1. α. Άδειες του ν. 2743/1999 (Α’ 211) για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δεν έχει συμπληρωθεί πενταετία από την έκδοση ή την τελευταία θεώρησή τους ή η τρίμηνη προθεσμία για την εκπρόθεσμη θεώρηση, συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για καταχώριση του επαγγελματικού πλοίου αναψυχής στο Μητρώο του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.
β. Εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποβάλλεται αίτηση στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου από τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή ή νόμιμα εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο για την καταχώριση του πλοίου αναψυχής στο Μητρώο. Με την αίτηση συνυποβάλλονται η πρωτότυπη άδεια του ν.2743/1999, βεβαίωση φορολογικής ενημερότητας του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή, επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου εθνικότητας και του Πρωτοκόλλου Γενικής Επιθεώρησης ή του Πιστοποιητικού Ασφαλείας και διπλότυπο είσπραξης ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ υπέρ του Δημοσίου.
γ. Για την καταχώριση στο Μητρώο υπολογίζονται οι ημέρες ναύλωσης που πραγματοποιήθηκαν από την ημερομηνία της τελευταίας θεώρησης ή της έκδοσης της άδειας μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Ως βάση για τον υπολογισμό λαμβάνεται ο ελάχιστος αριθμός των ημερών που ορίζονται στην παράγραφο 1.α του άρθρου 4 του παρόντος νόμου με αναγωγή στην πενταετία ή διαφορετικό χρονικό διάστημα κατά το οποίο ήταν σε ισχύ η άδεια η οποία κατατέθηκε.
δ. Αν κατά τον υπολογισμό προκύψει έλλειμμα ημερών, αυτό μπορεί να συμπληρωθεί από τυχόν πλεόνασμα της αμέσως προηγούμενης πενταετίας. Αν και πάλι προκύπτει έλλειμμα, καταβάλλεται υπέρ του Δημοσίου με διπλότυπο είσπραξης, ανά ελλείπουσα ημέρα, ποσό ίσο με διακόσια (200) ευρώ για τα πλοία που εκναυλώνονται με πλοίαρχο και πλήρωμα και εκατό (100) ευρώ για όσα εκναυλώνονται χωρίς πλοίαρχο και πλήρωμα, το οποίο υποβάλλεται στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.
ε. Με την καταχώριση στο Μητρώο του άρθρου 2 του παρόντος νόμου καταργείται η άδεια του ν.2743/1999. Για το σκοπό αυτό εκδίδεται, προς τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή, πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, που κοινοποιείται στις αρμόδιες Τελωνειακές και Φορολογικές Αρχές, στην οποία αναφέρεται η ημερομηνία καταχώρισης στο Μητρώο, η οποία θεωρείται και ημερομηνία κατάργησης της άδειας.
στ. Με τη λήξη της προθεσμίας της περίπτωσης β’ της παρούσας παραγράφου παύει αυτοδίκαια να ισχύει κάθε άδεια της περίπτωσης α’ της παρούσας παραγράφου για την οποία δεν έχει υποβληθεί η αντίστοιχη αίτηση καταχώρισης στο Μητρώο. Για το σκοπό αυτό εκδίδεται πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, που κοινοποιείται στις αρμόδιες Φορολογικές και Τελωνειακές Αρχές και στην οποία ορίζεται η ημερομηνία της παύσης, η οποία είναι η επομένη από την ημερομηνία έκδοσης ή τελευταίας θεώρησης της άδειας.
2. α. Πλοίο αναψυχής το οποίο, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, διαθέτει άδεια σε ισχύ και στο οποίο έχει επιβληθεί κατάσχεση, δύναται να καταχωρίζεται στο Μητρώο μετά από αίτηση του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή η οποία υποβάλλεται μέσα στην προθεσμία της περίπτωσης 1.β. του παρόντος άρθρου. Μαζί με την αίτηση υποβάλλεται αντίγραφο του εγγράφου εθνικότητας και διπλότυπο είσπραξης ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ υπέρ του Δημοσίου.
β. Το πλοίο καταχωρίζεται από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου στο Μητρώο ως επαγγελματικό με την παρατήρηση ότι του έχει επιβληθεί κατάσχεση. Για την καταχώριση στο Μητρώο υπολογίζονται οι ημέρες ναύλωσης που πραγματοποιήθηκαν μέχρι την ημερομηνία επιβολής της κατάσχεσης. Ως βάση για τον υπολογισμό λαμβάνεται ο ελάχιστος αριθμός των ημερών που ορίζονται στην παράγραφο 1.α του άρθρου 4 του παρόντος νόμου με αναγωγή στο χρονικό διάστημα από την έκδοση ή την τελευταία θεώρηση της άδειας του ν.2743/1999 έως την ημερομηνία επιβολής της κατάσχεσης. Αν προκύψει έλλειμμα, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1.δ. του παρόντος άρθρου.
