Αρχική Ανάπτυξη ΥδατοκαλλιεργειώνΆρθρο 01:Πεδίο Εφαρμογής – ΟρισμοίΣχόλιο του χρήστη ΕΛΛΗ ΔΟΥΚΑ | 28 Φεβρουαρίου 2014, 07:58
Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ» ΦΟΡΕΙΣ: 1.ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ 2.ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Άρθρα 2 και 3 Στην §3 του άρθρου 2 γίνεται αναφορά στις προτεραιότητες του Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΕΠΑΥ). Πιο συγκεκριμένα στην παράγραφο β)αα) αναφέρεται ότι προωθείται η κοινωνική ισότητα και συνοχή με την «ενθάρρυνση της συμμετοχής όλων των εμπλεκόμενων φορέων (διοίκηση, υδατοκαλλιεργητές, έμποροι χονρδικής και λιανικής πώλησης, και ενώσεις καταναλωτών) στη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν στη διαμόρφωση της αναπτυξιακής πολιτικής το κλάδου. Ενώ γίνεται αναφορά στην κοινωνική ισότητα και συνοχή, δεν γίνεται καμία αναφορά στην προστασία του περιβάλλοντος. Για μια ακόμη φορά σε νόμο που αφορά ένα τόσο σημαντικό θέμα ΔΕΝ υπάρχει επαρκής πρόβλεψη για την συμμετοχή περιβαλλοντικών φορέων που έχοντας γνώση πεδίου και επιστημονική κατάρτιση μπορούν να αξιολογήσουν σημαντικές παραμέτρους που αφορούν στη διαμόρφωση περιβαλλοντικά βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής για τον κλάδο. Παρ’ ότι στο άρθρο 3 προβλέπεται η συμμετοχή εκπροσώπου περιβαλλοντικής οργάνωσης στο Εθνικό Συμβούλιο Υδατοκαλλιεργειών, υπάρχει μεγάλη ασάφεια ως προς την εξειδίκευση που απαιτείται ώστε η εν λόγω περιβαλλοντική οργάνωση να μπορεί να έχει άποψη για το θέμα. Είναι απαραίτητο να ορισθούν οι προδιαγραφές που πρέπει να πληροί μια περιβαλλοντική οργάνωση για να συμμετέχει. Αυτές, πρέπει να καλύπτουν μεταξύ άλλων, σημαντική εμπειρία στο θέμα περιβαλλοντικής διαχείρισης υδατοκαλλιεργειών αλλά και συμμετοχή στη διαμόρφωση προτύπων αειφόρου λειτουργίας των μονάδων υδατοκαλλιέργειας, κάτι που δεν είναι ανεπτυγμένο στον κλάδο. Είναι δε ύψιστης σημασίας η όποια περιβαλλοντική οργάνωση να μη συνδέεται με εταιρίες / φορείς που έχουν εμπορικά συμφέροντα στον κλάδο των υδατοκαλλιεργειών ή αν έχουν τέτοια σχέση, αυτή να έχει δηλωθεί. Παράλληλα, ακόμη και η συμμετοχή εκπροσώπων του Υπουργείου Περιβάλλοντος θα πρέπει να ορισθεί ώστε ο εκάστοτε εκπρόσωπος να έχει ικανή εμπειρία στον τομέα των Υδατοκαλλιεργείων. Και τούτο όχι μόνο σε διοικητικά θέματα αλλά επί της ουσίας γνώση περιβαλλοντικών θεμάτων σχετικά με την υδατοκαλλιέργεια. Άρθρα 4 και 5 Το κράτος δύναται να παραχωρεί κατάλληλες εκτάσεις για την ίδρυση, επέκταση ή μετεγκατάσταση μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Ωστόσο, δεν ορίζεται τι καθιστά μια περιοχή «κατάλληλη» και κατά πόσο ο όρος περιλαμβάνει περιβαλλοντικές παραμέτρους ή έχει καθαρά «παραγωγικό» προσανατολισμό. Παράλληλα, δεν γίνεται αναφορά στη συμμετοχή των κατοίκων των περιοχών που πρόκειται να παραχωρηθούν. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για την αξιολόγηση του ενδεχομένου να υπάρχουν εναλλακτικά σχέδια χρήσης γης από τις τοπικές κοινωνίες (δημοτικές αρχές ή και ιδιώτες / φορείς). Παράλληλα, υπάρχει απουσία πρόβλεψης για την περιβαλλοντική αξιολόγηση των υδάτινων περιοχών ειδικότερα, καθώς αυτές σε πολλές περιπτώσεις εξυπηρετούν τις ανάγκες ευαίσθητων οικοσυστημάτων (όπως π.χ υγρότοποι, περιοχές NATURA 2000). Άρθρο 7 Στο σημείο αυτό γίνεται αναφορά στη δυνατότητα παραχώρησης υδάτινων εκτάσεων χωρίς ανταλλάγματα, για διάστημα έως 3 έτη για εγκατάσταση πρωτότυπης μορφής καλλιέργειας. Η πρωτοτυπία δε κρίνεται «με βάση τα δεδομένα της τεχνολογίας, της μεθόδου και του είδους καλλιέργειας, που εφαρμόζεται κατά το χρόνο υποβολής του σχετικού αιτήματος...καθώς και με βάση τα προσδοκώμενα αποτελέσματα...» Απουσιάζει και πάλι η παράμετρος περιβάλλον. Η δυνατότητα μιας μονάδας υδατοκαλλιέργειας να υιοθετήσει περιβαλλοντικά βιώσιμες πρακτικές που δεν επιφέρουν μόλυνση στο περιβάλλον θα έπρεπε να ενθαρύνεται ώστε αυτό να μπορέσει να αποτελέσει πρότυπο για το μέλλον. Η μόνη αναφορά στο θέμα περιβάλλον εξαντλείται στις ισχύουσες Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις του νόμου 4014/2011 περί περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων. Μια τέτοια οπτική για ένα τόσο σημαντικό θέμα είναι μάλλον μικροσκοπική. Αρχικά, το θέμα της χωροθέτησης των εν λόγω μονάδων δεν αντιμετωπίζεται στον παρόντα νόμο. Βασίζεται δε στο Εθνικό Χωροταξικό για τις Υδατοκαλλιέργειες, το οποίο παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις σε ότι αφορά περιοχές με φυσικές ιδιαιτερότητες, ή υπό καθεστώς προστασίας, όπως για παράδειγμα περιοχές με λιβάδια Ποσειδωνίας, ή / και περιοχές NATURA 2000. Το δε Εθνικό Χωροταξικό για τις Υδατοκαλλιέργειες έχει ήδη προσβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας από πλήθος φορέων και αναμένεται η σχετική απόφαση. Επομένως δεν κρίνεται επαρκές να βασισθεί ένας νέος νόμος, σε ένα χωροτακτικό σχέδιο που παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις. Πριν λοιπόν την όποια χωροθέτηση θα πρέπει να υπάρχει γνωμοδότηση από αρμόδιους φορείς σχετικά με την καταλληλότητα της περιοχής. Στη συνέχεια και εφόσον λοιπόν διατεθεί ο χώρος, θα πρέπει στο διάστημα της τριετίας να διενεργούνται τακτικοί έλεγχοι από τους αρμόδιους φορείς προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν προκύπτει επιβάρυνση για το περιβάλλον. Αυτό κρίνεται απαραίτητο καθώς α) είναι σημαντικό να υπάρχει πρόληψη σε πιθανή καταπόνηση του περιβάλλοντος και β) η δωρεάν παραχώρηση περιοχών για δοκιμαστικό διάστημα δεν κάνει καμία πρόβλεψη για τις επιπτώσεις που πιθανόν να υπάρχουν στις τοπικές κοινωνίες όπου υπάρχουν άλλα σχέδια βιώσιμης ανάπτυξης (όπως π.χ. ήπιου θαλάσσιου τουρισμού) τα οποία επενδύουν στην αξιοποίηση μοναδικών περιβαλλοντικών συνθηκών (π.