Άρθρο 165
Εφαρμοστέοι κανόνες
1. Η σύμβαση ναυτολόγησης, οι όροι εργασίας και τα δικαιώματα του ναυτικού ρυθμίζονται από τις συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας που έχουν εφαρμογή, τη Διεθνή Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, όπως έχει κυρωθεί με τον ν. 4078/2012 (Α’ 179) και εκάστοτε ισχύει στην Ελλάδα (Διεθνή Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας) και συμπληρωματικώς από το παρόν Μέρος.
2. Τα Κεφάλαια Α και Β του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται και στον πλοίαρχο, εκτός αν άλλως ορίζεται ρητώς.
Κεφάλαιο Α’
ΣΥΜΒΑΣΗ ΝΑΥΤΟΛΟΓΗΣΗΣ
Άρθρο 166
Κατάρτιση σύμβασης ναυτολόγησης
1. Η σύμβαση ναυτολόγησης συνομολογείται μεταξύ του ναυτικού και του πλοιοκτήτη ή του αντιπρόσωπου του ή του πλοιάρχου, εφόσον δεν είναι ο ίδιος ναυτολογούμενος. Καταρτίζεται εγγράφως και περιέχει τους όρους της ναυτολόγησης επί του πλοίου. Καθένας από τους συμβαλλομένους λαμβάνει υπογεγραμμένο πρωτότυπο της σύμβασης ναυτολόγησης.
2. Κατά την κατάρτιση της σύμβασης ναυτολόγησης ο ναυτικός πρέπει να έχει ενημερωθεί πλήρως σχετικά με το περιεχόμενο της σύμβασης, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, καθώς και τους όρους εργασίας επί του πλοίου.
3. Η σύμβαση ναυτολόγησης καταχωρίζεται στο ναυτολόγιο του πλοίου. Η καταχώριση θεωρείται από τη λιμενική ή προξενική αρχή ή από τη Διεύθυνση Ναυτικής Εργασίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
4. Η τήρηση του ναυτολογίου, καθώς και κάθε πράξη και εγγραφή σε αυτό μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικά μέσα.
Άρθρο 167
Μορφές σύμβασης ναυτολόγησης
Η σύμβαση ναυτολόγησης μπορεί να είναι σύμβαση ορισμένου χρόνου, κατά ταξίδι ή αορίστου χρόνου.
Άρθρο 168
Περιεχόμενο της σύμβασης ναυτολόγησης
Η σύμβαση ναυτολόγησης περιέχει, εκτός από την ημερομηνία και τον τόπο κατάρτισής της, τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) το πλήρες όνομα του ναυτικού, τον τόπο και τον χρόνο της γέννησής του,
(β) το πλήρες όνομα και τη διεύθυνση του πλοιοκτήτη ή του νόμιμου αντιπροσώπου του ή του πλοιάρχου,
(γ) το όνομα του πλοίου, τον τύπο και τον αριθμό νηολογίου, τη χωρητικότητα, το διεθνές διακριτικό σήμα, τον διακριτικό αριθμό του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού,
(δ) την ειδικότητα, με την οποία ναυτολογείται ο ναυτικός, και το κατεχόμενο αποδεικτικό ναυτικής ικανότητας,
(ε) το ποσό του μισθού του ναυτικού και τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του,
(στ) τον χρόνο της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών ή αναλόγως, όταν έχει εφαρμογή, τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της,
(ζ) τον χρόνο διάρκειας της σύμβασης και τις προϋποθέσεις καταγγελίας αυτής,
(η) τις παροχές υγείας και κοινωνικής προστασίας του πλοιοκτήτη προς τον ναυτικό,
(θ) ρητή πρόβλεψη περί του δικαιώματος παλιννόστησης του ναυτικού, συμπεριλαμβανομένου του τόπου παλιννόστησης,
(ι) την εφαρμοζόμενη συλλογική σύμβαση εργασίας, αντίτυπο της οποίας προσαρτάται στο ναυτολόγιο, καθώς και τυχόν επιπρόσθετους, συμφωνηθέντες από τα συμβαλλόμενα μέρη, όρους,
(ια) ρητή πρόβλεψη περί της επίλυσης των διαφορών που τυχόν προκύπτουν από τη σύμβαση ναυτολόγησης.
