1. Σκοπός της ΔΑΛ είναι να συμβάλει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της απονέμονται, στην επίτευξη των προγραμματικών στόχων του ελληνικού λιμενικού συστήματος, στους οποίους και περιλαμβάνονται:
(α) η διατήρηση της κυριαρχίας και της εδαφικής συνοχής του Ελληνικού Δημοσίου σε συνεργασία με τη Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (ΡΑΛ) και τη Γενική Γραμματεία Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΓΓΛΛΠΝΕ)
(β) η συμβολή στην τοπική, περιφερειακή και εγχώρια οικονομική, κοινωνική και κοινοτική ευημερία, σε αντιστοιχία με την κομβική και μακρο-οικονομική σημασία των Λιμένων
(γ) η διευκόλυνση της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας των περιοχών, κοινοτήτων και των κλάδων της οικονομίας, που εξυπηρετούνται από τους Λιμένες ή μέσω αυτού
(δ) η προστασία του περιβάλλοντος εντός των Λιμένων σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία
(ε) η αδιάλειπτη διαθεσιμότητα και παροχή αξιόπιστων και ποιοτικών υπηρεσιών από τους φορείς διαχείρισης λιμένων σε πλοία, επιβάτες και φορτία, σύμφωνα με την αρχή της απαγόρευσης διάκρισης, με την επιφύλαξη του κατ’ εξαίρεση επιτρεπτού τέτοιας διάκρισης, στο μέτρο που προβλέπεται ειδικά από τη Σύμβαση Παραχώρησης και σύμφωνα με την εφαρμοστέα κείμενη νομοθεσία
(στ) η αναβάθμιση του επιπέδου των παρεχόμενων στους χρήστες και το κοινό υπηρεσιών εντός των Λιμένων, σε συνεργασία με τη ΡΑΛ και τη ΓΓΛΠΝΕ
(ζ) η συνεργασία όλων των αρμοδίων φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας για την κατοχύρωση και τον έλεγχο εφαρμογής των εργασιακών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών στη λιμενική ζώνη με τη διατήρηση σε ισχύ των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, του Ν.2688/1999, όπου αυτός εφαρμόζεται, των κυρωθεισών από τη χώρα εφαρμοστέων Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας και όλων των σχετικών εφαρμοστέων διατάξεων του ενωσιακού δικαίου.
Σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης από τη ΔΑΛ οποιασδήποτε παραβίασης των ανωτέρω αναφερόμενων νομοθετημάτων ενημερώνονται αμελλητί οι αρμόδιες ενωσιακές και εθνικές αρχές.
(ζ) η εν γένει εφαρμογή εντός λιμενικής ζώνης της κείμενης νομοθεσίας σε συνεργασία με τη ΡΑΛ και τη ΓΓΛΛΠΝΕ.
2. Η ΔΑΛ ασκεί κάθε αρμοδιότητα, εξουσία ή ευχέρεια φορέα διοίκησης λιμένα που περιέρχεται ειδικά στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με διάταξη νόμου που κυρώνει Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του φορέα αυτού, εφόσον αυτή δεν απονέμεται με άλλη διάταξη νόμου ή απόφαση του Υπουργού αυτού σε άλλον φορέα.
3. Περαιτέρω, η ΔΑΛ:
α) αναλαμβάνει ενημερωτικές δράσεις για την προώθηση των συνεργατικών σχέσεων και δικτύων.
β) αναλαμβάνει ενημερωτικές πρωτοβουλίες σχετικά με την προώθηση των συνδυασμένων μεταφορών, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, πληροφοριακών συστημάτων και εφαρμογών.
γ) εισηγείται για την εκπόνηση και ανάθεση μελετών και ερευνών, σχετικών με το αντικείμενό της.
δ) εισηγείται για την ανάληψη και υλοποίηση προγραμμάτων από το Ελληνικό Δημόσιο ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς που εδρεύουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σχετικών με το αντικείμενό της.
