλάσσεται από την υποχρέωση της περ. (α) προς τη Λιμενική Αρχή του κάθε ενδιάμεσου λιμένα προσέγγισης, δίχως να αποκλείεται η δυνατότητα λήψης άδειας απόπλου και δήλωσης κατάπλου, εφόσον το αιτηθεί,
όταν αυτοί βρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας.
β. Ειδικότερα, για τα επαγγελματικά πλοία αναψυχής με ολικό μήκος μέχρι και είκοσι τέσσερα (24) μέτρα με μεταφορική ικανότητα έως και δώδεκα (12) επιβάτες, που επιτρέπεται να εκναυλώνονται χωρίς να υφίσταται υποχρέωση για τήρηση οργανικής σύνθεσης πληρώματος, δύναται να εφαρμόζεται η απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 126 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973 (Α΄ 261), υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτήν.
γ. Ανεξαρτήτως τόπου παράδοσης ήεπαναπαράδοσης του πλοίου, εφόσον κατά το χρονικό διάστημα εκτέλεσης της σύμβασης ολικής ναύλωσης πραγματοποιείται είσοδος ή έξοδος στην και από την ελληνική επικράτεια, υποχρεούται, κάθε φορά, σε υποβολή τωνναυτιλιακών εγγράφων και πιστοποιητικών,που προβλέπονται για την κατηγορία του πλοίου,προς έλεγχο και θεώρηση, σε λήψη άδειας απόπλου και υποβολής δήλωσης κατάπλου, στη Λιμενική Αρχή του πρώτου ελληνικού λιμένα κατάπλου ή στη Λιμενική Αρχή του τελευταίου λιμένα απόπλου, αντίστοιχα.
δ. Οι περ. (α) έως (γ) ισχύουν και κατά την εκτέλεση των κινήσεων των άρθρων 15 και 16.
2. Για τα επαγγελματικά πλοία αναψυχής της περ. (β) της παρ. 3 του άρθρου 3 και του άρθρου 8 , ισχύει ότι:
α. Για κάθε σύμβαση ολικής ναύλωσης, ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτηςυποχρεούται σε υποβολή τωνναυτιλιακών εγγράφων και πιστοποιητικών,που προβλέπονταιγια την κατηγορία του πλοίου, προς έλεγχο και θεώρηση, και σε λήψη αδείας απόπλου και δήλωσης κατάπλου από και στη Λιμενική Αρχή κάθε λιμένα προσέγγισης εντός της ελληνικής επικράτειας. Ειδικότερα,όταν το πλοίο εισέρχεται στην ελληνική επικράτεια από την αλλοδαπή,η υποχρέωση δήλωσης κατάπλου εκπληρώνεται στην πρώτη πλησιέστερη Λιμενική Αρχή.
β. Η υποχρέωση του πρώτου εδαφίου της περ. (α), ισχύει και κατά την εκτέλεση των κινήσεων των άρθρων 15 και 16. Ειδικότερα, όταν το πλοίο εισέρχεται στην ελληνική επικράτεια από την αλλοδαπή, η υποχρέωση δήλωσης κατάπλου εκπληρώνεται στη Λιμενική Αρχή του πρώτου ελληνικού λιμένα προσέγγισης του πλοίου.
3. Για τα επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια του άρθρου 10, ισχύει ότι:
Σε κάθε ταξίδι, ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης υποχρεούνται σε υποβολή των ναυτιλιακών εγγράφων και πιστοποιητικών, που προβλέπονταιγια την κατηγορία του πλοίου, προς έλεγχο καιθεώρηση και σε λήψη αδείας απόπλου και δήλωσης κατάπλου από και στη Λιμενική Αρχή κάθε λιμένα προσέγγισης. Εναλλακτικά, δύναται να εφαρμόζεται η απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 126 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτήν.
4. Για τα ιδιωτικά πλοία αναψυχής υπό ελληνική σημαία ή σημαία άλλου κράτους – μέλους της Ε.Ε., ισχύει ότι:
α. Εφόσον ο πλους διενεργείται εντός της ελληνικής επικράτειας, ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης απαλλάσσεται από την υποχρέωση λήψης αδείας απόπλου και δήλωσης κατάπλου από τις και στις Λιμενικές Αρχέςτων λιμένων έναρξης,λήξης του ταξιδιού και κάθε ενδιάμεσου λιμένα προσέγγισης.
β. Ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης υποχρεούται σε δήλωση κατάπλου ή λήψης αδείας απόπλου κατά την είσοδο ήέξοδο του πλοίου στην και από την Ελληνική επικράτεια και η σχετική υποχρέωση εκπληρώνεται στη Λιμενική Αρχή του πρώτου ελληνικού λιμένα κατάπλου ή στη Λιμενική Αρχή του τελευταίου ελληνικού λιμένα απόπλου, αντίστοιχα.
5. Για τα ιδιωτικά πλοία αναψυχής υπό σημαία ή νηολόγιο τρίτης χώρας ή ειδικού φορολογικού εδάφους, του Παραρτήματος II του ν. 2859/2000 (Α` 248), ισχύει ότι:
α. Οπλοίαρχος ή ο κυβερνήτης υποχρεούται σε λήψη αδείας απόπλου και δήλωσης κατάπλου από τις και στις Λιμενικές Αρχές των λιμένων έναρξης, λήξης του ταξιδιού και κάθε ενδιάμεσου λιμένα προσέγγισης, εντός της ελληνικής επικράτειας.
β. Κατά την είσοδο στη χώρα και προκειμένου να εκτελεί πλόες εντός της ελληνικής επικράτειας, εφοδιάζεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή με Δελτίο Κίνησης (TransitLog), σύμφωνα με τη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία.
6. Για τις περιπτώσεις των παρ. 1 έως 5για τις οποίες προβλέπεται λήψη άδειας απόπλου και υποβολής δήλωσης κατάπλου, ισχύει ότι:
α. η άδεια απόπλου λαμβάνεται εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, πριν την ώρα έναρξης του ταξιδίου, και
β. η δήλωση κατάπλου υποβάλλεται εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από την ώρα λήξης του ταξιδίου.
7. Ανεξαρτήτως εάν υφίσταται ή μη υποχρέωση περί δήλωσης κατάπλου και λήψης αδείας απόπλου, ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης δεν απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις υποβολής πληροφοριών απόπλου και κατάπλου, προσκόμισης προς έλεγχο και θεώρηση των ναυτιλιακών εγγράφων του πλοίου εξαιτίας έκτακτου περιστατικού ή καταγγελίας ή άλλου ειδικού λόγου, συμμόρφωσης με τη νομοθεσία για τον έλεγχο προσώπων κατά τη διέλευση των συνόρων της χώρας και καταβολής λιμενικών,λοιπών τελών και δικαιωμάτων που αφορούν στο πλοίο, όπως ορίζονται από άλλες διατάξεις.