Άρθρο 169
Προσύμφωνο ναυτολόγησης
1. Το προσύμφωνο ναυτολόγησης αποτελεί συμφωνία του πλοιοκτήτη ή του αντιπροσώπου του με τον ναυτικό, σύμφωνα με την οποία ο πρώτος αναλαμβάνει την υποχρέωση να συνάψει σύμβαση ναυτικής εργασίας με τον ναυτικό, όταν αυτός επιβιβασθεί στο πλοίο.
2. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να καταβάλει στον ναυτικό τις δαπάνες μετακίνησής του στον λιμένα ναυλοχίας του πλοίου και παραμονής σε αυτόν, καθώς και τον αναλογούντα πλήρη μισθό για το χρονικό διάστημα από τη σύναψη του προσυμφώνου μέχρι την υπογραφή της σύμβασης ναυτολόγησης. Εάν υφίσταται ευνοϊκότερη ρύθμιση στην οικεία συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας, ισχύει αυτή.
3. Σε περίπτωση που ο πλοιοκτήτης δεν συνάψει τη σύμβαση ναυτολόγησης, ο ναυτικός που μετέβη στον λιμένα ναυλοχίας δικαιούται τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 καθώς και τις δαπάνες επιστροφής του στον τόπο αναχώρησης.
Άρθρο 170
Σύμβαση ναυτολόγησης ορισμένου χρόνου
Η σύμβαση ναυτολόγησης ορισμένου χρόνου περιέχει την ημερομηνία λήξης της. Εάν η σύμβαση ναυτολόγησης λήξει κατά τη διάρκεια του πλου, παρατείνεται μέχρι τον κατάπλου του πλοίου στον επόμενο λιμένα, εφόσον είναι δυνατή η αποναυτολόγηση του ναυτικού σε αυτόν.
Άρθρο 171
Σύμβαση ναυτολόγησης κατά ταξίδι
1. Η σύμβαση ναυτολόγησης κατά ταξίδι αναφέρει τους λιμένες αναχώρησης και προορισμού του πλοίου και καθορίζει τον χρόνο αποναυτολόγησης του ναυτικού. Για τα φορτηγά πλοία ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να προσδιορίζεται προγενέστερα από την εκφόρτωση του πλοίου.
2. Η σύμβαση ναυτολόγησης κατά ταξίδι περιλαμβάνει και τον πλου υπό έρμα.
3. Πλοία που ακολουθούν τακτική γραμμή θεωρείται ότι συμπληρώνουν το ταξίδι με την εκφόρτωση στον λιμένα της ναυτολόγησης.
Άρθρο 172
Σύμβαση ναυτολόγησης αορίστου χρόνου
Η σύμβαση ναυτολόγησης αορίστου χρόνου ορίζει τις προϋποθέσεις καταγγελίας της και την απαιτούμενη περίοδο κοινοποίησης αυτής.
Άρθρο 173
Λύση της σύμβασης ναυτολόγησης με συμφωνία
Η σύμβαση ναυτολόγησης λύνεται με συμφωνία των συμβαλλομένων.
Άρθρο 174
Αυτοδίκαιη λύση της σύμβασης ναυτολόγησης
Η σύμβαση ναυτολόγησης λύνεται αυτοδίκαια λόγω:
α) απώλειας του πλοίου,
β) εκποίησης του πλοίου σε δημόσιο πλειστηριασμό,
γ) διαγραφής του πλοίου από το ελληνικό νηολόγιο.
Άρθρο 175
Λύση της σύμβασης ναυτολόγησης με άτακτη καταγγελία από τον πλοιοκτήτη
Εάν ο ναυτικός παράνομα απουσιάζει από την υπηρεσία του ή παραβιάζει τις εργασιακές του υποχρεώσεις, έτσι ώστε να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του πλοίου, των επιβαινόντων, του φορτίου, καθώς και της ναυσιπλοΐας, η σύμβαση ναυτολόγησης λύνεται με καταγγελία του πλοιοκτήτη ή του αντιπροσώπου του ή του πλοιάρχου χωρίς τήρηση προθεσμίας.