ε) πραγματοποιεί έρευνες αγοράς, να υλοποιεί ευρωπαϊκά διασυνοριακά προγράμματα και προγράμματα επανεκπαίδευσης / επιμόρφωσης εργαζομένων, να αναλαμβάνει ρόλους συμβούλου, να συμμετέχει σε διεθνείς εκθέσεις, να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την προώθηση της έρευνας και καινοτομίας
στ) παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα λιμενικών υπηρεσιών και εργασιών για την συνεχή επιμόρφωση και δια βίου μάθηση των εργαζομένων στη λιμενική ζώνη.
ζ) γνωστοποιεί αμελλητί στην Ρ.Α.Λ. κάθε στοιχείο, το οποίο σχετίζεται με την άσκηση συμβατικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου από Σύμβαση Παραχώρησης σε λιμενική ζώνη.
η) συνεργάζεται με κάθε αρμόδια Αρχή του Ελληνικού Δημοσίου για την εκπλήρωση των σκοπών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
4. Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του παρόντος άρθρου, η ΔΑΛ δικαιούται να συλλέγει κάθε αναγκαίο στοιχείο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με τη Σύμβαση Παραχώρησης και την κείμενη νομοθεσία
5. Κατά των εκτελεστών πράξεων που εκδίδει η ΔΑΛ επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής. Η ενδικοφανής προσφυγή του προηγούμενου εδαφίου ασκείται με κατάθεση στη ΡΑΛ, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, από την κοινοποίηση της πράξης. Η ΡΑΛ υποχρεούται να εκδώσει την απόφαση της μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κατάθεση της προσφυγής. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, η προσφυγή θεωρείται ότι έχει απορριφθεί σιωπηρά.
Σκοπός και αρμοδιότητες
Στην παρ. 1 αναφέρεται ο σκοπός της ΔΑΛ, ο οποίος κάθε άλλο παρά σαφής είναι. Γενικολογίες και ασάφειες περί της κυριαρχίας και εδαφικής συνοχής του Ελληνικού Δημοσίου, λες και χωρίς την ύπαρξη της ΔΑΛ δεν μπορεί να διασφαλισθεί η κυριαρχία του ελληνικού κράτους στα ελληνικά λιμάνια, ενώ αυτή θα διασφαλισθεί από ένα διορισμένο διοικητικό συμβούλιο με επικεφαλής έναν διοικητή που θα επιλεγεί μέσα από αδιαφανείς διαδικασίες.
Όσον αφορά τα επόμενα εδάφια της ίδιας παραγράφου η απλή ανάγνωση τους καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα ότι δηλαδή δεν υπάρχει συγκεκριμένος σκοπός για τη ΔΑΛ, καθώς όλοι οι σκοποί που αναφέρονται επιδιώκονται από υφιστάμενες οργανικές δομές του κράτους όπως η Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, η Διεύθυνση Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας κ.α.
Στην παρ. 2 επιδιώκεται ανεπιτυχώς να ορισθούν συγκεκριμένες αρμοδιότητες για τη ΔΑΛ, καθώς αναφέρεται ότι κάθε αρμοδιότητα που θα απομείνει στο ελληνικό δημόσιο ύστερα από τη Σύμβαση Παραχώρησης των λιμανιών θα ασκείται από τη ΔΑΛ, χωρίς να προσδιορίζονται συγκεκριμένα οι εν λόγω αρμοδιότητες. Η σύσταση δεν ανεξάρτητης δημόσιας αρχής, αλλά και οποιασδήποτε κρατικής οργανικής μονάδας χωρίς ρητή αναφορά σε συγκεκριμένες αρμοδιότητες είναι απαράδεκτη από διοικητικής, νομικής και οικονομικής απόψεως.
Στην παρ. 3 προβλέπεται ότι η ΔΑΛ θα έχει ενημερωτικές δράσεις άγνωστο προς ποια κατεύθυνση, θα εισηγείται για την εκπόνηση και ανάθεση μελετών, άγνωστο σε ποιόν και γενικότερα θα δραστηριοποιείται ως ακαδημαϊκό- επιμορφωτικό ινστιτούτο.