χ. περιοχές NATURA 2000) που ενδέχεται να πληγούν από μια τέτοια δοκιμαστική λειτουργία. Αναφέρεται επίσης «αν δεν παραχωρηθεί η εν λόγω υδάτινη έκταση έναντι μισθώματος, μετά την παρέλευση της τριετίας υποχρεούται ο ενεργών την πειραματική εκτροφή να παραδώσει την έκταση στην αρχική της μορφή, απομακρύνοντας όλες τις εγκαταστάσεις του. Στο σημείο αυτό υπάρχει ασάφεια σε ότι αφορά την περιβαλλοντική επιβάρυνση που έχει πιθανώς προκύπψει από την λειτουργία των τριών ετών. Σε κάθε περίπτωση, πέραν της απλής απομάκρυνσης των εγκαταστάσεων από τη μισθωμένη περιοχή, θα πρέπει να απαιτείται και η επαναφορά του φυσικού περιβάλλοντος στην κατάσταση που ήταν πριν την εγκατάσταση της μονάδας. Παράλληλα, θα πρέπει να γίνεται καθαρισμός σε μια εύλογη ακτίνα γύρω από την μονάδα καθώς η πιθανή μόλυνση είναι δυνατόν να έχει έκταση μεγαλύτερη των τυπικών ορίων της εγκατάστασης. Στο πλαίσιο αυτό, ένα ακόμη θέμα που τίθεται είναι η αποζημίωση των Δήμων ή ιδιωτικών φορέων που επενδύουν στη βιώσιμη ανάπτυξη του τόπου τους, και τα σχέδια των οποίων ενδεχομένως να πληγούν από τη δοκιμαστική λειτουργία μονάδων και της όποιας περιβαλλοντικής επιβάρυνσης προκύψει λόγω αυτών, απαγορεύοντας στην ουσία οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Στις περιπτώσεις που η δοκιμαστική λειτουργία αφορά ερευνητικούς σκοπούς, το χρονικό διάστημα των 5 ετών είναι μικρό και θα πρέπει να αναθεωρηθεί. Οι επιστημονικές έρευνες διαρκούν συχνά πολύ περισσότερο από πέντε χρόνια και ακόμη και αν ολοκληρωθούν είναι σε πολλές περιπτώσεις σημαντικό για τους ερευνητές να επιστρέφουν στο σημείο της έρευνας για πρόσθετα στοιχεία ή αξιολόγηση. Η μετακίνηση σε διαφορετικές περιοχές είναι οικονομικά ασύμφορη για μια ερευνητική ομάδα ενώ αυτό θα μπορούσε να έχει δυσμενείς επιπτώσεις για το περιβάλλον σε μεγαλύτερη έκταση. Παράλληλα, θα πρέπει και σε αυτή την περίπτωση να τεθούν όροι α) για την ελαχιστοποίηση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης της εκάστοτε περιοχής και β) για την αποκατάσταση της όποιας ζημίας. Άρθρα 9, 23 και 24 Σχετικά με την αναμίσθωση των εκτάσεων προβλέπεται η ανανέωση παραχώρησης με τις εξής προϋποθέσεις «α) να έxουν πραγματοποιηθεί επενδύσεις και β) να έχουν εξοφληθεί οι υποχρεώσεις έναντι του Ελληνικού Δημοσίου». Απουσιάζει η απαίτηση για περιβαλλοντική αξιολόγηση πριν από την ανανέωση. Σε περίπτωση δηλαδή που η περιοχή έχει επιβαρυνθεί σημαντικά από τη λειτουργία της μονάδας υδατοκαλλιέργειας, πως είναι δυνατόν να γίνει ανανέωση χωρίς να γίνουν τουλάχιστον οι απαραίτητες διοθρωτικές κινήσεις. Αυτό δε ισχύει στην καλύτερη των περιπτώσεων, καθώς σε περίπτωση σημαντικής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης, θα έπρεπε να απαιτείται – κατ’ ελάχιστο - απομάκρυνση και καθαρισμός της περιοχής. Κάτι