1. Η Ρ.Α.Λ. έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει ρυθμιστικά μέτρα για:
α) την εφαρμογή των όρων και διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης στους λιμένες, ιδίως σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού, του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης και τη συμμόρφωση προς τους χρηματο-οικονομικούς στόχους,
β) την τήρηση των υποχρεώσεων των λιμένων στο πλαίσιο της σχετικής κείμενης – εθνικής και ευρωπαϊκής – νομοθεσίας, σε σχέση με δημόσιες συμβάσεις, Συμβάσεις Παραχώρησης και τους κανόνες ανταγωνισμού,
γ) την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στον λιμενικό τομέα,
δ) τη διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαχείριση παραπόνων, και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της,
ε) την υποστήριξη προς τις αρμόδιες αρχές για την κατάρτιση προδιαγραφών δημοσίων συμβάσεων (παραχωρήσεις χερσαίας ζώνης) και των σχετικών ανανεώσεων που προτείνονται από τον φορέα διαχείρισης, την παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων των δημοσίων συμβάσεων, προς εξασφάλιση ιδίως της τήρησης του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης, με προσδιορισμό των επιπέδων απόδοσης, επενδύσεων, δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και της συμμόρφωσης με τους χρηματοοικονομικούς στόχους,
στ) την εξασφάλιση – σε συνεργασία με την Επιτροπή Ανταγωνισμού – της πιστής εφαρμογής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στον κλάδο, την αποτροπή κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, εναρμονισμένων πρακτικών, εξοντωτικής τιμολόγησης και άλλων πρακτικών που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό,
2. Περαιτέρω, η Ρ.Α.Λ είναι αρμόδια για:
α) την επεξεργασία και πρόταση στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής των αναγκαίων νομοθετικών διατάξεων για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της
β) τη σύνταξη και υποβολή προς κάθε συναρμόδιο Υπουργείο ή Ανεξάρτητη Αρχή εισηγήσεων για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της
γ) την ανταλλαγή πληροφοριών και συνεργασία με τους αντίστοιχους φορείς των άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις αρμοδιότητες της
δ) την γνωμοδότηση επί της μεθοδολογίας και του καθορισμού των τελών λιμενικών υπηρεσιών και των τελών λιμενικών υποδομών, τη γνωμοδότηση – κατόπιν σχετικού ερωτήματος – στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επί ειδικών θεμάτων λιμένων – περιλαμβανομένων και μέτρων για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του εθνικού λιμενικού συστήματος.
ε) την άσκηση των συμβατικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου που απορρέουν από Συμβάσεις Παραχώρησης στο όνομα και για λογαριασμό του, στο πλαίσιο των παραγράφων και 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
Ειδικά για τα παρακάτω:
αα) την καταγγελία ή με άλλο τρόπο λύση τέτοιας Σύμβασης Παραχώρησης, στο σύνολό της ή (εφόσον παρέχεται τέτοια δυνατότητα) μερικώς,
ββ) τη διαπίστωση της πλήρωσης διαλυτικής αίρεσης ή/και τη διαπίστωση της ματαίωσης αναβλητικής αίρεσης, καθώς και την επίκληση οποιουδήποτε από τα ανωτέρω, στο μέτρο που επιδρά στην ισχύ Σύμβασης Παραχώρησης, ολικά ή μερικά,
γγ) την άσκηση δικαιωμάτων παρέμβασης στα υπό παραχώρηση περιουσιακά στοιχεία ή/και την άσκηση δικαιωμάτων υποκατάστασης – υπεισέλευσης στη Σύμβαση Παραχώρησης,
δδ) την προσφυγή σε οποιοδήποτε δικαιοδοτικό όργανο επίλυσης των σχετικών συμβατικών διαφορών, όπως ενδεικτικά διαιτητικό ή πολιτειακό δικαστήριο, και την εν γένει άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, η Ρ.Α.Λ. ασκεί το σχετικό δικαίωμα ή προβαίνει στη σχετική ενέργεια μόνον εφόσον έχει προηγηθεί προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή του Υπουργού Οικονομικών. Σε περίπτωση που οι δύο τελευταίοι Υπουργοί αιτηθούν γραπτώς στην Ρ.Α.Λ. την άσκηση δικαιώματος της παρούσας περίπτωσης, η Ρ.Α.Λ. έχει δέσμια αρμοδιότητα να προβεί στην άσκησή του κατά τα προσδιοριζόμενα στο σχετικό έγγραφο. Η τροποποίηση Σύμβασης Παραχώρησης υπόκειται στους ουσιαστικούς και διαδικαστικούς κανόνες που ρυθμίζουν τη σύναψή της.