γ. Με την καταχώριση στο Μητρώο του άρθρου 2 του παρόντος νόμου καταργείται η άδεια του ν.2743/1999. Για το σκοπό αυτό εκδίδεται, προς τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή, πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, που κοινοποιείται στις αρμόδιες Τελωνειακές και Φορολογικές Αρχές. Στην πράξη αναφέρεται ότι στο πλοίο έχει επιβληθεί κατάσχεση καθώς και η ημερομηνία καταχώρισης στο Μητρώο, η οποία θεωρείται και ημερομηνία κατάργησης της άδειας.
3. Στην περίπτωση παύσης ή αυτοδίκαιης παύσης ισχύος της άδειας, οφείλονται στην αρμόδια, Τελωνειακή ή Φορολογική Αρχή: α) ο ΦΠΑ που αναλογεί στο επαγγελματικό πλοίο αναψυχής για την εισαγωγή ή την αγορά του και β) οι αναλογούντες δασμοί και φόροι καυσίμων, λιπαντικών, αντικειμένων και υλικών για τους οποίους το εν λόγω πλοίο έτυχε απαλλαγής. Οι οφειλές υπολογίζονται από τον χρόνο παύσης ή αυτοδίκαιης παύσης της άδειας, όπως αυτός ορίζεται στην πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου. Οι διατάξεις της παρούσας περίπτωσης δεν έχουν εφαρμογή για τις άδειες που καταργούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
4. α. Μετά από αίτηση του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή ή νόμιμα εξουσιοδοτημένου από αυτούς προσώπου μπορεί να τροποποιείται, βάσει νεότερων στοιχείων τα οποία προσκομίζονται μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η πράξη διαπίστωσης της παύσης ή αυτοδίκαιης παύσης ισχύος, η οποία εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή τις διατάξεις του ν.2743/1999.
β. Η αίτηση υποβάλλεται εντός προθεσμίας πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσης της πράξης διαπίστωσης της αυτοδίκαιης παύσης ισχύος της άδειας του ν.2743/1999.
5. α. Η χρονική περίοδος για τη συμπλήρωση του ελάχιστου αριθμού ημερών ναύλωσης του άρθρου 4 του παρόντος νόμου αρχίζει με την καταχώριση στο Μητρώο. Στην περίπτωση πλοίου αναψυχής στο οποίο έχει επιβληθεί κατάσχεση και έχει καταχωριστεί στο Μητρώο σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, η χρονική περίοδος για τη συμπλήρωση του ελάχιστου αριθμού ημερών ναύλωσης του άρθρου 4 του παρόντος νόμου αρχίζει από την ημερομηνία άρσης της κατάσχεσης.
β. Κατά την πρώτη εφαρμογή του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, σε περίπτωση ελλείμματος ημερών, ο ελάχιστος αριθμός συμπληρώνεται από τυχόν πλεόνασμα της αμέσως προηγούμενης πενταετίας ή του αμέσως προηγούμενου χρονικού διαστήματος από την ημερομηνία έκδοσης ή τελευταίας θεώρησης της άδειας του ν.2743/1999 έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για καταχώριση στο Μητρώο.
6. α. Για τον υπολογισμό τυχόν πλεονάσματος ημερών καθώς και για τον υπολογισμό σε περίπτωση τροποποίησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, ως ελάχιστος αριθμός ημερών ναύλωσης λαμβάνονται, ανά πενταετία, οι τριακόσιες (300) ημέρες όταν εκναυλώνεται χωρίς πλοίαρχο και πλήρωμα, οι διακόσιες (200) ημέρες όταν εκναυλώνεται με πλοίαρχο και πλήρωμα και οι εβδομήντα πέντε (75) ημέρες όταν πρόκειται για χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακό. Σε περίπτωση που η άδεια του ν.2743/1999 ίσχυσε για διάστημα διαφορετικό από την πενταετία, ο ελάχιστος αριθμός ημερών ναύλωσης υπολογίζεται ανάλογα.
β. Ως βάση υπολογισμού των ημερών ναύλωσης, στην περίπτωση αυτοδίκαιης παύσης ή παύσης της ισχύος άδειας του ν. 2743/1999 η οποία επέρχεται μετά από σχετική αίτηση του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή ή νόμιμα εξουσιοδοτημένου από αυτούς προσώπου, λαμβάνεται ο αριθμός ημερών της περίπτωσης α’ της παρούσας παραγράφου. Για το σκοπό αυτό εκδίδεται πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, στην οποία αναφέρεται η ημερομηνία της παύσης ισχύος και η οποία κοινοποιείται στις αρμόδιες Φορολογικές και Τελωνειακές Αρχές.