Άρθρο 176
Λύση της σύμβασης ναυτολόγησης με τακτική καταγγελία από τον πλοιοκτήτη
1. Ο πλοιοκτήτης ή ο αντιπρόσωπός του, συμπεριλαμβανομένου του πλοιάρχου, μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση ναυτολόγησης ορισμένου ή αορίστου χρόνου των μελών του πληρώματος με τήρηση προθεσμίας τουλάχιστον επτά (7) ημερών και δήλωση του λόγου αυτής.
2. Ως λόγοι καταγγελίας σύμφωνα με την παρ. 1 θεωρούνται:
α) η πρόσκαιρη ανικανότητα του πλοίου για πλου και
β) ο παροπλισμός του πλοίου για διάστημα άνω των δεκαπέντε (15) ημερών.
Άρθρο 177
Άτακτη καταγγελία της σύμβασης ναυτολόγησης από τον ναυτικό
1. Ο ναυτικός μπορεί, χωρίς να τηρήσει προθεσμία, να καταγγείλει τη σύμβαση ναυτολόγησης λόγω βαρείας παράβασης των υποχρεώσεων, κατά περίπτωση, του πλοιοκτήτη ή του πλοιάρχου έναντι αυτού.
2. Ο ναυτικός μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση ναυτολόγησης σε περίοδο γνωστοποίησης μικρότερη των επτά (7) ημερών ή χωρίς προθεσμία για σοβαρούς προσωπικούς ή άλλους επείγοντες λόγους.
Άρθρο 178
Τακτική καταγγελία της σύμβασης ναυτολόγησης από τον ναυτικό
Ο ναυτικός μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση ναυτολόγησης αορίστου χρόνου μετά από την παρέλευση έξι (6) μηνών από τη συνομολόγησή της. Η λύση της σύμβασης ναυτολόγησης επέρχεται μετά την πάροδο επτά (7) ημερών από την καταγγελία. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται μέχρι τον κατάπλου του πλοίου στον αμέσως επόμενο λιμένα.
Άρθρο 179
Σύμβαση ναυτολόγησης και ομηρία του ναυτικού
1. Η ομηρία του ναυτικού εντός ή εκτός του πλοίου λόγω πειρατείας ή ένοπλης βίας δεν επιφέρει λύση της σύμβασης ναυτολόγησης.
2. Σύμβαση ναυτολόγησης ορισμένου χρόνου δεν λύνεται, εάν επέλθει ο χρόνος λήξης της κατά τη διάρκεια ομηρίας του ναυτικού.
3. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ομηρίας, ο ναυτικός δικαιούται να λαμβάνει πλήρη μισθό σύμφωνα με το άρθρο 183.
Άρθρο 180
Αποζημίωση του ναυτικού λόγω λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης
Σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης για τους λόγους των περ. α), β) και γ) του άρθρου 174, των περ. α), β) και γ) της παρ. 1 και της παρ. 2 του άρθρου 176 και της παρ. 1 του άρθρου 177, ο ναυτικός δικαιούται αποζημίωσης, η οποία συνίσταται σε ποσό ίσο προς τον μισθό δεκαπέντε (15) ημερών. Εάν η λύση επήλθε στην αλλοδαπή, η αποζημίωση διπλασιάζεται όταν πρόκειται για λιμένα της Μεσογείου Θάλασσας, του Ευξείνου Πόντου, της Ερυθράς Θάλασσας ή της Ευρώπης, και τριπλασιάζεται όταν πρόκειται για οποιονδήποτε άλλο λιμένα.
Άρθρο 181
Αστική ευθύνη του αντιπροσώπου του πλοιοκτήτη
1. Αν ο πλοιοκτήτης είναι αλλοδαπή ναυτιλιακή εταιρεία, ο αντιπρόσωπός του, ο οποίος συνάπτει για λογαριασμό του σύμβαση ή προσύμφωνο ναυτολόγησης στην Ελλάδα με ναυτικό, ευθύνεται εις ολόκληρον με τον πλοιοκτήτη για όλες τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από ή με αφορμή τη σύμβαση ναυτολόγησης και θεωρείται αντίκλητος του πλοιοκτήτη ως προς τις υποχρεώσεις αυτές. Εάν ο αντιπρόσωπος είναι νομικό πρόσωπο ημεδαπό ή αλλοδαπό, ενέχονται με τον πλοιοκτήτη ατομικά και εις ολόκληρον, εκτός από το νομικό πρόσωπο και όλα τα φυσικά πρόσωπα που το εκπροσώπησαν ή το εκπροσωπούν από τη σύναψη της σύμβασης ή του προσυμφώνου ναυτολόγησης μέχρι την άσκηση των αξιώσεων από τον ναυτικό.