Στην παρ. 5 αναφέρεται ότι η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής κατά των εκτελεστών πράξεων που εκδίδει η ΔΑΛ και δυστυχώς δια του παρόντος σχεδίου νόμου είναι αδύνατον να καταλάβουμε ποιες είναι, γίνεται με κατάθεση στη ΡΑΛ. Επισημαίνεται ότι η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής γίνεται στο προϊστάμενο ιεραρχικό κλιμάκιο του οργάνου που εξέδωσε την απόφαση, δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση θα έπρεπε να υποβάλλεται στον Υπουργό Ναυτιλίας. Και σε αυτήν την περίπτωση λοιπόν όπως και στην περίπτωση της ΡΑΛ, ο Υπουργός και οι ευθύνες του απουσιάζουν.
1. Μεταξύ των σκοπών της ΡΑΛ στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της απονέμονται η περ. ζ) του άρθρου 21 προβλέπει ότι περιλαμβάνεται και «… η συνεργασία όλων των αρμοδίων φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας για την κατοχύρωση και τον έλεγχο εφαρμογής των εργασιακών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών στη λιμενική ζώνη με τη διατήρηση σε ισχύ των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, του Ν.2688/1999, όπου αυτός εφαρμόζεται, των κυρωθεισών από τη χώρα εφαρμοστέων Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας και όλων των σχετικών εφαρμοστέων διατάξεων του ενωσιακού δικαίου.»
Με την φράση «με την διατήρηση σε ισχύ…» η ΔΑΛ δεν ασκεί πλέον τα καθήκοντα μιας δημόσιας αρχής η οποία θα επιβλέπει την εφαρμογή του νόμου, αλλά αντιθέτως:
(α) λειτουργεί ως συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς καθιστά ως βασικό σκοπό της την διατήρηση των ΣΣΕ καθώς παραβλέπει την αρχή ότι το κράτος δεν αναμειγνύεται στη σύναψη των συμβάσεων ενώ το σύστημα καθορισμού των αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, έχει διαμορφωθεί με την πάροδο των ετών μέσω ελεύθερων διαπραγματεύσεων μεταξύ των επαγγελματικών οργανώσεων των εργοδοτών και αυτών των εργαζομένων που έχουν ως αποτέλεσμα την σύναψη Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (Σ.Σ.Ε.) ή των ισότιμων με αυτές Διαιτητικών Αποφάσεων (Δ.Α.).
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και όχι το Κράτος ασκούν – κατά την σύναψη των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας- νομοθετική εξουσία και είναι φορείς δημόσιας εξουσίας κατά παραχώρηση από το κράτος, σύμφωνα με όσα ορίζει το Σύνταγμα. Το περιεχόμενο και τα είδη των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η διαδικασία υπογραφής τους, καθώς και η δεσμευτικότητά τους, ορίζονται από το Ν. 1876/1990-“Ελεύθερες Συλλογικές Διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις” και δεν μπορούν να αποτελούν αρμοδιότητα του.
(β) επιδιώκει την διατήρηση ενός νόμου συγκεκριμένα του Ν.2688/1999, ο οποίος στα ιδιωτικά ή υπό ιδιωτικοποίηση λιμάνια ουσιαστικά καταργείται και δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής.
Όσο αφορά την παράγραφο 5 του άρθρου 21 σας επισημαίνουμε ότι η ενδικοφανής προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 25 του Ν.2690/99(Α’-45) προβλέπεται από ειδικές διατάξεις, κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος μπορεί με προσφυγή του, για την αποκατάσταση υλικής ή ηθικής βλάβης των έννομων συμφερόντων του που προκαλείται από διοικητική πράξη, να ασκήσει ενώπιον του προβλεπόμενου από τις διατάξεις αυτές διοικητικού οργάνου και μέσα στην οριζόμενη από τις ίδιες προθεσμία, να ζητήσει, κατά περίπτωση την ακύρωση ή την τροποποίηση της πράξης.