που δεν καλύπτεται ούτε στα Άρθρα 23 και 24 στα οποία περιγράφονται οι διαδικασίες ανάκλησης – αναστολής άδειας και ανανέωσης άδειας. Παράλληλα, ορίζεται αρχική διάρκεια μίσθωσης τα 20 χρόνια – διάστημα πολύ μεγάλο για να μην υπάρχει ενδιάμεση περιβαλλοντική αξιολόγηση – ενώ ταυτόχρονα δίνεται η δυνατότητα ανανέωσης χωρίς κανένα περιορισμό, προβλέποντας στην πραγματικότητα την εφ’όρου ζωής εγκατάσταση μιας μονάδας σε συγκεκριμένο σημείο. Γεγονός που θα έχει καταστροφικές συνέπειες για το περιβάλλον της εκάστοτε περιοχής. Θα ήταν σωστότερο να ορίζεται μια δοκιμαστική και υπο επιτήρηση περίοδος 3 ετών κατά την οποία θα γίνονται τακτικοί έλεγχοι και η οποία θα αποτελεί πρότυπο για τη λειτουργία της μονάδας στα μετέπειτα χρόνια. Η δε ανανεώσεις θα πρέπει να γίνονται με γνώμονα την συμμόρφωση της λειτουργίας της μονάδας βάσει της εκδιδόμενης άδειας (που θα πρέπει φυσικά να περιλαμβάνει και περιβαλλοντικά κριτήρια). Άρθρο 10 Σε ότι αφορά την επέκταση και μετεγκατάσταση μονάδων ορίζεται η «μετακίνηση του συνόλου των πλωτών εγκαταστάσεων εκτός της μισθωμένης υδάτινης έκτασης σε άλλη υδάτινη έκταση και σε απόσταση τουλάχιστον 250 μέτρων από τα όρια της αρχικά μισθωμένης υδάτινης θέσης». Ο ορισμός της απόστασης των 250 μέτρων είναι απολύτως αυθαίρετος. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με πρόσφατα ευρήματα σε έρευνα πεδίου στον ελλαδικό θαλάσσιο χώρο αλλά και σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, έχει διαπιστωθεί ότι η μόλυνση που προκαλείται από μια μονάδα υδατοκαλλιέργειας είναι εμφανής και εκτείνεται σε ακτίνα 300 μέτρων από την μονάδα. Αυτό σημαίνει ότι τα 250 μέτρα που όριζονται σαν ελάχιστη απόσταση για μετακίνηση μονάδας δεν επαρκούν ώστε η περιοχή να έχει τη δυνατότητα να καθαρίσει. Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα μετακίνησης ακόμη και εντός του ορίου των 250 ΧΩΡΙΣ να προσδιορίζονται οι λόγοι για την πιθανή απόκλιση – και πάλι ασάφεια στον προσδιορισμό – και μάλιστα χωρίς να προηγείται έστω περιβαλλοντική αξιολόγηση της περιοχής στην οποία θα εφαρμοστεί ο νόμος. Άρθρο 11 Δεν γίνεται αναφορά στην υποχρέωση του μισθωτή να συμμορφώνεται με περιβαλλοντικούς όρους έναντι ποινής. Άρθρο 15 Σε ότι αφορά τη λύση μισθώσεων αναφέρεται ότι αυτή είναι δυνατή μεταξύ άλλων «λόγω σοβαρής περιβαλλοντικής διαταραχής στη θέση εγκατάστασης της μονάδας». Ωστόσο δεν ορίζονται τα κριτήρια της περιβαλλοντικής διαταραχής. Τι νοείται σοβαρή περιβαλλοντική διαταραχή και ποιός ορίζει τα κριτήρια; Είναι σημαντικό να ορισθούν τα κριτήρια αλλά και να ισχύσει ο νόμος όχι μόνο για την πιθανή περιβαλλοντική διαταραχή στην ίδια τη μονάδα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή λόγω της λειτουργίας της. Άρθρο 21 Αναφέρεται ότι το Κράτος μπορεί να διαθέσει γη συμπεριλαμβάνοντας «αιγιαλό, παραλία, παρόχθιες εκτάσεις, δημόσιες