3. Η άσκηση όλων των αρμοδιοτήτων που απονέμονται στη Ρ.Α.Λ. με τις διατάξεις αυτού και του προηγούμενου άρθρου τελεί υπό την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων Συμβάσεων Παραχώρησης που έχουν κυρωθεί με νόμο ή των νόμων που τις κυρώνουν.
4. Η Ρ.Α.Λ. συνεργάζεται με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και μπορεί να ζητεί τη γνώμη της σε θέματα ανταγωνισμού ή να παραπέμπει σε αυτήν υποθέσεις, οι οποίες ενδέχεται να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του ν. 3959/ 2011 και στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
5. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η Ρ.Α.Λ.. έχει αποχρώσες ενδείξεις ότι η παράβαση διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας ενέχει άμεση, σοβαρή και επικείμενη απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή θα προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα στη λειτουργία των θαλάσσιων μεταφορών, μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν τη λήψη οριστικής απόφασης, η οποία λαμβάνεται μετά από ακρόαση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης και τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας. Τα προσωρινά αυτά μέτρα δεν πρέπει να κατατείνουν στην πλήρη ικανοποίηση του δικαιώματος.
6. Η απόφαση της Ρ.Α.Λ περί των προσωρινών μέτρων είναι άμεσα εκτελεστή και μπορεί να επιβάλει ταυτόχρονα και διοικητικό πρόστιμο μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης.
7. Η διαδικασία λήψεως προσωρινών μέτρων καθορίζεται με τον Κανονισμό Ακροάσεων. Στον ενδιαφερόμενο παρέχεται δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να προτείνει μέτρα αποκατάστασης. Εάν αυτά κριθούν επαρκή, η Ρ.Α.Λ.. ανακαλεί τα προσωρινά μέτρα και επικυρώνει τα προτεινόμενα από την επιχείρηση μέτρα αποκατάστασης.
8. Τα προσωρινά μέτρα της Ρ.Α.Λ. έχουν ισχύ μέγιστης διάρκειας δυο μηνών, η οποία, σε περιπτώσεις μη ολοκλήρωσης των διαδικασιών συμμόρφωσης, μπορεί να παραταθεί για ακόμη δυο μήνες.
Η παρ. 1 σημεία α) και β) δημιουργούν προβληματισμό σε σχέση με την άσκηση σχετικών αρμοδιοτήτων που αφορούν υφιστάμενους Οργανισμούς Λιμένα Α.Ε. ή άλλους που ενδεχομένως θα δημιουργηθούν στο μέλλον από τη ΡΑΛ.
Απορίας άξιον είναι ποιούς κανόνες ανταγωνισμού θα ρυθμίζει η ΡΑΛ στα λιμάνια, καθώς το μοντέλο ιδιωτικοποίησης των λιμανιών που ακολουθεί η κυβέρνηση ουσιαστικά μετατρέπει τα ελληνικά λιμάνια σε ιδιωτικά μονοπώλια. Συγκεκριμένα αναρωτιόμαστε ποιόν θα ανταγωνιστεί η COSCO στο Λιμάνι του Πειραιά, αφού αγοράζει το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών του ΟΛΠ. Ή η πρόθεση της κυβέρνησης είναι εφεξής τα ελληνικά λιμάνια να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, δηλαδή πλέον το ζητούμενο δεν θα είναι η επιδίωξη του δημοσίου συμφέροντος αλλά αποκλειστικά η κερδοφορία των ανταγωνιστικών ιδιωτικών μονοπωλίων, δηλαδή ο ΟΛΠ έναντι του ΟΛΘ.
Περαιτέρω απλά αναφέρεται ότι και σε αυτό το άρθρο σειρά αρμοδιοτήτων της ΓΓΛΛΠΝΕ μεταφέρεται στη ΡΑΛ.