2. Εάν ο πλοιοκτήτης κηρυχθεί σε πτώχευση, ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη ευθύνεται μόνο για τις απαιτήσεις του ναυτικού που δημιουργήθηκαν τους τελευταίους έξι (6) μήνες πριν από την ημέρα της κήρυξης της πτώχευσης.
3. Οι αξιώσεις του ναυτικού κατά του αντιπροσώπου του πλοιοκτήτη υπόκεινται σε ετήσια παραγραφή, εκτός των αξιώσεων από εργατικό ατύχημα, οι οποίες υπόκεινται σε παραγραφή τριάντα (30) μηνών. Σε κάθε περίπτωση, η παραγραφή αρχίζει από τη λύση της σύμβασης ναυτολόγησης.
Κεφάλαιο Β’
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ
Άρθρο 182
Προκαταβολή μισθού
1. Με την κατάρτιση της σύμβασης ναυτολόγησης ο ναυτικός δικαιούται προκαταβολή μισθού έως το ύψος του μηνιαίου πλήρους μισθού του, εκτός αν άλλως ορίζεται σε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας.
2. Τα μέρη μπορούν να συμφωνούν προκαταβολή ποσού μεγαλύτερου από το προβλεπόμενο στην παρ. 1.
Άρθρο 183
Υπολογισμός του μισθού του ναυτικού
1. Ο ναυτικός δικαιούται πλήρη μισθό για την εργασία που παρέχει σύμφωνα με τη σύμβαση ναυτολόγησής του. Ο μισθός του ναυτικού καταβάλλεται σε τακτά χρονικά διαστήματα όχι μεγαλύτερα από ένα μήνα και σύμφωνα με τη συλλογική σύμβαση εργασίας που έχει εφαρμογή.
2. Ο ναυτικός δικαιούται πλήρη μισθό για τους μήνες και τις ημέρες που διήρκεσε η σύμβαση ναυτολόγησης. Εάν η σύμβαση ναυτολόγησης διήρκεσε λιγότερο από μήνα, ο ναυτικός δικαιούται τον πλήρη μισθό ενός μήνα.
3. Ως πλήρης μισθός νοούνται ο βασικός μισθός που αντιστοιχεί στις κανονικές ώρες εργασίας του ναυτικού, τα τακτικά επιδόματα που σχετίζονται με τον βασικό μισθό και το επίδομα τροφής.
4. Ως πλήρεις ημέρες θεωρούνται τόσο η πρώτη ημέρα ναυτολόγησης όσο και αυτή της αποναυτολόγησης.
Άρθρο 184
Μισθός σε περίπτωση απώλειας του πλοίου – Αποζημίωση του ναυτικού για απώλεια των αντικειμένων του
1. Σε περίπτωση απώλειας του πλοίου, ο ναυτικός δικαιούται πλήρεις αποδοχές για τις ημέρες που εργάστηκε για τη διάσωση του πλοίου, των επιβαινόντων ή του φορτίου και επιπλέον πλήρη μισθό, μέχρι δύο (2) μηνών εφόσον δεν ναυτολογήθηκε σε άλλο πλοίο. Ο ναυτικός δικαιούται κατ’ επιλογή του τον μισθό του παρόντος ή την αποζημίωση του άρθρου 180.
2. Ο ναυτικός δικαιούται επίσης αποζημίωση για την απώλεια των αντικειμένων της προσωπικής ή επαγγελματικής του χρήσης κατά τη διάρκεια πυρκαγιάς ή άλλων ατυχημάτων προερχόμενων από τυχηρό γεγονός.
