1. Η περίπτωση (αα) της υποπαραγράφου (ι) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«αα. Για τα πλοία αναψυχής τα οποία επιτρέπεται να εκναυλώνονται χωρίς πλοίαρχο και πλήρωμα: είναι το πρόσωπο που προσλαμβάνεται από τον ναυλωτή ή τον εκναυλωτή ή ο επιβάτης που διαθέτει τα κατά νόμο απαιτούμενα προσόντα για τη διακυβέρνηση επαγγελματικού πλοίου αναψυχής.»
2. Η υποπαράγραφος (ιγ) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«Χώροι ενδιαίτησης: είναι οι κλειστοί χώροι διαμονής, σίτισης και υγιεινής του πλοίου. Όταν συνάπτεται σύμβαση ολικής ναύλωσης που περιλαμβάνει διανυκτέρευση, οι κλίνες που διαθέτει το πλοίο αντιστοιχούν στον αριθμό των επιβατών που διανυκτερεύουν .»
3.Στο άρθρο 1 του Ν. 4256/2014 (Α’ 92) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξης :
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζεται ο τύπος ,η διαδικασία τα στοιχεία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια που αναγράφονται σε πιστοποιητικό το οποίο πρέπει να φέρουν όλα τα επαγγελματικά σκάφη αναψυχής και τα επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια, ως ειδικό ναυτιλιακό έγγραφο.
4.Η υποπαράγραφος (β) της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια της σύμβασης ναύλωσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι τέσσερις (24) ώρες. Ως τόπος και χρόνος έναρξης και λήξης της σύμβασης ναύλωσης θεωρούνται, αντίστοιχα, ο τόπος και ο χρόνος παράδοσης και επαναπαράδοσης του πλοίου αναψυχής που αναγράφονται στο ναυλοσύμφωνο.»
5.Η υποπαράγραφος (γ) της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) καταργείται.
6.Η παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) καταργείται.
7. Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) όπως έχει τροποποιηθεί με την παρ. 2 (β) του άρθρου 55 του ν. 4276/2014 (Α’155) αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα επαγγελματικά και τα ιδιωτικά πλοία αναψυχής εφόσον είναι ναυλωμένα, υποχρεούνται να είναι εφοδιασμένα με αντίγραφα των αντίστοιχων ναυλοσυμφώνων συνοδευόμενα από ενημερωμένες και θεωρημένες από τη Λιμενική Αρχή, καταστάσεις επιβαινόντων. Αντίγραφα των ναυλοσυμφώνων υποβάλλονται από τον εκναυλωτή, όπως αυτός προσδιορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 3, στις υπηρεσίες της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170). Πριν από τον απόπλου, ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής ή ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης ή ο πράκτορας του πλοίου ή νόμιμα εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο καταθέτει στη Λιμενική Αρχή του λιμένα αφετηρίας, την κατάσταση επιβαινόντων, αντίγραφο της οποίας, θεωρημένο από την ίδια αρχή ,πρέπει να τηρείται στο πλοίο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Αν κατά τη διάρκεια της ναύλωσης επέλθει μεταβολή στην κατάσταση επιβαινόντων, οι ως άνω υποβάλουν για θεώρηση στην αρμόδια Λιμενική Αρχή την ενημερωμένη κατάσταση. Η ως άνω υποχρέωση αναφορικά με την κατάσταση επιβαινόντων διατηρείται και στην περίπτωση της παρ. 2 του άρθρου 9.»
8. Η υποπαράγραφος (α) της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίσταται ως εξής:
Στην υποπαράγραφο (α) της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) προστίθεται υποπαράγραφος α.α ως εξής:
α.α.«Πλοία αναψυχής μεταφορικής ικανότητας άνω των δώδεκα επιβατών επιτρέπεται να εκναυλώνονται μόνον όταν υπηρετεί σε αυτά πλοίαρχος και πλήρωμα. »
9. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της υποπαραγράφου (α) της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι απογεγραμμένοι ναυτικοί που προσλαμβάνονται στα πλοία αναψυχής μεταφορικής ικανότητας έως και δώδεκα επιβατών ασφαλίζονται αποκλειστικά και μόνο στο Ν.Α.Τ..
10. Οι υποπαράγραφοι (α) και (β) της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 4256/2014 (Α’ 92) αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Για τα πλοία αναψυχής τα οποία εκτελούν σύμβαση ναύλωσης απαιτείται η λήψη άδειας απόπλου μέσα σε σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από την έναρξη της ναύλωσης, εφόσον αυτή αρχίζει από ελληνικό λιμάνι. Δεν απαιτείται η λήψη άδειας απόπλου από τα υπόλοιπα λιμάνια ούτε η δήλωση κατάπλου. Η λήψη άδειας απόπλου πραγματοποιείται από τον πλοίαρχο ή τον κυβερνήτη ή τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή ή τον πράκτορα του πλοίου ή από νόμιμα εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο.
β. Η ως άνω διάταξη ισχύει και στην περίπτωση της παρ. 2 του ίδιου άρθρου.»
11. Η υποπαράγραφος (δ) της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4256/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής ή ο ιδιοκτήτης ή νόμιμα εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο, υποβάλλει δήλωση στη Λιμενική Αρχή, στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται το σημείο εκκίνησης του ημερήσιου θαλάσσιου ταξιδιού, με την οποία γνωστοποιεί αναλυτικά τους λιμένες, όρμους και ακτές προσέγγισης και αποεπιβίβασης επιβατών, σύμφωνα με το ισχύον Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης (Π.Γ.Ε.) ή το Πιστοποιητικό Ασφαλείας (Π.Α.) ή την Άδεια Εκτέλεσης Πλόων, τις ώρες απόπλου και κατάπλου και τις ημερομηνίες/περίοδο διενέργειας του ταξιδιού. Όμοια δήλωση απαιτείται για οποιαδήποτε τροποποίηση, πριν από την έναρξη του ημερήσιου θαλάσσιου ταξιδιού.»
12. Η περίπτωση (ββ) της υποπαραγράφου (γ) της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 4256/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«ββ. Η αποβίβαση επιβατών σε ενδιάμεσους ελληνικούς λιμένες και η επιστροφή τους στο σημείο επιβίβασής τους κατά την ίδια ή διαφορετική ημερομηνία.»
13. Στην υποπαράγραφο (γ) της παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν.4256/14 προστίθεται περίπτωση δδ ως ακολούθως:
«δδ. Η εκτέλεση μονής διαδρομής ,κατά την διάρκεια της θερινής περιόδου, εφόσον η αίτηση συνοδεύεται από τη σύμφωνη γνώμη των πλοιοκτητών των δρομολογημένων πλοίων ή των εφοπλιστών ή των νόμιμα εξουσιοδοτημένων από αυτούς προσώπων. Στην Υπουργική απόφαση έγκρισης καθορίζεται η χρονική περίοδος δραστηριοποίησης των ημεροπλοίων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»