Συγκεκριμένα και επί παραδείγματι οι παραχωρήσεις της χερσαίας ζώνης λιμένα, σήμερα αποτελούν αντικείμενο της ΓΓΛΛΠΝΕ, ενώ στην παρ.2 μεταφέρονται ξεκάθαρα αρμοδιότητες που ασκούνται από τη ΓΓΛΛΠΝΕ και συγκεκριμένα από τις διευθύνσεις ΔΛΠ και ΔΙΛΙΚΥΠ και θα δημιουργηθεί άμεσα πρόβλημα λόγω αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων.
Η παρ. 3 θέτει ως επιφύλαξη για την άσκηση των αρμοδιότητες της ΡΑΛ τις ειδικότερες διατάξεις που μπορεί να προβλεφθούν στις Συμβάσεις Παραχώρησης, δηλαδή ναι μεν ορίζονται ρητά αρμοδιότητες στις προηγούμενες παραγράφους, αλλά ταυτόχρονα αναιρούνται με την παρούσα διάταξη.
1. Στο άρθρο 6 με τίτλο «Ρυθμιστικές Αρμοδιότητες» εκ νέου συγχέονται οι ρυθμιστικές αρμοδιότητες της ΡΑΛ, όπως οριοθετούνται στην παρ.1 (α) με τα δικαιώματα που ασκεί για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου ως αντισυμβαλλομένου στις Συμβάσεις Παραχώρησης, όπως αναφέρεται στην παρ.2 (ε).
2. Στην παρ 2 περ. δ) ως αρμοδιότητα της ΡΑΛ ορίζεται η μεθοδολογία καθορισμού των τελών λιμενικών υπηρεσιών. Ωστόσο μόνο αρμόδιο για τον καθορισμό των λιμενικών τελών θα πρέπει να είναι το ΔΣ των Οργανισμών Λιμένων με μόνη υποχρέωση των σεβασμό των βασικών αρχών της ΣυνΕΚ περί διαφάνειας, υγιούς ανταγωνισμού και απαγόρευσης των διακρίσεων.
3. Στην παρ. 3 θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι οι αρμοδιότητες της ΡΑΛ όπως αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6 σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να οδηγήσουν σε ανατροπή των συμφωνηθέντων και τροποποίηση των διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης.
4. Στην παρ. 5 η ΡΑΛ αποκτά, με την εν λόγω νομοθετική ρύθμιση, δικαστική εξουσία για την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης, εξουσία η οποία απαντάται μόνο στην διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων που διατάσσονται από τα ελληνικά δικαστήρια ή σε περίπτωση εφαρμογής αστυνομικών διατάξεων. Είναι σαφές πως τέτοιου είδους εξουσίες – αρμοδιότητες που ανήκουν στην δικαστική εξουσία και υπερεξουσίες δεν δύνανται να απονέμονται σε μια διοικητική αρχή με την ψήφιση τυπικού νόμου, η οποία σε κάθε περίπτωση πάσχει λόγω σοβαρών ζητημάτων αντισυνταγματικότητας.
Η παρ. 2, σημείο δ) προτείνεται να τροποποιηθεί ως ακολούθως:
«δ) τη σύνταξη και υποβολή προς κάθε συναρμόδιο Υπουργείο εισηγήσεων επί της μεθοδολογίας καθορισμού των τελών λιμενικών υπηρεσιών και των τελών λιμενικών υποδομών, καθώς επίσης – κατόπιν σχετικού ερωτήματος – εισηγήσεων προς το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επί ειδικών θεμάτων λιμένων – περιλαμβανομένων και μέτρων για τη λειτουργία, την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του εθνικού λιμενικού συστήματος.»
Αιτιολόγηση:
Η τελική ευθύνη για τον καθορισμό των λιμενικών τελών των Οργανισμών Λιμένα Α.Ε. όσο και των Λιμενικών και Δημοτικών Λιμενικών Ταμείων ανήκει στα συναρμόδια Υπουργεία Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και τα ζητήματα της μεθοδολογίας σχετικά συνδέονται αναπόσπαστα με τη σχετική διαδικασία, άρα δεν είναι δυνατό παρά να εμπίπτουν επίσης στην αποκλειστική αρμοδιότητα τους. Αυτό είναι εξάλλου λογικό στο βαθμό που τα συναρμόδια Υπουργεία καθορίζουν πολιτική. Από την άλλη πλευρά, η διασφάλιση του ανταγωνισμού και της ομαλής λειτουργίας της αγοράς είναι, σε κάθε περίπτωση, εγγυημένη από τα συναρμόδια Υπουργεία, τη ΡΑΛ και την Επιτροπή Ανταγωνισμού, και πρωτογενώς από τις προτάσεις των Φορέων Διαχείρισης των λιμένων.