Άρθρο 185
Δικαίωμα αδείας
1. Ο ναυτικός δικαιούται ετήσια άδεια σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, και με τις προβλεπόμενες στην παρ. 3 του άρθρου 183 του παρόντος αποδοχές. Συμφωνία παραίτησης του ναυτικού από το δικαίωμα της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών απαγορεύεται και είναι άκυρη.
2. Ειδικότεροι όροι της οικείας συλλογικής σύμβασης ναυτικής εργασίας που έχει εφαρμογή υπερισχύουν.
Άρθρο 186
Δικαιώματα του ναυτικού σε περίπτωση ασθένειας και ατυχήματος
1. Ο ναυτικός που ασθενεί δικαιούται πλήρη μισθό και νοσηλεύεται με δαπάνη του πλοιοκτήτη. Εάν η σύμβαση ναυτολόγησης λυθεί λόγω της ασθένειας και ο ναυτικός νοσηλεύεται εκτός του πλοίου, δικαιούται νοσήλια και πλήρη μισθό όσο διαρκεί η ασθένεια, όχι όμως πέραν των τεσσάρων (4) μηνών από τη λύση της σύμβασης ναυτολόγησης.
2. Η παρ. 1 εφαρμόζεται και σε περίπτωση ατυχήματος. Εάν ο ναυτικός καταστεί ανίκανος για εργασία, καθώς και σε περίπτωση θανάτου, εφαρμόζονται και οι ειδικές διατάξεις περί αποζημιώσεως όσων έπαθαν ατύχημα κατά την εργασία τους.
3. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να συνάπτει σύμβαση ασφάλισης ή χρηματοοικονομικής ασφάλειας που να καλύπτει την ευθύνη του, σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας. Ο ναυτικός έχει ευθεία αξίωση κατά του ασφαλιστή για τις απαιτήσεις των παρ. 1 και 2. Ο ασφαλιστής δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του ναυτικού ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση.
Άρθρο 187
Δικαίωμα παλιννόστησης
1. Σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης, ο ναυτικός δικαιούται να επιστρέψει με δαπάνες του πλοιοκτήτη, κατ’ επιλογή του, είτε στον τόπο κατοικίας του ή στον λιμένα έναρξης του πλου ή στον τόπο υπογραφής της σύμβασης ή σε οποιονδήποτε άλλο τόπο συμφωνηθεί κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης ναυτολόγησης.
2. Η παλιννόστηση λαμβάνει χώρα με τα πλέον πρόσφορα μέσα σύμφωνα με την εύλογη κρίση του πλοιοκτήτη, αφού ληφθεί υπόψη η βούληση του ναυτικού.
3. Το δικαίωμα παλιννόστησης αποσβέννυται, εάν ο ναυτικός δεν το ασκήσει εντός εύλογου χρόνου από την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λύση της σύμβασης ναυτολόγησης.
Άρθρο 188
Κόστος παλιννόστησης
1. Η παλιννόστηση καλύπτει το κόστος μετάβασης του ναυτικού στον τόπο που επελέγη, τη διαμονή και τη διατροφή του.
2. Το κόστος παλιννόστησης δεν παρακρατείται από τον μισθό του ναυτικού, εκτός εάν ο τελευταίος αποδεδειγμένα, με βάση τελεσίδικη δικαστική απόφαση, παραβίασε τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη σύμβαση ναυτολόγησης.
3. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να συνάπτει σύμβαση ασφάλισης ή χρηματοοικονομικής ασφάλειας που να καλύπτει την ευθύνη του, σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας. Ο ναυτικός έχει ευθεία αξίωση κατά του ασφαλιστή για τις καλυπτόμενες απαιτήσεις. Ο ασφαλιστής δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του ναυτικού ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση.
Άρθρο 189
Σύννομη εκτέλεση των καθηκόντων του ναυτικού
1. Ο ναυτικός υποχρεούται να εκτελεί την υπηρεσία του σύμφωνα με τους νόμους, τους όρους της σύμβασης ναυτολόγησης, τους κανονισμούς και τις κρατούσες συνήθειες, με γνώμονα την ασφάλεια του πλοίου, των επιβαινόντων και του φορτίου, συμμορφούμενος προς τις εντολές των ιεραρχικώς προϊσταμένων του.
2. Κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του ο ναυτικός υποχρεούται να διατηρεί σε καλή κατάσταση το πλοίο, καθώς και τα αντικείμενα που του έχουν χορηγηθεί.
Κεφάλαιο Γ’
Ο ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ
Άρθρο 190
Ευθύνη πλοιάρχου
1. Ο πλοίαρχος διοικεί το πλοίο και μεριμνά για τη νόμιμη σύνθεση του πληρώματος σύμφωνα με τις οδηγίες του πλοιοκτήτη, καθώς και για την τήρηση των ισχυόντων νόμων και κανονισμών που άπτονται της ασφάλειας του πλοίου, του πληρώματος, των επιβαινόντων και του φορτίου.
2. Ο πλοίαρχος ευθύνεται για δόλο και βαριά αμέλεια, εκτός εάν ειδικός νόμος ορίζει διαφορετικά.
Άρθρο 191
Υποχρέωση για τη φύλαξη ναυτιλιακών εγγράφων
Ο πλοίαρχος φυλάσσει με προσωπική του ευθύνη επί του πλοίου τα ναυτιλιακά έγγραφα και βιβλία, πιστοποιητικά και φορτωτικά έγγραφα.
Άρθρο 192
Αποτροπή επικείμενου κινδύνου από τον πλοίαρχο
Ο πλοίαρχος δικαιούται να χρησιμοποιήσει κάθε αντικείμενο που βρίσκεται επί του πλοίου και είναι αναγκαίο για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται το άρθρο 286 του Αστικού Κώδικα.
Άρθρο 193
Ανάθεση από τον πλοίαρχο πρόσθετων καθηκόντων σε ναυτικό
1. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο πλοίαρχος μπορεί να αναθέσει προσωρινά σε ναυτικό καθήκοντα πέραν εκείνων που έχει αναλάβει με τη σύμβαση ναυτολόγησης, εφόσον δεν είναι ασυμβίβαστα με την ειδικότητα και τον βαθμό του.
2. Στην περίπτωση της παρ. 1 καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή που καθορίζεται ανάλογα με τον συμφωνημένο μισθό και τις ειδικές περιστάσεις.
Άρθρο 194
Απαγόρευση φόρτωσης εμπορευμάτων για ίδιο λογαριασμό
Απαγορεύεται στον πλοίαρχο με ποινή αποζημίωσης να φορτώνει εμπορεύματα για ίδιο λογαριασμό, εάν δεν υπάρχει ρητή έγγραφη άδεια του πλοιοκτήτη ή του αντιπροσώπου του. Ομοίως, απαιτείται η ρητή άδεια του πλοιάρχου, προκειμένου να φορτώσει ο ναυτικός επί του πλοίου εμπορεύματα για ίδιο λογαριασμό.
Άρθρο 195
Ενεργητική και παθητική αντιπροσώπευση
1. Ο πλοίαρχος μπορεί, σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης κατά τη διάρκεια του πλου, να κοινοποιεί έγγραφα στο όνομα του πλοιοκτήτη, να λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα και να εγείρει αγωγή για οτιδήποτε αφορά στο πλοίο ή το φορτίο.
2. Εάν το πλοίο ευρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από την έδρα του πλοιοκτήτη, η κοινοποίηση διαδικαστικών ή εξωδίκων εγγράφων που αφορούν στο υπό την πλοιαρχία του πλοίο δύναται να γίνει στον πλοίαρχο.
Επί του άρθρου 195 (πρώην 48):
Έχει απαντηθεί στη νομολογία η (εσφαλμένη) παραδοχή ότι το άρθρο 48 ΚΙΝΔ δεν εφαρμόζεται επί πλοίων αναψυχής (ενδ. ΜΠΠ 2318/2019, με περαιτέρω παραπομπές σε νομολογία και θεωρία). Αν δεν με απατά η μνήμη μου, η άποψη αυτή (που νομίζω εκφράσθηκε αρχικά από τον Κοροτζή), εκκινεί υπό την εσφαλμένη -και μη ερειδόμενη στο νόμο- προϋπόθεση ότι η κατά το άρθρο 48 ΚΙΝΔ επίδοση δεν διενεργείται κατά τις γενικές, περί επίδοσης, διατάξεις του ΚΠολΔ (124: «οπουδήποτε βρεθεί το πρόσωπο, στο οποίο πρόκειται να γίνει»), αλλά, ειδικώς (και μόνον) κατά το άρθρο 132 ΚΠολΔ, που αφορά την επίδοση σε υπηρετούντες σε «εμπορικά» πλοία.