γαίες και δασικές εκτάσεις». Οι περιβαλλοντικές παράμετροι και πάλι απουσιάζουν. Οι δασικές και παρόχθιες εκτάσεις είναι ζωτικής σημασίας για την διατήρηση της ισορροπίας των οικοσυστημάτωσν και ο νόμος ως έχει δεν θέτει όρια για την προστασία τους. Άρθρα 25 και 26 Γίνεται αναφορά στα δικαιολογητικά που είναι απαραίτητο να προσκομίσει ο φορέας προκειμένου να μισθώσει μια έκταση. Αυτά όπως αναφέρεται “ορίζονται με την απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων”. Ωστόσο, δεν ορίζονται τα ακριβή δικαιολογητικά ή κατ’ ελάχιστον η φύση αυτών. Προβλέπονται περιβαλλοντικές μελέτες – αξιολογήσεις της περιοχής; αυτό είναι κάτι που πρέπει να προσδιοριστεί στο νόμο. Παράλληλα, στην §3 του άρθρου 25, όπου γίνεται αναφορά στην Περιβαλλοντική Αδειοδότηση, δε γίνεται μνεία για τη σχετική διαδικασία σε ότι αφορά σε περιοχές NATURA. Σύμφωνα με το νόμο 4014/2011 περί Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης, προβλέπονται συγκεκριμένες διαδικασίες για τα έργα κατηγορίας Α και Β αλλά και ειδικότερα για τις περιοχές που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο NATURA 2000 (Άρθρο 10 του ν4014/2011). Στον υπό διαβούλευση νόμο γίνεται αναφορά στις κατηγορίες Α και Β αλλά χωρίς αναφορά στις περιοχές NATURA κάτι που αποτελεί σημαντική παράλειψη. Το ίδιο αφορά και τις χερσαίες εγκαταστάσεις του Άρθρου 26. Άρθρα 27 και 28 Το άρθρο 27 και κεφάλαιο Δ με τίτλο «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ» αποτελείται από τις εξής 4 γραμμές: «με απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι περιβαλλοντικοί όροι λειτουργίας και εκτροφής που πρέπει να τηρούνται από τις μονάδες υδατοκαλλιέργειας ανάλογα με το είδος εγκατάστασης και την κατάταξη της δραστηριότητας. Το παρόν είναι φανερό ότι υποβιβάζει τη σημασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Ακόμη και στην περίπτωση που δεν κρίνεται από τον νομοθέτη απαραίτητη η λεπτομερής αναφορά των όρων ανά εγκατάσταση και κατάταξη, είναι απαραίτητο να ορισθεί στο παρόν η νομοθεσία (Ελληνική και Ευρωπαϊκή) βάσει της οποίας θα καθορισθούν οι περιβαλλοντικές παράμετροι και με τη συμβολή ποιών φορέων (πχ περιβαλλοντικού φορέα σχετικού με το θέμα). Η δε υποβάθμιση της σημασίας του περιβάλλοντος στην ανάπτυξη του κλάδου, επιβεβαιώνεται και στο Άρθρο 28 όπου οι κυρώσεις περιορίζονται σε χρηματικά πρόστιμα – και δη αποκλειστικά στο δημόσιο, αγνοώντας τις όποιες ιδιωτικές πρωτοβουλίες και επενδύσεις όπως αναφέρεται ανωτέρω - , χωρίς να απαιτούν απομάκρυνση των μονάδων και καθαρισμό όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο ή ακόμα και ενέργειες για την επαναφορά του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση. Έλλη Δούκα Διευθύντρια Επικοινωνίας και Ανάπτυξης Προγραμμάτων Αναπτυξιακό Κέντρο Οινουσσών Αιγαίου Ακτή Μιαούλη 33, 18535 Πειραιάς Τηλ. 2104599883