Επίσης το διοικητικό όργανο, ανάλογα με την πρόβλεψη των σχετικών διατάξεων, είτε εξετάζει μόνο τη νομιμότητα της πράξης, οπότε και μπορεί να την ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει ή να απορρίψει την προσφυγή (ειδική διοικητική προσφυγή ), είτε εξετάζει τόσο τη νομιμότητα της πράξης όσο και την ουσία της υπόθεσης, οπότε και μπορεί να ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει ή να τροποποιήσει την πράξη ή να απορρίψει την προσφυγή (ενδικοφανής προσφυγή). Το αρμόδιο όργανο οφείλει να γνωστοποιήσει στον προσφεύγοντα την απόφασή του μέσα στην προθεσμία που τυχόν τάσσουν οι σχετικές διατάξεις, αλλιώς, στην περίπτωση μεν της ειδικής προσφυγής, το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες στην περίπτωση δε της ενδικοφανούς προσφυγής, το αργότερο μέσα σε τρεις (3) μήνες.
επιπρόσθετα ο έλεγχος της ενδικοφανούς προσφυγής από τη ΡΑΛ εμμέσως πλην σαφώς προσδίδει την άσκηση εποπτείας της ΔΑΛ στην ΡΑΛ και όχι στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
Προβληματισμό δημιουργεί η γενική εξουσιοδότηση της παρ. 2 του εν λόγω άρθρου, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με το χαρακτήρα της ΔΑΛ ως αποκεντρωμένης, αυτοτελούς και ανεξάρτητης υπηρεσιακής μονάδας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και την εποπτεία του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μόνο ως προς τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων και παραλείψεών της, ακόμη και αν παρέχεται ως δικλείδα ασφαλείας η διατύπωση “εφόσον αυτή δεν απονέμεται με άλλη διάταξη νόμου ή απόφαση του Υπουργού αυτού σε άλλον φορέα”.
Η ΔΑΛ δεν είναι δυνατό να αναφέρεται στο σύνολο του λιμενικού συστήματος και σε όλα τα λιμάνια, δεδομένου ότι διαφορετικά (με την παρούσα διατύπωση) οι αρμοδιότητες της (σημεία 1α έως 1ζ και παρ. 2 και 3 του εν λόγω άρθρου) εμφανίζουν σαφώς επικάλυψη σε σχέση με αυτές της ΓΓΛΛΠΝΕ και προκαλείται σύγχυση σε σχέση με την αρμόδια δομή λιμενικής διακυβέρνησης, χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε όφελος από τη νέα λύση.
Η επιλογή αυτή θα πρέπει να αφορά τα λιμάνια στα οποία, λόγω της ιδωτικοποίησης (λιμάνια Πειραιά και Θεσσαλονίκης) ή μελλοντικών παραχωρήσεων χώρων και δραστηριοτήτων, προκύπτει η ανάγκη διαχωρισμού της δημόσιας υπηρεσίας από την εμπορική δραστηριότητα.
Ώστε η ΔΑΛ, ως νέα (κεντρική ή υπερτοπική) δομή θα πρέπει να «στεγάζει» συγκεκριμένες στοχεύσεις και να έχει συγκεκριμένες τοπικές αναφορές (Περιφερειακά γραφεία, με ενδεχόμενες προσθήκες, εάν και εφόσον απαιτηθεί στο μέλλον). Με τον τρόπο αυτό, η ΔΑΛ θα συμπληρώνει τις υφιστάμενες δομές λιμενικής διακυβέρνησης και δεν θα λειτουργεί ανταγωνιστικά προς τη ΓΓΛΛΠΝΕ.
Συνεπώς και σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση, η παράγραφος 1 του άρθρου θα πρέπει να διαμορφωθεί ως ακολούθως:
“1. Σκοπός της ΔΑΛ είναι να συμβάλλει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της απονέμονται, στην επίτευξη των προγραμματικών στόχων των Λιμένων του ελληνικού λιμενικού συστήματος όπου έχουν συσταθεί και λειτουργούν Περιφερειακά Γραφεία, στους οποίους και περιλαμβάνονται:”
Προσθήκη:
θ) ίδρυση ή/ και συμμετοχή σε θυγατρικές εταιρίες με στόχο την εκπλήρωση των σκοπών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
Παρ.3.: ε) να απαλοιφθούν τα πολλαπλά «να», ώς γραμματικό σφάλμα.