Και, κατά τον συλλογισμό αυτό:
(α) αφού το 132 ΚΠολΔ αναφέρεται σε «εμπορικά» πλοία και συνεπώς δεν περιλαμβάνει και τα σκάφη αναψυχής, και
(β) αφού η κατ’ άρθρο 48 ΚΙΝΔ επίδοση διενεργείται αποκλειστικώς κατά το άρθρο 132 ΚΠολΔ,
τότε, ούτε το άρθρο 48 ΚΙΝΔ τυγχάνει εφαρμογής στα σκάφη αναψυχής.
Συν τοις άλλοις, η άποψη αυτή αγνοεί και τον «εμπορικό» χαρακτήρα των επαγγελματικών σκαφών αναψυχής.
Μολονότι είναι πρόδηλο το σφάλμα της παραδοχής, δεδομένου ότι έχει απαντηθεί στη νομολογία, ενδεχομένως να απαιτείται συναφής διευκρίνιση (περί των διατάξεων του ΚΠολΔ που εφαρμόζονται για την επίδοση της παρ. 2 του προτεινόμενου άρθρου 195), ενόψει του όγκου των δικαστικών και εξώδικων εγγράφων που επιδίδονται σε πλοιάρχους σκαφών αναψυχής.
Πρόταση:
Λόγω ωρίμανσης του χρόνου παρουσίας και εμπλοκής του DPA- Designated Person Ashore στα της Ναυτιλιακής δραστηριότητας.
Λόγω των ευθυνών/υποχρεώσεων/δικαιωμάτων της θέσης, όπως απορρέουν από τον ISM.
Λόγω του γεγονότος ότι η θέση αυτή δια των ενεργειών – αστοχιών – παραλείψεων, επιβεβαιώνει / ταπεινώνει την Διοικητική και λειτουργική ποιότητα της εταιρείας.
Λόγω των Νομικών ευθυνών στις οποίες εκτίθεται η θέση από αναιτιολόγητες απορρίψεις – καθυστερήσεις των εισηγήσεων της προς την Διοίκηση & το Πλοίο.
Προτείνεται, προς ενίσχυση/προστασία αυτής της θέσης – με την προϋπόθεση κατά την κρίση του γράφωντος ο DPA να ανήκει στο στελεχιακό δυναμικό της εταιρείας και να μην είναι εξωτερικός συνεργάτης αυτής:
α. να αναγνωρισθεί το ιδιάζων της θέσης
β. να συμπεριληφθεί η πρόταση:
« Οποιαδήποτε ενέργεια προτείνεται από τον DPA , δεν μπορεί να απορριφθεί ή να καθυστερήσει χωρίς αιτιολόγηση »
Άρθρο 179
Σύμβαση ναυτολόγησης και ομηρία του ναυτικού.
Θα πρέπει να συμπεριληφθεί και χαρακτηρισθεί ως κατάσταση ομηρίας η περίπτωση αδυναμίας επαναπατρισμού και ο εγκλωβισμός του ναυτικού εντός εγκαταλειμμένου παρά του πλοιοκτήτη πλοίου, ασχέτως γεωγραφικής θέσεως και υφής της εγκατάλειψης. Abandonment seafarers.
Άρθρο 192.
Αποτροπή επικείμενου κινδύνου από τον πλοίαρχο
Ο πλοίαρχος δικαιούται … εφαρμόζεται το άρθρο 286 του Αστικού Κώδικα »
Το 286 του Αστικού Κώδικα έπεται και συμπληρώνει το 285 του Α.Κ – Κατάσταση Ανάγκης, με το 286 να παραπέμπει διευκρινιστικά στο 44ον του υφισταμένου ΚΙΝΔ , όπου και διαβάζουμε:
Η διάταξις 286 του ΑΚ περί αποζημιώσεως εφαρμόζεται αναλόγως.
Βελτίωση της διατύπωσης στο νέο 192ον άρθρο.