Η συμβολή της ΡΑΛ θα ήταν ορθό να περιοριστεί στην υποστήριξη επί της μεθοδολογίας του καθορισμού των λιμενικών τελών.
Επίσης, θα ήταν σκόπιμο η υποστήριξη της ΡΑΛ να επεκτείνεται σε όλα εκείνα τα πεδία και αντικείμενα, που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της και για τα οποία ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής κρίνει ότι η ΡΑΛ θα ήταν δυνατό να έχει ουσιαστική συμβολή στο σχεδιασμό και την υλοποίηση της πολιτικής του Υπουργείου για τη λειτουργία, την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του εθνικού λιμενικού συστήματος, που βρίσκονται σαφώς και αποκλειστικά στο πεδίο ευθύνης του.
επί του άρθρου 6 , παργ. (δ) του παρόντος θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι ο καθορισμός των τελών λιμενικών υπηρεσιών και των τελών λιμενικών υποδομών καθορίζεται με απόφαση του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα όταν πρόκειται για Οργανισμό Λιμένα (Α.Ε.) και εγκρίνεται με Κοινή Υπουργική Απόφαση δημοσιευμένη σε ΦΕΚ από τα συναρμόδια Υπουργεία Οικονομικών και Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής.
Λαμβάνοντας υπόψη:
-την παρ. 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις»,
-την παρ. 6 του Άρθρου 21 του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με την οποία «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας»,
-το άρθρο 9 «Προσβασιμότητα» της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, την οποία η χώρα μας μαζί με το προαιρετικό πρωτόκολλό της επικύρωσε με τον Ν.4074/2012 (ΦΕΚ 88 Α΄/11.04.2012), και ως εκ τούτου οφείλει να θέσει σε εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο, στο οποίο αναφέρεται το εξής: «Προκειμένου να επιτρέψουν στα άτομα με αναπηρίες να ζουν ανεξάρτητα και να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τις πτυχές της ζωής, τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρίες την πρόσβαση, σε ίση βάση με τους άλλους, στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, την πληροφορία και τις επικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνολογιών και συστημάτων πληροφορίας και επικοινωνιών και σε άλλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που είναι ανοικτές ή παρέχονται στο κοινό, τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές…»,
-τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1177/2010 για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές που έχει εφαρμογή από 18.12.2012 και των παρακάτω αποφάσεων που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο αυτού του Κανονισμού: α) με αριθ. 8133.1/02/2013 (ΦΕΚ Β 1902 – 05.08.2013) «Καθορισμός των διαδικασιών και των υποχρεώσεων των φορέων εκμετάλλευσης λιμενικών τερματικών σταθμών όσον αφορά θέματα προσβασιμότητας, πληροφόρησης και παροχής συνδρομής σε άτομα με αναπηρία ή με μειωμένη κινητικότητα στους λιμένες» και β) με αριθ. 3332.12/05/13/14062013 (ΦΕΚ Β΄1453) «Καθορισμός των διαδικασιών υποβολής παραπόνων των επιβατών στις θαλάσσιες μεταφορές, του περιεχομένου του ειδικού εντύπου παραπόνων, καθώς και της διαχείρισης αυτών»,
η Ε.Σ.Α.μεΑ. προτείνει:
– το εδάφιο α) της παρ. 1 να συμπληρωθεί ως ακολούθως (βλ. με έντονη γραμματοσειρά):
«α) την εφαρμογή των όρων και διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης στους λιμένες, ιδίως σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού, του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης, συμπεριλαμβανομένης και της παρεχόμενης εξυπηρέτησης στα άτομα με αναπηρία, και τη συμμόρφωση προς τους χρηματο-οικονομικούς στόχους»,
– το εδάφιο δ) της παρ. 1 να συμπληρωθεί ως ακολούθως (βλ. με έντονη γραμματοσειρά):
«δ) τη διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαχείριση παραπόνων κατά τρόπο προσβάσιμο σε όλους, και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της».