θ)Να εκπροσωπεί το λιμάνι του Πειραιά (και οποιοδήποτε άλλο) σε διεθνή Forum, και στις Υπηρεσίες της Κομισιόν(DG MOVE, DG ENV, DG MARE) , που αφορούν λιμενικά και ναυτιλιακά θέματα.
Παρ.1.δ.: «η προστασία του περιβάλλοντος εντός των Λιμένων σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία»
Πρέπει να διευκρινιστεί το ποιός φορέας (η ΔΑΛ ή η Διοίκηση του εκάστοτε λιμένα) θα αποφασίζει για τα κριτήρια που θα πρέπει να καλύπτουν οι πάροχοι περιβαλλοντικών υπηρεσιών στα λιμάνια, τους τρόπους επιλογής τους, αλλά και το σύστημα λειτουργίας της συγκεκριμένης αγοράς.
Σε ιδιωτικά λιμάνια ελοχεύει ο κίνδυνος το απόλυτο κριτήριο για τις υπηρεσίες προστασίας του περιβάλλοντος να είναι το κόστος παραβλέποντας την ποιότητα, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Λαμβάνοντας υπόψη:
-την παρ. 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις»,
-την παρ. 6 του Άρθρου 21 του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με την οποία «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας»,
-το άρθρο 9 «Προσβασιμότητα» της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, την οποία η χώρα μας μαζί με το προαιρετικό πρωτόκολλό της επικύρωσε με τον Ν.4074/2012 (ΦΕΚ 88 Α΄/11.04.2012), και ως εκ τούτου οφείλει να θέσει σε εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο, στο οποίο αναφέρεται το εξής: «Προκειμένου να επιτρέψουν στα άτομα με αναπηρίες να ζουν ανεξάρτητα και να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τις πτυχές της ζωής, τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρίες την πρόσβαση, σε ίση βάση με τους άλλους, στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, την πληροφορία και τις επικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνολογιών και συστημάτων πληροφορίας και επικοινωνιών και σε άλλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που είναι ανοικτές ή παρέχονται στο κοινό, τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές…»,
-τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1177/2010 για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές που έχει εφαρμογή από 18.12.2012 και των παρακάτω αποφάσεων που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο αυτού του Κανονισμού: α) με αριθ. 8133.1/02/2013 (ΦΕΚ Β 1902 – 05.08.2013) «Καθορισμός των διαδικασιών και των υποχρεώσεων των φορέων εκμετάλλευσης λιμενικών τερματικών σταθμών όσον αφορά θέματα προσβασιμότητας, πληροφόρησης και παροχής συνδρομής σε άτομα με αναπηρία ή με μειωμένη κινητικότητα στους λιμένες» και β) με αριθ. 3332.12/05/13/14062013 (ΦΕΚ Β΄1453) «Καθορισμός των διαδικασιών υποβολής παραπόνων των επιβατών στις θαλάσσιες μεταφορές, του περιεχομένου του ειδικού εντύπου παραπόνων, καθώς και της διαχείρισης αυτών»,
η Ε.Σ.Α.μεΑ. προτείνει:
-το εδάφιο στ) της παρ. 1 να συμπληρωθεί ως ακολούθως:
«στ) η αναβάθμιση του επιπέδου των παρεχόμενων στους χρήστες και το κοινό υπηρεσιών εντός των Λιμένων λαμβάνοντας υπόψη και σε συνεργασία με τη ΡΑΛ και τη ΓΓΛΠΝΕ και κατά τρόπο που θα ικανοποιούνται και οι ανάγκες χρηστών και κοινού με αναπηρία»
– το εδάφιο στ) της παρ. 2 να συμπληρωθεί ως ακολούθως:
«στ) παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα λιμενικών υπηρεσιών και εργασιών για την συνεχή επιμόρφωση και δια βίου μάθηση των εργαζομένων στη λιμενική ζώνη και ως εκ τούτου την καλύτερη εξυπηρέτηση όλων των χρηστών, ήτοι συμπεριλαμβανομένων και των χρηστών με αναπηρία».